Μειώνονται συνεχώς τα αποθέματα σε ψάρια

«Σήμα κινδύνου» εκπέμπεται για την ανάγκη μείωσης της υπεραλίευσης στις ελληνικές θάλασσες και ιδιαίτερα στο Αιγαίο. Η συρρίκνωση των αποθεμάτων ψαριών στις θάλασσές μας, έχει προκαλέσει προβληματισμούς και ανησυχία στους επιστήμονες, οι οποίοι αναζητούν λύσεις μέσω κατάλληλων δράσεων για την αντιμετώπιση του φαινομένου.
Πέραν τούτου, ένα ακόμη ζήτημα που χρήζει προσοχής είναι η εμφάνιση και η διαρκής αύξηση ενός ξενικού είδους ψαριού, στις θάλασσες της Ανατολικής Μεσογείου, του «λαγοκέφαλου», που ευθύνεται επίσης για τη μείωση των υπόλοιπων ψαριών, ενώ ταυτόχρονα δημιουργεί προβλήματα και στους αλιείς, αφού καταστρέφει τα δίχτυα με τα δόντια του.
Πληροφορίες για το συγκεκριμένο ζήτημα, έδωσε στη «δ», ο θαλάσσιος βιολόγος στον Υδροβιολογικό Σταθμό Ρόδου («Ενυδρείο») του Ελληνικού Κέντρου Θαλάσσιων Ερευνών, κ. Στέφανος Καλογήρου, ο οποίος δήλωσε: “Στην Ελλάδα έχουμε μικρής κλίμακας αλιεία. Δυστυχώς, είναι ανεξέλεγκτη. Υπάρχουν πολλοί ερασιτέχνες αλιείς που δεν ελέγχονται, όπως θα έπρεπε. Οι αρμόδιες αρχές δεν έχουν τους πόρους για να πραγματοποιήσουν τους απαραίτητους ελέγχους. Θα πρέπει να συσταθεί μια επιτροπή από αρμόδιους φορείς για να πάψει να είναι δυσκίνητο το σύστημα των ελέγχων. Τα σκάφη που φτάνουν μέχρι 12 μέτρα μήκος είναι τα περισσότερα και επιδρούν πολύ στα παράκτια συστήματα. Θα ήθελα να τονίσω πως υπάρχουν διεθνείς συμβάσεις για την προστασία των παράκτιων και μη περιοχών αλιείας. Εμείς κάνουμε πλέον χαρτογραφήσεις και είμαστε υπό διαβούλευση με την Περιφέρεια για τη δημιουργία ενός σχεδίου διαχείρισης της αλιείας σε όλη την Περιφέρεια του Νοτίου Αιγαίου. Επιπλέον, υπάρχει από το 2009 στη Ρόδο το ερευνητικό μας σκάφος. Ονομάζεται «ΑΛΚΥΏΝ» και διαθέτει υπερσύγχρονο εξοπλισμό, με σκοπό την χαρτογράφηση των προστατευόμενων περιοχών. Επιπροσθέτως, το 90% των ξενικών ψαριών που φτάνουν στις θάλασσές μας προέρχονται από τη διώρυγα του Σουέζ, διότι κάθε χρόνο γίνεται διαπλάτυνση και εκβάθυνση του καναλιού. Μέχρι στιγμής, έχουν περάσει 87 διαφορετικά είδη ψαριών. Μεταξύ αυτών είναι και ο «λαγοκέφαλος» που έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις. Ο «λαγοκέφαλος» εμφανίστηκε για πρώτη φορά στα νερά της Ρόδου το 2005. Από τότε έχει έξαρση. Δεν εμφανίζει σταθεροποιητική πορεία. Το συγκεκριμένο ψάρι καταστρέφει πολλά είδη της μικρής κλίμακας αλιείας, κόβει με τα δόντια του εργαλεία της αλιείας και επιτίθεται σε δίχτυα που υπάρχουν στο βυθό και περιέχουν ψάρια. Συνεπώς, ο αντίκτυπός του στην αλιεία είναι τεράστιος. Αυτή τη στιγμή ψάχνουμε τρόπους να αξιοποιήσουμε τα ξενικά είδη ψαριών. Κάποια από αυτά είναι βρώσιμα. Ωστόσο, ο «λαγοκέφαλος» είναι τοξικός. Δεν τρώγεται. Από την άλλη πλευρά, η τοξίνη που περιέχει χρησιμοποιείται σαν αναλγητικό. Μέχρι σήμερα παρασκευάζεται μόνο χημικά και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περιπτώσεις καρκινοπαθών που βρίσκονται στο τελευταίο στάδιο της νόσου, σε όσους πάσχουν από σκλήρυνση κατά πλάκας κλπ. Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε σε διαδικασία αναζήτησης πλαισίου χρηματοδότησης, ώστε να είμαστε σε θέση να ερευνήσουμε τον τρόπο απομόνωσης της τοξίνης και την οικονομική βιωσιμότητα αυτής της πρακτικής. Θεωρώ πως είναι ένας καλός τρόπος για να αντιμετωπιστεί αυτό το είδος ψαριού”.
Επιπλέον, θα πρέπει να τονιστεί πως στο Ενυδρείο Ρόδου, του οποίου διευθυντής είναι ο κ. Ανδρέας Σιούλας, πραγματοποιούνται διαρκώς διαδικασίες αναβάθμισης των υποδομών.
Χαρακτηριστικά, ο κ. Α. Σιούλας δήλωσε: “Προβαίνουμε διαρκώς σε διαδικασίες ανακαίνισης, αναβάθμισης και αποκατάστασης του Ενυδρείου. Πέρυσι τροποποιήσαμε όλο το μουσειακό μας χώρο. Έχει εμπλουτιστεί ο εκθεσιακός μας χώρος σημαντικά. Συν τις άλλοις, έχει γίνει περισσότερο προσβάσιμος για τους επισκέπτες και περισσότερο φιλικός προς τα παιδιά. Βέβαια, οι παρεμβάσεις γίνονται στοχευμένα και ιδιαιτέρως προσεκτικά, διότι το κτήριο αποτελεί προστατευόμενο μνημείο”.