Νόμιμο χαρακτηρίζει τον έλεγχο της στάθμευσης από τους Δήμους, μετά την κατάργηση της δημοτικής αστυνομίας, ο νομικός σύμβουλος του Δήμου Ρόδου κ. Θ. Φραράκης, εκφράζοντας, με γνωμοδότησή του, τις αντιρρήσεις του με τα διαλαμβανόμενα σε ανακοίνωση της ΠΟΕ-ΟΤΑ, που θεωρεί ότι η διαδικασία γίνεται στη βάση μιας εσφαλμένης ερμηνείας των νόμων (σχετικά έγραψε η «δ»).
O νομικός σύμβουλος του Δήμου Ρόδου κ. Θ. Φραράκης, γνωμοδότησε συγκεκριμένα για την άσκηση της αρμοδιότητας βεβαιώσεως παραβάσεων ελεγχόμενης στάθμευσης από υπαλλήλους του τμήματος προσόδων.
Το ερώτημα που τέθηκε στη νομική υπηρεσία ήταν κατά πόσον για την θεμελίωση της αρμοδιότητας των υπαλλήλων στους οποίους προσφάτως (μετά την κατάργηση της Δημοτικής Αστυνομίας) ανατέθηκε η βεβαίωση παραβάσεων ελεγχόμενης στάθμευσης αρκεί η απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου 593/20.9.2013 ή επιβάλλεται και η τροποποίηση του Οργανισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του Δήμου.
Εκρινε επί του προκειμένου τα εξής:
“Είναι ακριβές ότι συνήθως και κατά κανόνα οι αρμοδιότητες κάθε μιας υπηρεσίας προσδιορίζονται από τον Ο.Ε.Υ. που αποτελεί κανονιστική πράξη του Δήμου η οποία (ανάμεσα στα άλλα) προσδιορίζει τις αρμοδιότητες κάθε υπηρεσίας του, επομένως και τις αρμοδιότητες κάθε οργάνου του. Τούτο συμβαίνει και στον Δήμο μας.
Βάσει του άρθρου 81 παρ. 1 ν.4172/2013 καταργήθηκαν οι θέσεις των Δημοτικών Αστυνομικών, δηλαδή καταργήθηκαν οι θέσεις των υπαλλήλων που ασκούσαν τα καθήκοντα που προέβλεπε γι’ αυτούς ο Ο.Ε.Υ.. Όμως δεν καταργήθηκε με τον νόμο αυτόν η αρμοδιότητα του Δήμου για την βεβαίωση των παραβάσεων του ΚΟΚ.
Αντίθετα, στο άρθρο 81 παρ. 4 εδάφιο τρίτο ν.4172/2013 προβλέπεται ρητώς ότι διατηρείται η παράλληλη άσκηση μιας ή περισσότερων αρμοδιοτήτων αυτών από υπαλλήλους του Δήμου. Τον συγκεκριμένο προσδιορισμό των αρμοδιότητος αυτών ο νόμος αναθέτει στον κάθε Δήμο χωριστά, με σχετική απόφαση του Δημοτικού του Συμβουλίου (άρθρο 81 παρ.4 ν. 4172/2013). Δηλαδή παρέχεται νομοθετική εξουσιοδότηση στα καθ’ έκαστον δημοτικά συμβούλια να προσδιορίσουν, με την απόφαση που θα εκδώσουν, τις αρμοδιότητες που θέλουν να συνεχίσουν να ασκούν, παράλληλα με την ΕΛΑΣ. Επί πλέον με την ίδια διάταξη δίνεται εξουσία, εκτός του προσδιορισμού των παράλληλων αρμοδιοτήτων που θα συνέχισει να ασκεί ο Δήμος και του προσδιορισμού των συγκεκριμένων οργάνων του δήμου που ασκούν τις αρμοδιότητες αυτές, καθώς και των ειδικότερων όρων εργασίας των συγκεκριμένων υπαλλήλων (ωράριο κ.ά).
Επομένως η ίδια απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου εκτός από την αρμοδιότητα του Δήμου, που είναι κατ’ αρχήν αντικείμενο του τυπικού νόμου, προσδιορίζει και τα όργανά του που θα την ασκούν, που είναι κατ’ αρχήν αντικείμενο του Ο.Ε.Υ..
Ο τρόπος αυτός προσδιορισμού των αρμοδιοτήτων συγκεκριμένων οργάνων της Διοικήσεως μολονότι είναι ασυνήθιστος δεν πάσχει τυπικώς, γιατί και τα δύο αυτά θέματα ο κοινός νομοθέτης, δηλαδή ο τυπικός νόμος, έχει εξουσία να τα καθορίσει αλλά και να την μεταβιβάσει μέσα στα όρια των άρθρων 26 παρ. 1, 78 παρ.4 του Συντάγματος σε άλλα κρατικά όργανα, όπως και συνέβη.
Συνεπώς έχουμε την γνώμη ότι η μεταβίβαση των συγκεκριμένων αρμοδιοτήτων στο Τμήμα Προσόδων του Δήμου μας έγινε νομίμως και τα όργανα που έχουν ορισθεί έχουν την αρμοδιότητα να ασκούν τα καθήκοντα που τους ανατέθηκαν.
Επίσης, πλέον όσων ερωτηθήκαμε με την σχετική αναφορά, σε απάντηση προφορικών ερωτημάτων, έχουμε την γνώμη πως δεν είναι πειστικές οι δημοσιευμένες επιφυλάξεις σχετικά με την ανάγκη συμμορφώσεως της νομοθεσίας αυτής (του άρθρου 81 ν.4172/2013 και των σχετικών αποφάσεων που εκδίδονται σε εκτέλεση του, άρθρο 81 παρ.4 και 6 ν. 4172/2013) με τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, γιατί οι επιφυλάξεις αυτές νομίζουμε ότι παραβλέπουν τον πασίγνωστο νομικό κανόνα ότι ο μεταγενέστερος νόμος καταργεί τον παλαιότερο και ότι η κατάργηση αυτή δεν είναι απαραίτητο να είναι ευθεία και ρητή αλλά και έμμεση, όπως συμβαίνει εάν ρυθμίζεται το ίδιο θέμα με διαφορετικό τρόπο.
¶λλο ζήτημα βέβαια είναι το κατά πόσον η νεώτερη νομοθεσία είναι πρακτικώς περισσότερο εφαρμόσιμη, όπως νομίζουμε ότι συμβαίνει με την ανάγκη βεβαιώσεως από ένστολους κρατικούς υπαλλήλους της παραβάσεως και ρυθμίσεως των κανόνων κινήσεως οχημάτων. Η ανάγκη αυτή υπάρχει για λόγους πρακτικούς, αποτελεσματικότητας, ελλείψεως αμφιβολίας και αποφυγής αμφισβητήσεων. Αλλά αυτό δεν αποτελεί αντικείμενο γνωμοδοτήσεων της Νομικής Υπηρεσίας”.