Με στόχο τη μείωση της γραφειοκρατίας, αλλά και με επιδίωξη να εντοπιστούν όλοι όσοι ζουν… λαθραία εις βάρος του Δημοσίου, η ελληνική πολιτεία ξεκινά την ηλεκτρονική ταυτοποίηση των πολιτών στην επικράτεια. Πριν από λίγες ημέρες, ο υπουργός Επικρατείας Κυριάκος Πιερρακάκης υπέγραψε απόφαση βάσει της οποίας το υπουργείο Εσωτερικών θα παραδώσει το Μητρώο Πολιτών στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων Δημοσίου Τομέα (ΓΓΠΣΔΤ) προκειμένου να ξεκινήσει το έργο της ταυτοποίησης. Το έργο αυτό είναι απλό: όλα τα στοιχεία του φορολογικού μητρώου (ΑΦΜ) που διατηρεί η ΓΓΠΣΔΤ να αντιστοιχισθούν μοναδικά με τα στοιχεία του Μητρώου Πολιτών, που θεωρείται η πλέον αξιόπιστη βάση δεδομένων που διατηρεί το κράτος. Η αντιστοίχιση αυτή θα επιτρέψει αφενός να γνωρίζει η πολιτεία την ταυτότητα του κάθε πολίτη στις υπηρεσίες ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, αφετέρου να εντοπίσει τυχόν πλαστά στοιχεία στα φορολογικά (και όχι μόνο) στοιχεία.
Ειδικά για το τελευταίο εκτιμάται ότι, με βάση τις δηλώσεις φόρου εισοδήματος, ο πληθυσμός της χώρας είναι μεγαλύτερος από εκείνον της ΕΛΣΤΑΤ. Πολλοί δηλώνουν πολύτεκνοι με στόχο τη λήψη του αντίστοιχου πολυτεκνικού επιδόματος, καθώς στο παρελθόν δεν υπήρχε κανένας έλεγχος για τον αριθμό των δηλωμένων τέκνων.
Ετσι, σύμφωνα με στελέχη της ΓΓΠΣΔΤ, με βάση τις φορολογικές δηλώσεις ο πληθυσμός της χώρας δεν αποκλείεται να ξεπερνά ακόμη και τα 15 εκατομμύρια. Η προσπάθεια αυτή δεν είναι καινούργια. Εχει αναληφθεί από το 2003 μέσω νόμου (ν. 3200/2003, παρ. 4, αρ. 25), όπου ορίζεται ότι «πιστοποιητικά ή άλλα έγγραφα με τα οποία αποδεικνύονται πραγματικά περιστατικά, στοιχεία ή έννομες σχέσεις και που απαιτούνται για την ικανοποίηση αιτήματος των πολιτών, αντικαθίστανται με καταφατική ή αρνητική δήλωση που αναζητείται και γίνεται μεταξύ των αρμόδιων υπηρεσιών». Ετσι, προκειμένου να μειωθεί η γραφειοκρατία και να εξυπηρετηθεί καλύτερα ο πολίτης, οι δημόσιες υπηρεσίες επιβάλλεται: πρώτον, να ανταλλάσσουν μεταξύ τους πληροφορίες και δεύτερον, να μεταδίδουν μέρος της πληροφορίας και όχι το σύνολό της, που παραμένει στον παραγωγό της.
Η διάταξη αυτή, που αποτελεί τον ορισμό του κέντρου διαλειτουργικότητας του Δημοσίου και μειώνει τη φυσική μετακίνηση πιστοποιητικών από τον ίδιο τον πολίτη, έμεινε επί πολλά χρόνια κενό γράμμα –όπως πολλές άλλες διατάξεις νόμων–, αφού δεν υπήρξε το παράγωγο δίκαιο, αλλά και η βούληση να γίνει πράξη. Το ίδιο επιχειρήθηκε και με την εισαγωγή των μνημονίων το 2010, αλλά το μόνο που επιτεύχθηκε ήταν η δημιουργία μιας διυπουργικής ομάδας εργασίας για το θέμα αυτό, το έργο της οποίας στη συνέχεια χάθηκε.
Η τρίτη προσπάθεια γίνεται τώρα μέσω του ν. 4623/2019 που ψηφίστηκε τον περασμένο Αύγουστο. Το άρθρο 48 του νόμου ορίζει τη ΓΓΠΣΔΤ υπεύθυνη «για την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και επιβεβαίωση ταυτότητας (αυθεντικοποίηση) πολιτών», ενώ παράλληλα καθίσταται ο μοναδικός αρμόδιος φορέας «για τη διαλειτουργικότητα των επιμέρους μητρώων των φορέων του δημοσίου τομέα και του ευρύτερου δημοσίου τομέα». Ο νόμος ορίζει επίσης ότι «με απόφαση του υπουργού Ψηφιακής Διακυβέρνησης καθορίζονται το χρονοδιάγραμμα, οι λεπτομέρειες συνολικής ή μερικής ενσωμάτωσης των αντίστοιχων πληροφοριών κάθε φορέα, η υποχρέωση επικαιροποίησης των ψηφιακών πληροφοριών και των ηλεκτρονικών υπηρεσιών και οι λεπτομέρειες που αφορούν τη μοναδική ηλεκτρονική ταυτοποίηση». Στο πλαίσιο των προαναφερόμενων διατάξεων, την περασμένη εβδομάδα υπογράφηκε η πρώτη απόφαση που ορίζει τη μεταφορά του Μητρώου Πολιτών στη ΓΓΠΣΔΤ. Θα ακολουθήσουν και άλλες αντίστοιχες αποφάσεις που αφορούν τα μητρώα ασφαλιστικών ταμείων, αλλοδαπών, αστυνομικών ταυτοτήτων, εκλογικών καταλόγων κ.ο.κ. Στόχος μας, λέει ο κ. Αναγνωστόπουλος, είναι έως το τέλος του 2020 να έχει ταυτοποιηθεί ο μεγαλύτερος αριθμός πολιτών, σε ποσοστό πάνω από 90%. Για το υπόλοιπο, προσθέτει, θα πρέπει να αναζητηθούν άλλοι τρόποι ταυτοποίησης, που δεν συνιστούν αρμοδιότητα της ΓΓΠΣΔΤ. «Εκεί μπορεί να υπάρξουν πολλές αποκαλύψεις», παραδέχεται ο ίδιος.
Eπιστροφή φόρου επί 12 χρόνια με 120 πλαστές δηλώσεις
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η διαφυγή στο εξωτερικό επιτηδείου, ο οποίος επί 12 χρόνια λάμβανε επιστροφή φόρου για περίπου 120 πλαστές φορολογικές δηλώσεις. Καθώς η επιστροφή φόρου γινόταν αυτόματα, χωρίς έλεγχο των δικαιολογητικών λόγω χαμηλού ορίου (λιγότερο από 1.500 ευρώ), ο επιτήδειος λάμβανε κάθε χρόνο επιστροφή φόρου πάνω από 200.000 ευρώ. Οταν ο κλοιός γύρω από τον επιτήδειο άρχισε να κλείνει, ο ίδιος εξαφανίσθηκε μαζί με τις παράνομες επιστροφές, χωρίς να βρεθεί ποτέ.
Και δεν είναι μόνον αυτό. Στο παρελθόν, ακόμη και η ίδια η ΓΓΠΣ είχε πράξει το λάθος να εκδώσει κλειδαρίθμους με την προσκόμιση αποκλειστικά της αστυνομικής ταυτότητας. Πάνω από 750.000 κλειδάριθμοι εκδόθηκαν με μόνο παραστατικό το ΑΔΤ. Επειδή όμως πολλοί προσκόμισαν πλαστές ταυτότητες, εκτιμάται πως υπάρχουν πολλοί «εικονικοί» φορολογούμενοι.
Υπάρχουν άπειρα παραδείγματα επιτηδείων που λαθροβιούν με δημόσιους πόρους ή διαφεύγουν από ακόμη μεγαλύτερα εγκλήματα λόγω προσκόμισης πλαστών στοιχείων. Η βασική προσπάθεια ωστόσο, όπως αναφέρει ο ΓΓΠΣΔΣ Δημοσθένης Αναγνωστόπουλος, εστιάζεται στην καλύτερη οργάνωση του ελληνικού κράτους και στον περιορισμό της γραφειοκρατίας.