Στόχος μας πρέπει να είναι η προσέλκυση ποιοτικού τουρισμού σε δωδεκάμηνη βάση

ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ, τα 17,4 εκατομμύρια αντιστοιχούν στις διελεύσεις από τα σύνορα της χώρας μας των μη κατοίκων (ατόμων που δεν έχουν μόνιμο τόπο διαμονής στην Ελλάδα), σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος. Ο τρόπος αυτός υπολογισμού είναι καλύτερος απ’ αυτόν που χρησιμοποιούταν παλιότερα και περιελάμβανε τους οικονομικούς μετανάστες.
Θεωρώ όμως ότι είναι χρέος μας να βλέπουμε και να επεξεργαζόμαστε τα στοιχεία όχι αριθμητικά, αλλά ποιοτικά και κυρίως συνδυαστικά. Μην ξεχνάμε ότι τα τελευταία χρόνια είχαμε, γενικά, πτώση στις αφίξεις, αλλά και -το κυριότερο- σημαντική υστέρηση των εσόδων. Η μέση κατά κεφαλήν δαπάνη των τουριστών σημειώνει τα τελευταία χρόνια σημαντική υστέρηση, δυσανάλογη, μάλιστα, σε σχέση με άλλες ανταγωνίστριες χώρες.

Από τα 17,4 εκατ. αφίξεις τα περίπου 4 εκατ. (ίσως και παραπάνω) είναι τουρίστες που έρχονται στη χώρα μας οδικώς από τις βόρειες γειτονικές μας χώρες, όπως Βουλγαρία, Σκόπια, Αλβανία κ.λπ. Λόγω του αριθμού των οικονομικών μεταναστών που έχει η Ελλάδα από τις χώρες αυτές αρκετοί από τους παραπάνω φιλοξενούνται από οικογένεια ή φίλους. Οι υπόλοιποι επισκέπτονται τη χώρα μας (κυρίως τη Β. Ελλάδα – Θεσσαλονίκη, Χαλκιδική κ.λπ.) για 2-3 ημέρες. Ετσι, ο τουρίστας από π.χ. τη Βουλγαρία έχει μέση κατά κεφαλήν δαπάνη ανά ταξίδι (ΜΚΔ) περίπου 300 ευρώ. Ενδεικτικά σημειώνω ότι το 2012 ήρθαν στην Ελλάδα 875.000 Ρώσοι με μέση κατά κεφαλήν δαπάνη 1.079 ευρώ και 373.800 από τις ΗΠΑ με ΜΚΔ 1.140 ευρώ. Είναι ξεκάθαρο ότι η γενική μείωση στη ΜΚΔ των τουριστών στην Ελλάδα οφείλεται στις διανυκτερεύσεις και στη δαπάνη/ ημέρα διανυκτέρευσης. Οι τουρίστες από μακρινές χώρες αφιερώνουν τουλάχιστον 7 ημέρες στη χώρα μας, με συνέπεια να αυξάνεται και η δαπάνη τους.
Η διαφορά που δημιουργείται στα έσοδα από τη διαφορά της ΜΚΔ των τουριστών ανάλογα με τη χώρα προέλευσής τους είναι τεράστια. Αν υπολογιστούν και τα επιβαρυντικά κόστη σε υποδομές, εξυπηρέτηση τουριστών, γίνεται σαφές ότι η χώρα μας πρέπει να στρέψει το βάρος της στρατηγικής της σε αγορές που μπορούν να αυξήσουν τις εισπράξεις της. Πιστεύω ότι ο τρόπος με τον οποίο «διαβάζουμε» τα στατιστικά είναι εντελώς λάθος και θεωρώ μονόδρομο την αλλαγή του, καθώς και την αλλαγή της πολιτικής της χώρας μας ανά χώρα / στόχο.
Θεωρώ ότι είναι καιρός να δούμε τον τουρισμό και την τουριστική ανάπτυξη της Ελλάδας σφαιρικά, χαράσσοντας μακροπρόθεσμη στρατηγική ανάπτυξης και προώθησης του ποικιλόμορφου τουριστικού μας προϊόντος, δίνοντας βαρύτητα σε στοχευμένες αγορές, οι οποίες μπορούν να αυξήσουν τη ΜΚΔ των τουριστών στην Ελλάδα και συνεπώς και τις ταξιδιωτικές εισπράξεις.

Βασικός στόχος θα πρέπει να είναι η διεύρυνση της τουριστικής μας περιόδου, μέσα από μέτρα και δράσεις για τη διαφοροποίηση και τον εμπλουτισμό της τουριστικής μας προσφοράς, τη διείσδυση στις διεθνείς τουριστικές αγορές, την αξιοποίηση της δυναμικής ειδικών ομάδων, όπως τα άτομα 3ης ηλικίας, οι νέοι μαθητές και σπουδαστές, οι ομάδες ειδικών ενδιαφερόντων (π.χ., θρησκευτικός, ιατρικός, πολιτιστικός τουρισμός κ.λπ.). Πιστεύω ότι έτσι θα μπορέσουμε να επεκτείνουμε την τουριστική περίοδο και να μιλάμε πλέον για 12μηνο τουρισμό. Στόχος μας, επίσης, πρέπει να είναι και η προβολή της Ελλάδας ως ένας ποιοτικός τουριστικός προορισμός, με υψηλού επιπέδου αξιοθέατα, δραστηριότητες και προσφερόμενες υπηρεσίες, προκειμένου να προσελκύσουμε υψηλού εισοδηματικού επιπέδου τουρίστες, οι οποίοι δεν περιορίζονται στα στενά όρια του all inclusive, αλλά ανακαλύπτουν τη χώρα και τονώνουν τις τοπικές κοινωνίες.
Είναι σαφές ότι ο ελληνικός τουρισμός χρειάζεται αλλαγή σκέψης, αλλαγή νοοτροπίας. Χρειάζεται ποιοτική ανάλυση των στατιστικών αποτελεσμάτων και εθνική στρατηγική για την προσέλκυση «ποιοτικών» τουριστών.