Αγαπητοί συνάδελφοι όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης,
Θα ήθελα με την παρούσα επιστολή μου να καταγγείλω τα παρακάτω:
1. Καταγγέλλω την απανθρωπιά του υπουργείου Παιδείας προς τους λειτουργούς του, ειδικά της εκπαίδευσης, την αδιαφορία του που τις περισσότερες φορές φθάνει στην εγκατάλειψη, όπως στην περίπτωση της Ρόδου, της δασκάλας και του καθηγητή αγγλικών που πήγαν στα Δωδεκάνησα να υπηρετήσουν την Παιδεία, όπως τόσοι άλλοι κατά εποχές εκπαιδευτικοί, και τους ξέβρασε το κύμα στα παράλια της Τουρκίας…
2. Η αιώνια παρατεταμένη αδιοριστία πάντα ωθούσε απεγνωσμένα τους εκπαιδευτικούς να αναζητήσουν θέση εργασίας πολύ μακριά από τους τόπους που λίγο – πολύ ήξεραν… και πάντα βρισκόταν τρόπος γι’ αυτό. Βασική όμως προϋπόθεση για να εργασθούν τόσο μακριά από τους γιατρούς και τα νοσοκομεία ήταν να έχουν άριστη υγεία, αλλιώς αλίμονό τους…
Παλαιότερα, λοιπόν, υπήρχε ο θεσμός των δυσπρόσιτων διορισμών σε τέτοια ακριτικά σημεία της χώρας. Βέβαια ποτέ η ΟΛΜΕ, ούτε οι κατά τόπους ΕΛΜΕ δεν είχαν διαμαρτυρηθεί για τα “κίνητρα”. Δηλαδή, για την υποτυπώδη επιβράβευση αυτών των ακριτών – δασκάλων, στους οποίους το υπουργείο Παιδείας φερόταν πάντα με τα ίδια μόρια, όπως στους συναδέλφους τους τους τοποθετημένους π.χ. στην Ύδρα, στα Μέθανα, στον Πόρο. Αυτοί, λοιπόν, συνάδελφοι των μεγάλων πόλεων και της Αθήνας, οι ακρίτες δάσκαλοι, δεν είχαν ποτέ καμία άλλη επιβράβευση για το τόσο δύσκολο αλλά και προκλητικά ενδιαφέρον έργο τους.
Δύσκολο από απόψεως κυρίως προσαρμογής στα κοινωνικά, περιβαλλοντικά, οικονομικά, εκπαιδευτικά δεδομένα της νέας τους θέσης έξοδα μεταφοράς και μετακίνησης από τον τόπο καταγωγής προς τον τόπο εργασίας, έξοδα ενοικίασης κατοικίας για διαμονή, έξοδα σίτισης, ένδυσης, έξοδα για την επιστημονική και παιδαγωγική ενημέρωσή τους.
Αναλογιστείτε λοιπόν τι τους έμενε και τι τους μένει από τον μισθό τους. Το υπουργείο Παιδείας ήταν λοιπόν γι’ αυτούς, όπως και για τους σημερινούς εκπαιδευτικούς, ένα “αθέατο”, φάντασμα υπουργείο, με συνήθως αθέατους και φαντάσματα προϊσταμένους. Τους διευθυντές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης συναντούσαμε αποκλειστικά στα γραφεία τους στις διευθύνσεις και διαβάζαμε τις ευχές και διαταγές που μας διαβίβαζαν. Κανείς τους δεν ήταν πραγματικά δίπλα μας όλα αυτά τα χρόνια που διανύσαμε στη μακρά πορεία της εκπαίδευσης σε διάφορα σημεία της χώρας. Ας μη μιλήσουμε για τους σχεδόν ανύπαρκτους σχολικούς συμβούλους που έρχονταν στα Δωδεκάνησα, στους Λειψούς, να μας επισκεφτούν τον Μάιο μόνο κι ας ήμασταν πρωτοδιόριστοι καθηγητές φιλόλογοι μάλιστα, με τόσα διαφορετικά αντικείμενα διδασκαλίας.
Επιπλέον, το διδακτικό έργο γινόταν δυσκολότερο με το ένα και μοναδικό σχολικό εγχειρίδιο νεοελληνικής γλώσσας που ήταν γραμμένο κυρίως για τα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας κι όχι προσαρμοσμένο στις ιδιαίτερες τοπικές ανάγκες και με τοπικές ευαισθησίες για όλους τους μαθητές της χώρας και τις γλωσσικές και πολιτιστικές τους ιδιαιτερότητες.
3. Καταγγέλλω την Τοπική Αυτοδιοίκηση με τις πολλαπλές της αρμοδιότητες και τους πολλούς αρμόδιους που δεν έχει φροντίσει να στεγάσει τον δάσκαλο, τον καθηγητή σ’ ένα αξιοπρεπές οίκημα μ’ ένα συμβολικό ποσό αντί των ενοικίων, έτσι ώστε να μην είναι το θύμα των ιδιοκτητών, κυρίως στις τουριστικές περιοχές της χώρας, που τον βγάζουν έξω με την έναρξη της τουριστικής περιόδου, όπως συμβαίνει στη Ρόδο, στα Δωδεκάνησα γενικότερα, στην Κέρκυρα, στην Ερέτρια και αλλού.
Τέτοιες πρωτοβουλίες είχε υλοποιήσει για τους δημοσίους υπαλλήλους ο Δήμος Νισύρου τη δεκαετία του ’90. Επίσης, με ανάλογη πρωτοβουλία της Εκκλησίας, είχε στηριχθεί το πρώτο τμήμα του Ιονίου Πανεπιστημίου, το Ιστορικό, στην Κέρκυρα. Οι διδάσκοντες διέμεναν σ’ ένα οίκημα όταν έφθαναν στην Κέρκυρα, όπου οι διδάσκοντες “πληρώνουν για να εργάζονται”… Οι Κερκυραίοι δεν ενδιαφέρθηκαν να φτιάξουν ένα πανεπιστημιακό campus για να στεγάσουν τους καθηγητές που έρχονται εκεί από μακρινά μέρη της Ελλάδας, ενώ υπάρχει πολύς χώρος για κάτι τέτοιο. Φαίνεται ότι προτεραιότητα κι εδώ, όπως στα Δωδεκάνησα, έχουν οι τουρίστες. Ως εκ τούτου, η εκπαίδευση έρχεται σε δεύτερη και τρίτη μοίρα, όπως αντιλαμβάνεσθε, και στο τέλος την παίρνει ο άνεμος και τα κύματα…
4. Καταγγέλλω τους κατά τόπους Συλλόγους Γονέων και Κηδεμόνων των πρωτοβάθμιων, δευτεροβάθμιων και τριτοβάθμιων εκπαιδευτικών μας ιδρυμάτων για την έλλειψη πρωτοβουλίας και διαμαρτυρίας προς το υπουργείο Παιδείας.
Στην περίπτωση, π.χ., του Καστελορίζου, το γυμνάσιο άργησε πολύ να ξεκινήσει τη σχολική του χρονιά, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα σχολεία της χώρας. Σε πολλά σχολεία της χώρας έχουν έλλειψη βασικών ειδικοτήτων στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, όπως καθηγητών μαθηματικών, αλλά και άλλων πρακτικών ελλείψεων των σχολείων.
Ευαγγελία Ι. Δαμουλή, φιλόλογος ελληνικής και γαλλικής γλώσσας, διδάκτωρ Γενικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας Ιονίου Πανεπιστημίου, συγγραφέας, μέλος της Διεθνούς Εταιρείας Φίλων Ν. Καζαντζάκη, της Εταιρείας Πελοποννησιακών Σπουδών, της Εταιρείας Λογοτεχνών Ν. Δυτικής Ελλάδας, εκπρόσωπος της www. wif.gr.