Η αναπτυξιακή δυναμική του τρέχοντος έτους, και κυρίως του επομένου τριμήνου θα προσδιορισθεί, μεταξύ άλλων, σε σημαντικό βαθμό από τη διάρκεια και την ένταση της επιδημίας Covid-19 αλλά και της προσφυγικής/μεταναστευτικής κρίσης στα σύνορα, εκτιμούν οι αναλυτές της Alpha Bank.
Σύμφωνα, με τις τελευταίες εξελίξεις, προβλέπεται ότι η επιδημία του Covid-19, θα έχει αρνητικές επιπτώσεις τόσο στην παγκόσμια, όσο και στις επιμέρους οικονομίες το 2020. Το σχήμα της οικονομικής διαταραχής αναμένεται να προσδιοριστεί από:
(i) το κατά πόσο ο ιός υπόκειται σε εποχικό πρότυπο, δηλαδή πόσο εντονότερη είναι η εποχική κατανομή της μεταδοτικότητας του ιού, στους μήνες χαμηλών θερμοκρασιών, σε σχέση με τους μήνες υψηλών θερμοκρασιών.
(ii) τη χρονική διάρκεια που θα απαιτηθεί για την εισαγωγή του εμβολίου,
(iii) εάν μία χώρα είναι εκτεθειμένη σε διαταραχές από την πλευρά της ζήτησης, ή της προσφοράς.
Με βάση τα ανωτέρω, το πιο πιθανό σχήμα της διαταραχής στο ρυθμό μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας, σε ένα βασικό σενάριο, αναμένεται να είναι το “V” – να είναι δηλαδή περιορισμένης χρονικής διάρκειας – και να ενσκήψει κυρίως στο δεύτερο τρίμηνο και μερικώς μόνο, στο τρίτο τρίμηνο του 2020.
Τα τρία σενάρια
Ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ για τη διετία 2020-2021, σύμφωνα με τα ακόλουθα τρία σενάρια:
- Σενάριο 1 – Συγκρατημένη Εξάπλωση: Ήπιο και βραχυπρόθεσμο shock τόσο στην εξωτερική ζήτηση, όσο και στην εγχώρια αβεβαιότητα, το οποίο αναμένεται να διαρκέσει μέχρι του τέλος του δεύτερου τριμήνου του 2020.
- Σενάριο 2 – Ντόμινο στην Ευρωζώνη: Σοβαρό αλλά βραχυπρόθεσμο shock στην εξωτερική ζήτηση και ήπιο shock στην εγχώρια αβεβαιότητα.
- Σενάριο 3 – Ευρύτερη εγχώρια επιδημία: Ισχυρό shock στην εξωτερική ζήτηση και έντονη και μεγαλύτερης διάρκειας διαταραχή στην εγχώρια αβεβαιότητα που θα εξαντληθεί ωστόσο εντός του τρίτου τριμήνου.
Τα αποτελέσματα της προσομοίωσης σύμφωνα με τα εν λόγω σενάρια δείχνουν μία πτώση του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ για το 2020 της τάξης του 0,4%-0,9%, σε σχέση με τις αρχικές εκτιμήσεις της Alpha Bank, πριν το ξέσπασμα της επιδημίας του Covid-19.
Ποιος είναι ο μηχανισμός μέσω του οποίου αναμένεται να επηρεασθεί η ελληνική οικονομία;
Σε αντίθεση με άλλες χώρες της Ζώνης του Ευρώ, όπως για παράδειγμα, Γερμανία, οι οποίες φαίνεται ότι θα επηρεαστούν σημαντικά από τη διάτρηση της διεθνούς εφοδιαστικής αλυσίδας (σοκ από την πλευρά της προσφοράς), η ελληνική οικονομία αναμένεται να επηρεαστεί από ένα ισχυρό σοκ στην πλευρά της ζήτησης, σύμφωνα με τους αναλυτές της Alpha Bank.
Όπως εξηγούν, η διαταραχή ζήτησης (demand shock), που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία, προέρχεται από δύο πηγές.
Πρώτον, τη μείωση της ζήτησης από το εξωτερικό, ως αποτέλεσμα της μεγαλύτερης της αναμενόμενης επιβράδυνσης της ευρωπαϊκής οικονομίας, η οποία δύναται να οδηγήσει σε εξασθένιση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών, επιβραδύνοντας την αύξηση της απασχόλησης, την ιδιωτική κατανάλωση και την οικονομική δραστηριότητα. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 70% περίπου των συνολικών εξαγωγών αγαθών (με την εξαίρεση των πετρελαιοειδών) κατευθύνονται προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, τον μεγαλύτερο εμπορικό μας εταίρο. Από την άλλη πλευρά, οι αρνητικές επιπτώσεις στο ΑΕΠ αναμένεται να μετριασθούν λόγω της αποδυνάμωσης των εισαγωγών, καθώς θα εξασθενεί η εσωτερική ζήτηση. Σε πρόσφατη μελέτη του ΟΟΣΑ εξετάζεται ως βασικό, ένα σενάριο μείωσης του ΑΕΠ της Ευρωζώνης κατά 0,3%, εξαιτίας του ιού, σε σχέση με τις αρχικές εκτιμήσεις, (OECD Interim Economic Assessment, Coronavirus: The world economy at risk, 2 March 2020). Επιπρόσθετα, σύμφωνα με νεότερες εκτιμήσεις της McKinsey το παγκόσμιο ΑΕΠ δύναται να μειωθεί κατά 0,5% (από 2,5% σε ~2%, βάσει ενός σεναρίου ταχείας ανάκαμψης, McKinsey, Covid-19: Facts and Insights, 9 March 2020).
Δεύτερον, την ενίσχυση της αβεβαιότητας, η οποία μπορεί να αποδυναμώσει σημαντικά την καταναλωτική εμπιστοσύνη και τις επιχειρηματικές προσδοκίες, συμπιέζοντας την καταναλωτική δαπάνη και ενδεχομένως προσωρινά την επενδυτική δαπάνη. Το γεγονός, ωστόσο, ότι πρόκειται για μία διαταραχή σχήματος “V” που πιθανότατα να εξαντληθεί εντός μερικών μηνών, μετριάζει σημαντικά τον κίνδυνο καθυστέρησης επενδυτικών σχεδίων, μεγαλύτερου χρονικού ορίζοντα. Σε κάθε περίπτωση, μία προσωρινή εξασθένιση των επενδυτικών δαπανών, εν συγκρίσει με τις αναμενόμενες, θα έχει σχετικά μικρή επίπτωση στο ρυθμό ανάπτυξης του 2020 εξαιτίας του τρέχοντος χαμηλού μεριδίου τους στο ΑΕΠ.
Οι επιπτώσεις από τη διαταραχή στην πλευρά της προσφοράς αναμένεται να μην είναι το ίδιο σημαντικές στην ελληνική οικονομία, αλλά να μεταδοθούν περισσότερο μέσω της επιβράδυνσης της οικονομίας ορισμένων σημαντικών εταίρων όπως ήδη εξηγήσαμε.
Η μέγιστη επίπτωση στις διεθνείς εφοδιαστικές αλυσίδες (supply chains) αναμένεται να λάβει χώρα από τα μέσα Μαρτίου (βλέπε Harvard Business Review, “How Coronavirus Could Impact the Global Supply Chain by Mid-March”, Pierre Haren and David Simchi-Levi, February 28, 2020) υποχρεώνοντας αρκετές επιχειρήσεις να μειώσουν αισθητά την παραγωγή τους. Οι επιχειρήσεις που στηρίζονται μερικώς, ή αποκλειστικά, σε εργοστάσια της Κίνας ή ακόμη και της Βόρειας Ιταλίας για την εισαγωγή των εισροών στην παραγωγή τους είναι προφανώς οι περισσότερο ευάλωτες. Ας σημειωθεί ότι η Κίνα είναι η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο στον τομέα της μεταποίησης, κατέχοντας το 28,2% της παγκόσμιας παραγωγής.
Ένα πρόσθετο στοιχείο που θα μπορούσαμε να εντάξουμε στις διαταραχές από την πλευρά της προσφοράς για την ελληνική οικονομία, είναι το γεγονός ότι η πτώση της κινεζικής αλλά και της παγκόσμιας παραγωγής λόγω της εξάπλωσης των κρουσμάτων της νόσου συμπιέζει τις τιμές του πετρελαίου (βλ. τμήμα Παγκόσμιας Οικονομίας παρόντος Δελτίου). Το καθαρό αποτέλεσμα αυτής της διαταραχής εκτιμάται ότι θα είναι ευνοϊκό για την ελληνική οικονομία, αφού μειώνει το κόστος παραγωγής και ως εκ τούτου αναμένεται να συγκρατήσει τον πληθωρισμό, παρά την αύξηση του μοναδιαίου κόστους εργασίας που αναμένεται λόγω της παρατηρημένης ασθενέστερης αύξησης της παραγωγικότητας έναντι των μισθολογικών αποδοχών.
Τέλος, η εξάπλωση της επιδημίας Covid-19 δύναται να προκαλέσει μία δημοσιονομική διαταραχή στην ελληνική οικονομία καθώς επιβαρύνει σημαντικά τις δαπάνες νοσοκομειακής περίθαλψης, των διαγνωστικών ελέγχων, εφαρμογής διοικητικών μέτρων και εκτέλεσης των διαδικασιών ιχνηλάτησης των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Ο κίνδυνος εξάντλησης του δημοσιονομικού χώρου που απαιτείται για την υλοποίηση του κυβερνητικού προγράμματος, για περαιτέρω φορολογικές ελαφρύνσεις για επιχειρήσεις και νοικοκυριά δεν μπορεί να εκτιμηθεί στην παρούσα φάση.
Συγκεκριμένα, η ελληνική κυβέρνηση με σκοπό την αντιμετώπιση των αρνητικών συνεπειών της εξάπλωσης του ιού στην πραγματική οικονομία, ανακοίνωσε πρόσφατα νέα μέτρα, βασικές κατευθύνσεις των οποίων είναι η τόνωση της ρευστότητας και η διαφύλαξη της απασχόλησης:
- Αναστολή πληρωμής ΦΠΑ για 4 μήνες, σε κλάδους και περιοχές όπου διακόπτεται η οικονομική δραστηριότητα της επιχείρησης, με κρατική εντολή, για περισσότερες από 10 ημέρες.
- Αναστολή πληρωμής βεβαιωμένων οφειλών προς τις ΔΟΥ, καθώς επίσης και των δόσεων ρυθμίσεων τμηματικής καταβολής βεβαιωμένων οφειλών για 4 μήνες, αντίστοιχα σε κλάδους και περιοχές όπου διακόπτεται η οικονομική δραστηριότητα της επιχείρησης, με κρατική εντολή, για περισσότερες από 10 ημέρες.
- Αντίστοιχα μέτρα για τις ασφαλιστικές εισφορές και τις ρυθμίσεις αυτών και ουσιαστικές παρεμβάσεις λαμβάνονται και από το υπουργείο Εργασίας (πχ. αναστολή διοικητικών απαιτήσεων, παροχή διευκόλυνσης για την εξ αποστάσεως εργασία όπου αυτό είναι εφικτό κ.λπ.).
Επιπρόσθετα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προχώρησε σε αντίστοιχη ανακοίνωση, αναφορικά με την εφαρμογή μέτρων, με σκοπό την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της εξάπλωσης του ιού. Αυτά περιλαμβάνουν:
- κρατικές ενισχύσεις προς επιχειρήσεις που θα αντιμετωπίσουν δυσκολίες,
- ευελιξία όσον αφορά την εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης,
- την ίδρυση ενός ειδικού ταμείου (€25 δισ.), για επενδύσεις αναθέρμανσης της οικονομίας βραχυπρόθεσμα, ενώ αναμένεται, επιπλέον, να ζητηθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να διατεθούν €7,5 δισ. από τα διαρθρωτικά ταμεία για το σκοπό αυτό.
Παράλληλα, τις τελευταίες εβδομάδες η «τεχνητή» μαζική συρροή προσφύγων και μεταναστών από τη Μέση Ανατολή και ορισμένες βορειοαφρικανικές χώρες, πλησίον των ελληνικών χερσαίων και θαλάσσιων συνόρων, αυξάνει την πιθανότητα μιας νέας κρίσης σε αυτό το πεδίο, η οποία θα μπορούσε να επηρεάσει την ελληνική οικονομία μέσω ορισμένων διαύλων.
Πρώτον, το δημοσιονομικό κόστος για την κατασκευή νέων προσφυγικών εγκαταστάσεων και την περαιτέρω θωράκιση των χερσαίων και θαλασσίων συνόρων της χώρας. Στην παρούσα φάση κρίνεται απαραίτητο – περισσότερο ενδεχομένως απ’ ότι στο παρελθόν – να δημιουργηθούν προσωρινές εγκαταστάσεις στέγασης του προσφυγικού πληθυσμού, όχι μόνο στα νησιά αλλά και στην ηπειρωτική Ελλάδα, καθώς οι τελευταίες εξελίξεις πιθανόν να έχουν μεγαλύτερη διάρκεια. Δεύτερον, η ενδεχόμενη χαμηλότερη επίδοση του τουριστικού κλάδου, εξαιτίας του πλήγματος στη φήμη της χώρας μας, ως ελκυστικού και ασφαλούς προορισμού, που θα μπορούσε να προκληθεί εν μέσω της προσπάθειας ανακοπής των προσφυγικών ροών. Εξετάζοντας, ωστόσο, τη συμπεριφορά της ζήτησης τουριστικών υπηρεσιών στα κύματα προσφυγικών ροών που εκδηλώθηκαν τα προηγούμενα έτη, δύσκολα εκτιμάται ότι η τρέχουσα κρίση δύναται να προσθέσει σημαντικά στο ήδη μεγάλο πρόβλημα που προκαλείται από την εξάπλωση της επιδημίας Covid-19.
Με βάση τα στοιχεία που είναι έως σήμερα διαθέσιμα, επιχειρείται μια αρχική εκτίμηση των επιπτώσεων των δύο εξωτερικών διαταραχών στους κλάδους της οικονομίας, συνεκτιμώντας τον χρονικό ορίζοντα:
Αρνητική επίδραση, ακόμα και σε βραχύ χρονικό ορίζοντα, στους κλάδους:
- Τουρισμού: Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού (UNWTO), ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα μία πρώτη εκτίμηση σχετικά με την επίπτωση της επιδημίας του Covid-19 στον τουρισμό σε παγκόσμιο επίπεδο, σύμφωνα με την οποία οι τουριστικές αφίξεις θα μειωθούν το 2020 κατά περίπου 1%-3%, ενώ η αρχική πρόβλεψη ήταν αύξηση κατά 3%-4%. Οι εισπράξεις αντίστοιχα προβλέπεται ότι θα μειωθούν κατά $ 30-50 δισ. Εφαρμόζοντας μία μείωση της τάξης του 3% επί των τουριστικών αφίξεων του 2019, η αναμενόμενη μείωση της εισερχόμενης ταξιδιωτικής κίνησης στη χώρα μας για το 2020, θα είναι 940 χιλ. ταξιδιώτες. Η αρνητική επίπτωση εκτιμάται ότι θα είναι περιορισμένη, μεταξύ άλλων, λόγω του «εποχικού προτύπου» του ελληνικού τουριστικού κλάδου, αφού το 85% των συνολικών τουριστικών αφίξεων λαμβάνει χώρα μεταξύ Μαΐου-Οκτωβρίου κάθε έτους (βλ. Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της 27.2.2020), δεδομένου ότι επικρατεί η άποψη – χωρίς να δύναται να επιβεβαιωθεί εν προκειμένω – ότι η επικράτηση υψηλότερων θερμοκρασιών αποδυναμώνουν τη μεταδοτικότητα του ιού. Ωστόσο, θα πρέπει να συνεκτιμηθεί η σημαντική παράμετρος πιθανής υποχώρησης των τουριστικών αφίξεων, κυρίως από πιο μακρινές χώρες προέλευσης, λόγω της γεωγραφικής γειτνίασης με την Ιταλία, όπου η εξάπλωση του ιού είναι ραγδαία τις τελευταίες εβδομάδες. Ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), προτείνει μια ευέλικτη πολιτική ακύρωσης, ώστε να περιορισθούν οι αρνητικές επιπτώσεις και να διατηρηθεί ο δείκτης προσδοκιών στον τουριστικό κλάδο σε ικανοποιητικό επίπεδο.
- Ναυτιλίας: Μετά την εξάπλωση του Covid-19, σημειώθηκε κατακόρυφη πτώση των ναύλων κατά 50% στα πλοία μεταφοράς χύδην φορτίου (bulk carriers). Αυτή η εξέλιξη είναι πολύ σημαντική, αν ληφθεί υπόψη ότι το 80% του παγκόσμιου εμπορίου αγαθών βάσει όγκου, μεταφέρεται δια θαλάσσης, ενώ 7 από τα 9 πιο πολυσύχναστα λιμάνια βρίσκονται στην Κίνα.
- Αερομεταφορών: Η Διεθνής Ένωση Αερομεταφορών (ΙΑΤΑ) εκτιμά απώλεια εσόδων $29,3 δισ. σε παγκόσμιο επίπεδο, ως αποτέλεσμα των ταξιδιωτικών περιορισμών, την επιδείνωση του Δείκτη Εμπιστοσύνης των Καταναλωτών και την επιβολή προληπτικών μέτρων από τις εταιρείες για τον περιορισμό των μαζικών συγκεντρώσεων και πραγματοποίησης μη απαραίτητων ταξιδιών.
- Εξαγωγικού εμπορίου μέσω οδικών μεταφορών: Ένα μεγάλο μέρος των εξαγωγών μας διεξάγεται μέσω πληγέντων χωρών από τον Covid-19, όπως η Ιταλία.
- Λιανικού εμπορίου αγαθών και υπηρεσιών (κατασκευαστές προϊόντων, προμηθευτές και έμποροι λιανικών πωλήσεων): Προβλέπεται υποχώρηση της καταναλωτικής δαπάνης, παράλληλα με τη χειροτέρευση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, πλήττοντας ενδεχομένως περισσότερο τους μικρούς πωλητές και λιγότερο τις μεγάλες αλυσίδες καταστημάτων.
Αρνητική επίδραση, σε περίπτωση παρατεταμένης διαταραχής, στους κλάδους:
- Αγοράς Ακινήτων και Κατασκευών: Μείωση αγοραπωλησιών και καθυστέρηση στα χρονοδιαγράμματα κατασκευής έργων λόγω προληπτικών μέτρων.
- Εστίασης: Χαμηλή ζήτηση λόγω της μείωσης των αφίξεων τουριστών ή ακόμα και της εγχώριας ζήτησης, σε περίπτωση περιορισμού κατ’ οίκον, ένεκα μιας τοπικής και παρατεταμένης επιδημίας.
- Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών: Μείωση του όγκου των εμπορικών συναλλαγών, των πράξεων συναλλάγματος και των πιστώσεων προς τον τουριστικό κλάδο, τις υπηρεσίες εστίασης και το λιανικό εμπόριο. Επίσης, όξυνση του ανταγωνισμού από εταιρείες Fintech.
Θετική επίδραση, σε περίπτωση παρατεταμένης διαταραχής, στους κλάδους:
- Φαρμακοβιομηχανίας και Υγείας: Αύξηση των πωλήσεων, λόγω υψηλότερης ζήτησης για αντιβιοτικά, ιατρικές υπηρεσίες και ιατρικά εφόδια/ εξοπλισμό.
- Ηλεκτρονικού Εμπορίου: Αύξηση των ηλεκτρονικών πωλήσεων, αποφυγή επίσκεψης φυσικών καταστημάτων, λόγω μεγαλύτερης ανησυχίας μετάδοσης του ιού.
Οι καθαρές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αποτέλεσαν το 2019, όπως και το 2018, το βασικό πυλώνα της οικονομικής μεγέθυνσης της χώρας. Η βελτίωση των εξαγωγικών επιδόσεων της ελληνικής οικονομίας συνιστά σημαντική επιτυχία, καθώς έλαβε χώρα εν μέσω ενός διαρκώς επιδεινούμενου διεθνούς περιβάλλοντος, όπου κυριάρχησαν οι εμπορικές εντάσεις, η αβεβαιότητα σχετικά με το Brexit, οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι και η επιβράδυνση της ευρωπαϊκής οικονομίας, που είναι ο κυριότερος εμπορικός εταίρος της Ελλάδας. Η θετική συμβολή των καθαρών εξαγωγών στην αύξηση του ΑΕΠ ανήλθε σε 0,8 ποσοστιαίες μονάδες (Γράφημα 3). Συγκεκριμένα, οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 4,8%, σε ετήσια βάση, ενώ οι αντίστοιχες εισαγωγές αυξήθηκαν με μικρότερο ρυθμό, κατά 2,5%. Η αύξηση των εξαγωγών στηρίχθηκε, κυρίως, στην πολύ καλή επίδοση του τουρισμού, με τις εξαγωγές υπηρεσιών να αυξάνονται κατά 8,0%, ενώ οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν ηπιότερα, κατά 2,2%.
Η ιδιωτική κατανάλωση αυξήθηκε κατά 0,8% το 2019, συνεισφέροντας θετικά στη μεταβολή του ΑΕΠ κατά 0,5 εκατοστιαίες μονάδες. Η συνεχιζόμενη μείωση του ποσοστού ανεργίας, η αύξηση της απασχόλησης και του διαθέσιμου εισοδήματος, σε συνδυασμό με τα επεκτατικά δημοσιονομικά μέτρα που τέθηκαν σε εφαρμογή, τόσο πριν, όσο και μετά τις εθνικές εκλογές του Ιουλίου, συνετέλεσαν στην άνοδο της ιδιωτικής κατανάλωσης. Η δημόσια καταναλωτική δαπάνη αυξήθηκε κατά 2,1% το 2019, μετά από τρία συνεχόμενα έτη μειώσεων, συνεισφέροντας στο ΑΕΠ 0,4 ποσοστιαίες μονάδες, κυρίως λόγω της αύξησης των δημοσίων δαπανών στο πλαίσιο του εκλογικού κύκλου.
Το 2019, ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου αυξήθηκε κατά 4,7% συνεισφέροντας 0,5 ποσοστιαίες μονάδες στον ρυθμό μεγέθυνσης του ΑΕΠ. Η αύξηση των επενδύσεων στηρίχθηκε στην αύξηση των επενδύσεων σε μεταφορικό εξοπλισμό κατά 37,1%, ενώ οι επενδύσεις σε κατοικίες αυξήθηκαν για δεύτερο συνεχόμενο έτος (12,1%).
Όπως αναφέρθηκε ήδη στην αρχή του παρόντος Δελτίου, η επίπτωση του Covid-19 στην εξέλιξη του ρυθμού αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ, η οποία θα εξαρτηθεί σε κάθε περίπτωση από την ένταση και τη διάρκεια του φαινομένου, εκτιμάται ότι θα λάβει τη μορφή ενός σχήματος V (V-shaped effect). Με άλλα λόγια η διαταραχή που θα επιφέρει στην οικονομία θα είναι πιθανότατα περιορισμένης χρονικής διάρκειας, επηρεάζοντας κυρίως το δεύτερο τρίμηνο και εν μέρει μόνο το πρώτο και το τρίτο τρίμηνο. Κατά συνέπεια, εκτιμάται ότι ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ θα επηρεαστεί μόνο εντός του 2020, χωρίς περαιτέρω αρνητική επίπτωση στην μακροχρόνια πορεία του.