Και νέα αγωγή με την οποία διεκδικείται αποζημίωση από αδικοπραξία αλλά και για ηθική βλάβη από την υπό εκκαθάριση πλέον Συνεταιριστική Τράπεζα Δωδεκανήσου άσκησε χθες μεριδιούχος ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου.
Το περιεχόμενο της αγωγής είναι σχεδόν ταυτόσημο με άλλo που ασκήθηκε την Παρασκευή από ιδρυτικό στέλεχος της τράπεζας.
Ο νέος ενάγων είναι κάτοικος Ρόδου, ο οποίος αγόρασε την 14.05.2009 από την τράπεζα 73 συνεταιριστικές μερίδες (ήδη σήμερα μετά τη διαίρεσή τους – split – 292 μερίδες), με ονομαστική αξία κατά το χρόνο απόκτησής τους, για την κάθε μια εξ αυτών, 137 ευρώ, για την απόκτηση των οποίων κατέβαλε το συνολικό ποσό των 10.001 ευρώ.
Συγχρόνως με την καταβολή του τιμήματος απόκτησής τους πραγματοποιήθηκε και η εγγραφή του, σαν μεριδιούχος – μέλος της συνεταιριστικής τράπεζας.
Περί τα μέσα του μηνός Σεπτεμβρίου 2010, η σύζυγός του παρουσίασε έντονα συμπτώματα ρευματικής νόσου και μετά από εξέτασή της από επίκουρο καθηγητή ρευματολογίας του πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Ηρακλείου Κρήτης, διαπιστώθηκε, ότι πάσχει από συστηματικό ερυθηματώδη λύκο, ασθένεια η οποία είναι χρόνια, δυσίατη, εξελικτική, χρήζει συχνής ιατρικής και εργαστηριακής παρακολούθησης και προκαλεί ανικανότητα εργασίας.
Με βάση την ιατρική αυτή γνωμάτευση και προκειμένου να πιστοποιηθεί επισήμως η πάθησή της, υπέβαλαν την από 11.10.2010 σχετική αίτηση προς την Γενική Διεύθυνση Υγείας Πρόνοιας, της Περιφέρειας Νοτίου Αγαίου με αίτημα να εξετασθεί η σύζυγός του από την Πρωτοβάθμια Υγειονομική Επιτροπή Ρόδου, για τη χορήγηση πιστοποιητικού αναπηρίας.
Με απόφασή του ο περιφερειάρχης Νοτίου Αιγαίου ενέκρινε την εξέτασή της από την άνω Πρωτοβάθμια Υγειονομικής Επιτροπή, οπότε και διαπιστώθηκε η ύπαρξη της προπεριγραφόμενης ασθένειας της συζύγου του, εκδόθηκε δε και πιστοποιητικό αναπηρίας, για χρονική διάρκεια ισχύος δύο χρόνια, με προσδιοριζόμενο ποσοστό αναπηρίας της μεγαλύτερο του 67% και ανικανότητα εργασίας.
Λόγω της εξελικτικής τάσης της ασθένειας της συζύγου του, περί τα μέσα του έτους 2012 και μετά από συνεχή παρακολούθησή της διαπιστώθηκε, ότι η κατάστασή της ουδεμία βελτίωση παρουσίασε, με τον πρόσθετο δε λόγο ότι η διάρκεια της γνωμοδότησης αναπηρίας της άνω Υγειονομικής Επιτροπής έληγε την 27.12.2012, αποφάσισαν να υποβληθεί σε περαιτέρω εξετάσεις και αν χρειασθεί να μεταβούν ακόμη και στο εξωτερικό για το σκοπό αυτό.
Υπό την πίεση του σοβαρού αυτού προβλήματος της υγείας της συζύγου του, το οποίο κατέστησε στην διοίκηση της τράπεζας, με την από 18.06.2012 εξώδικη αίτησή του, απευθυνόμενη προς το διοικητικό συμβούλιο και εκ του πρόσθετου γεγονότος ότι ευρισκόταν ήδη σε πολύμηνη ανεργία κατά το χρόνο εκείνο, άρα και σε πολύ δεινή οικονομική κατάσταση, εζήτησε, όπως με απόφασή τους, κινήσουν τις διαδικασίες αποχώρησής του και ρευστοποίησης των μερίδων του και να του καταβάλουν την αποζημίωση που αντιστοιχεί στις 73 συνεταιριστικές μερίδες που κατείχε με την υπεραξία τους, όπως ορίζεται στο καταστατικό της, με το τέλος της τρέχουσας διαχειριστικής χρήσης, δηλαδή στο τέλος του έτους 2012, με την αιτιολογία, ότι στην απόφασή του αυτή προέβη λόγω σοβαρών προσωπικών προβλημάτων κάνοντας χρήση του άρθρου 8 του καταστατικού της.
Ο ενάγων επισημαίνει ότι η αξία της συνεταιριστικής μερίδας για το έτος 2012 είχε προσδιορισθεί με απόφαση των εναγομένων μελών του διοικητικού συμβουλίου στο ποσό των 142 ευρώ, θα έπρεπε δε συγχρόνως με την αποχώρησή του από τη συνεταιριστική τράπεζα, να του καταβάλουν στο τέλος του έτους 2012 το ποσό των 10.366 ευρώ.
Με την από 30.07.2012 επιστολή της η υπό εκκαθάριση τελούσα Συνεταιριστική Τράπεζα Δωδεκανήσου, του απάντησε ότι για λόγους που υπαγορεύονται από τις υφιστάμενες συνθήκες, όπως έχουν διαμορφωθεί εξ αιτίας της χρηματοπιστωτικής κρίσης και με σκοπό την πρόληψη κινδύνων που αυτές συνεπάγονται για την εύρυθμη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, λαμβάνοντας υπ όψιν τους περιορισμούς κεφαλαιακής επάρκειας, που έχουν τεθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος, το διοικητικό συμβούλιο της τράπεζας, θέτοντας σε εφαρμογή το άρθρο 64 του καταστατικού της, σε συνδυασμό και με την παρ. 9 του άρθρου 2 του Ν. 1667/1986, αποφάσισε να αναστείλει προσωρινά τις εξαργυρώσεις συνεταιριστικών μερίδων μέχρι και την 30.06.2013.
Ο μεριδιούχος επισημαίνει ότι η Τράπεζα της Ελλάδος δεν απαγόρευε στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, να προβούν στη διαδικασία λήψης απόφασης αποχώρησής του και εξαργύρωσης των συνεταιριστικών του μερίδων, όταν μάλιστα ήταν αντιμέτωπος με ένα τόσο σοβαρό πρόβλημα υγείας της συζύγου του.
Υποστηρίζει επίσης ότι υπήρξαν πράξεις κακοδιαχείρισης των μελών της διοίκησης της συνεταιριστικής τράπεζας και αναφέρεται στις παρατηρήσεις Ορκωτού Λογιστή, σε βεβαιώσεις του εκκαθαριστή από τις οποίες προκύπτει ότι είχε γίνει ρευστοποίηση μερίδων την ίδια περίοδο σε άλλους μεριδιούχους αλλά και σε στοιχεία που απορρέουν από το ίδιο το ενημερωτικό δελτίο της τράπεζας προς την επιτροπή κεφαλαιαγοράς.
Ισχυρίζεται ακόμη ότι μέλη του διοικητικού συμβουλίου ελάμβαναν την ίδια κρίσιμη περίοδο δάνεια.
Με την αγωγή του αξιώνει αποζημίωση συνολικού ύψους 15.366 ευρώ.
Την υπόθεση χειρίζεται ο δικηγόρος κ. Σ. Αναστασιάδης.