Mε την υπ’ αρίθμ. 558/2020 απόφαση του ΣΤ’ Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, που εκδόθηκε την 3η Απριλίου 2020 και βρίσκεται στο στάδιο της θεώρησης, έγινε εν μέρει δεκτή η αίτηση αναίρεσης της υπ’ αρ. 45/2018 απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου με την οποία επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 5 ετών μετατρέψιμη προς 5 ευρώ ημερησίως σε δικηγόρο της Ρόδου, που διαμένει στο εξωτερικό, για πλαστογραφία κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια με σκοπούμενο όφελος και αντίστοιχη ζημία άνω των 30.000 ευρώ κατ’ εξακολούθηση.
Πρωτοδίκως του είχε επιβληθεί ποινή κάθειρξης 6 ετών.
Το δικαστήριο ειδικότερα αναίρεσε εν μέρει την προσβαλλόμενη απόφαση και ειδικότερα κατά το σκέλος αυτής που αφορά στην αναγνώριση των ελαφρυντικών περιστάσεων του άρθρου 84 παρ. 2 εδ. δ΄και ε΄ Π.Κ.
Παραπέμπει την υπόθεση στο ίδιο δικαστήριο για επανεξέταση κατά το αναιρούμενο μέρος ενώ την απέρριψε κατά τα λοιπά.
Στον κατηγορούμενο, όπως έγραψε η “δημοκρατική”, αποδόθηκε συγκεκριμένα η αποκλειστική ευθύνη για το σκάνδαλο των χρησικτησιών εκκλησιαστικών ακινήτων του Ιερού Ναού Ταξιαρχών Αρχαγγέλου, της Ιεράς Μονής Παναγιάς Τσαμπίκας Αρχαγγέλου, της Ιεράς Μονής Αγίου Μιχαήλ Αρχαγγέλου Ρόδου, του Ιερού Ναού Αγίου Γεωργίου Μαλώνας και της Ιεράς Μονής “Καμειρί” Μασάρων.
Ο ίδιος κατηγορούμενος είχε κριθεί αθώος πλημμεληματικής εξακολουθητικής απιστίας λόγω της εμπλοκής του σε 11 υποθέσεις χρησικτησίας εκκλησιαστικών ακινήτων.
Συνοπτικά φέρεται να είχε λάβει από τις Εκκλησιαστικές Επιτροπές των ανωτέρω Ιερών Ναών, εντολή και εξουσιοδότηση να χειρίζεται τις δικαστικές και εξώδικες υποθέσεις τους και στο πλαίσιο της διαχείρισης των υποθέσεων των εντολέων του, να προσέγγιζε κατοίκους του Αρχαγγέλου, των Μασάρων και της Μαλώνας, οι οποίοι νέμονταν ακίνητα ιδιοκτησίας των ανωτέρω ναών, επί σειράν πολλών συναπτών ετών αδιάλειπτα και υπόσχονταν να τους βοηθήσει με την παροχή των νομικών του υπηρεσιών, προκειμένου να διεκδικήσουν δικαστικά τη θεμελίωση δικαιώματος χρησικτησίας επί του ακινήτου, που έκαστος εξ αυτών νέμονταν με την έγερση αγωγών χρησικτησίας.
Φέρεται να τους εξηγούσε εξ αρχής ότι επειδή ήταν δικηγόρος των προαναφερομένων Ιερών Ναών δεν μπορούσε ο ίδιος να παραστεί αυτοπροσώπως στο δικαστήριο ούτε και να υπογράψει τα σχετικά δικόγραφα αγωγών, αλλά στις ενέργειες αυτές θα προέβαιναν άλλοι δικηγόροι, συνάδελφοί του, με τους οποίους συνεργαζόταν.
Στην πορεία φέρεται να έθεσε κατά απομίμηση την υπογραφή συναδέλφων του, οι οποίοι δεν είχαν ενημερωθεί και δεν συναινούσαν, να συνέτασσε και να κατέθετε προς εκδίκαση αγωγές χρησικτησίας εις βάρος των ανωτέρω Εκκλησιών, οι οποίες μάλιστα δεν είχαν ενημερωθεί για τις αγωγές αυτές.
Τις ανωτέρω πλαστογραφίες, φέρεται μάλιστα να τέλεσε προκειμένου να ωφεληθούν οι προαναφερόμενοι εκάστοτε ενάγοντες με ζημία της Ορθόδοξης Εκκλησίας Αγίου Μιχαήλ Αρχαγγέλου Ρόδου κατά το συνολικό ποσό των 628.532,04 ευρώ.
Πρόκειται συγκεκριμένα για την αντικειμενική μόνο αξία των ακινήτων, που αναφέρονται σε 24 αγωγές χρησικτησίας (τιμές 2007) και προκύπτει από κατάσταση αντικειμενικών αξιών της Δ.Ο.Υ. Η δε εμπορική τους αξία είναι κατά πολύ υψηλότερη.
Στον κατηγορούμενο αποδίδονται συγκεκριμένα 30 πλαστογραφίες.
5 δικηγόροι, που παρέστησαν στην δίκη ως μάρτυρες κατηγορίας κατέθεσαν ότι δεν είχαν δώσει την συγκατάθεσή τους για να τεθεί απομίμηση της υπογραφής τους στα δικόγραφα, πλην ενός που είχε συμφωνήσει στην χρήση του ονόματός του σε μια και μόνο αγωγή.
Συνήγορος υπεράσπισής του παρέστη ο δικηγόρος κ. Φώτης Χατζηδιάκος.