Προτού η Βενετία γίνει δημοφιλής προορισμός για εκατομμύρια τουρίστες από όλο τον κόσμο, οι ντόπιοι τηρούσαν την παράδοση των «φλανερί», ενός νωχελικού περιπάτου, δηλαδή, χωρίς συγκεκριμένο προορισμό ή σκοπό, στα στενά σοκάκια της Γαληνοτάτης. Εκεί συναντούσαν φίλους και γνωστούς, συζητούσαν και σε κάποιες περιπτώσεις, απολάμβαναν ένα ποτήρι κρασί.
Σήμερα, αυτή η παλιά συνήθεια έχει αναγεννηθεί. Η πανδημία συνέθλιψε την τουριστική κίνηση, που καθιστούσε αδύνατη την παραδοσιακή βόλτα. Εκατοντάδες Βενετσιάνοι, πλέον, ιδιαίτερα όσοι απολύθηκαν ή τέθηκαν σε διαθεσιμότητα, έχουν περισσότερο χρόνο και χώρο για να απολαύσουν τους ράθυμους ρυθμούς της πόλης και την αχνή ομορφιά της. Ομως, τα χρήματα λείπουν και δεν αρκούν για το κρασάκι ή οτιδήποτε άλλο. Ακόμα και οι παραδοσιακές ταβέρνες αναγκάζονται να γράφουν «στο τεφτέρι» τους λογαριασμούς των πιστών θαμώνων τους. «Πολλοί λένε, θα σε εξοφλήσω τον Σεπτέμβριο, όταν επιστρέψουν οι τουρίστες», εξηγεί ο Ματέο Σέκι, άνεργος πλέον θυρωρός ξενοδοχείου.
Ομως η Βενετία δεν είναι μόνη της σε αυτή τη θέση. Η τουριστική βιομηχανία κατέρρευσε και σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, όπως η Βαρκελώνη και η Πράγα, που στηρίζονταν υπερβολικά στον τουρισμό και έτσι έμειναν έκθετες στις παρενέργειες της πανδημίας.
Πολλοί κάτοικοι και τουριστικοί επιχειρηματίες πιστεύουν ότι η πανδημία ανοίγει και το παράθυρο μιας ευκαιρίας: την ενίσχυση της βιωσιμότητας των πόλεων, των περιφερειών, αλλά και του τουρισμού του μέλλοντος.
Στη Βενετία, οι κάτοικοι και η πολιτική ηγεσία της περιφέρειας, ελπίζουν ότι η πόλη είναι δυνατόν να αναπτύξει μία οικονομία που δεν θα εστιάζεται αποκλειστικά στον τουρισμό, αλλά θα καταφέρει να προσελκύσει ξένους επενδυτές, ενισχύοντας τα δύο τοπικά πανεπιστήμια και μετατρέποντας τα εγκαταλελειμμένα κτίρια σε κέντρα περιβαλλοντικών ερευνών.
Οπως επισημαίνει ο πρόεδρος της Ενωσης Βενετών Ξενοδόχων, Κλαούντιο Σκάρπα, που εκπροσωπεί 430 ξενοδοχειακές μονάδες της πόλης, η πανδημία είναι μία θαυμάσια ευκαιρία για να επανεξετάσουμε τον τουρισμό. «Είναι ο καιρός να ανακτήσουμε την πόλη. Αλλιώς σε μία διετία, θα διαμαρτυρόμαστε ξανά για τον υπερτουρισμό».
Ο πρώην δήμαρχός της, Πάολο Κόστα, καθηγητής Οικονομικών στο πανεπιστήμιο της Βενετίας, Κα Φοσκάρι, συμμερίζεται αυτή την άποψη. «Πρέπει να δράσουμε τώρα, προτού αναπτυχθεί εκ νέου ο μαζικός τουρισμός, γιατί δεν θα έχουμε άλλη ευκαιρία».
Πριν από την πανδημία, τα ξενοδοχεία και οι ξενώνες της Βενετίας φιλοξενούσαν 10,2 εκατομμύρια, κυρίως ξένους, επισκέπτες, οι οποίοι, στην πραγματικότητα, μετέτρεψαν την ψυχή της πόλης. Σχεδόν όλα τα μπακάλικα εξελίχθηκαν σε καταστήματα σουβενίρ, ενώ η αύξηση των ενοικίων και οι υποτυπώδεις υπηρεσίες εξώθησαν χιλιάδες κατοίκους να εγκαταλείψουν την πόλη. Το 2009, μάλιστα, οι κάτοικοι σκηνοθέτησαν μία πλασματική κηδεία της αγαπημένης πόλης τους, με ένα φέρετρο, καλυμμένο με την 1.500 ετών σημαία της.
Παρά τις έντονες διαμαρτυρίες των ντόπιων, όσων δηλαδή, επιμένουν να κατοικούν στην πόλη, κατά του υπερτουρισμού, που καθιστά αφόρητη την καθημερινότητά τους, λίγοι δραστηριοποιήθηκαν για να αλλάξει η κατάσταση. Ηδη, με τη μερική άρση των περιορισμών στις μετακινήσεις στις αρχές Ιουνίου, που είχαν επιβληθεί λόγω της πανδημίας, η λιμνοθάλασσα άρχισε να υποδέχεται λιγοστούς, μέχρι στιγμής επισκέπτες, που στην πλειονότητά τους είναι κάτοικοι της περιφέρειας του Βένετο.
Αναζητώντας λύσεις για τη μετα-κορωνοϊό ανάπτυξη της Βενετίας, οι κάτοικοι την προτείνουν ως τέλεια τοποθεσία για να ζει κανείς, με την πλούσια ιστορία της και την πλήρη απουσία αυτοκινήτων, αλλά και ιδανική έδρα για πολιτιστικά κέντρα και ερευνητικά ιδρύματα από όλο τον κόσμο. Αλλωστε, τώρα διαθέτει ιδανικούς χώρους για την υλοποίηση όλων αυτών.
«Πριν από την πανδημία κάθε σχέδιο, κάθε ιδέα, έπρεπε να προσαρμοστεί στις ανάγκες του υπερτουρισμού. Σήμερα έχει ανοίξει ένας ολόκληρος νέος κόσμος μπροστά μας», καταλήγει ο πρώην δημοτικός άρχοντας της Γαληνοτάτης, Πάολο Κόστα.
ΑNNA MOMIGLIANO / THE NEW YORK TIMES
Πηγή: kathimerini.gr