Πώς μπορεί κανείς να φιλτράρει ένα βίντεο, μια πληροφορία, μια φερόμενη ως είδηση που κάνει τον γύρο του Διαδικτύου; Ποια εργαλεία άμυνας, πέρα από την κοινή λογική, διαθέτει ο πολίτης που γίνεται αποδέκτης εξωφρενικών ισχυρισμών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης; Αν κάποιος έχει βαθιά ψυχολογική ανάγκη να απαλλαγεί από τους περιορισμούς και να μειώσει το άγχος που προκαλεί η πανδημία του κορωνοϊού, μήπως είναι πιο επιρρεπής στο να πιστέψει οτιδήποτε κυκλοφορεί, αρκεί να καλύπτει την ανάγκη αυτή;
Υπάρχουν μερικά απλά βήματα που θα μπορούσαν να βοηθήσουν τους χρήστες του Διαδικτύου να μην καταναλώνουν «φόλες». Ενας ισχυρισμός γραμμένος με μεγάλα γράμματα στο Facebook, με χιλιάδες, ακόμη και εκατομμύρια προβολές, δεν είναι εξ αυτού του λόγου σίγουρο ότι είναι ακριβής. Πολύ συχνά συμβαίνει το αντίθετο, ιδίως αν δεν υπάρχει πηγή. Αν ο ισχυρισμός απομακρυνθεί από την πλατφόρμα, δεν σημαίνει ότι εξυφάνθηκε κάποια συνωμοσία, όπως αυτή συχνά αποκρυσταλλώνεται στη φράση «δείτε το πριν το κατεβάσουν».
Οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης κάποιες φορές επισημαίνουν τις ψευδείς αναρτήσεις, ενώ άλλες φορές τις απομακρύνουν τελείως, όπως έγινε με το βίντεο που υποστήριζε ότι η υδροξυχλωροκίνη είναι αποδεδειγμένο φάρμακο κατά του κορωνοϊού. Το βίντεο συγκέντρωσε πάνω από 20 εκατομμύρια προβολές και 100.000 σχόλια πριν κατεβεί, πέντε ώρες αργότερα.
Πολλά από τα βίντεο χρησιμοποιούν την τεχνική του «βομβαρδισμού» με μισές αλήθειες, κάνουν μοντάζ με άσχετες εικόνες και αφήνουν να πλανώνται δήθεν βαριά ερωτήματα που δεν απαντώνται αφήνοντας εντυπώσεις ότι «κάτι παίζεται» και «κάτι μας κρύβουν». Σε ένα από τα βίντεο αυτά, που κάποιος μεταγλώττισε στα ελληνικά για να «πιάσει» το μη γλωσσομαθές κοινό, κυρίως ηλικιωμένων, η εναλλαγή των θεωριών συνωμοσίας ήταν τόσο γρήγορη που ζάλισε ακόμη και ανθρώπους που δύσκολα θα περίμενε κανείς.
Το βίντεο φυσικά δεν περνούσε από τα πιο απλά τεστ. Πουθενά δεν αναφέρονταν οι συντελεστές και κανείς δεν αναλάμβανε την ευθύνη των όσων λέγονταν. Με παραληρηματικό τρόπο παρέθετε αριθμούς που αποκάλυπταν δήθεν κάποιες συμπτώσεις που δεν είχαν κανένα νόημα, κλιπάκια από μια εκτίμηση κινδύνου πανδημίας, γυρισμένα σε ανύποπτο χρόνο παρουσιάζονταν ως αποδεικτικό σκοτεινών σχεδίων, και χίλια μύρια άλλα.
Για όποιον δυσκολεύεται να εντοπίσει τις παραμέτρους αυτές, υπάρχει μια απλή συμβουλή: να μην εμπιστεύεται το Facebook για την ενημέρωσή του, ούτε να διαδίδει πληροφορίες και βίντεο, ιδίως αν έχουν έντονο το στοιχείο του εντυπωσιασμού. Μπορεί κανείς να ασκήσει δριμεία κριτική στα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης και η απογοήτευση του κοινού από την ποιότητα της ενημέρωσης μπορεί να προβληματίζει όσους εργαζόμαστε σε αυτά, αλλά αν μη τι άλλο, ένα μέσο ενημέρωσης, προσπαθεί να διαφυλάξει έναν ελάχιστο βαθμό αξιοπιστίας. Κανείς δεν αρνείται ότι ψευδείς ειδήσεις έχουν διαδοθεί και μέσω παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης – εδώ ψευδείς ειδήσεις διαδίδονται από τα πιο επίσημα χείλη, όπως από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, που συνέστησε κατάποση απολυμαντικού επιφανειών για την εξολόθρευση του κορωνοϊού, ή από διασημότητες με μεγάλη επιρροή, όπως η Μαντόνα, που απεφάνθη ότι το εμβόλιο του κορωνοϊού έχει ήδη ανακαλυφθεί.
Επίσης, είναι αλήθεια ότι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορεί κανείς να αντλήσει συχνά εξαιρετικά αξιόλογες πληροφορίες, που δεν υπάρχουν αλλού. Οσοι όμως δεν γνωρίζουν πώς να τις εντοπίσουν, ή δεν θέλουν να μπουν στην διαδικασία να διασταυρώσουν αυτά που διαβάζουν, καλύτερα να κρατήσουν το Facebook μόνο για κοινωνικές επαφές και να αναζητήσουν πιο παραδοσιακές οδούς πληροφόρησης.
Πηγή: kathimerini.gr