Η «επόμενη ημέρα» της συμφωνίας με την Αίγυπτο, κατοχυρώνει το δικαίωμα και την επήρεια των νησιών της Ελλάδας σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ και διαμορφώνει νέα δεδομένα στην Ανατολική Μεσόγειο.
Ο διεθνολόγος κ. Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος, στην πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξή του στη «δημοκρατική», αποτυπώνει την νέα πραγματικότητα που απορρέει από την υπογραφή συμφωνίας χάραξης ΑΟΖ με την Αίγυπτο, σημειώνοντας ότι «η εξέλιξη αυτή δημιουργεί σημαντική δυναμική για μελλοντική προσφυγή με την Αίγυπτο στο Διεθνές δικαστήριο της Χάγης προς επίλυση της διαφοράς».
Επιπλέον, αναφέρεται στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, στην πρόσφατη κρίση, στις αξιώσεις της γείτονος χώρας εκτιμώντας ότι «τα ελατήρια της επιθετικότητας της Τουρκίας δεν έχουν εκλείψει», δίνει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα διάσταση στην ανακοίνωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ που μεταξύ άλλων έκανε λόγο για «αμφισβητούμενα νερά» και χαρακτηρίζει ελιγμό «που δεν θα πρέπει να μας ξεγελά» την πρόθεση του Ταγίπ Ερντογάν, να ανοίξει τον Ναό της Παναγίας Σουμελά για τους Ορθόδοξους Χριστιανούς στην μεγάλη εορτή του Δεκαπενταύγουστου.
• Κύριε Δεσποτόπουλε θα ήθελα να ξεκινήσουμε τη συνέντευξη με την υπογραφή συμφωνίας χάραξης ΑΟΖ με την Αίγυπτο. Πόσο σημαντική είναι η συμφωνία αυτή; Η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας με την Τουρκία, φαίνεται να επισκιάζει τις υπόλοιπες οριοθετήσεις με την Αλβανία, την Αίγυπτο, την Λιβύη και την Ιταλία. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Ας δούμε το ζήτημα συνολικά. Για πολλά χρόνια υπήρχε στασιμότητα στη χάραξη αποκλειστικών οικονομικών ζωνών στην περιοχή μας, αλλά από το 2003 και μετά η Κύπρος για πρώτη φορά προχώρησε σε οριοθέτηση ΑΟΖ σχεδόν με όλα τα γειτονικά της κράτη.
Η εξέλιξη αυτή σε συνδυασμό με τις έρευνες στην Κύπρο, την χάραξη των απώτερων ορίων της ελληνικής υφαλοκρηπίδας σε σχετικό νόμο του Κοινοβουλίου και τη χάραξη του EastMed προκάλεσε την σφοδρή αντίδραση της Τουρκίας, η οποία ανάμεσα σε άλλες κινήσεις, υπέγραψε το περίφημο μνημόνιο με τη Λιβύη.
Η Ελλάδα άρχισε την οριοθέτηση της δικής της ΑΟΖ ξεκινώντας με την Ιταλία, για δύο λόγους: αρχικά υπήρχε ήδη χάραξη της υφαλοκρηπίδας από το 1977 ως βάση για τη χάραξη ΑΟΖ. Η χώρα μας εκεί έδειξε ευελιξία ως προς διάφορα ιταλικά αιτήματα, προκειμένου να ολοκληρωθεί η διαδικασία. Επιπλέον, εμείς και η Ιταλία είμαστε οι δύο μεγαλύτεροι εμπορικοί εταίροι της Αλβανίας και δείχνουμε το δρόμο για το πώς πρέπει η γειτονική μας χώρα να διευθετήσει τις θαλάσσιες ζώνες της με την Ελλάδα.
Η χώρα “κλειδί’’ στη δική μας περίπτωση για τη συνέχιση της οριοθέτησης της ΑΟΖ μας είναι η Αίγυπτος, διότι η συμφωνία μερικής οριοθέτησης επικαλύπτει την ίδια έκταση με το τουρκολιβυκό μνημόνιο, αναγνωρίζοντας επίσης υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ στα νησιά.
Οι Αιγύπτιοι κατά κανόνα ακολουθούν τις θέσεις του διεθνούς δικαίου, που ταυτίζονται με τις ελληνικές, ωστόσο δεν θέλουν να πάρουν άμεσα θέση στη διένεξη μεταξύ Ελλάδας- Τουρκίας, αναγνωρίζοντας πλήρη επήρεια ΑΟΖ στο Καστελόριζο, στη Στρογγύλη και γενικότερα σε αυτό το σύμπλεγμα, διότι ξέρουν ότι σε αυτή την περίπτωση θα έρθουν σε ρήξη με τους Τούρκους. Για το λόγο αυτό προχωρήσαμε σε μερική οριοθέτηση, στα σημεία που συμφωνούμε και που δεν θα αφορά στο Καστελόριζο. Η εξέλιξη αυτή δημιουργεί σημαντική δυναμική για μελλοντική προσφυγή με την Αίγυπτο στο Διεθνές δικαστήριο της Χάγης προς επίλυση της διαφοράς.
• Μιας και αναφερθήκατε στο Καστελόριζο, ποια είναι η σημερινή κατάσταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, μετά την ένταση των προηγούμενων ημερών;
Τα τελευταία χρόνια οι σχέσεις των δύο χωρών έχουν περιέλθει σε τροχιά σύγκρουσης, με διευρυμένη την ατζέντα των διαφορών. Μέχρι πρόσφατα η καθεμιά από τις δύο χώρες ήταν στραμμένη στο Αιγαίο και φυσικά στην Κύπρο. Ο εντοπισμός ενεργειακών πόρων στη Μεσόγειο διεύρυνε την ατζέντα, συνακόλουθα και την επιθυμία επίλυσης των προβλημάτων. Η προσφυγή σε πρακτικές που καμιά σχέση δεν έχουν με νόμιμα μέσα, όπως ήταν επόμενο τροφοδοτεί την ένταση σε βαθμό που επηρεάζει ακόμη την ευρύτερη περιοχή. Η Τουρκία προσπαθεί να αποκτήσει ρόλο στα ενεργειακά σχέδια της περιοχής και να επιβάλει τους όρους της δικής της πολιτικής, γιατί πιστεύει ότι διαθέτει την στρατιωτική ισχύ και τη διπλωματική ανοχή των μεγάλων δυνάμεων.
Με αυτό το σκεπτικό αύξησε πρόσφατα τις προκλητικές ενέργειες εναντίον της χώρας μας με σκοπό την επίτευξη διαλόγου και την υπαγόρευση των όρων τους οποίους η Ελλάδα θα αναγκαζόταν να αποδεχτεί. Υπό την απειλή των όπλων επιχείρησε να προωθήσει το διάλογο με τη δική της ατζέντα.
Μετά ένα στάδιο κλιμάκωσης της έντασης, ελληνικής αντίδρασης με την επίκληση του διεθνούς δικαίου, του δικαίου της θάλασσας, του ευρωπαϊκού και του νατοϊκού παράγοντα, αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε στο στάδιο της απεμπλοκής και της προσπάθειας επανέναρξης του διαλόγου, που έχει διακοπεί από το 2016 με τα γεγονότα στη γειτονική χώρα.
• Η κρίση που προκλήθηκε στις ελληνοτουρκικές σχέσεις επ’ αφορμή της επαπειλούμενης εξόδου του Oruç Reis, εκτονώθηκε -αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτό τον όρο- επειδή η τουρκική πλευρά, «ως κίνηση καλής θέλησης» επέλεξε να διευκολύνει τον «διάλογο». Τι έχουμε να περιμένουμε αλήθεια από τον διάλογο αυτό αφού η Τουρκία δεν δέχθηκε ποτέ να συζητήσει επί της ουσίας για το ζήτημα των θαλασσίων ζωνών όπως η υφαλοκρηπίδα και εσχάτως η Α.Ο.Ζ.
Η Τουρκία αναγνωρίζει ως πρόβλημα την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και κατ’ επέκταση των θαλασσίων ζωνών ως μία εκκρεμότητα με την Ελλάδα που δέχεται να συζητήσει. Το 1976 μάλιστα βρεθήκαμε κοντά στην από κοινού προσφυγή στο Διεθνές δικαστήριο της Χάγης για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Ας σημειωθεί εδώ ότι ο όρος θαλάσσιες ζώνες έχει εισαχθεί στο διεθνές δίκαιο μετά το 1982.
Η δυσχέρεια συνεννόησης με την Τουρκία έγκειται στο ότι προσπαθεί αφενός να υποβαθμίσει στο διάλογο την αξία του Κυπριακού ζητήματος και αφετέρου να εντάξει σε αυτόν αξιώσεις που θίγουν ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα, όπως της αποστρατικοποίησης των νησιών του Αιγαίου και αναγνώρισης Τουρκικής μειονότητας στη Θράκη αλλά και δικής της κυριαρχίας στις αποκαλούμενες από την ίδια γκρίζες ζώνες.
• Το μέγα ερώτημα είναι τι τελικά θέλει να επιτύχει η Τουρκία επιλέγοντας αυτή την προκλητική στάση και πού στοχεύει τελικά.
Η Τουρκία θεωρεί ότι με τη Συνθήκη της Λωζάνης δεν της αποδόθηκε ο ζωτικός χώρος στη θάλασσα που της αναλογεί και ότι δεν αντιστοιχήθηκε η διευθέτηση αυτή με τη στρατιωτική επιτυχία, που είχε προηγηθεί. Αναμφίβολα η Συνθήκη αυτή θα μπορούσε να είναι δυσχερέστερη για τα ελληνικά συμφέροντα, όμως διατηρήθηκαν σημαντικές ισορροπίες, χάρη κυρίως στη διπλωματική ευφυΐα του Ελευθέριου Βενιζέλου. Εξάλλου, τότε η Τουρκία, που επέλεξε ως πρωτεύουσα την Άγκυρα, μια πόλη στην ενδοχώρα, ήταν χώρα αγροτική. Εδώ και δεκαετίες, καθώς απέκτησε νέα πολλαπλή σημασία ο παράκτιος και θαλάσσιος χώρος, θέλει να γυρίσει πίσω τον χρόνο, στο 1923, να την φέρει στα δικά της σημερινά μέτρα, να αναδείξει το περίφημο δόγμα της γαλάζιας πατρίδας, να αποκτήσει ζωτικό χώρο στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο, που ανήκει νόμιμα και αναμφισβήτητα στην Ελλάδα. Στόχος της είναι να οικειοποιηθεί και να αξιοποιήσει ενεργειακά επικαλούμενη αρχές δικαίου δικής της έμπνευσης, οι οποίες περιφρονούν τη γείτονα χώρα και τη διεθνή νομιμότητα.
• Κατά την άποψή σας έχει αποσοβηθεί ο κίνδυνος ενός θερμού επεισοδίου στο Αιγαίο μετά τα πρόσφατα γεγονότα στο Καστελόριζο;
Η ευρωπαϊκή αντίδραση και η ελληνική επιχειρησιακή ετοιμότητα ήταν διαφορετικές από αυτές που ανέμεναν οι Τούρκοι. Η Ευρώπη διά της Γερμανίας, της χώρας που έχει την προεδρία της ΕΕ στην παρούσα συγκυρία, υπογράμμισε προβλήματα -καταστροφικά μη αναστρέψιμα κατά τη γνώμη μας- που θα ανέκυπταν από μια εμπλοκή στρατιωτικού τύπου για την Τουρκία. Ωστόσο, τα ελατήρια της επιθετικότητας της Τουρκίας δεν έχουν εκλείψει και η διαρκής διπλωματική και επιχειρησιακή ετοιμότητα, πολύ περισσότερο ως το φθινόπωρο, επηρεάζεται και την πολιτική των ΗΠΑ.
• Πώς θα χαρακτηρίζατε την στάση που τήρησαν Ευρώπη, Αμερική και Ρωσία στην ένταση που καλλιέργησε η Τουρκία όλο το προηγούμενο διάστημα; Ποιοι είναι τελικά οι σύμμαχοί μας;
Οι Ηνωμένες Πολιτείας και η Ρωσία αποτελούν σημαντικούς προμηθευτές ενέργειας της Ευρώπης και ως εκ τούτου κάθε ελεγχόμενη αναστάτωση στη Μεσόγειο που καθυστερεί την προώθηση των δικών της ενεργειακών πόρων στην Ευρώπη, αν δεν είναι καλοδεχούμενη, σίγουρα δεν είναι ενοχλητική. Αμφότερες επίσης έχουν ισχυρούς δεσμούς με την Τουρκία. Ας μην ξεχνούμε ότι από τους τέσσερις αγωγούς που διασχίζουν την Τουρκία, οι δύο μεταφέρουν ρωσικό φυσικό αέριο. Το μεγάλο ερώτημα είναι η αντίδραση της Ευρώπης και η αδυναμία συγκρότησης μίας ενιαίας στρατηγικής αντιμετώπισης των προκλήσεων στη Μεσόγειο, συμπεριλαμβανομένης της αντιμετώπισης των τουρκικών επιδιώξεων. Μέχρι στιγμής οι ισχυρές διμερείς σχέσεις κάποιων κρατών μελών με την Τουρκία και οι ενδοευρωπαϊκοί ανταγωνισμοί δεν έχουν ευνοήσει την ανάπτυξη μιας ενιαίας μεσογειακής πολιτικής. Η ίδια η ασφάλεια της ανατολικής Ευρώπης επαφίεται στο ΝΑΤΟ, δηλαδή και στην Τουρκία, ενώ για την αξιοποίηση των ενεργειακών πόρων της Μεσογείου αναπτύσσονται περιφερειακοί ανταγωνισμοί, με πλέον χαρακτηριστικό αυτόν μεταξύ Γαλλίας και Ιταλίας, αλλά και Ελλάδας, Κύπρου και Ιταλίας για τον EastMed. Είναι λοιπόν επιτακτική ανάγκη η Ένωση να υιοθετήσει μία κοινή γραμμή στα ζητήματα γεωπολιτικής και ασφάλειας, όχι μόνο έναντι της Τουρκίας, αλλά και έναντι της Κίνας, αλλιώς θα εξακολουθεί να έχει ισχύ αναντίστοιχη του οικονομικού και στρατιωτικού της μεγέθους. Επί του παρόντος, στην περίπτωση ελληνοτουρκικής σύρραξης, ο Ελληνισμός, αυτό έχει γίνει αντιληπτό, δεν θα κάνει πίσω.
• Πάντως, η ανακοίνωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ που μεταξύ άλλων έκανε λόγο για «αμφισβητούμενα νερά», είναι αλήθεια ότι τάραξε τα νερά κι εντός και εκτός Ελλάδας. Τι πιστεύτε ότι σηματοδοτεί αυτός ο χαρακτηρισμός;
Το ερώτημα είναι αν η ατυχής διατύπωση ήταν εντασσόμενη στο πλαίσιο αποκλιμάκωσης, που είχε διαμορφωθεί ή σηματοδοτεί αλλαγή της αμερικανικής προσέγγισης και αύξηση της πίεσης προς τη χώρα μας για διάλογο με την Τουρκία εφ’ όλης της ύλης. Οι δηλώσεις του State Department είναι πάντα καλά μελετημένες. Επομένως, η αναφορά σε αμφισβητούμενα ύδατα, σημαίνει είτε ότι δεν θέλουν να πάρουν θέση στη διένεξη, όπερ άτοπο, είτε στέλνουν μήνυμα ειρηνικής διευθέτησης των διαφορών, η οποία, ωστόσο, δεν μπορεί να είναι εκβιαστικά ετεροβαρής.
• Τέλος, κύριε Δεσποτόπουλε θα ήθελα το σχόλιό σας, για την πρόθεση του Ταγίπ Ερντογάν να ανοίξει για τους ορθόδοξους Χριστιανούς ενόψει της εορτής του Δεκαπενταύγουστου την Ιερά Μονή Παναγίας Σουμελά στην Τραπεζούντα, μετά τις επικρίσεις για τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί.
Η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί αποτέλεσε μία ψηφοθηρική κίνηση του προέδρου Ερντογάν, εντασσόμενη ταυτόχρονα στην προσπάθεια ενίσχυσης του θρησκευτικού πατερναλιστικό προφίλ του στο σύνολο του μουσουλμανικού κόσμου. Επιμέρους ελιγμοί δεν αλλοιώνουν τον πυρήνα της πολιτικής αυτής και δεν θα πρέπει να μας ξεγελούν. Η σημερινή τουρκική ηγεσία έχει προ πολλού απομακρυνθεί από την εκσυγχρονιστική κεμαλική πολιτική και ρέπει προς το ριζοσπαστικό ισλαμισμό, που «απενοχοποιεί» στρατιωτικές παρεμβάσεις στη Συρία, στη Λιβύη και στο Ιράκ.