Ειδήσεις

Η ελληνική πλευρά του νέου προέδρου

Τα συμφέροντα και όχι οι προσωπικές σχέσεις είναι οι κύριοι παράγοντες που καθορίζουν τη χάραξη της εξωτερικής πολιτικής μιας χώρας, πόσο μάλλον της ισχυρότερης του κόσμου. Ωστόσο, η προσωπική διάσταση παραμένει μέρος της εξίσωσης. Στην περίπτωση του νεοεκλεγέντος προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζο Μπάιντεν, ένα στοιχείο που τον διαφοροποιεί από τους προκατόχους του, είναι η πολυετής και αρκετά στενή σχέση του με την ελληνική ομογένεια. Δεν δικαιολογεί αλόγιστο ενθουσιασμό, καθώς στο μείζον ζήτημα που απασχολεί την Ελλάδα και την Κύπρο, που δεν είναι άλλο από τη συμπεριφορά της Τουρκίας, οι υπολογισμοί είναι σύνθετοι και περιλαμβάνουν παραμέτρους που υπερβαίνουν τις όποιες προσωπικές προτιμήσεις ή ευαισθησίες, ακόμη και του προέδρου.

Η αμφίδρομη σχέση Μπάιντεν και ελληνισμού της Αμερικής είναι υπαρκτή και ειλικρινής. Και δεν είναι παράλογο να θεωρήσει κανείς ότι θα αποτελέσει μέρος του συνολικού παζλ. Πόσο μεγάλο, μένει να φανεί. Ο τέως αντιπρόεδρος διατηρεί φιλίες με πολλούς ελλαδικής και κυπριακής καταγωγής Αμερικανούς και έχει επανειλημμένως επιδείξει έντονο ενδιαφέρον για τα θέματα που τους απασχολούν. Τον θυμάμαι σε συνέδριο ομογενών στο Κογκρέσο, το 2008, να ευχαριστεί την ελληνοαμερικανική κοινότητα για τη διαχρονική στήριξή της και να δηλώνει ότι και αυτός από την πλευρά του θα είναι πάντα δίπλα της.

Σε μια συναισθηματικά φορτισμένη ομιλία του ανέτρεξε στην προηγούμενη προσπάθειά του να εξασφαλίσει το δημοκρατικό χρίσμα, το 1988, όταν είχε τελικά επικρατήσει ο Μάικ Δουκάκης (το επιχείρησε ξανά το 2008, αλλά και πάλι έχασε, από τον Ομπάμα). Με δάκρυα στα μάτια ανέφερε στους ομογενείς που είχαν συγκεντρωθεί σε αίθουσα του Καπιτωλίου, πως δεν θα ξεχνούσε ποτέ κάτι που του είχαν πει όταν ήταν υποψήφιος είκοσι χρόνια νωρίτερα: ότι προφανώς θα στήριζαν τον Δουκάκη, αλλά ταυτόχρονα θα βοηθούσαν και αυτόν. Συγκεκριμένα, του είχαν υποσχεθεί πως για κάθε πέντε δολάρια που θα έδιναν στην προεκλογική εκστρατεία του Δουκάκη, θα συγκέντρωναν και ένα για να ενισχύσουν τη δική του. «Αυτό δεν το κάνει καμία εθνική κοινότητα εύκολα και δεν θα το ξεχάσω ποτέ», είχε πει φανερά συγκινημένος ο τότε γερουσιαστής, μετέπειτα αντιπρόεδρος, και τώρα νεοεκλεγείς πρόεδρος.

Τι είναι φίλος

Με ανάλογη συγκίνηση και θερμά λόγια είχε μιλήσει σε εκδήλωση που διοργάνωσε το ίδρυμα για την επέτειο του ΟΧΙ, των Αντι και Μάικ Μάνατος, στην Ουάσιγκτον, τον Οκτώβριο του 2016. «Κάποιος, κάποτε με ρώτησε τι είναι φίλος και απάντησα “μια ψυχή που ζει σε δυο σώματα”. Αυτό συνοψίζει τις σχέσεις μου με αυτή την κοινότητα, τα τελευταία 40 χρόνια. Η αφοσίωσή σας, η φιλία σας, όταν τα πράγματα ήταν άσχημα, αλλά και όταν τα πράγματα ήταν καλά… Είστε αστείρευτη πηγή δύναμης για μένα. Σταθήκατε δίπλα μου, με στηρίξατε από τις πρώτες μέρες μου στη Γερουσία», τόνισε ο τότε αντιπρόεδρος –ο οποίος από τα πρώτα του βήματα στην πολιτική ως γερουσιαστής στο Ντέλαγουερ, είχε δημιουργήσει επαφές και συμμετείχε σε εκδηλώσεις της oμογένειας– και πρόσθεσε: «Δεν είναι υπερβολή να πω ότι η ελληνική κοινότητα διαμόρφωσε την πολιτική μου συνείδηση».

Ο Μπάιντεν είναι συναισθηματικός από τη φύση του, αλλά αυτό δεν μειώνει τη σημασία τέτοιων δηλώσεων από εν ενεργεία αντιπρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, που θα είναι σύντομα ο πρόεδρος της χώρας.

Σημαντικός δίαυλος επικοινωνίας με τη νέα κατάσταση πραγμάτων στην Ουάσιγκτον υπό τον Τζο Μπάιντεν, είναι ο επικεφαλής του Συμβουλίου Ελληνοαμερικανικής Ηγεσίας (HALC), Εντι Ζεμενίδης, ο οποίος ως γνώστης λεπτομερειών των θεμάτων που αφορούν την περιοχή, συχνά λειτουργεί και ως πηγή ενημέρωσης κέντρων εξουσίας: της εκτελεστικής, της νομοθετικής, αλλά και δεξαμενών σκέψης. Η επιρροή της oμογένειας προς τον Λευκό Οίκο ασκείται και από τις παρεμβάσεις οργανώσεων όπως η AHEPA, που είναι η μεγαλύτερη και παλαιότερη του ελληνισμού στις ΗΠΑ, και το Αμερικανοελληνικό Ινστιτούτο (AHI), όπως φυσικά και από τον Αρχιεπίσκοπο. Ιδιαίτερο ρόλο παίζει ο πατέρας Αλεξ Καρλούτσος, ο οποίος για περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες έχει αποδειχθεί εξαιρετικά αποτελεσματικός δίαυλος επικοινωνίας με όλους τους προέδρους. Ειδικότερα με τον Μπάιντεν τον συνδέει πολύχρονη προσωπική φιλία.

Εξίσου σημαντικό είναι και το γεγονός πως ο Μπάιντεν είναι από τους ελάχιστους Αμερικανούς πολιτικούς που έχει συναντηθεί και γνωρίζει προσωπικά τόσο πολλούς ηγέτες της Ελλάδας και της Κύπρου. Στους τελευταίους από αυτούς περιλαμβάνονται ο Γιώργος Παπανδρέου, τον οποίο είχε συναντήσει συχνά και κατά τη θητεία του τελευταίου ως υπουργού Εξωτερικών και ενώ ο Μπάιντεν ήταν μέλος της επιτροπής εξωτερικών σχέσεων της Γερουσίας, ο Αλέξης Τσίπρας και ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Ως αντιπρόεδρος επισκέφθηκε την Αθήνα τον Δεκέμβριο του 2011 (επί πρωθυπουργίας Παπαδήμου) και τη Λευκωσία τον Μάιο του 2014, ενώ είχε επισκεφθεί ξανά την Αθήνα για να συμμετάσχει και στο πρώτο συνέδριο της Concordia στην Ευρώπη που είχε διεξαχθεί στην ελληνική πρωτεύουσα τον Ιούνιο του 2017. Επίσης, και το ενδιαφέρον του για την Κύπρο έχει προσωπικά χαρακτηριστικά, καθώς πολλοί από τους ομογενείς που τον γνωρίζουν είναι κυπριακής καταγωγής. Υπό αυτό το πρίσμα, δεν είναι τυχαίο ότι όταν τον Δεκέμβριο του 2014 ο πρόεδρος της Κύπρου, Νίκος Αναστασιάδης, είχε νοσηλευθεί στη Νέα Υόρκη, ο Τζο Μπάιντεν τον επισκέφθηκε στο νοσοκομείο.
Γνώστης των θεμάτων

Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ –ο οποίος επέλεξε την ελληνικής καταγωγής πρώην εκπρόσωπο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και στη συνέχεια διευθύντρια επικοινωνίας του Λευκού Οίκου επί προεδρίας Ομπάμα, Τζεν Ψάκι, ως επικεφαλής της ομάδας που θα χειρισθεί τη διαδικασία επικύρωσης των υπουργών της κυβέρνησής του από τη Γερουσία– είναι από τους λίγους σημαίνοντες Αμερικανούς πολιτικούς που γνωρίζουν ουσιαστικές πτυχές των θεμάτων ελληνικού ενδιαφέροντος. Ασχολήθηκε με αυτά κατά τη θητεία του στη Γερουσία επί 36 χρόνια, ιδιαίτερα ως μέλος της επιτροπής εξωτερικών σχέσεων της οποίας διετέλεσε και πρόεδρος, και στη συνέχεια ως αντιπρόεδρος επί μία οκταετία. Σε αντίθεση με άλλους προέδρους –με πιθανή εξαίρεση τον Τζορτζ Μπους τον πρεσβύτερο, που είχε διατελέσει διευθυντής της CIA, πρέσβης στον ΟΗΕ και αντιπρόεδρος– ο Μπάιντεν γνωρίζει τις ιδιαιτερότητες της Βαλκανικής και της Ανατολικής Μεσογείου και θα θελήσει να αξιοποιήσει τον νέο ρόλο της Ελλάδας και της Κύπρου στην περιοχή.

Στο πλαίσιο αυτό η σχέση με την ομογένεια θα επηρεάσει –η πρόσβαση έχει αποδειχθεί στην πράξη αποτελεσματική– αλλά δεν θα καθορίσει τις γεωπολιτικές προτεραιότητες του προέδρου και τους χειρισμούς της Αμερικής στην περιοχή μας. Δεν λειτουργούν έτσι οι χώρες – τουλάχιστον όχι μέχρι να εμφανισθεί στο προσκήνιο ο «αντισυστημικός» Τραμπ, ο οποίος αποφάσιζε συχνά με γνώμονα τις φιλίες, αν όχι τα συμφέροντά του.

Ο Μπάιντεν είναι μέρος του κατεστημένου επί μισόν αιώνα. Υπό αυτή την έννοια, δεν θα μιλάει και δεν θα πράττει έχοντας ως μοναδικό κριτήριο τις όποιες προσωπικές του ευαισθησίες. Τόσο ο ίδιος όσο και οι έμπειροι συνεργάτες του στα εξωτερικά θέματα δεν θέλουν «να χάσει η Δύση την Τουρκία». Είναι κάτι που πρέπει να έχουμε υπόψη μας. Από την άλλη, είναι αδύνατον, για οποιονδήποτε πολιτικό, να μην επηρεασθεί από τα συναισθήματά του και τις προσωπικές του σχέσεις και φιλίες. Σε αυτή τη λεπτή ισορροπία θα κινηθεί η εξωτερική πολιτική του επόμενου προέδρου των ΗΠΑ στα θέματα που αφορούν τον ελληνισμό. Δεν αναμένουμε θαύματα, γιατί υπάρχει και η γραφειοκρατία. Ωστόσο, στο προσωπικό επίπεδο υπάρχει ένα θετικό υπόβαθρο, το οποίο Αθήνα και Λευκωσία καλούνται να αξιοποιήσουν.

Ο Ταγίπ Ερντογάν «πρέπει να πληρώσει το τίμημα»

Ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ δεν έχανε ευκαιρία να περιγράψει τον Ταγίπ Ερντογάν ως φίλο, ακόμη και παρουσία του Ελληνα πρωθυπουργού στο Οβάλ Γραφείο, ο Τζο Μπάιντεν, μιλώντας στους «Τάιμς της Νέας Υόρκης» παλαιότερα, τον είχε ευθέως χαρακτηρίσει «αυταρχικό ηγέτη» και είχε μάλιστα υποστηρίξει ότι οι ΗΠΑ οφείλουν να συνεργασθούν με την αντιπολίτευση για την απομάκρυνσή του από την εξουσία.

«Αυτό που πιστεύω ότι πρέπει να κάνουμε είναι να ακολουθήσουμε μια πολύ διαφορετική προσέγγιση προς εκείνον τώρα, καθιστώντας σαφές ότι στηρίζουμε την ηγεσία της αντιπολίτευσης», είχε αναφέρει ο Μπάιντεν στο συντακτικό επιτελείο της εφημερίδας. «Πρέπει να πληρώσει το τίμημα», είχε πει και είχε συμπληρώσει ότι η Ουάσιγκτον πρέπει να ενθαρρύνει τους ηγέτες της τουρκικής αντιπολίτευσης, «ώστε να μπορέσουν να αναλάβουν και να νικήσουν τον Ερντογάν. Οχι μέσω ενός πραξικοπήματος, αλλά μέσω της εκλογικής διαδικασίας». Η τοποθέτηση είχε προκαλέσει την οργισμένη αντίδραση του εκπροσώπου της τουρκικής προεδρίας Ιμπραήμ Καλίν, ο οποίος είχε απαντήσει ότι «η ανάλυση του Τζο Μπάιντεν για την Τουρκία βασίζεται σε καθαρή άγνοια, αλαζονεία και υποκρισία. Οι μέρες που διατάζατε την Τουρκία τελείωσαν. Αλλά αν ακόμα πιστεύετε ότι μπορείτε να προσπαθήσετε, κάντε το. Θα πληρώσετε το τίμημα».

Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ έχει, επίσης, ασκήσει κριτική στις προκλήσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο και στην ευρύτερη περιοχή μας. «Σε αντίθεση με τον πρόεδρο Τραμπ, ο Τζο θα αντιδράσει στην τουρκική συμπεριφορά που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο ή τις συμμαχικές δεσμεύσεις της στο ΝΑΤΟ, όπως οι τουρκικές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου», σημειώνεται στο κείμενο με τις θέσεις για τα ελληνικά ζητήματα που έδωσε στη δημοσιότητα πριν από τις πρόσφατες προεδρικές εκλογές.

Ενα ακόμη «αγκάθι» στη σχέση του Μπάιντεν με την Αγκυρα θα είναι το δεδηλωμένο ενδιαφέρον του για τους Κούρδους, για τους οποίους θεωρεί ότι έχουν βοηθήσει τις ΗΠΑ στη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους και πως ήταν μείζον στρατηγικό λάθος η απρόσμενη απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να αποχωρήσει από τη Συρία, με αποτέλεσμα να μείνουν οι Κούρδοι εκτεθειμένοι στην τουρκική επιθετικότητα.

Συντασσόμενος με τη γραφειοκρατία του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και του Πενταγώνου, αλλά και με τη θέση και των δύο κομμάτων σε Γερουσία και Βουλή, ο Μπάιντεν θα υιοθετήσει αυστηρή στάση στο θέμα της αγοράς και ενεργοποίησης του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος S-400 και είναι πιθανό να επιβληθούν στην Τουρκία κυρώσεις. Tέλος, ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ δεν θα παρέμβει πολιτικά –όπως φέρεται να έχει κάνει ο Τραμπ– για να αντιμετωπισθούν με επιείκεια συνεργάτες του Ερντογάν οι οποίοι εμπλέκονται στη δικαστική υπόθεση της τουρκικής τράπεζας Halkbank, που κατηγορείται –η υπόθεση εκδικάζεται στη Νέα Υόρκη– για αποφυγή κυρώσεων κατά του Ιράν.

Ο γερουσιαστής Βαν Χόλεν στην «Κ» για την Τουρκία

i-elliniki-pleyra-toy-neoy-proedroy0
«Τα τελευταία τέσσερα χρόνια η Τουρκία απέτυχε όλο και περισσότερο να συμπεριφερθεί ως πιστός σύμμαχος στο ΝΑΤΟ και δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ως τέτοια, εκτός και αν αλλάξει πορεία», επισημαίνει ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Κρις βαν Χόλεν. A.P. Photo/Julio Cortez

Για την αποκατάσταση των ευρωατλαντικών σχέσεων και την προοπτική να υπάρξει πιο αυστηρή αντιμετώπιση της συμπεριφοράς της Τουρκίας από μια κυβέρνηση υπό τον Τζο Μπάιντεν, έκανε δηλώσεις στην «Κ» ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Κρις βαν Χόλεν. Ο κ. Βαν Χόλεν, ο οποίος διετέλεσε μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων επί 14 χρόνια, πριν εκλεγεί γερουσιαστής το 2016, τονίζει:

«Η Ελλάδα και οι άλλοι Ευρωπαίοι σύμμαχοί μας μπορούν να περιμένουν από μια κυβέρνηση Μπάιντεν να τερματίσει τη χαοτική και αναξιόπιστη εξωτερική πολιτική που έχουν βιώσει αυτά τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Μια αρχική προτεραιότητα θα είναι η αποκατάσταση των σχέσεων των Ηνωμένων Πολιτειών με τους δημοκρατικούς συμμάχους μας στην Ευρώπη, οι οποίες έφτασαν σε ένα ιστορικό χαμηλό κατά τη διάρκεια της διοίκησης του Τραμπ, και μια νέα εστίαση στην τήρηση των αρχών του κράτους δικαίου, των δημοκρατικών κανόνων και της ελευθερίας του Τύπου, οι οποίες παραβιάζονται στην Τουρκία από την αυταρχική συμπεριφορά του προέδρου Ερντογάν.

Τα τελευταία τέσσερα χρόνια η Τουρκία απέτυχε όλο και περισσότερο να συμπεριφερθεί ως πιστός σύμμαχος στο ΝΑΤΟ και δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ως τέτοια, εκτός και αν αλλάξει πορεία. Το Κογκρέσο θα συνεχίσει να απαιτεί να επιβληθούν κυρώσεις στην Τουρκία, όπως απαιτείται από τον νόμο, για την αγορά και τώρα ενεργοποίηση του ρωσικού αμυντικού συστήματος S-400 που απειλεί την ασφάλεια του ΝΑΤΟ. Επιπλέον, οι επαναλαμβανόμενες παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου από την Τουρκία στην Ανατολική Μεσόγειο, τη βόρεια Συρία και αλλού, η παραβίαση των ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τα Βαρώσια και οι σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εναντίον πολιτικών αντιπάλων στο εσωτερικό όπως και του Τύπου, δεν συνάδουν με τη συμπεριφορά ενός δημοκρατικού συμμάχου.

Προσβλέπω στη συνεργασία με τη νέα κυβέρνηση Μπάιντεν ώστε η Τουρκία να βρεθεί αντιμέτωπη με τις ευθύνες που έχει για τις ενέργειές της».

Πηγή: kathimerini.gr

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου