Για τους πολλούς η είδηση έσκασε ως βόμβα, για τους λίγους που γνώριζαν την άνιση μάχη τους τελευταίους μήνες με την επάρατο, αποτέλεσε δυστυχώς αναμενόμενο επακόλουθο, 73 χρόνια από την ημέρα που πρωτοάνοιξε τα μάτια του.
Η απώλεια του Παύλου Σάμιου του λεβεντάνθρωπου με την αγέρωχη κορμοστασιά, του εξαίρετου μάχιμου ζωγράφου από τους σημαντικότερους της γενιάς του, σκόρπισε θλίψη και πόνο σε συγγενείς, φίλους και θαυμαστές της υπέροχης τέχνης του.
Αποχαιρέτησε ως κοινός θνητός το μάταιο αυτό κόσμο στις 4 Φεβρουαρίου, τι ειρωνεία, την παγκόσμια ημέρα κατά του καρκίνου.
Ο σπουδαίος εικαστικός καλλιτέχνης και καθηγητής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών Αθηνών, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1948.
Από μικρός ασχολήθηκε με τη ζωγραφική και το σχέδιο βοηθώντας τον πατέρα του στο εργαστήριο παπουτσιών. Αγάπησε τη θρησκευτική ζωγραφική που τον κέρδισε από πολύ νωρίς και εργάστηκε στο εργαστήρι Αγιογραφίας του Διονύση Καρούσου μέχρι τα δεκαοκτώ του χρόνια. Παράλληλα παρακολούθησε μαθήματα σχεδίου στο Εργαστήρι του Πάνου Σαραφιανού και πέρασε πρώτος στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Δάσκαλοί του ήταν ο Νίκος Νικολάου και ο Γιάννης Μόραλης. (Ένας από τα δύο αγαπημένα παιδιά αυτών των δύο μεγάλων «δασκάλων», ο άλλος ήταν ο Δημήτρης Κούκος). Σπουδαίοι δάσκαλοι για τους οποίους ανέφερε πάντα ότι τους οφείλει πολλά, όπως επίσης ο Γιάννης Τσαρούχης και ο Μάνος Χατζιδάκις . Τον πρώτο τον γνώρισε στο Παρίσι και έμαθε τόσα πολλά για την ελληνική παράδοση, μέσα από τα μάτια ενός μοναδικού ζωγράφου που στα πρώτα του έργα τον επηρέασε πολύ. Με τον δεύτερο συμμετείχε στη μοναδική παρέα της διανόησης και της τέχνης του «Μαγεμένου Αυλού» στην πλατεία Προσκόπων, όπου ο Μάνος Χατζιδάκις, μάγος του λόγου και γνώστης της ανάγκης των νέων, τους έμαθε να σκέπτονται χωρίς όρια.
Από το 1978 έως το 1992 έζησε και εργάστηκε στο Παρίσι όπου γνώρισε και παντρεύτηκε την Αννα, την πρώτη σύζυγο του Γαλλίδα, με την οποία απέκτησε δύο εξαιρετικά κορίτσια την Πανδώρα και την Αφαία οι οποίες ζουν στο Παρίσι.
Έχει πραγματοποιήσει πάνω από 75 ατομικές εκθέσεις και έχει λάβει μέρος σε σημαντικές ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Ο Παύλος Σάμιος με τίμησε με την ειλικρινή φιλία του. Άνθρωπος της παρέας, απλός, μεστός, ευγενικός. Του άρεσε να συζητά για όλα τα θέματα για τα οποία είχε άποψη, φιλικός, ειλικρινής, τελειομανής και πάντα παθιασμένος με τη τέχνη του.
Ιστορίες πολλές για τις επαγγελματικές εμπειρίες του, με συχνές αναφορές στη παρέα του «Μαγεμένου Αυλού», καθώς και για την μακρόχρονη παραμονή του στο αγαπημένο του Παρίσι.
Με πολλές ιδέες και καλλιτεχνικά σχέδια τα οποία δυστυχώς δεν πρόλαβε να υλοποιήσει.
Επιστέγασμα της ανιδιοτελούς μας φιλίας, υπήρξε η άκρως επιτυχημένη έκθεση που φιλοξενήσαμε στη Νέα Πτέρυγα του Νεστορίδειου Μελάθρου τον Ιούνιο του 2017. Υπήρξε μια επιτυχημένη έκθεση που τον ενθουσίασε από την πρώτη στιγμή, γνωρίζοντας την αίγλη που απέπνεε το Μουσείου Νεοελληνικής Τέχνης της Ρόδου.
Στην πόλη μας ο Παύλος Σάμιος παρουσίασε την αναδρομικού χαρακτήρα έκθεση «Από τον βυθό της μνήμης», με έμφαση στα έργα των επτά τελευταίων χρόνων αλλά και με νύξεις από προηγούμενες δουλειές του, που τελικά συνέθεσαν μια πανοραμική εικόνα των τάσεων της ζωγραφικής του.
Λάτρης της Μεσαιωνικής πόλης της Ρόδου μου ζήτησε να μην διαμείνει σε ξενοδοχείο και κανόνισε μόνος του διαμονή στο κατάλυμα της Σχολής Καλών Τεχνών.
Σε συνέντευξή του σε τοπική εφημερίδα πριν την έκθεση ανέφερε: «Σκοπεύω να πραγματοποιήσω ένα ζωγραφικό οδοιπορικό, μια σειρά από ακουαρέλες από την Ρόδο, έτσι θα μείνω λίγες μέρες να ζωγραφίσω ό,τι με εμπνέει, το κάστρο, τα στενά, το λιμάνι. θα μείνω να παρακολουθώ και την έκθεση μο, τα βράδια να τριγυρνάω μέσα στην πόλη να τη γνωρίσω καλύτερα και να ζωγραφίσω ορισμένα πράγματα που θα μου δώσουν έμπνευση».
Αρκετές ημέρες μετά την επιστροφή του δήλωσε στην εφημερίδα «Το Βήμα της Κυριακής»: «Έφτασα στη Ρόδο για δέκα ημέρες, προκειμένου να παρουσιάσω τη δουλειά μου στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της νήσου των ρόδων και μετά να ζωγραφίσω ένα οδοιπορικό στη μεσαιωνική πόλη για το “Βήμα της Κυριακής”. Και αμέσως μετά τα εγκαίνια της έκθεσης, έπιασα δουλειά. Θέμα μου, το Κάστρο των Ιπποτών. Το θυμόμουν λίγο από πολύ παλιά, όταν ήμουν φοιτητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, αλλά τώρα είναι σαν να το βλέπω για πρώτη φορά.
Είχα την τύχη να μένω στο κατάλυμα που διαθέτει η Σχολή μέσα στο κάστρο, δίπλα στην είσοδο του παλατιού, έναν όροφο στον οποίο φιλοξενήθηκα. Έτσι, λοιπόν, είχα γίνει κάτοικος του παλατιού του Μεγάλου Μαγίστρου και το έζησα όλες τις ώρες.
Η μεγαλειώδης αίσθηση να ζεις σε έναν τέτοιο χώρο είναι ότι σε ανεβάζει συναισθηματικά και πνευματικά. Το Αρχαιολογικό Μουσείο με τις πολύ ωραίες συλλογές και τον καταπληκτικό κήπο, με αυτή τη μαγική, λες από ιπποτικό παραμύθι, οδό Ιπποτών και το παλάτι με τις συλλογές έργων τέχνης από όλες τις εποχές της ιστορίας του. Το ιπποτικό παραμύθι σε αγκαλιάζει και σε μεταφέρει στο τότε ζωντανά. Το μόνο που δεν βλέπεις και δεν ακούς είναι τον ήχο των ιπποτών με τα άλογα που θα ήθελα να υπάρχουν και κάποια στιγμή να περνούν με τα κοστούμια της εποχής τους στην οδό Ιπποτών. Είναι αδύνατο να μην τους φανταστείς.
Η Ρόδος στην αρχαιότητα γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη με το εμπόριο και τη ναυτιλία. Έτσι μεγαλούργησε στα γράμματα και στις καλές τέχνες, στη γλυπτική και στην αγγειοπλαστική. Αυτές οι λίγες ημέρες ήταν μια ωραία εμπειρία στο παραμυθένιο κάστρο της Ρόδου. Χίλια ευχαριστώ σε όλους όσοι με βοήθησαν. Αυτό το κάστρο δεν είναι ένα υπόδειγμα για το πώς εμείς μπορούμε να περάσουμε από ένα ερείπιο στη ζωή;».
Την προηγούμενη της αναχώρησής του από τη Ρόδο συναντηθήκαμε και με περισσή χαρά μου έδειξε τις πάμπολλες ωραίες ακουαρέλες που είχε δημιουργήσει, από διάφορα σημεία της παλιάς πόλης. Θυμάμαι που προτρέποντάς με μου είπε: « Άντε τελειώνετε με το πωλητήριο και θα σας χαρίσω 12 πρωτότυπες ακουαρέλες να φτιάξετε ένα ημερολόγιο και να τις ανατυπώσετε ώστε να πωλούνται ως αναμνηστικά της Πινακοθήκης της Ρόδου».
Την υπόσχεση του αυτή ποτέ δεν την ξέχασε, δεν πρόλαβε να την υλοποιήσει την πήρε μαζί του στο μακρινό ταξίδι για τον Παράδεισο.
Όπως ποτέ δεν θα λάβει τη μεγάλη χαρά και ηθική ικανοποίηση μιας πιθανής εκλογής του, ως Μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην οποία ήταν υποψήφιος.
Τελευταία του έκθεση τον περασμένο Σεπτέμβριο στη γκαλερί Σκουφά με τον προφητικό τίτλο «Καφέ Παράδεισος». Είχε τεράστια επιτυχία. Όλα τα έργα «έφυγαν». Ήταν μια επιστροφή του ζωγράφου σε μια περίοδο ανεμελιάς, αλλά και προσωπικής καταξίωσης, όταν στις αρχές του ’80 συστήθηκε στη μητρόπολη του Παρισιού μέσα από μια επιτυχημένη σειρά καφενείων.
Αφήνει πίσω του ένα πλούσιο και αναγνωρίσιμο έργο, αλλά και βαθιά θλίψη σε όσους είχαμε την τύχη να τον γνωρίσουμε.
Συναισθάνομαι την οδύνη και τον πόνο των δύο κοριτσιών του και της αγαπημένης του γυναίκας Μαρίας Ξανθάκου, είναι πράγματι βαρύς και δυσβάστακτος .
Ο ύψιστος ας τους χαρίζει παρηγοριά και κουράγιο, ας απαλύνει τον ψυχικό τους πόνο, ας τους προσφέρει ψυχική γαλήνη .
Ας είναι περίοπτη η θέση που θα του δώσει ο θεός στο δικό του Παράδεισο.
Στο καλό αξέχαστε φίλε Παύλο
Δρ. Νικόλαος Τσ. Φρόνας
τέως Πρόεδρος
Μουσείου Νεοελληνικής Τέχνης
Δήμου Ρόδου