Η χώρα μας βρέθηκε αντιμέτωπη με την κρίση της πανδημίας την περίοδο που έβγαινε σταδιακά από μια μεγάλη οικονομική κρίση, με έναν τραυματισμένο κρατικό μηχανισμό και ένα σύστημα υγείας που υπολειπόταν των προδιαγραφών και της χρηματοδότησης της Δυτικής Ευρώπης. Παρά ταύτα, ελήφθησαν γρήγορες αποφάσεις τον προηγούμενο Μάρτιο, με αποτέλεσμα να συμπιέσουμε τα επίπεδα του ιού στη χώρα μας στο ελάχιστο. Με την πλειονότητα των πολιτών να ανταποκρίνεται και την ταυτόχρονη ενίσχυση στο σύστημα υγείας και στην πολιτική προστασία, ο έλεγχος της πανδημίας στη χώρα μας ήταν πολύ καλύτερος σε σχέση με άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης, αλλά και σε σχέση με χώρες με καλύτερους κρατικούς μηχανισμούς και ισχυρότερες οικονομίες στην Κεντρική Ευρώπη. Η καλή οργάνωση του προγράμματος των εμβολιασμών είναι μια ακόμα επιτυχία της χώρας μας.
Αυτά όμως δεν σημαίνουν ότι δεν θα μπορούσαν να υπάρχουν βελτιώσεις, ιδιαίτερα τώρα που περνάμε σε μια –διαχειριστικά– πιο κρίσιμη περίοδο, που χρειάζεται συνέχιση της εγρήγορσης –και της πολιτείας και των πολιτών– αλλά και προσεκτική λήψη μέτρων, που να ανταποκρίνονται στις εξελίξεις της πανδημίας στη χώρα μας.
Υπάρχουν τέσσερις προϋποθέσεις για να διαχειριστούμε την πανδημία με μεγαλύτερη επιτυχία.
1. Σαφή μηνύματα προς τους πολίτες: Τον προηγούμενο Μάρτιο το μήνυμα ήταν σαφές και απλό: μένουμε σπίτι. Μετά όμως τα μηνύματα δεν ήταν εξίσου σαφή. Είχα μιλήσει τότε για το παράδοξο της πρόληψης. Πολλοί είχαν θεωρήσει ότι επειδή δεν είχαμε σοβαρά προβλήματα στην πρώτη περίοδο της πανδημίας, δεν θα είχαμε και μετά. Επρεπε να εξασφαλιστεί η συνεχής και έγκυρη ενημέρωση των πολιτών. Επρεπε επίσης να αποσαφηνίζονται με μεγαλύτερη ένταση οι επιστημονικές αβεβαιότητες και να επικοινωνούνται οι παγκόσμιες εξελίξεις στα μέτωπα των ερευνητικών και κλινικών επιτυχιών.
2. Τεκμηρίωση της ανάγκης αλλαγής του πλαισίου μέτρων προστασίας: Χρειάζεται σαφήνεια όσον αφορά τα μέτρα που λαμβάνονται αλλά και τεκμηρίωση της πιθανής αποτελεσματικότητας στον βαθμό που αυτό είναι δυνατόν. Παράλληλα είναι αναγκαίο να ενισχυθούν οι επιτροπές των ειδικών και με άλλες ειδικότητες, όπως από τις επιστήμες των μεγάλων δεδομένων και της συμπεριφοράς, έτσι ώστε να υπάρχει μια πιο διευρυμένη επιστημονική και αναλυτική προσέγγιση. Το βασικό, όμως, είναι να υπάρχει συνεκτικότητα στις ανακοινώσεις και να μη λαμβάνονται δεσμεύσεις αν δεν είναι δυνατόν να τηρηθούν.
Πρόσφατο παράδειγμα ήταν η επέκταση των περιοριστικών μέτρων μετά τις διακοπές των Χριστουγέννων. Η επιτροπή των ειδικών είχε προγραμματίσει συνεδρίαση για να εξετάσει τα δεδομένα, αλλά πριν από τη συνεδρίαση της επιτροπής ανακοινώθηκε από κυβερνητικές πηγές ότι θα υπάρξει μείωση των περιορισμών. Κάποιες ώρες αργότερα ανακοινώθηκαν περισσότεροι περιορισμοί, όπως και το ότι θα άνοιγαν τα σχολεία την 11η Ιανουαρίου, και ότι αυτό θα διευκόλυνε το έργο της επιτροπής. Το τελευταίο δεν ήταν αναγκαίο: οι αποφάσεις είχαν ήδη ληφθεί. Η 11η Ιανουαρίου θα έπρεπε να είχε ανακοινωθεί ως η επιθυμητή ημερομηνία ανοίγματος των σχολείων εφόσον η επιτροπή εξέταζε τα νέα δεδομένα και είχε λάβει υπόψη της και την επιτυχία ή μη των αυστηρότερων μέτρων. Αργότερα την ίδια μέρα είχε ακουστεί –από κυβερνητική πηγή– ότι τα δεδομένα θα εξετάζονταν συνεχώς και θα λαμβάνονταν αποφάσεις με βάση τα δεδομένα. Στη συνέχεια κυκλοφόρησαν πληροφορίες ότι την 11η Ιανουαρίου θα άνοιγαν μόνο τα δημοτικά. Η εκπομπή των μηνυμάτων μπορεί να γίνεται από πολλούς φορείς. Χρειάζεται όμως μεγαλύτερη συνοχή –αναφορικά με την ανάληψη δεσμεύσεων– στην εκφορά των ανακοινώσεων.
Η κυβέρνηση προφανώς θα σταθμίσει και τα επιδημιολογικά δεδομένα και το ρίσκο της αναστολής της εκπαιδευτικής διαδικασίας για τα παιδιά, αλλά και τους οικονομικούς κινδύνους. Αυτό όμως πρέπει να γίνεται σαφές κάθε φορά. Ιδανικά δε, δεν πρέπει να γίνονται κατηγορηματικές δηλώσεις. Αντιμετωπίζουμε ένα πρωτοφανές φαινόμενο.
Είναι λογικό να αλλάζει γνώμη και πορεία η κυβέρνηση όταν αλλάζουν τα δεδομένα σε μια τόσο δυναμικά εξελισσόμενη κατάσταση. Αυτό που δεν είναι λογικό είναι να εκπέμπονται αντικρουόμενα μηνύματα και τελικά να αλλάζουν οι κατευθύνσεις μέσα σε λίγες ώρες.
3. Στοχευμένα μέτρα οικονομικής ενίσχυσης: Πρέπει να γίνουν σαφείς –και να δημοσιοποιηθούν– οι αντοχές της ελληνικής οικονομίας. Παράλληλα πρέπει να ανακοινωθούν οι δυνατότητες της κυβέρνησης να στηρίξει οικονομικά όσους πλήττονται περισσότερο. Η στήριξη δεν πρέπει να γίνεται οριζόντια αλλά στοχευμένα.
4. Περιορισμός στην τρομολαγνεία και στην παραπληροφόρηση: Οι ειδήσεις κυριαρχούνται μερικές φορές από αρνητικά παραδείγματα. Κατανοώ ότι ένα «κορωνοπάρτι» είναι πιασάρικη είδηση. Πουλάει περισσότερο επίσης η δήλωση κάποιου που παρουσιάζεται ως «καλλιτέχνης με κριτική σκέψη» και δεν πιστεύει ότι υπάρχει πανδημία, ή ακόμα και η δήλωση ενός αντιεμβολιαστή. Αλλά δεν πρέπει να εστιάζουμε μόνο στα αρνητικά. Η πλειονότητα των πολιτών συμμορφώνεται με τα μέτρα. Παρότι αυτό έχει σημαντικές ψυχολογικές ή οικονομικές επιπτώσεις για τους περισσότερους. Χρειαζόμαστε επομένως και περισσότερες καλές ειδήσεις, αλλά και ειδήσεις που τεκμηριώνουν τα προβλήματα που υπάρχουν και συμβάλλουν στην αντιμετώπιση και στην επίλυσή τους.
Στην επόμενη φάση της διαχείρισης της πανδημίας θα έχουμε μεγαλύτερη διαθεσιμότητα εμβολίων και όσο προχωρούν οι εμβολιασμοί θα δημιουργούμε ένα μεγαλύτερο τείχος ασφάλειας και άμυνας απέναντι στον κορωνοϊό.
Η ένταση της πανδημίας, όμως, θα εξακολουθεί να είναι μεγάλη στους επόμενους μήνες. Για αυτό τον λόγο χρειάζεται μεγάλη προσοχή και όσον αφορά τη διαδικασία και την τεκμηρίωση λήψης των μέτρων δημόσιας υγείας, αλλά και την επικοινωνία με τους πολίτες όσον αφορά την αναγκαιότητά των μέτρων αυτών.
* Ο κ. Ηλίας Μόσιαλος είναι καθηγητής Πολιτικής της Υγείας στο London School of Economics (LSE).
Πηγή : kathimerini.gr