Για την 4η Μαρτίου 2021 προσδιορίστηκε από την Εισαγγελία Εφετών Δωδεκανήσου η εκδίκαση, ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων, υπόθεσης με κατηγορούμενο για φοροδιαφυγή τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας Καζίνο Ρόδου ΑΕ και δύο επιτελείς της επιχείρησης.
Τους αποδίδεται συγκεκριμένα ότι τέλεσαν το αδίκημα με τις ειδικότερες μορφές:
– Της ανακριβούς αποδόσεως στο Δημόσιο του αναλογούντος φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ), προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή του, το δε προς απόδοση ποσό του Φ.Π.Α. που δεν αποδόθηκε υπερβαίνει σε κάθε διαχειριστική περίοδο τα 100.000 ευρώ και
– Της υποβολής ανακριβούς δήλωσης φορολογίας εισοδήματος και συγκεκριμένα, προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή φόρου υπέβαλε ανακριβή δήλωση ενώ ο φόρος, ο οποίος αναλογεί στα καθαρά εισοδήματα, τα οποία έχουν αποκρυβεί, υπερβαίνει σε κάθε διαχειριστική περίοδο τα 150.000 ευρώ.
Ο πρόεδρος της επιχείρησης κατηγορείται ότι το οικονομικό έτος 2013 απέδωσε ΦΠΑ ανακριβώς, υπολειπόμενο κατά 141.529,50 €, έναντι του πράγματι οφειλομένου και το 2012 υπολειπόμενο κατά 202.162,10 €.
Απολογούμενος αρνήθηκε κατηγορηματικά τα όσα του αποδίδονται τονίζοντας μεταξύ άλλων ότι κατά το επίδικο χρονικό διάστημα δεν είχε καμία εκτελεστική εξουσία.
Κατέστησε σαφές ότι προκειμένου να αντεπεξέλθει οικονομικά η εταιρεία στόχευσε στην αλλοδαπή πελατεία κυρίως από Ισραήλ και προσέφεραν ανταλλάγματα.
Μεταξύ άλλων προσέφεραν δωρεάν διαμονή, αεροπορικά εισιτήρια και διατροφή, αναλόγως των παικτών.
Το τμήμα μάρκετινγκ της εταιρείας εκπόνησε πρόγραμμα και το λογιστήριο αλλά και οι Ορκωτοί Λογιστές έκριναν σύννομες τις προσφορές και τις λογιστικές εγγραφές.
Τόνισε ακόμη ότι έχουν προσφύγει στα Διοικητικά Δικαστήρια για την ακύρωση των προστίμων και επεσήμαναν ότι η Φορολογική Αρχή λαμβάνει ως βάση υπολογισμού της φορολογητέας αξίας των δωρεάν διαμονών το συνολικό κόστος λειτουργίας του ξενοδοχείου, αφαιρώντας από αυτό τα πραγματικά έσοδα από τις διανυκτερεύσεις, καθώς και την αξία των αυτοπαραδόσεων, που μόνη της υπολόγισε η εταιρεία.
Υποστηρίζει ακόμη ότι η φορολογική αρχή συνυπολογίζει στη φορολογητέα αξία και όλες τις πάγιες και ανελαστικές δαπάνες, που συνδέονται με την ίδια τη διατήρηση του ξενοδοχείου σε λειτουργία, ήτοι πραγματοποιούνται αδιαφόρως εάν τα οικεία δωμάτια χρησιμοποιούνται ή όχι, όπως, για παράδειγμα οι αποσβέσεις ή το μόνιμο προσωπικό του ξενοδοχείου.
Την υπόθεση χειρίζεται ο δικηγόρος κ. Ακης Δημητριάδης.