Αίτηση προς τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου υπέβαλε μια ημεδαπή για την άσκηση αναίρεσης κατά του υπ’ αρίθμ. 7/2021 βούλευματος του Συμβουλίου Εφετών Δωδεκανήσου.
Με το βούλευμα, όπως έγραψε η «δημοκρατική», απορρίφθηκαν ως απαράδεκτες δύο εφέσεις που άσκησαν ισάριθμοι κατηγορούμενοι για την ακύρωση του υπ’ αρίθμ. 81/2020 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ρόδου, με το οποίο παραπέμφθηκαν σε δίκη 19 εμπλεκόμενοι στο σκάνδαλο «μαμούθ» που εκτυλίχθηκε στην πρώην Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος (νυν Alpha Bank) με την υποβολή ψευδών στοιχείων για την εξασφάλιση δανείων ύψους 2.257.022 ευρώ.
Ηδη το Δικαστικό Συμβούλιο με το πολυσέλιδο βούλευμα που εξέδωσε έχει παραπέμψει στο Τριμελές Εφετείο Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων 19 κατηγορούμενους για τα αδικήματα της συγκρότησης εγκληματικής οργάνωσης από κοινού, της πλαστογραφίας με σκοπούμενο όφελος άνω των 120.000 ευρώ από κοινού και της απάτης με ζημία άνω των 120.000 ευρώ από κοινού.
Η μια κατηγορούμενη, εκπροσωπούμενη από τον δικηγόρο κ. Μανώλη Βλάχο, επισημαίνει ότι είχε οδηγηθεί βιαίως μετά από ένταλμα σύλληψης, ενώπιον του Ανακριτή Ρόδου, ώστε να απολογηθεί, στις 17 Ιουνίου 2017, ήτοι δέκα έτη μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου στο υποκατάστημα της Εμπορικής Τράπεζας και χωρίς να της έχει δοθεί η δυνατότητα για παροχή εξηγήσεων και των δικαιωμάτων της προδικασίας.
Τονίζει ότι δεν έχει καμία σχέση με την υπόθεση και ότι η δήθεν συμμετοχή της προέκυψε από ένα έγγραφο πλαστό τόσο κατά το κείμενό του όσο και κατά την υπογραφή του.
Ισχυρίζεται ότι αγνοήθηκε παντελώς το εύλογο αίτημά της για τη διενέργεια γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης.
Επισημαίνει ότι απορρίφθηκε η έφεσή της κατά του παραπεμπτικού βουλεύματος και παραπέμπεται σε δίκη για συγκρότηση και ένταξη σε εγκληματική οργάνωση, χωρίς να γνωρίζει καν έστω και ένα από τα ιδρυτικά μέλη, χωρίς να μνημονεύονται πραγματικά περιστατικά περί εσωτερικής διάρθρωσης, ρόλους και ιεραρχικής δομής, με την έννοια ότι τα νεότερα ή κατώτερα μέλη υποτάσσουν τη βούλησή τους στα παλαιότερα ή ανώτερα και όλοι μαζί, ώστε να στοιχειοθετείται το αδίκημα της εγκληματικής οργάνωσης.