Η γένεση του θεάτρου από το σμίξιμο της αρχαίας πολυθεϊστικής θρησκείας και των εορτών της με την τάση του ανθρώπου για παράσταση και «μίμηση πράξεως σπουδαίας και τελείας», οδηγεί στην αναζήτηση ιερών και τόπων λατρείας του θεού Διονύσου προς τιμήν του οποίου πραγματοποιούνταν οι θεατρικοί αγώνες.
Το αρχαίο θέατρο της Λίνδου, διαθέτει κατασκευαστικά στοιχεία που δεν υπάρχουν σε άλλο θεατρικό οικοδόμημα στο Αιγαίο. Για τη χωροθέτηση του επιλέχθηκε ο Ιερός Βράχος της Λινδιακής Ακρόπολης. Η επιλογή αυτή οδήγησε στην δύσκολη και πολυδάπανη λάξευση μεγάλου μέρους του στο σκληρό πέτρωμα. Το αρχαίο θέατρο της Λίνδου έγινε τελικά ένα με το βράχο και ενώθηκε με τρόπο φυσικό και αδιάρρηκτο με την Ακρόπολη και κατ’ επέκταση με τις θεότητες του Διονύσου και της πολιούχου Λινδίας Αθηνάς. Η υιοθέτηση αυτού του τρόπου κατασκευής μετέφερε το θέατρο, άφθαρτο σχεδόν, στο χρόνο. Βρίσκεται σήμερα εκεί, για να αποτελέσει, εκτός από πολιτισμικό μνημείο, αδιάψευστο μάρτυρα της μορφής που είχαν τα αρχαία θέατρα στη Δωδεκάνησο και το Αιγαίο, οδηγώντας σε ασφαλή συμπεράσματα.
Στην βόρεια πλευρά, στα αριστερά αυτού που στέκεται μπροστά στο θέατρο διασώζονται τμήματα προγενέστερου ναού του 3ου π.Χ. αιώνος με ορθογώνια αρχιτεκτονική μορφή και τεράστια δομή που αποτελούσε προφανώς το τετράστοο Ιερό του Διονύσου. καθώς εφάπτεται του πεδίου οικοδόμησης του θεάτρου σε συνδυασμό με τη σύνδεση των θεατρικών αγώνων και παραστάσεων με την λατρεία του Διονύσου.
Ως προς την αρχιτεκτονική του αρχαίου θεάτρου, καταμετρούνται δεκαεννέα σειρές από θέσεις. Μέρος των εδωλίων, ακολουθώντας την γεωμετρική και αρχιτεκτονική μορφή του θεάτρου, συνέχιζαν το λαξευμένο τμήμα, στην φυσικά διαμορφωμένη πλευρά του λόφου. Το ίδιο ίσχυε και για τα υπόλοιπα μέρη του θεατρικού οικοδομήματος που περιλάμβαναν τις κερκίδες και τα πλευρικά τμήματα της κατασκευής. Διατηρούνται σήμερα η κυκλική ορχήστρα του θεάτρου και οι κλίμακες προς το άνω διάζωμα και το άνω κοίλο. Το πλέον σημαντικό είναι ότι διατηρείται η μορφή του θεάτρου, που άμεσα παραπέμπει στην νοητή εικόνα της άρτιας μορφής του κατά της εορτές προς τιμή του Διονύσου και τις θεατρικές παραστάσεις κατά τον 4ο π.Χ. αιώνα, όταν οι κερκίδες μπορούσαν να φιλοξενήσουν περίπου 2.000 θεατές, αριθμός που προκύπτει κατ’ εκτίμηση από το σωζόμενο τμήμα του θεάτρου. Από τότε χρονολογείται το αρχαίο θέατρο που κτίστηκε, όπως και άλλα αρχαία ελληνικά θέατρα, εκείνη την εποχή. Στο κοίλο του θεάτρου διακρίνεται σειρά
από εννέα κερκίδες. Υπάρχουν ενδιάμεσα οχτώ διάδρομοι με μορφή κλίμακας, τα σκαλιά των οποίων προορίζονταν για την κίνηση των θεατών. Το τμήμα αυτό του θεάτρου βάδισε προς την αθανασία με ένα διαρκές ταξίδι στο χρόνο, από τον 4ο π.Χ. αιώνα ως τις μέρες μας και τους μελλοντικούς χρόνους, αφού το θέατρο θα υπάρχει όσο υπάρχει ο Ιερός Βράχος της Λινδίας Ακροπόλεως.
Πέραν του ανάγλυφου τμήματος του θεάτρου που διασώζεται υπήρχαν οικοδομημένα τμήματα που δεν υπάρχουν σήμερα, πράγμα αναγκαίο για να επιτευχθεί το μνημειώδες γεωμετρικό θεατρικό σχήμα. Η οπτική και η θέαση όλων των θεατών προς τα δρώμενα που εξελίσσονταν επί σκηνής ήταν απρόσκοπτη χωρίς εμπόδια. Σε αυτό συντελούσε η αυξημένη κλίση στο άνω κοίλο. Ακόμα και οι καθήμενοι στις πιο απομακρυσμένες θέσεις είχαν ικανοποιητική θέαση που τους επέτρεπε να αφοσιωθούν στην παράσταση.
Στο κάτω τμήμα του θεάτρου υπάρχουν η ορχήστρα με την χαρακτηριστική μορφή του κύκλου που αποτελεί το επίκεντρο του επιβλητικού σχήματος κάθε αρχαίου θεάτρου. Έτσι, έχουμε πλήρη εικόνα του αρχαίου θεάτρου με καθαρή αποτύπωση τόσο του κάτω κοίλου όσο και του μεσαίου τμήματος του άνω κοίλου.
Πάνω από την ορχήστρα πριν τις θέσεις των υπόλοιπων θεατών, υπήρχαν οι διακεκριμένες θέσεις, γνωστοί ως θρόνοι. Οι θέσεις αυτές προορίζονταν για τους άρχοντες της αρχαίας πόλης και γενικότερα για εξέχουσες προσωπικότητες της αρχαίας Ρόδου και άλλων πόλεων – κρατών της αρχαιότητας. Η σπουδαία γεωπολιτική θέση της Ρόδου, διαχρονικά αποτελούσε σταυροδρόμι λαών και πολιτισμών και διατηρούσε πολυεπίπεδες συμμαχικές, πολιτικές, εμπορικές, θρησκευτικές, πολιτιστικές και άλλες σχέσεις με τις χώρες της Μεσογείου και τις πόλεις – κράτη του ελληνικού κόσμου.
Απέναντι από τις κερκίδες διασώζονται ίχνη θεμελίωσης στα πετρώματα του λόφου, του κτίσματος της σκηνής. Το σκηνικό οικοδόμημα πρέπει να εκτεινόταν σε μήκος 19 ή περισσότερων μέτρων και το εύρος του προσδιορίζεται από την αποτύπωση στο βράχο της θεμελίωσής του σε 4,80μ.
Οι θεατές αντίκριζαν μια σκηνή αντίστοιχη του κομψού και εντυπωσιακού λίθινου θεάτρου που συμπλήρωνε αριστοτεχνικά το μεγαλείο μιας μοναδικής τοποθεσίας κάτω από το ναό της πολιούχου Λινδίας Αθηνάς και δίπλα στο τετράστοο ιερό του Διονύσου Σμινθέως που δεσπόζει πάνω από τη θάλασσα και τα αρχαία λιμάνια.
Στο αρχαίο θέατρο της Λίνδου το φυσικό πέτρωμα του υψώματος μετατρέπεται σε υλικό οικοδόμησης και κατασκευής με τη μεικτή μέθοδο λάξευσης των ογκολίθων και οικοδόμησης από το ίδιο υλικό των τμημάτων που έπρεπε να προστεθούν για την αρτιότητα του αρχιτεκτονικού και γεωμετρικού θεατρικού σχήματος με υπέροχο αποτέλεσμα. Χρέος μας είναι να αναδείξουμε περαιτέρω την σπουδαιότητα και την σημαντικότητα του. Η Λίνδος αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα πόλης που κτίστηκε θεατρικά, αποδεικνύοντας ότι η θέαση παίζει κυρίαρχο ρόλο. Επιλέγει αυτό που θέλει να προβάλλει, να τονίσει ή αντίθετα να αποκρύψει ή να προσδώσει δευτερεύοντα ρόλο. Στην περίπτωση του αρχαίου θεάτρου της Λίνδου, το οικοδόμημα προβάλλεται και αναδεικνύεται ως διαχρονικό μνημείο του τόπου, πείθοντας μας χωρίς αμφιβολία ότι ο στόχος αυτός της κατασκευής επετεύχθη. Η αποτύπωσή του στο βράχο της Ακρόπολης, ως αποτέλεσμα της εργασίας των λιθοξόων και της ανάλογης κρατικής δαπάνης των αρχαίων Λινδίων, διέσωσε την δομή και την αυθεντική θεατρική μορφή που είχαν τα αρχαία θέατρα στο χώρο του Αιγαίου. Παρά το γεγονός αυτό, η εντύπωση που αποκομίζει ο μέσος επισκέπτης που εύλογα δεν διαθέτει ειδικές γνώσεις αρχαίων θεάτρων, είναι
ότι πρόκειται για ένα δευτερεύον μνημείο της σημερινής Λίνδου και του νησιού της Ρόδου. Η διαπίστωση αυτή οδηγεί στην προτροπή για περεταίρω ανάδειξη της σπουδαιότητας και της ιστορικότητας του θεάτρου της Λίνδου, που αποτελεί σημαντικό μνημείο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Απαιτούνται βελτιώσεις και αύξηση της επισκεψιμότητας. Σήμερα ο χώρος του θεάτρου και του παρακείμενου ναού του Διονύσου είναι περίκλειστος με μεταλλική περίφραξη. Ο επισκέπτης μπορεί να απολαύσει το μεγαλείο του χώρου είτε παρατηρώντας από μακριά είτε πλησιάζοντας το πρόσωπό του στο άνοιγμα των μεταλλικών κιγκλιδωμάτων. Η επισκεψιμότητα του χώρου με αναγκαία προϋπόθεση την προστασία των αρχαιοτήτων θα προσδώσει στο μνημείο το κύρος που του αρμόζει και την αίγλη που του ανήκει. Για να φτάσει εκεί ο επισκέπτης, διανύει τα παραδοσιακά στενά σοκάκια της Λίνδου με το πλήθος των τουριστικών και εμπορικών δραστηριοτήτων ως την έξοδο από τον οικισμό, σε ένα ξέφωτο που απλώνεται ως την θάλασσα επί του οποίου δεσπόζει το Αρχαίο Θέατρο. Πρέπει να αναζητηθούν τρόποι και μέσα, ώστε να αποτελέσει η θέση του θεάτρου στο άκρο του οικισμού κάτω από την Ακρόπολη και δίπλα στη θάλασσα με τις απόκρημνες ακτές όχι μειονέκτημα, αλλά ένα ακόμη πλεονέκτημα του μοναδικού αυτού μνημείου. Η Λίνδος ήταν μια πόλη του αρχαίου κόσμου που απολάμβανε άνθηση οικονομική, εμπορική και πολιτιστική, ενώ αποτελεί δεδομένο ότι ήταν εξέχον προορισμός του λεγόμενου σήμερα «θρησκευτικού τουρισμού» κατά τους αρχαίους χρόνους. Σε τούτο συνηγορούν τα ευρήματα από αφιερώματα στα Ιερά της Λίνδου προερχόμενα από πολλές περιοχές και αρχαίες χώρες της Μεσογείου, τα οποία κοσμούν κάποια από τα μεγαλύτερα μουσεία του κόσμου.
Με την κατασκευή του θεάτρου, επιβεβαιώνεται η ακμή της πόλης της Λίνδου με επικράτεια και κτήσεις στην «Ροδιακή Περαία» στα απέναντι Μικρασιατικά
παράλια και η πολιτική και οικονομική της ισχύ στην αρχαία Ελλάδα και τη Μεσόγειο.
Ιωάννης Φλεβάρης
Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω
ΜSc Διεθνείς Σχέσεις – MSc Αρχαίο Θέατρο
Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου