Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με δήλωσή του στο «ΘΕΜΑ» ζητεί από τις πολιτικές δυνάμεις, την Εκκλησία, τους φορείς των συνταξιούχων και την κοινωνία των πολιτών να συνδράμουν στην καμπάνια υπέρ του μαζικού εμβολιασμού των Ελλήνων – Μειώθηκαν οι εισαγωγές στις ΜΕΘ για τις ηλικίες που άρχισαν να εμβολιάζονται, ενώ αντίθετα αυξήθηκαν οι νοσηλείες για εκείνους που ηλικιακά δεν έχουν κάνει ακόμη το εμβόλιο
Σε πανστρατιά υπέρ του εμβολιασμού των ηλικιωμένων συμπατριωτών μας καλεί ολόκληρη την ελληνική κοινωνία ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, με στόχο να αποκλιμακωθεί η μεγάλη πίεση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ) και να επιτευχθεί το συντομότερο δυνατόν το πολυπόθητο τείχος ανοσίας που θα συμβάλει αποφασιστικά στο τέλος της πανδημίας και στην επιστροφή στην κανονικότητα.
Με αποκλειστική δήλωσή του προς το «ΘΕΜΑ», ο κ. Μητσοτάκης επαναλαμβάνει με έμφαση τη δημόσια έκκλησή του προς τους ηλικιωμένους να σπεύσουν να κλείσουν ραντεβού και να προσέλθουν στα εμβολιαστικά κέντρα, επισημαίνοντας ότι με τον τρόπο αυτό θα προβούν «σε μια στοιχειώδη κίνηση αυτοπροστασίας».
Προς την ίδια κατεύθυνση, ο πρωθυπουργός ζητεί από τις πολιτικές δυνάμεις, την Εκκλησία, τους φορείς των συνταξιούχων και την κοινωνία των πολιτών να συνδράμουν στην καμπάνια υπέρ του μαζικού εμβολιασμού των Ελλήνων, που αποτελεί αφενός το βασικό εργαλείο για να σωθούν χιλιάδες ζωές συνανθρώπων μας που κινδυνεύουν και αφετέρου συνιστά τον μονόδρομο που οδηγεί στην επανεκκίνηση της κοινωνικής και οικονομικής δραστηριότητας.
Επιχειρηματολογώντας υπέρ της πιστοποιημένης πλέον αποτελεσματικότητας των εμβολίων, ο κ. Μητσοτάκης επικαλείται τόσο την εμπειρία του Ισραήλ και της Μεγάλης Βρετανίας, δύο χώρες όπου τα εμβόλια άλλαξαν σημαντικά την εικόνα της πανδημίας, όσο και την κατάσταση στα ελληνικά νοσοκομεία, όπου η συντριπτική πλειονότητα όσων νοσούν βαριά και έχουν ανάγκη διασωλήνωσης προέρχονται από τις τάξεις των μη εμβολιασμένων.
Η πρωτοβουλία του πρωθυπουργού να απευθυνθεί ο ίδιος στους Ελληνες πολίτες καλώντας τους να σπεύσουν να εμβολιαστούν ήταν αποτέλεσμα των ανησυχητικών στοιχείων που έφτασαν στο Μέγαρο Μαξίμου για τα χαμηλά ποσοστά προσέλευσης ηλικιωμένων στα εμβολιαστικά κέντρα.
Ολόκληρη η δήλωση του πρωθυπουργού στο «ΘΕΜΑ»
«Ολα τα στοιχεία αποδεικνύουν ότι ο εμβολιασμός σώζει ζωές και προστατεύει από τον κορωνοϊό, ιδιαίτερα τους πιο ευπαθείς. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη χώρα μας, από τους 200 ηλικιωμένους πολίτες που είχαν διασωληνωθεί, οι 197 δεν είχαν εμβολιαστεί. Είναι, λοιπόν, στοιχειώδης κίνηση αυτοπροστασίας, ειδικά για τους μεγαλύτερους, να εμβολιαστούν. Και υπάρχουν ακόμη διαθέσιμα εμβόλια για όσους από αυτούς δεν έχουν κάνει αυτό το βήμα.
Τους ζητώ να το κάνουν το συντομότερο, ώστε το τείχος ανοσίας να ξεκινήσει από εκείνους που απειλούνται περισσότερο. Σε αυτό πρέπει και μπορούν να συμβάλουν όλοι: οι πολιτικές δυνάμεις, η Εκκλησία, οι φορείς των συνταξιούχων, η κοινωνία των πολιτών. Ο εμβολιασμός είναι ο βασικός δρόμος για να μειωθεί η πίεση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας και να τεθεί ξανά σε κίνηση η οικονομία.
Είναι κρίμα να χάνονται ζωές, να στερούμαστε ελευθερίες και να πληρώνει όλη η κοινωνία βαρύ κόστος, όταν κυρίως οι μεγαλύτεροι συμπολίτες μας, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε στην αρχή της πανδημίας, μπορούν πλέον να προστατευθούν πλήρως. Η εμπειρία του Ισραήλ και της Μεγάλης Βρετανίας, αλλά και η εικόνα από τα ελληνικά νοσοκομεία πιστοποιούν την αποτελεσματικότητα του εμβολίου. Απευθύνω, λοιπόν, και πάλι έκκληση στους πολίτες να σπεύσουν να εμβολιαστούν. Το οφείλουν στον εαυτό τους, στους δικούς τους ανθρώπους, στο κοινωνικό σύνολο».
Μειωμένη ανταπόκριση
Μέχρι πρότινος, η μειωμένη ανταπόκριση δεν δημιουργούσε ιδιαίτερο προβληματισμό, αφού το πρώτο τρίμηνο του χρόνου ήταν περιορισμένος ο αριθμός των εμβολίων που ήταν διαθέσιμα. Καθώς, όμως, έχουν αυξηθεί σημαντικά οι διαθέσιμες ποσότητες και εντός του Απριλίου αναμένεται να ξεπεράσουν κατά πολύ τα 3 εκατομμύρια δόσεις, η ανάγκη να κινητοποιηθούν οι διστακτικοί ηλικιωμένοι έγινε πλέον επιτακτική.
Τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του το «ΘΕΜΑ» είναι αποκαλυπτικά του ζητήματος που ανακύπτει. Ειδικότερα, στην ηλικιακή ομάδα των άνω των 85 ετών, η οποία ήταν η πρώτη που είχε την ευκαιρία να εμβολιαστεί ήδη από τις αρχές του χρόνου, η προσέλευση βρίσκεται μόλις στο 61,74%, γεγονός που σημαίνει ότι σχεδόν τέσσερις στους δέκα ηλικιωμένους έχουν για διάφορους λόγους μείνει ανεμβολίαστοι. Παραπλήσια είναι η εικόνα και στην αμέσως επόμενη ηλικιακή ομάδα όσων είναι μεταξύ 80 και 84 ετών, όπου το ποσοστό των εμβολιασθέντων είναι στο 63,85%. Ακόμη κι αν ληφθεί υπόψη ότι σε αυτές τις ηλικίες υπάρχουν αρκετοί συνάνθρωποί μας με κινητικά προβλήματα που αδυνατούν να μετακινηθούν και πάλι η κατάσταση είναι δυσοίωνη.
Ελαφρώς πιο ευοίωνα διαμορφώνονται τα πράγματα για τους έχοντες ηλικία μεταξύ 75 και 79 ετών, καθώς εμβολιάστηκε ή έκλεισε ραντεβού για εμβολιασμό το 75,15% όσων απαρτίζουν τη συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα. Δεν ισχύει το ίδιο, όμως, για τους κάπως νεότερους, οι οποίοι μέχρι στιγμής φαίνεται να είναι επιφυλακτικοί. Στην ομάδα, για παράδειγμα, των 70 έως 74, που η πλατφόρμα εκδήλωσης ενδιαφέροντος άνοιξε στις 26 Μαρτίου, το ποσοστό ανταπόκρισης βρίσκεται στο 58,36%. Ενώ στους 65 έως 69 που απέκτησαν το δικαίωμα να εμβολιαστούν το πρώτο δεκαήμερο του Απριλίου, ο βαθμός ανταπόκρισης βρίσκεται μόλις στο 43,94%.
Αποκαρδιωτική είναι η εικόνα όσον αφορά τους έχοντες ηλικία μεταξύ 60 και 64 ετών που απέκτησαν δικαίωμα εμβολιασμού από τις 10 Φεβρουαρίου. Στους δύο μήνες που πέρασαν έκτοτε εμβολιάστηκαν μόνο οι μισοί, δηλαδή ποσοστό 52,88%. Γεγονός το οποίο προφανώς σχετίζεται με το ότι η συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα επελέγη να εμβολιαστεί με το εμβόλιο της AstraZeneca, γύρω από το οποίο έχει ξεσηκωθεί μεγάλος θόρυβος σχετικά με τις παρενέργειες, όπως θρομβώσεις, που μπορεί να προκαλέσει.
«Κάντε άφοβα το AstraZeneca»
Η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, που συνήλθε προχθές, Παρασκευή, για να αξιολογήσει όλα τα διαθέσιμα δεδομένα από τις ανακοινώσεις των διεθνών οργανισμών και τις επιστημονικές δημοσιεύσεις, συνέστησε τη συνέχιση του προγράμματος εμβολιασμού στη χώρα μας «με κάθε διαθέσιμο εμβόλιο, περιλαμβανομένου και του εμβολίου AstraZeneca (AZ), στα άτομα ηλικίας 30 ετών και άνω».
Επικαλούμενη επίσημα στοιχεία, η Επιτροπή επεσήμανε ότι «η συχνότητα των εκδηλώσεων θρόμβωσης με θρομβοπενία εκτιμάται σε 1 προς 150.000 δόσεις του εμβολίου ΑΖ και η συχνότητα των αντίστοιχων θανάτων σε 1,5 προς 1.000.000 δόσεις». Σε αντιδιαστολή, «η πιθανότητα θανάτου από την ίδια τη νόσο COVID-19 είναι συντριπτικά μεγαλύτερη, καθώς αυξάνει 30 ως 80 φορές τον κίνδυνο εμφάνισης θρόμβωσης των φλεβωδών κόλπων του εγκεφάλου».
Από την αρχή της πανδημίας έχουν επιβεβαιωθεί στη χώρα μας περισσότερες από 288.230 περιπτώσεις μολύνσεων από κορωνοϊό και 8.680 θάνατοι. Μέχρι την Πέμπτη που μας πέρασε είχαν εμβολιαστεί πάνω από 1.350.000 πολίτες με μία τουλάχιστον δόση εμβολίου και περισσότεροι από 705.000 με δύο δόσεις εμβολίου. Σε αυτούς χορηγήθηκαν:
■ 1.530.168 δόσεις εμβολίου της Pfizer/BioNTech,
■ 148.178 δόσεις εμβολίου της Moderna,
■ 378.997 δόσεις εμβολίου της AstraZeneca.
Ολο αυτό το διάστημα, «στον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων αναφέρθηκε μόνο μία περίπτωση θρόμβωσης μεγάλων αγγείων και θρομβοπενίας έπειτα από εμβολιασμό με AstraZeneca». Γι’ αυτό και η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «ο κίνδυνος σοβαρής νόσησης και θανάτου από COVID-19 είναι συντριπτικά μεγαλύτερος από τον κίνδυνο ενδεχόμενης εκδήλωσης θρόμβωσης με θρομβοπενία έπειτα από εμβολιασμό, ιδιαίτερα σε ηλικίες μεγαλύτερες των 30 ετών».
Ενδεικτικά, τέλος, της άμεσης συσχέτισης που φαίνεται να υπάρχει ανάμεσα στους εμβολιασμούς και στις εισαγωγές στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας είναι τα στοιχεία του ΕΟΔΥ που έχει στη διάθεσή του το «ΘΕΜΑ». Οπως δείχνει το σχετικό γράφημα, από την έναρξη του εμβολιαστικού προγράμματος, στις αρχές του χρόνου, το ποσοστό των ανθρώπων που χρειάστηκαν νοσηλεία σε ΜΕΘ μειώθηκε για τους προερχόμενους από τις ηλικιακές ομάδες (μεταξύ 60 και 64 ετών και άνω των 75) που άρχισαν να εμβολιάζονται. Αντιστοίχως αυξήθηκαν οι νοσηλείες για τους υπολοίπους που είναι είτε κάτω των 60 ετών, είτε μεταξύ 64 και 75 ετών που δεν είχαν δυνατότητα να εμβολιαστούν.
Βαλβίδες αποσυμπίεσης
Στο κυβερνητικό επιτελείο, με εξαίρεση τον προβληματισμό που δημιουργείται από τη μειωμένη συμμετοχή των υπερηλίκων στο εμβολιαστικό πρόγραμμα, επικρατεί αισιοδοξία ότι «ο Απρίλιος θα είναι ο τελευταίος δύσκολος μήνας» στη σκληρή και παρατεταμένη μάχη κατά της πανδημίας που δίνει η ελληνική κοινωνία εδώ και 14 μήνες.
Μετά τα πρώτα δειλά ανοίγματα που ξεκίνησαν την προηγούμενη εβδομάδα από την περιορισμένη επαναλειτουργία του λιανεμπορίου και θα συνεχιστούν από αύριο με την επιστροφή στα θρανία των μαθητών του Λυκείου, γίνονται όλες οι απαραίτητες προετοιμασίες έτσι ώστε ο Μάιος να αποτελέσει τον μήνα κατά τον οποίο «θα επανέλθει η κανονικότητα χωρίς πισωγυρίσματα».
Με τη συνδρομή του καιρού που βελτιώνεται καθώς προχωράει η άνοιξη, αλλά και με τη βοήθεια τόσο των self tests, που ξεκίνησαν να χορηγούνται σε μαθητές και εκπαιδευτικούς, ώστε να επαναλειτουργήσουν με μεγαλύτερη ασφάλεια τα Λύκεια, όσο και των εμβολιασμών, που, όπως και να έχει, θα αυξηθούν και θα επεκταθούν στον γενικό πληθυσμό, δημιουργούνται, όπως αναφέρουν κυβερνητικές πηγές, «βάσιμες προσδοκίες ότι το κλίμα που θα επικρατεί στους πολίτες μετά το Πάσχα δεν θα έχει καμία σχέση με το σημερινό».
Οπως υποστηρίζουν κυβερνητικοί ιθύνοντες, ήδη με τις πρώτες «βαλβίδες αποσυμπίεσης» που υπήρξαν το προηγούμενο διάστημα, όταν ήρθησαν μερικοί από τους περιορισμούς που κρατούσαν τους πολίτες στα σπίτια τους, «το κλίμα στην κοινωνία έχει μεταβληθεί και η κόπωση του προηγούμενου διαστήματος έχει αρχίσει να δίνει σιγά-σιγά τη σκυτάλη στην αίσθηση της ικανοποίησης από την όλο και περισσότερη ελευθερία που θα επικρατήσει πολύ σύντομα».
Αν και δεν μπορεί να προδικαστεί ότι θα επιτραπούν οι μετακινήσεις προς την Περιφέρεια κατά τη διάρκεια των αργιών του Πάσχα, από το οποίο απέχουμε τρεις εβδομάδες, αρμόδιοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι υπολογίζουν ότι εντός του πρώτου δεκαπενθήμερου του Μαΐου θα καταστεί δυνατή η επαναλειτουργία τόσο των υπόλοιπων σχολικών μονάδων όσο και της εστίασης αλλά και του τουρισμού.
Αισιοδοξία για την οικονομία
Εκτός από την προσδοκώμενη ύφεση της πανδημίας, στην κυβέρνηση επικρατεί αισιοδοξία και για την αναμενόμενη ανάκαμψη της οικονομίας. Αρμόδιες πηγές, μάλιστα, παραθέτουν μια σειρά από λόγους που αποτελούν πρόωρους δείκτες που προεξοφλούν τις θετικές εξελίξεις. Αυτοί είναι:
■ Η αύξηση καταθέσεων.
■ Οι ροές πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης που στο δεύτερο εξάμηνο του χρόνου αναμένεται να φτάσουν στα 4 δισ. ευρώ.
■ Οι θετικές προοπτικές που διαγράφονται στον ορίζοντα των τουριστικών αφίξεων.
■ Οι μειώσεις των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών που αναμένεται να λειτουργήσουν ως τονωτικές ενέσεις στην οικονομική δραστηριότητα.
■ Τα αρνητικά επιτόκια με τα οποία δανείζεται το Ελληνικό Δημόσιο.
■ Η εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος.
■ Το καθεστώς της τηλεργασίας που μπορεί να δημιουργήσει ευκαιρίες για την εγκατάσταση στη χώρα μας των λεγόμενων «digital nomads», δηλαδή των εργαζομένων που θα διαμένουν στην Ελλάδα και θα εργάζονται εξ αποστάσεως για λογαριασμό εταιρειών που είναι στο εξωτερικό.
■ Οι μεταρρυθμίσεις που προωθούνται και δημιουργούν μια νέα, πιο ελκυστική εικόνα της Ελλάδας στο διεθνές πεδίο.
■ Η ψηφιοποίηση του κράτους, αλλά και αρκετών ιδιωτικών επιχειρήσεων.
■ Η βελτίωση των συνθηκών που συνθέτουν το μεγάλο μεταναστευτικό πρόβλημα που αντιμετώπισε η χώρα τα προηγούμενα χρόνια.
■ Η επάρκεια στη διαχείριση των προβλημάτων που δείχνει η κυβέρνηση, παρά τα λάθη και τις αστοχίες που κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι παρατηρούνται.
Παρά ταύτα, κυβερνητικές πηγές που έχουν γνώση των διαθέσεων που επικρατούν στα ενδότερα του Μεγάρου Μαξίμου ξεκαθαρίζουν ότι «ο πρωθυπουργός είναι απολύτως ειλικρινής όταν διαβεβαιώνει ότι δεν σκέφτεται να προσφύγει σε πρόωρες κάλπες και αντιθέτως σχεδιάζει την εξάντληση της τετραετίας». Υποστηρίζουν, άλλωστε, ότι ο τρόπος που αντιπολιτεύεται ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελεί απειλή για την κυβέρνηση. «Ποντάρει μόνο στην καταστροφή, δεν έχει κανένα θετικό αφήγημα για τον κόσμο και κάνει αντιπολίτευση για τον… κιμά της γαρίδας», αναφέρουν. Γι’ αυτό, καταλήγουν, «δεν μπαίνουμε σε κόντρα αυτού του επιπέδου», αφού «δεν μας απασχολεί ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ο κόσμος που θέλει λύσεις στα προβλήματά του».
Πηγή: protothema.gr
Γρηγόρης Τζιοβάρας