Τις κατηγορίες της απάτης από κοινού κατ’ εξακολούθηση, το περιουσιακό όφελος και η προξενηθείσα ζημία της οποίας υπερβαίνουν το ποσό των 120.000 ευρώ από υπαίτιους, που διαπράττουν απάτες κατ’ επάγγελμα και συνήθεια αντιμετωπίζουν πρώην πρόεδρος Μέσου Μαζικής Ενημέρωσης στα Δωδεκάνησα και ένας κάτοικος Αθηνών.
Η δικογραφία για την υπόθεση έχει διαβιβαστεί από Εισαγγελέα Αθηνών στον 6ο τακτικό ανακριτή Αθηνών, ενώπιον του οποίου θα κληθούν σε απολογία οι μηνυόμενοι.
Η υπόθεση κινήθηκε μετά από μήνυση ενός κατοίκου των Αθηνών, που διατείνεται ότι γνώρισε τους κατηγορούμενους, μέσω ενός κοινού τους γνωστού, το έτος 2006.
Σύμφωνα με τη μήνυση το έτος 2008 ο δεύτερος μηνυόμενος άρχισε να προσεγγίζει τον μηνυτή για συνεργασία, περιγράφοντάς του δύο επιχειρήσεις που λειτουργούσε με την πρώτη και συγκεκριμένα μια εταιρία πωλήσεων εξ αποστάσεως και έναν τηλεοπτικό σταθμό στα Δωδεκάνησα.
Ο μηνυτής φέρεται να πείσθηκε ότι οι μηνυόμενοι είχαν ανάγκη για ένα στενό, έμπιστο, ικανό, συνεργάσιμο άνθρωπο, τον οποίον βρήκαν, κατά τις τότε δηλώσεις τους, στο πρόσωπό του.
Όπως υποστηρίζει ο δεύτερος μηνυόμενος, παρουσίαζε την πρώτη επιχείρησή του ως μια εταιρία και επιχείρηση ανθηρή και εύρωστη, με μεγάλη οικονομική επιφάνεια και καλή φήμη στο χώρο του εμπορίου, την αξία της οποίας εκτιμούσε στο ποσό των 450.000 ευρώ περίπου, δηλώνοντάς του ταυτόχρονα ότι η ετήσια κερδοφορία της ανερχόταν στο ποσό των 120.000 ευρώ, ότι παρακολουθεί και πληρώνει κανονικά τις υποχρεώσεις της σε προσωπικό και προμηθευτές.
Ο μηνυτής θα κατέβαλλε συνολικά το ποσό των 225.000 ευρώ για τη συμμετοχή του στην εταιρία πωλήσεων εξ αποστάσεως, κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) δηλαδή για την μεταβίβαση των μισών μεριδίων της εταιρίας που είχε τη μορφή της εταιρίας περιορισμένης ευθύνης. Ταυτόχρονα, όπως υποστηρίζει, του ανέφεραν ότι θα μπορούσε να προσφέρει, με χωριστή αμοιβή, τις προσωπικές του υπηρεσίες σύμφωνα με τις εταιρικές ανάγκες που αρχικώς ήταν η κινηματογράφηση διαφημιστικών πεντάλεπτων με αντικείμενο ιατρικά εργαλεία, όπως πιεσόμετρα αλλά και ακόμα η επαφή με άλλους επιχειρηματίες και προμηθευτές, η ανεύρεση νέων πελατών και γενικώς κάθε ενέργεια που θα καθιστούσε την εταιρία πιο παραγωγική και πιο προσοδοφόρα.
Την 21η Ιανουαρίου 2009 στο γραφείο Δωδεκανήσιου δικηγόρου στην Αθήνα έγινε συνάντηση για να καθοριστούν οι λεπτομέρειες της συμφωνίας.
Στη συνάντηση αυτή έλαβαν μέρος οι δύο μηνυόμενοι, ο δικηγόρος και ο μηνυτής. Όπως υποστηρίζεται στη μήνυση, όταν άρχισε ο δικηγόρος να ζητά σειρά στοιχείων για να προχωρήσει στην κατάρτιση των αναγκαίων συμφωνητικών, όπως καταστατικά εταιριών, τυχόν διοικητικές άδειες, μισθωτήρια, ισολογισμούς κλπ. οι μηνυόμενοι αναδιπλώθηκαν.
Βλέποντας, όπως υποστηρίζει ο μηνυτής, ο δεύτερος μηνυόμενος ότι το σενάριο του ναυαγούσε, άρχισε να λέει ότι δεν μπορεί για λόγους «διαδικαστικούς» και «τυπικούς» να μη προχωρήσει η συμφωνία και ότι, αν δεν γίνει η πρώτη καταβολή σε μετρητά θα την ματαίωνε. Ο μηνυτής, φοβούμενος μην τυχόν δυσαρεστήσει τους μελλοντικούς συνεργάτες του και χάσει την ευκαιρία παρεκάλεσε το δικηγόρο να βρει μία άμεση και σοβαρή προσωρινή λύση για να μην ναυαγήσει ο επιχειρηματικός γάμος, όπως τον έβλεπε εκείνη την εποχή.
Τη στιγμή εκείνη ο δικηγόρος τους πρότεινε να συντάξει και να υπογράψουν ένα απλό ιδιωτικό συμφωνητικό δανείου, για να προκύπτει τουλάχιστον ότι για κάποια νόμιμη αιτία κατέβαλε ο μηνυτής χρήματα στους μηνυόμενους. Πράγματι συντάχθηκε και υπεγράφη ιδιωτικό συμφωνητικό δανείου με το οποίο φαινόταν ότι δάνεισε στην εταιρία το ποσό των 21.000 ευρώ με την εγγύηση της πρώτης μηνυόμενης (ατομικά) τα οποία η άνω οφειλέτρια όφειλε να επιστρέψει μετά από ένα μήνα.
Για την πληρέστερη εξασφάλισή του η οφειλέτρια του παρέδωσε επιταγή, εκδόσεως της ανώνυμης εταιρείας, που διαχειριζόταν το ΜΜΕ, λευκή ως προς την ημερομηνία εκδόσεώς της που συμφωνήθηκε να είναι η 22.2.2009. Πράγματι την ίδια μέρα όπως αναφέρει, κατέβαλε στην πρώτη μηνυόμενη σε μετρητά το ποσό των 21.000 ευρώ.
Εν συνεχεία χωρίς την παρουσία δικηγόρου τους κατέβαλε το συνολικό ποσό των 225.000 ευρώ και ακόμα 10.000 ευρώ για την κατασκευή studio ηχογράφησης. Αμέσως μετά τις καταβολές άρχισε, όπως υποστηρίζει, να ζητά να προχωρήσουν στη σύνταξη εγγράφων για τη μεταβίβαση των μετοχών – μετοχικών δικαιωμάτων και εταιρικών μεριδίων.
Όταν, το καλοκαίρι του 2009, εξέθετε την δικαιολογημένη απορία του γιατί δεν προχωρούν στην σύνταξη συμφωνητικών μεταβίβασης των μεριδίων, οι μηνυόμενοι φέρονται να άρχισαν να επικαλούνται τον φόρτο εργασίας του δικηγόρου τους και να τονίζουν ότι είναι εξασφαλισμένος με αξιόγραφα που του έχουν μεταβιβάσει και συγκεκριμένα συναλλαγματικές αποδοχής της ανώνυμης εταιρίας, οι οποίες, όπως ισχυρίζεται, δεν πληρώθηκαν παρά την λήξη τους.
Μεταξύ άλλων ισχυρίζεται ότι από τις αρχές του μήνα Σεπτέμβρη 2009, άρχισε να αναζητά λύση με τους μηνυόμενους και την υπογραφή συμφωνητικών μεταβίβασης των μεριδίων της εταιρίας.
Από τα μέσα του μήνα Δεκέμβρη 2009, άρχισε, όπως ισχυρίζεται, να πιέζει για άμεση λύση γιατί διαισθανόταν ότι είχε πέσει θύμα απάτης των μηνυόμενων.
Ισχυρίζεται ότι η εταιρεία ήταν τελικώς νεοσύστατη, με χρέη σε προμηθευτές.
Την 4η Ιανουαρίου 2010, η πρώτη μηνυόμενη φέρεται να του παρέδωσε δήλωση αναγνώρισης χρέους ποσού 226.078 ευρώ που είχε λάβει σε μετρητά το οποίο υποσχέθηκε να του καταβάλει τμηματικά.
Η συμφωνία για τμηματική καταβολή δεν φέρεται να τηρήθηκε με αποτέλεσμα να προσφύγει ο μηνυτής στα αστικά δικαστήρια.
Την υπόθεση χειρίζεται ο δικηγόρος κ. Μανώλης Γρηγοριάδης.