Τοπικές Ειδήσεις

Το βιβλίο επέστρεψε στο σπίτι και θα μείνει…

Στις γραμμές των βιβλίων φανερώνονται τα μυστικά της ανθρωπότητας, οι αλήθειες του παρελθόντος όπως αυτές επαναλαμβάνονται με τακτικότητα ακριβείας στο πέρασμα των αιώνων και εν τέλει μέσα στις σελίδες τους στέκεται η εξής και εξαιρετικά απλή αρχή: Ο πολύς ο κόσμος το μόνο που χρειάζεται είναι ένα χέρι που δεν θα υπόσχεται ασφάλεια, μα τη βίωση της ανασφάλειας με αμοιβαίο σεβασμό. Το βιβλίο βγαίνει ενισχυμένο από την πανδημία, όχι ως εμπορικό προϊόν, αλλά ως μέσο κατανόησης και συνύπαρξης στην νέα ζωή.
«Όσο τα πάντα ήταν κλειστά, δημιουργήθηκε ένα θετικό πρόσημο· ο κόσμος διάβασε περισσότερα βιβλία», εξηγεί στη ‘δημοκρατική’ ο πρόεδρος της Ένωσης Ελληνικού Βιβλίου και επικεφαλής των εκδόσεων «Μίνωας» κ. Γιάννης Κωνστανταρόπουλος. «Υπήρξε αριθμός εκείνων που έκλεισαν τα social media, επέστρεψαν στα βιβλία, άλλοι πάλι έπιασαν ξανά τους τίτλους που είχαν διαβάσει πριν από χρόνια».
Το κάθε βιβλίο διαβάζεται μέσα σε ιερή σιωπή. Η εσωτερική φωνή αποτελεί δομικό στοιχείο της προσωπικότητας και αυτή ενδυναμώνει μέσα από τη διαδικασία της ανάγνωσης. Ο αναγνώστης καταλήγει στο τέλος της κάθε σελίδας πιο πλούσιος σε εικόνες και σίγουρα πιο δυνατός σε αντίληψη.
Η καραντίνα οδήγησε στο έπακρο την ανάγκη της εσωτερικής ενδυνάμωσης γι’ αυτό κι όταν δόθηκε η εντολή ν’ ανοίξουν τα βιβλιοπωλεία, άπαντες οι πολίτες ξεχύθηκαν για αγορές. «Απ’ όλους τους μήνες της καραντίνας, η περίοδος με τις περισσότερες πωλήσεις βιβλίων ήταν τα περασμένα Χριστούγεννα, με το παιδικό προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας να βρίσκεται στην κορυφή της γραμμής ζήτησης», περιέγραψε στη ‘δ’ η συγγραφέας και ιδιοκτήτρια του βιβλιοπωλείου ‘Ακαδημία’ κα. Τίτσα Πιπίνου. Η ίδια ωστόσο δεν παρέλειψε να διαπιστώσει ότι «όσο τα παιδιά μεγαλώνουν και μεταπηδούν τάξεις στο δημοτικό, στη ζωή τους μπαίνει το κινητό ή το τάμπλετ. Τότε είναι που ξεκινά η απομάκρυνσή τους από το βιβλίο».
Ο κ. Λευτέρης Καβαλιέρος, ιδιοκτήτης του βιβλιοπωλείου «Το δέντρο» μιλώντας στη ‘δ’ στάθηκε κυρίως στο περιεχόμενο που διαβάστηκε όλους αυτούς τους μήνες: «Παρατηρήσαμε στροφή προς τους πιο μικρούς εκδοτικούς οίκους και σε βιβλία που δεν θεωρούνται εμπορικά. Είναι μια τάση που έχουμε παρατηρήσει να συμβαίνει και νομίζω θα συνεχιστεί».
Η κατάρρευση (;) των
μεγάλων αλυσίδων
Το στοιχείο εκείνο που έγινε ξεκάθαρο κατά την περίοδο της καραντίνας ήταν ο μεγάλος βαθμός διείσδυσης των εμπορικών αλυσίδων στην αγορά του βιβλίου. Για σημαντικό χρονικό διάστημα τα μεγάλα κέντρα διάθεσης βιβλίων είτε ήταν κλειστά, είτε είχαν αδυναμία εξυπηρέτησης των αναγνωστών λόγω κατάρρευσης των online συστημάτων τους. Συνέβαλε επίσης ο τεράστιος όγκος δουλειάς που ανέλαβαν οι εταιρείες ταχυμεταφορών, γεγονός που οδήγησε σε πρωτοφανείς καθυστερήσεις στην παράδοση των δεμάτων.
«Για τους λόγους αυτούς οι αναγνώστες στράφηκαν στα μικρά βιβλιοπωλεία, εκεί όπου μπορούσαν άμεσα να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες τους. Εμείς, ως Κέντρο Ελληνικού Βιβλίου τηλεφωνούσαμε στους βιβλιοπώλες της γειτονιάς, τους προτρέπαμε να επικοινωνήσουν με τους τακτικούς τους πελάτες, να τους ενημερώσουν για τους νέους τίτλους βιβλίων, να τους δείξουν ότι γνωρίζουν τις βιβλιοφιλικές τους προτιμήσεις και σ’ αυτή τη δύσκολη περίοδο είναι κοντά τους. Όσοι το έπραξαν, σίγουρα μπόρεσαν να επιτύχουν καλές πωλήσεις», εξήγησε ο κ. Γιάννης Κωνστανταρόπουλος. Έσπευσε ωστόσο να ξεκαθαρίσει ότι «η αγορά του βιβλίου διακατέχεται από αυθορμητισμό. Ο αναγνώστης φτάνοντας σ’ ένα βιβλιοπωλείο έχει κατά νου έναν συγκεκριμένο τίτλο, μα τελικά καταλήγει να αγοράσει και κάτι ακόμα που στο ράφι του κέντρισε το ενδιαφέρον. Στην καραντίνα, λόγω των οικονομικών προβλημάτων, οι αυθόρμητες αγορές χάθηκαν γι’ αυτό και γενικά οι πωλήσεις των βιβλίων κατέγραψαν πτώση 10% σε σύγκριση με το έτος 2019».
Αρκετοί από τους βιβλιοπώλες της Ρόδου, με τους οποίους επικοινώνησε η ‘δ’, θεωρούν ότι τοπικά οι πωλήσεις βιβλίων παρουσίασαν πτώση αρκετά μεγαλύτερη από το 10% και ευθέως απέδωσαν το πρόβλημα στην περιορισμένη τουριστική κίνηση του 2020. «Πάρα πολλοί ξενοδοχοϋπάλληλοι είχαν μείνει χωρίς δουλειά, είτε δούλεψαν μόνο για λίγο. Με την οικογένεια σε οικονομική στενότητα ήταν αδύνατο να διατεθούν χρήματα για αγορές που δεν αφορούσαν ήδη διατροφής», τονίσθηκε χαρακτηριστικά.
Παρόλα αυτά, όλοι συμφωνούν ότι πια επαναπροσδιορίζεται η σχέση αναγνώστη – βιβλιοπώλη. Η αμεσότητα, η ανθρώπινη προσέγγιση, η ικανότητα των δύο να μιλήσουν την ίδια γλώσσα για το περιεχόμενο ενός βιβλίου προτού αυτό φτάσει στο ταμείο, έχουν προσδώσει ξανά στην εμπορική πράξη το νόημα μιας μικρής ‘ιεροτελεστίας’ που συντελείται ανάμεσα στα ράφια. Άλλωστε, η ανάγνωση που ακολουθεί της αγοράς, η επαφή του ανθρώπου με το μέσα του, το καθρέφτισμα στις λέξεις, το ταξίδι στη συγκεντρωμένη γνώση, η ταύτιση ή η αποστροφή με τους λογοτεχνικούς ήρωες εξακολουθούν στο Σήμερα να εμπεριέχουν τα χαρακτηριστικά μιας αρχαίας μυστηριακής τελετής.
Το βιβλίο ξαναβρίσκει
τη θέση του στο σπίτι
Υπάρχει διάχυτη η εκτίμηση ότι μόνο ένα μικρό ποσοστό του πληθυσμού διαβάζει βιβλία. Επίσης, η ίδια εκτίμηση θέλει το παιδικό βιβλίο να βρίσκεται πρώτο σε πωλήσεις, και να βρίσκονται ψηλά στη ζήτηση τα μυθιστορήματα ‘ελαφριάς κοπής’. Ωστόσο, δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποτυπώνουν το τι ακριβώς ισχύει για την αγορά του βιβλίου στην Ελλάδα και αυτός είναι ο λόγος που οι γενικές εκτιμήσεις μπορούν ευθέως να αμφισβητηθούν.
Φέτος, χρονιά ορόσημο για τα 200 χρόνια από την εθνική παλιγγενεσία, οι εκδότες έκαναν σοβαρό άνοιγμα στα ιστορικά συγγράμματα και οι αναγνώστες τούς το ανταπέδωσαν με αγορές. Αντίστοιχα, πέρυσι, στην εκκίνηση της πρώτης καραντίνας, παρουσιάστηκε μεγάλη ζήτηση για βιβλία με δυστοπικό περιεχόμενο και ατμόσφαιρα που κατά κάποιο τρόπο έμοιαζε με την περιρρέουσα του Covid19.
Γενικά οι τάσεις και τα γεγονότα επηρεάζουν σημαντικά τις αναγνωστικές επιλογές. Ταυτόχρονα, σε όλες τις μικρές κοινωνίες της Ελλάδας υπάρχουν ενεργές λέσχες βιβλίων, όπως και ομάδες ανάγνωσης, φιλαναγνωσίας και δημιουργικής γραφής. Όλες περιστρέφονται γύρω από την αναγνώριση των νοημάτων που κρύβονται στις σελίδες και στη μαγική διαδικασία της σύλληψης των λέξεων από τη σφαίρα του άυλου και τη μεταφορά τους στο χαρτί.
Όλα αυτά δείχνουν ότι το βιβλίο επέστρεψε για τα καλά και ήδη έχει εγγράψει παρακαταθήκες για σοβαρή παρουσία του στην καθημερινότητα των επομένων ετών. Λογοτεχνικά αυτή η παρακαταθήκη μπορεί εύκολα να παραλληλιστεί με τον 2ο τόμο του Δον Κιχώτη, όπου ο Θερβάντες θέλει τον ομώνυμο ήρωα στο κρεβάτι του πόνου, να μαθαίνει ότι κάποιος φοιτητής έχει γράψει την ιστορία του σε βιβλίο. Αυτό τον παρακινεί να σηκωθεί, να αναρρώσει με το ζόρι, ώστε να ξεκινήσει ξανά περιπέτειες και να τροφοδοτήσει τον φοιτητή με πρόσθετες σελίδες ηρωισμού, ιπποσύνης και πραγματικής ζωής.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου