Το τελευταίο διάστημα, Ουγγαρία και Πολωνία, για διαφορετικούς λόγους η καθεμία, παρεκκλίνουν ολοένα και περισσότερο από θεμελιώδεις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένα ρήγμα στις σχέσεις τους με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Συνέντευξη στον Γιάννη Μπόζιο
Η Ένωση έχει θέσει ως προτεραιότητα να ενισχύσει την ψηφιακή της κυριαρχία και ανταγωνιστικότητα και να θέσει πρότυπα, αντί να ακολουθεί αυτά άλλων, με σαφή προσήλωση στην τεχνολογία, στην τεχνητή νοημοσύνη και στις υποδομές, οι οποίες θα βοηθήσουν στην πράσινη μετάβαση αλλά και σε μια τεχνολογικά πρωτοπόρο Ένωση.
Ψηλά στην ατζέντα της ελληνικής κυβέρνησης βρίσκεται και το σενάριο διασύνδεσης της Ελλάδας με τη Σαουδική Αραβία για μεταφορά μπλε υδρογόνου μέσω της χώρας μας στην Ευρώπη. Η γεωπολιτική θέση της Ελλάδας, της δίνει πλέον την ευκαιρία και τη δυνατότητα να πρωτοστατήσει στον τομέα της πράσινης ενέργειας και να γίνει ένας από τους σημαντικότερους ενεργειακούς κόμβους.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη της, τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς των πολιτών και να πλαισιώσει την οικονομική ενοποίηση με περαιτέρω πολιτική εμβάθυνση, αναφέρει χαρακτηριστικά ο Ρόδιος ειδικός επιστημονικός συνεργάτης στο Ευρωπαικό Κοινοβούλιο Δημήτρης Κρεμλής, σε συνέντευξη του στη «Δημοκρατική».
• Η Ουγγαρία και η Πολωνία αν και ανήκουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι δύο χώρες που φαίνεται ότι δεν συμμερίζονται τις βασικές αρχές της ένωσης, ρέποντας προς τον αυταρχισμό και τον Εθνικόλαϊκισμό. Ποια θα πρέπει να είναι η στάση της Ένωσης απέναντι σε τέτοια φαινόμενα;
Το τελευταίο διάστημα, Ουγγαρία και Πολωνία, για διαφορετικούς λόγους η καθεμία, παρεκκλίνουν ολοένα και περισσότερο από θεμελιώδεις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένα ρήγμα στις σχέσεις τους με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Στις χώρες αυτές εμφανίζεται πιο έντονα το φαινόμενο της παραπληροφόρησης και της συνεχούς κατασυκοφάντησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ως εκ τούτου ο λαϊκισμός και ο αντιευρωπαϊσμός βρίσκουν πρόσφορο έδαφος, ιδιαίτερα σε θέματα όπως το μεταναστευτικό και τα δικαιώματα των μειονοτήτων.
Όσον αφορά στην Πολωνία, με την πρόσφατη απόφαση του Συνταγματικού της Δικαστηρίου σύμφωνα με την οποία το πολωνικό σύνταγμα υπερισχύει του Ευρωπαϊκού δικαίου, τέθηκε σε κατάφορη αμφισβήτηση η ευρωπαϊκή έννομη τάξη και οι συνθήκες που διέπουν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Η Ουγγαρία από την άλλη, ανησυχεί παραδοσιακά την EE σε θέματα που αφορούν στο κράτους δικαίου, στην ελευθερία του Τύπου, στα δικαιώματα των μειονοτήτων, τα οποία αποτελούν αδιαπραγμάτευτες αρχές και αξίες της Ένωσης. Ωστόσο, οι θεσμοί έχουν πλέον τη δυνατότητα να «ταρακουνήσουν» τις δύο αυτές χώρες, μέσω της αναστολής των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης που προορίζονται για αυτές, το οποίο διάφοροι κύκλοι στις Βρυξέλλες θεωρούν ότι θα δώσει σημαντικά αποτελέσματα όσον αφορά στην «ευθυγράμμισή τους» με το ευρωπαϊκό κεκτημένο.
• Οι προκαταβολές του ταμείου ανάκαμψης έχουν ήδη ξεκινήσει να καταβάλλονται στα κράτη-μέλη. Για την Ευρωπαϊκή Ένωση, ποιες είναι οι βασικές προτεραιότητες, για την επίτευξη των οποίων θα πρέπει να επενδυθούν αυτοί οι πόροι;
Το NextGenerationEU αποτελεί ένα προσωρινό μέσο ανάκαμψης ύψους 800 δις. ευρώ, το οποίο στοχεύει στη θωράκιση των ευρωπαϊκών οικονομιών και κοινωνιών από τις επιπτώσεις της πανδημίας. Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αποτελεί τον πυρήνα του NextGenerationEU, το οποίο φιλοδοξεί να στηρίξει τις ευρωπαϊκές οικονομίες με 723 δις. ευρώ μέσω επιδοτήσεων και χαμηλότοκων δανείων, τα οποία δεν επιβαρύνουν δημοσιονομικά τα κράτη-μέλη συνδυάζοντας επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις. Ωστόσο, τα κονδύλια αυτά, τα οποία έχουν ήδη ξεκινήσει να χορηγούνται, δεν στοχεύουν μόνο στην άμεση, βραχυπρόθεσμη αποκατάσταση των ζημιών της υγειονομικής κρίσης αλλά και στη μακροπρόθεσμη δημιουργία ανθεκτικών και βιώσιμων οικονομιών και κοινωνιών, οι οποίες θα μπορούν να αντιμετωπίσουν τις νέες προκλήσεις του μέλλοντος όπως η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση. Πρόκειται για δύο μεγάλες προκλήσεις των καιρών, στην αντιμετώπιση των οποίων κρίνεται το μέλλον των επόμενων γενιών.
Από τη μία, η ενεργειακή μετάβαση αφορά στην επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας μέχρι το 2050, μέσω του Green Deal και πιο συγκεκριμένα του κλιματικού νόμου και της νέας δέσμης μέτρων Fit for 55, αλλά και στην ανάδειξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως κινητήριας δύναμης και πρωτοπόρου στην επίτευξη αυτού του στόχου. Ωστόσο, η πράσινη μετάβαση πρέπει να πραγματοποιηθεί μέσω της δημιουργίας νέων ευκαιριών και πιο συγκεκριμένα νέων θέσεων εργασίας, ιδιαίτερα σε αυτούς που θα επηρεαστούν άμεσα από αυτήν, όπως για παράδειγμα στους εργαζόμενους στον τομέα του λιγνίτη.
Από την άλλη, η ψηφιακή μετάβαση αποτελεί βασική προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Ταμείο Ανάκαμψης απαιτεί από τα κράτη-μέλη να διαθέσουν τουλάχιστον το 20% των κονδυλίων προς την κατεύθυνση αυτή.
Η Ένωση έχει θέσει ως προτεραιότητα να ενισχύσει την ψηφιακή της κυριαρχία και ανταγωνιστικότητα και να θέσει πρότυπα, αντί να ακολουθεί αυτά άλλων, με σαφή προσήλωση στην τεχνολογία, στην τεχνητή νοημοσύνη και στις υποδομές, οι οποίες θα βοηθήσουν στην πράσινη μετάβαση αλλά και σε μια τεχνολογικά πρωτοπόρο Ένωση. Παράλληλα, η ψηφιακή μετάβαση βοηθά και στην απλούστευση της καθημερινότητας και της ζωής των πολιτών, αναβαθμίζοντας τη σχέση τους με τη δημόσια διοίκηση αλλά έχει και προεκτάσεις σε ζητήματα ασφάλειας και άμυνας, δεδομένου ότι έχουμε περάσει σε μια νέα εποχή όπου οι απειλές προς τον Δυτικό κόσμο δεν γίνονται πλέον με τον παραδοσιακό τρόπο αλλά μέσω υβριδικών επιθέσεων.
Είναι καιρός λοιπόν τα κράτη να αξιοποιήσουν με το βέλτιστο τρόπο τα κονδύλια αυτά και να τα διοχετεύσουν σε μεταρρυθμίσεις, επενδύσεις και κρατικό εκσυγχρονισμό προς όφελος των επόμενων γενιών, με στόχο την ανοικοδόμηση μιας νέας Ευρώπης, πιο πράσινης, πιο ψηφιακής, πιο ανθεκτικής που θα προωθεί την καινοτομία, την ανάπτυξη και την επιχειρηματικότητα και θα είναι πλέον έτοιμη να αντιμετωπίσει κάθε μελλοντική κρίση.
• Με αφορμή τη διεθνή διάσκεψη του ΟΗΕ στη Γλασκόβη για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης ο πρωθυπουργός μέσα από διαρκείς και σημαντικές συνεργασίες παρουσίασε το σχέδιο του, προκειμένου η Ελλάδα να μετατραπεί σε κόμβο μεταφοράς πράσινης ενέργειας στην Ευρώπη. Τι σηματοδοτεί αυτό για τη χώρα μας;
Η μετατροπή της Ελλάδας σε κόμβο διέλευσης και μεταφοράς πράσινης ενέργειας προς την Ευρώπη αποτελεί ένα από τα πιο φιλόδοξα σχέδια της ελληνικής κυβέρνησης.
Η Ελλάδα και η κυβέρνηση Μητσοτάκη εμπνέει πλέον εμπιστοσύνη, ασφάλεια και σταθερότητα με αποτέλεσμα να προσελκύει όλο και περισσότερες επενδύσεις αλλά και να αυξάνει το ενδιαφέρον γειτονικών χωρών για υπογραφή συμφωνιών με τη χώρα μας, οι οποίες και αναβαθμίζουν το ρόλο της στο διεθνές στερέωμα.
Σημαντικό παράδειγμα αποτελεί η πρόσφατη υπογραφή συμφωνίας με την Αίγυπτο, για τη δημιουργία υποθαλάσσιου ηλεκτρικού καλωδίου, το οποίο πρόκειται να μεταφέρει καθαρή, πράσινη ηλεκτρική ενέργεια στη χώρα μας που θα διοχετεύεται και στην Κεντρική Ευρώπη.
Παράλληλα, ψηλά στην ατζέντα της ελληνικής κυβέρνησης βρίσκεται και το σενάριο διασύνδεσης της Ελλάδας με τη Σαουδική Αραβία για μεταφορά μπλε υδρογόνου μέσω της χώρας μας στην Ευρώπη. Η γεωπολιτική θέση της Ελλάδας, της δίνει πλέον την ευκαιρία και τη δυνατότητα να πρωτοστατήσει στον τομέα της πράσινης ενέργειας και να γίνει ένας από τους σημαντικότερους ενεργειακούς κόμβους. Άλλωστε, το ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας προβλέπει και τη στήριξη πρωτοβουλιών εσωτερικής παραγωγής πράσινου και γαλάζιου υδρογόνου, το οποίο στο απώτερο μέλλον θα μπορεί να μεταφέρεται μέσω και των αγωγών φυσικού αερίου που διασχίζουν τη χώρας μας (TAP και ICGB).
• Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αύξηση του φαινομένου του ευρωσκεπτικισμού με ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά στις νεανικές ηλικίες. Πώς ορίζεται αυτό το φαινόμενο; Και γιατί οι πολίτες σήμερα τείνουν να απορρίπτουν σε μεγάλο βαθμό την αξία της Ευρωπαϊκής Ένωσης;
Το φαινόμενο του ευρωσκεπτικισμού έχει απασχολήσει επανειλημμένα την Ευρωπαϊκή Ένωση, με αποκορύφωμα την πρόσφατη αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ευρωπαϊκή οικογένεια.
Η βασικότερη αιτία του προβλήματος είναι η αντίληψη των πολιτών ότι η Ένωση είναι ένα αρτηριοσκληρωτικό, γραφειοκρατικό μόρφωμα, στη λειτουργία του οποίου δεν συμμετέχουν και για τις αποφάσεις του οποίου δεν ενημερώνονται.
Ως εκ τούτου μένουν αμέτοχοι ενώ παράλληλα τους διακατέχει αδιαφορία για τα ευρωπαϊκά θέματα και για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία παίζει συχνά το ρόλο του αποδιοπομπαίου τράγου, στον οποίο λαϊκίστικες και εθνικιστικές κυβερνήσεις φορτώνουν όλες τις αμαρτίες τους. Και εδώ κρύβεται ένα από τα βασικότερα δομικά προβλήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το γεγονός δηλαδή ότι, ενώ εξελίχθηκε προοδευτικά σε οικονομική και νομισματική ένωση, δεν προβλέφθηκε ποτέ η πολιτική εμβάθυνση αλλά και η λήψη πρωτοβουλιών με στόχο την ενδυνάμωση της συμμετοχής των πολιτών στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, ώστε να νιώθουν ότι ακούγεται δυνατά η φωνή τους στους διαδρόμους και στις συνεδριάσεις των ευρωπαϊκών θεσμών.
Έχουν γίνει βέβαια, με τη Συνθήκη της Λισαβώνας, κάποια θετικά βήματα προς τον εκδημοκρατισμό της λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως για παράδειγμα, με την ενίσχυση του ρόλου των εθνικών κοινοβουλίων στη νομοθετική διαδικασία, με τη διαδικτυακή μετάδοση των συνεδριάσεων των οργάνων της ΕΕ, με τη διαδικασία της Ευρωπαϊκής Πρωτοβουλίας Πολιτών, ωστόσο δεν είναι ευρέως γνωστά και δεν αντισταθμίζουν πλήρως το δημοκρατικό έλλειμμα, για το οποίο συνήθως κατηγορείται η Ένωση.
Δεν πρέπει ωστόσο να ξεχνάμε ότι ζούμε στην εποχή του λαϊκισμού και του αντιευρωπαϊσμού. Μια εποχή που το ευρωπαϊκό πνεύμα υπονομεύεται από δυνάμεις και πολιτικές εξουσίες που αντιδρούν σε αλλαγές και μεταρρυθμίσεις και απεργάζονται τη διάλυση της Ευρώπης.
Αυτές οι ακραίες φωνές, δυστυχώς, βρίσκουν πρόσφορο έδαφος και αναπτύσσονται μέσα από την παραπληροφόρηση, τη διάδοση ψευδών ειδήσεων αλλά και τη συνεχή κατασυκοφάντηση και απόδοση ευθυνών στην Ένωση, για θέματα στα οποία η ίδια δεν έχει καμία αρμοδιότητα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένει μια ένωση αυτόνομων και κυρίαρχων κρατών, με έλλειψη συντονισμένων πολιτικών σε τομείς που αφορούν στη ζωή και στην καθημερινότητα των πολιτών, είτε από απροθυμία συγκεκριμένων κρατών-μελών με διαφορετικές πολιτικές στοχεύσεις, είτε λόγω κατακερματισμού συγκρουόμενων εθνικών συμφερόντων. Ωστόσο, αυτό αποτελεί επιλογή των εθνικών κυβερνήσεων και πρέπει να γίνει κατανοητό ότι σε πολλούς τομείς που της ασκείται έντονη κριτική κατά καιρούς δεν έχει η ίδια αρμοδιότητα δράσης αλλά τα κράτη-μέλη αυτά καθαυτά.
Και έχει φτάσει πλέον η στιγμή που η Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης -η οποία βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, και έχει ως επίκεντρο τους νέους και τις τοπικές κοινωνίες- πρέπει να δώσει λύσεις και να οραματιστεί μια νέα Ένωση, στο επίκεντρο της οποίας θα βρίσκονται οι προβληματισμοί, οι ανησυχίες και οι αγωνίες των πολιτών. Είναι πλέον πιο αναγκαία από ποτέ η υιοθέτηση μιας Κοινής Ευρωπαϊκής Πολιτικής σε όλους τους τομείς που αφορούν στη ζωή των πολιτών, όπως, μεταξύ άλλων, ο τομέας της υγείας, της παιδείας και του πολιτισμού.
• Ο ευρωσκεπτικισμός είναι ομοιόμορφος; ή οι παράγοντες που τον προκαλούν διαφοροποιούνται σε κάθε ευρωπαϊκή χώρα;
Στις χώρες της Νοτίου και Ανατολικής Ευρώπης, όπου τα αποτελέσματα της οικονομικής λιτότητας υπήρξαν πολύ αισθητά και η διακυβέρνηση του ευρώ αυστηρή, ο ευρωσκεπτικισμός είναι κυρίως οικονομικού υποβάθρου. Αντίθετα, στις χώρες της Βορείου και Δυτικής Ευρώπης, στις οποίες η οικονομική κρίση δεν έγινε τόσο αισθητή, ο υπάρχων ευρωσκεπτικισμός είναι κοινωνικοπολιτικού χαρακτήρα. Οφείλεται δηλαδή, στην αντίληψη των πολιτών, ότι η γραφειοκρατία της Ευρώπης αποτελεί αυτοσκοπό και στο ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μακριά τους και δεν αφουγκράζεται τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες τους.
• Κατά τη γνώμη σας, με ποιες πολιτικές η Ευρώπη πρέπει να αντιμετωπίσει τον ευρωσκεπτικισμό των νέων, πετυχαίνοντας παράλληλα την ενδυνάμωση του ρόλου τους ως ευρωπαίων πολιτών;
Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αναβαπτιστεί και να αποκτήσει νέα νομιμοποίηση, ιδίως στους νέους, που θα ζήσουν σε αυτήν και θα την αναπτύξουν. Ευαισθητοποίηση, ενημέρωση, ευρωπαϊκή αγωγή του πολίτη ως μάθημα σε όλα τα σχολεία, περισσότερα και πιο προσβάσιμα σε όλους ευρωπαϊκά προγράμματα και ευρωπαϊκές υποτροφίες και άλλες αντίστοιχες δραστηριότητες θα εμπλουτίσουν την ευρωπαϊκή συνείδηση και ταυτότητα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη της, τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς των πολιτών και να πλαισιώσει την οικονομική ενοποίηση με περαιτέρω πολιτική εμβάθυνση.
Πάντοτε, βεβαίως, σεβόμενη τη διαφορετικότητα στην εθνική ταυτότητα, το κοινωνικό υπόβαθρο και τις καταβολές των πολιτών της, προκειμένου να μεταβεί από μια υπερεθνική ένωση κρατών με οικονομικά χαρακτηριστικά, σε μια πολιτική ένωση κρατών, έτσι ώστε κάθε Ευρωπαίος ανεξάρτητα από την εθνικότητά του να αισθάνεται υπερήφανος για τις ευρωπαϊκές του καταβολές.
Η Διάσκεψη για το μέλλον της Ευρώπης θα πρέπει να αναδείξει τα θέματα αυτά και να τα μεταφέρει στο επίκεντρο των πολιτικών της Ένωσης. Χρειαζόμαστε περισσότερη και καλύτερη Ευρώπη.