Την παράταση ως την 21η Ιουλίου 2022 της προσωρινής κράτησης στις δικαστικές φυλακές της Κω ενός 47χρονου ημεδαπού, που έχει παραπεμφθεί σε δίκη ενώπιον Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της περιφέρειας του Εφετείου Δωδεκανήσου κατηγορούμενος για απόπειρα ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, για παραβίαση περιοριστικών όρων, για οπλοφορία και οπλοχρησία και για απειλή εις βάρος συζύγου εισηγήθηκε στο Συμβούλιο Εφετών Δωδεκανήσου η Αντεισαγγελέας Εφετών Δωδεκανήσου.
Ο 47χρονος συνελήφθη από αστυνομικούς του ΑΤ Ιαλυσού το βράδυ της 31ης Ιουλίου 2021 διότι μαχαίρωσε την 36χρονη σύζυγό του, υπήκοο Αλβανίας.
Οπως εκθέτει η Εισαγγελέας ο κατηγορούμενος, ο οποίος είναι παντρεμένος με το θύμα από το 2007 και έχει αποκτήσει δύο τέκνα μαζί της, επιδείκνυε απέναντί της επιθετική συμπεριφορά, μη αποδεχόμενος το γεγονός ότι η ίδια επιθυμούσε να χωρίσει.
Με αφορμή μια λεκτική επίθεση εναντίον της είχε οδηγηθεί στις 26 Ιουλίου 2021 ενώπιον του Αυτοφώρου Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Ρόδου, με τις κατηγορίες της εξύβρισης, της εντελώς ελαφράς σωματικής βλάβης και της απειλής σε βάρος συζύγου.
Με απόφαση του ανωτέρω δικαστηρίου, τέθηκαν οι περιοριστικοί όροι της μετοίκησης από την κατοικία όπου διέμεναν με την παθούσα και την οικογένειά τους, καθώς και της μη προσέγγισης της οικογενειακής στέγης και της συζύγου του.
Όμως τη νύχτα της 31ης Ιουλίου 2021 ο ίδιος, παραβιάζοντας τους όρους μετέβη στην οικία του, ασφάλισε την πόρτα της κατοικίας τους δένοντάς τη πολλές φορές με σκοινί και στη συνέχεια ζητούσε να δώσουν άλλη μια ευκαιρία στον γάμο τους. Όταν εκείνη, αντιλαμβανόμενη τις προθέσεις του, του είπε ότι θα καλέσει την αστυνομία, ο κατηγορούμενος έβγαλε ένα μαχαίρι από το εσώρουχό του και της επιτέθηκε, τραυματίζοντάς την στα χέρια καθώς εκείνη προσπάθησε να αμυνθεί και κατάφερε να πάρει το μαχαίρι.
Στη συνέχεια με την παρέμβαση των γειτόνων οι οποίοι είχαν προστρέξει σε βοήθειά της κατάφερε να διαφύγει εκτός της οικίας της, ο κατηγορούμενος όμως την ακολούθησε και της είπε: «Αφού σου είπα ότι θα σε σκοτώσω», έκανε δε κίνηση να βγάλει ένα ακόμη μαχαίρι που είχε στο πίσω μέρος του παντελονιού του, αποθαρρύνθηκε όμως προσωρινά από τον κόσμο που είχε συγκεντρωθεί και αποχώρησε με τη μοτοσικλέτα του.
Η παθούσα επέστρεψε στην κατοικία της και κλειδώθηκε στο σπίτι, όμως ο κατηγορούμενος επέστρεψε, έσπασε ένα μικρό παράθυρο και εισήλθε εκ νέου στο σπίτι, πήρε ένα δεύτερο μαχαίρι και επιτέθηκε εκ νέου στη σύζυγό του, καταφέροντάς της χτυπήματα στο αριστερό χέρι, στη δεξιά πλευρά της κοιλιακής χώρας, στην πλάτη και στο λαιμό, επιχείρησε δε να την πλήξει και στην κοιλιά, η ίδια όμως κατάφερε να τον αποφύγει, άλλοτε οπισθοχωρώντας, άλλοτε προσπαθώντας να κρατήσει τα χέρια του, εκλιπαρώντας τον δε να λυπηθεί τα παιδιά τους που θα μείνουν ορφανά.
Κάποια στιγμή η παθούσα κρύφτηκε κάτω από ένα κρεβάτι, όμως ο κατηγορούμενος το αναποδογύρισε και συνέχισε να τη χτυπάει, έως ότου επενέβησαν γείτονες και κατάφεραν να την απομακρύνουν από το σπίτι.
Ο κατηγορούμενος παρέμεινε εντός της οικίας του μέχρι την άφιξη των αστυνομικών που τον συνέλαβαν. Κατά την απολογία του δεν αρνήθηκε τις πράξεις του, δήλωσε ότι δε θυμόταν τι ακριβώς είχε συμβεί, απέδωσε τη στάση του σε ψυχική ασθένεια και κατάχρηση ναρκωτικών ουσιών και εξέφρασε τη λύπη του και την αγάπη του για τη γυναίκα του.
Όμως, το γεγονός ότι στο σπίτι βρέθηκε επιστολή του όπου αποχαιρετούσε τα παιδιά του, ρύθμιζε τα κληρονομικά θέματα σε περίπτωση θανάτου του και απέδιδε τη δολοφονία που σχεδίαζε στην επιθυμία της συζύγου του να τον απομακρύνει από τα παιδιά του, καταδεικνύει ότι είχε πλήρη συνείδηση των πραττομένων του και είχε προσχεδιάσει με πλήρη προσοχή τις πράξεις του.
Ως συνήγορος υποστήριξης της κατηγορίας παρίσταται ο δικηγόρος κ. Σταύρος Παναγιωτακόπουλος.