Με απόφαση που εξέδωσε χθες το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρόδου με την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας έγινε δεκτή η αίτηση εξυγίανσης της θυγατρικής της «Euromedica Γενική Κλινική Δωδεκανήσου» και απορρίφθηκαν στο σύνολό τους οι κύριες παρεμβάσεις.
Το δικαστήριο επικύρωσε συγκεκριμένα την από 19 Δεκεμβρίου 2019 συμφωνία εξυγίανσης, η οποία καταρτίστηκε μεταξύ της «Γενικής Κλινικής Δωδεκανήσου Α.Ε.» και τον διακριτικό τίτλο «Euromedica Δωδεκανήσου Α.Ε.», και της πιστώτριάς της, αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «Healthcare Investors II (Greece) LLC», πλην του υπ’ αριθ. 3.3 όρου αυτής και μόνο κατά το σκέλος του που αφορά στην πλήρη απαλλαγή της εγγυήτριας εταιρείας Euromedica Α.Ε. από την εγγυητική της ευθύνη.
Η υπόθεση είχε εξεταστεί την 9η Ιουλίου 2020 και με απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου κηρύχθηκε απαράδεκτη η συζήτηση για τυπικούς λόγους.
Κατά τη συζήτηση, πρόσθετες παρεμβάσεις υπέρ της εταιρείας άσκησαν η Farallon Capital Management, που αποτελεί στρατηγικό μέτοχο, η εταιρεία Healthcare Investors (Greece), η Συνεταιριστική Τράπεζα Δωδεκανήσου και το σωματείο εργαζομένων και κύριες παρεμβάσεις για την απόρριψη της αιτήσεως ο ΕΦΚΑ, η ΔΕΗ, ο ΑΑΔΕ, η ΔΕΥΑΡ και μια μονοπρόσωπη ΙΚΕ και 11 εργαζόμενοι.
Οπως έγραψε η «δημοκρατική», η εταιρεία έχει πάρει «ανάσα» στο τελευταίο διάστημα, καθώς το επενδυτικό κεφάλαιο (fund) Farallon Capital Management έχει χορηγήσει ενδιάμεση τραπεζική χρηματοδότηση αρχικά έως 12 εκατ. ευρώ.
Το Farallon πρόκειται να επενδύσει ακόμη περίπου 5 εκατ. ευρώ στη θυγατρική της Euromedica, την εταιρεία Γενική Κλινική Δωδεκανήσου.
Σύμφωνα με όσα αναφέρει στην οικονομική έκθεσή της η εισηγμένη, για την εν λόγω εταιρεία έχει επιτευχθεί, ήδη, επί της αρχής συμφωνία με τους πιστωτές της.
Η Γενική Κλινική Δωδεκανήσου, που είναι δυναμικότητας 107 κλινών και διαθέτει ως συνεργάτες περισσότερους από 200 ιατρούς, έχει ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της τάξεως των 16 εκατ. ευρώ προς τις τράπεζες και αρνητικά ίδια κεφάλαια ύψους 16,6 εκατ. ευρώ.
Η Euromedica Δωδεκανήσου ιδρύθηκε το έτος 2005 και θεωρείται (και είναι) μια από τις καλύτερες και πιο σύγχρονες κλινικές στην Ελλάδα.
Οι τεχνικές προδιαγραφές, το προσωπικό και ο ιατρικός εξοπλισμός της κλινικής λειτουργούν με βάση το Π.Δ. 517/91, με το οποίο μόνο συνολικά 4 Γενικές Κλινικές σε όλη την Ελλάδα έχουν λάβει άδεια ίδρυσης και Λειτουργίας.
Δυστυχώς, παρά την άρτια υποδομή και στελέχωση της κλινικής, παρά τις σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης που εξαρχής διαφαίνονταν και παρά την μεγάλη σημασία των υπηρεσιών που προσφέρει, η οικονομική της πορεία – κατά τα τελευταία έτη και έως πρόσφατα – υπήρξε διαρκώς πτωτική, με αποτέλεσμα την σώρευση υπέρογκων υποχρεώσεων προς μεγάλη μερίδα συναλλασσόμενων με αυτή.
Η εξέλιξη αυτή οφείλονταν κυρίως σε αντικειμενικούς λόγους που αφορούν στον συνολικό κλάδο παροχής υπηρεσιών υγείας, (επιβολή rebate – clawback, αύξηση ΦΠΑ κλπ) αλλά και σε λόγους που σχετίζονται με εσφαλμένες επιλογές των προηγούμενων διοικήσεων.
Συνεπεία των ανωτέρω, ο κύκλος εργασιών της εταιρείας, όπως επισημαίνεται, έχει μειωθεί σημαντικά κατά τα έτη 2011-2019, η εταιρεία καταγράφει διαρκώς ζημίες και τα κεφάλαιά της έχουν καταστεί αρνητικά.
Μη ούσα σε θέση να εξυπηρετήσει το σύνολο των υποχρεώσεών της η εταιρεία αντιμετώπιζε διαρκώς δικαστικά μέτρα και μέτρα εκτέλεσης από πλειάδα πιστωτών της, οι οποίοι έχουν κινηθεί ενδίκως με αποτέλεσμα την έκδοση διαταγών πληρωμής και την άσκηση αγωγών.
Περαιτέρω, η έκδοση διαταγών πληρωμής και τελεσίδικων αποφάσεων είχε ως αποτέλεσμα την κατάσχεση των λογαριασμών της, με αποτέλεσμα να δυσκολεύεται πάρα πολύ με τις πληρωμές της, ακόμα μάλιστα και για την καθημερινή λειτουργία της.
Οι εργαζόμενοι πληρώνονταν με μεγάλη καθυστέρηση και μάλιστα «έναντι» και όχι τακτικά.
Το ίδιο και οι γιατροί, με αποτέλεσμα πολλοί από αυτούς να έχουν στραφεί δικαστικά κατά της εταιρείας. Επίσης οφείλει σημαντικά ποσά στο Δημόσιο και στον ΕΦΚΑ.
Η ανάσχεση της καθοδικής οικονομικής κατάστασής της, όπως επισημαίνεται στην αίτηση επήλθε, με την εκλογή νέας διοίκησης το καλοκαίρι του 2019 (η οποία σηματοδότησε την οριστική απαγκίστρωση της Εταιρείας από την επιρροή του παλαιού, απώτερου μετόχου, κ. Θωμά Λιακουνάκου).
Υπό την νέα διοίκησή της, προχώρησε σε μία δομημένη και συνολική προσπάθεια ανάταξης της λειτουργίας της και βελτίωσης των οικονομικών της.
Ήρθε σε επαφή και σε συνεννόηση με πολλούς βασικούς προμηθευτές αποκαθιστώντας τις τρωθείσες εμπορικές σχέσεις τους, επιχείρησε την συνεργασία με τουριστικούς πράκτορες προς το σκοπό αύξησης του τζίρου της από τον ιατρικό τουρισμό, επαναπροσέγγισε ιατρούς και συνεργάτες με τους οποίους είχε απομακρυνθεί λόγω οφειλών της προς αυτούς και τοποθέτησε νέο διοικητικό διευθυντή ευρείας αποδοχής.
Περαιτέρω – και κυριότερο όλων – αποκατέστησε πλήρως τις σχέσεις με τον βασικό πιστωτή της, ήτοι την εταιρία Healthcare Investors II, η οποία έχει υπεισέλθει στη θέση του συνόλου των τραπεζικών δανειστών της και, με την βοήθεια και χρηματοδότηση αυτού, κατάφερε να εξοφλήσει πλήρως τις υποχρεώσεις της προς το σύνολο των εργαζομένων της.
Για τους ανωτέρω λόγους οι προοπτικές επιβίωσης και ανάκαμψής της καθίστανται, όπως τονίζει στο ίδιο δικόγραφο, σήμερα ιδιαιτέρως ευοίωνες, υπό την προϋπόθεση όμως ότι θα καταφέρει να πετύχει την ελάφρυνση και ρύθμιση των έως σήμερα σωρευμένων υποχρεώσεών της, το ύψος των οποίων υπερβαίνει τα 30 εκ. ευρώ και συνεπώς καθίσταται απαγορευτικό για οποιαδήποτε περαιτέρω προοπτική.
Για τους λόγους αυτούς, η Εταιρεία πέτυχε να έρθει σε συμφωνία με την βασική πιστώτριά της, εταιρία Healthcare Investors II και – με την αρωγή αυτής – να συνάψει συμφωνία εξυγίανσης και πλάνο ρύθμισης των υποχρεώσεών της.
Την υπόθεση χειρίστηκε η δικηγόρος κ. Ανθούλα Χατζημιχάλη.