Απόψεις

Ο ρόλος της Γερμανίας στη Ρωσο-Ουκρανική κρίση: Quo Vadis;

ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Με τη διεθνή κοινότητα να παρακολουθεί εναγωνίως τις εξελίξεις στο ρωσο-ουκρανικό μέτωπο, οι ιαχές ενός πολέμου- επιζήμιου και μη αναγκαίου, δυστυχώς καθημερινά κλιμακώνονται παρά τις διπλωματικές προσπάθειες που καταβάλλονται από τον ευρωπαϊκό και διεθνή παράγοντα. Ένας πόλεμος στην Ευρώπη σίγουρα είναι κάτι που όλοι απευχόμαστε και όλοι επιθυμούμε να βρεθεί μια ειρηνική έκβαση της κρίσης.

Θυμίζοντας το «αφήγημα» αυτής της διένεξης, η εύθραυστη ισορροπία μετά τον Ψυχρό Πόλεμο διαλύθηκε όταν η Ουκρανία και άλλες χώρες άρχισαν να απομακρύνονται από τη Μόσχα για να πλησιάσουν τις Βρυξέλλες αναζητώντας όχι τόσο την ασφάλεια που πρόσφερε το ΝΑΤΟ, όσο κυρίως την ευημερία που υπόσχεται η ΕΕ. Για του λόγου το αληθές, τον Ιούλιο του 2017, το Συμβούλιο εξέδωσε απόφαση για τη σύναψη της συμφωνίας σύνδεσης με την Ουκρανία εξ ονόματος της ΕΕ, ως το τελευταίο στάδιο της διαδικασίας κύρωσης, το οποίο ξεκίνησε το 2007.

Επίσης, να θυμίσουμε πως μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, η Ουκρανία έγινε η τρίτη χώρα με το μεγαλύτερο πυρηνικό οπλοστάσιο στον κόσμο χάρη στα όπλα που κληρονόμησε από τη Μόσχα, και συμφώνησε το 1994 να εγκαταλείψει όλα τα πυρηνικά όπλα με αντάλλαγμα τη δέσμευση της Ρωσίας, των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου να «σεβαστούν την ανεξαρτησία, την κυριαρχία και τα υπάρχοντα σύνορα της Ουκρανίας», σύμφωνα με μνημόνιο που υπέγραψαν οι τέσσερις χώρες. Επομένως, η Ουκρανία δείχνει ξεκάθαρα τι θέλει και με ποιους συντάσσεται.

Από την άλλη πλευρά, η Ρωσία του Πούτιν είναι δυσαρεστημένη με το νέο status quo καθώς δεν θέλει να αποκτήσει η Δύση μεγαλύτερη επιρροή στην Ουκρανία, λόγω της γεωπολιτικής της θέσης (πρόσβαση στη Μαύρη Θάλασσα, βάσεις στη Σεβαστούπολη, διελεύσεις αγωγών, ουκρανικά λιμάνια του Δούναβη, κα), αλλά και των ιστορικών δεσμών με τη χώρα.

Σε αυτή την δύσκολη εξίσωση, η ΕΕ καλείται να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο και να αναδειχθεί σε ηγέτιδα δύναμη καθώς ο ρόλος της κυρίαρχης Αμερικής βρίσκεται σε μια διελκυστίνδα, όπου οι Η.Π.Α. έχουν δυο επιλογές: είτε να ενδώσουν και να εμπλακούν σε μια σύγκρουση με τη Ρωσία, θυσιάζοντας με αυτή την επιλογή, τη στρατηγική τους στόχευση, που είναι η Κίνα, είτε να απεμπλακούν θυσιάζοντας τις διατλαντικές σχέσεις στο βωμό των συμφερόντων της στη Σινική Θάλασσα και στην Ανατολική Ασία. Ας μην ξεχνάμε , πως τα τελευταία χρόνια, η Κίνα αποτελεί το μεγάλο της ανταγωνιστή των Η.Π.Α. και όχι η Ρωσία.

Ποιος πρέπει να είναι ο ρόλος ΕΕ

Αυτή η κρίση αφορά στο μέλλον της Ουκρανίας και ταυτόχρονα αφορά στις ίδιες τις αρχές της ευρωπαϊκής τάξης που οικοδομήθηκε από τους Ευρωπαίους μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Τα θεμέλια αυτής της τάξης τίθενται τώρα υπό αμφισβήτηση από τη Μόσχα και κλονίζονται καθώς γνωρίζουμε ποιες είναι οι προθέσεις του Κρεμλίνου.

Η ειρηνική αποσόβηση της ρωσο-ουκρανικής κρίσης είναι ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια, την ελευθερία και την ευημερία της Ευρώπης. Είναι πλέον εμφανές, πως η σημερινή Γερμανία δεν συμπεριφέρεται ως η μεγάλη δύναμη, ειδικά ως προς τις σχέσεις με τη Ρωσία καθώς η σημερινή γερμανική κυβέρνηση αποφεύγει να ηγηθεί, σε αντίθεση με τη στάση της πρώην καγκελαρίου, Άνγκελα Μέρκελ, η οποία είχε διαδραμάτισε ηγετικό ρόλο κατά τη διάρκεια της ρωσο-ουκρανικής σύγκρουσης το 2014-15, διαμορφώνοντας τη δυτική απάντηση μαζί με τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα.

Όπως ανέφερα και σε προηγούμενο άρθρο μου « Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΣΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΡΩΣΟ-ΟΥΚΡΑΝΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ: Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΣΕ ΣΤΑΥΡΟΔΡΟΜΙ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ», η μείωση των εντάσεων με τη Ρωσία απαιτεί την αύξηση της ευρωπαϊκής στρατιωτικής ισχύος , την έμμεση βοήθεια προς την Ουκρανία και την επιβολή κυρώσεων κατά του επιτιθέμενου.

Όμως, εν τέλει στις κρίσεις είναι ορατές και οι θέσεις των εμπλεκομένων, όπου στην παρούσα φάση, η στάση της Γερμανική κυβέρνησης συνασπισμού αναδεικνύει εν τη

γενέσει του, τα δομικά προβλήματα που υπάρχουν στους κόλπους της ΕΕ ως προς τη δημιουργία μιας Κοινής Ενωσιακής Εξωτερικής Πολιτικής. Τα συμφέροντα των ισχυρών Κρατών Μελών, εν προκειμένω της Γερμανίας, λειτουργούν ως τροχοπέδη αυτής της διαδικασίας.

Σε αυτή τη χρονική συγκυρία, προκειμένου να έχει η Ένωση ένα ηγετικό ρόλο, έστω και σε επίπεδο ήπιας ισχύος, αναγκαία συνθήκη αποτελεί η κοινή πλεύση των (ισχυρών) Κρατών Μελών της σε αυτή τη διαδικασία. Υπάρχει;

– Γερμανία: εν τέλει με ποιους συντάσσεται;

Eπί δεκαετίες η Γερμανία έχει αναγάγει τη στενή συνεργασία της με τη Ρωσία σε εγγυητή της ειρήνης στην Ευρώπη. Ωστόσο, ο ορισμός της Ρωσίας για την ειρήνη περιλαμβάνει πλέον όχι μόνο μια διαμελισμένη Ουκρανία, αλλά και μια Ευρώπη που είναι διασπασμένη εσωτερικά και χωρίς μια συμπαγής ενιαία στάση σε θέματα εξωτερικής πολιτικής.

Σε αυτή την κρίση, η Γερμανία δυστυχώς, διατηρεί μια αμφιλεγόμενη στάση ως προς την επίτευξη μιας ενιαίας ευρωπαϊκής απάντησης στις απειλές της Ρωσίας προς την Ουκρανία. Ποια είναι τα βαθύτερα αίτια που ενδεχομένως οδηγούν τη γερμανική κυβέρνηση να κρατήσει αυτή τη μεσοβέζικη στάση; Η έλλειψη στρατηγικής κουλτούρας είναι μόνο ένα μέρος του προβλήματος της έλλειψης ηγεσίας της Γερμανίας. Το άλλο μέρος είναι οι σχέσεις της Γερμανίας με την ίδια τη Ρωσία και η ενεργειακή εξάρτησή της από το ρωσικό φυσικό αέριο1 που κατέχει κυρίαρχη θέση στις αποφάσεις της γερμανικής πολιτικής .

Η γεωπολιτική αξία του αγωγού Nord Stream 2 είναι προφανής και σαφώς δεν θα έπρεπε να βρεθεί η Ευρώπη στα πρόθυρα του πολέμου για να εξετάσει το Βερολίνο την καθυστέρηση ή την ακύρωση του αγωγού. Αν λάβουμε υπόψη πως στο πρόσφατο παρελθόν, μετά την κρίση της Κριμαίας το 2014, η Γερμανία συνέχισε κανονικά την προώθηση του επίμαχου αγωγού, παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις της, τότε εύλογα αντιλαμβανόμαστε γιατί συνεχίζει σθεναρά να υπερασπίζεται αυτή τη λειτουργία του επίμαχου αγωγού παρά τις παραινέσεις τόσο από την ΕΕ, όσο και από τις Η.Π.Α.

Ειδικότερα, στη δεδομένη χρονική περίοδο οι ηγέτες της ΕΕ κάλεσαν το νέο Καγκελάριο να είναι έτοιμος για την επιβολή κυρώσεων στο έργο Nord Stream 2 του Κρεμλίνου2, ωστόσο ο Scholz απέκρουσε την ευθύνη, λέγοντας ότι η απόφαση για την έγκριση του αγωγού3 ανήκει πλέον στη γερμανική ρυθμιστική αρχή ενέργειας (BNetzA)4. Στην πρώτη δε συνάντηση του Scholts με τον Joe Biden (7.02.2022), ενώ Biden ο δηλώνει πως θα πρέπει να μπει ένα τέλος αν τα ρωσικά στρατεύματα περάσουν τα σύνορα, ο Καγκελάριος δήλωσε διπλωματικά πως όλα τα βήματα που θα κάνουμε θα τα κάνουμε μαζί, χωρίς επί της ουσίας να πάρει ξεκάθαρη θέση5.

Θα περίμενε κανείς από την πρώτη κυβέρνηση υπό την ηγεσία των Σοσιαλδημοκρατών μετά την ηγεσία του Γκέρχαρντ Σρέντερ (Gerhard Schröder) 6, να εμποδίζει τη βοήθεια προς την Ουκρανία. Είναι αναμενόμενο μια νεόκοπη κυβέρνηση συνασπισμού να παρουσιάζει πολυφωνία και να δυσκολεύεται να βρει μια κοινή συνισταμένη σε μια τόσο σοβαρή κρίση που απειλεί την Ευρώπη. Ο αγωγός φυσικού αερίου Nord Stream 2, αποτελεί ένα από τα βασικά αγκάθια της κυβέρνησης συνασπισμού, καθώς από τη μια ο Scholts δεν παίρνει ξεκάθαρη θέση και από την άλλη, ο αντικαγκελάριος Robert Habeck, απειλεί να μπλοκάρει τον επίμαχο αγωγό Nord Stream 2 στο πλαίσιο των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, δηλώνοντας χαρακτηριστικά πως “από γεωπολιτική άποψη, ο αγωγός είναι λάθος”7 , δηλώσεις που αποκαλύπτουν τις εντάσεις εντός του συνασπισμού.

Αφετέρου, γνωρίζουμε πως ο ρόλος της Γερμανίας στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο εξακολουθεί να ρίχνει μια μακρά ψυχολογική σκιά. Άλλωστε, ας μη ξεχνάμε πως αυτός ήταν και ένας βασικός λόγος για την οικοδόμηση των τότε Ε.Κ. και σήμερα της ΕΕ. Επομένως, θεωρητικά, θα περίμενε κανείς η σύγχρονη, Ευρωπαϊκή Γερμανία – που αποτελεί μια από τις δυο κυρίαρχες δυνάμεις της ΕΕ, να αναπτύξουν ισχυρά αντανακλαστικά σε κάθε είδος εθνο-μηδενισμού και να αντιταχθούν στη ρωσική «λανθασμένη» αντίληψη πως οι Ρώσοι και οι Ουκρανοί είναι «ένας λαός» και κάθε κίνηση απομάκρυνσης της Ουκρανίας από τη Ρωσία δεν αποτελεί έκφραση της λαϊκής βούλησης των Ουκρανών, αλλά διεθνής συνωμοσία.

Η Γερμανία πρέπει να ξεκαθαρίσει ποιος είναι ο επιτιθέμενος και ποια είναι τα θύματα στην Ουκρανία. Αν το Βερολίνο αρνηθεί να συναινέσει στην παράδοση όπλων στην Ουκρανία για να μπορέσει να υπερασπιστεί τον εαυτό της, τότε στην πραγματικότητα τάσσεται στο πλευρό του Ρώσου επιτιθέμενου. Η Γερμανία θα πρέπει να εγκαταλείψει την αναποτελεσματική Ostpolitik υπέρ της διαμεσολάβησης για την ενότητα της ΕΕ.

Επίλογος

Σε αυτήν την ομολογουμένως δύσκολη συγκυρία, είναι αναγκαία η ύπαρξη μιας ισχυρής Ευρώπης, η οποία θα λειτουργήσει με γνώμονα τις κοινές αξίες και τα συμφέροντας της και όχι με βάση τις επιμέρους στρατηγικές των ΚΜ της. Είναι μια διαχρονική ανάγκη για την ενοποιητική εξελικτική πορεία της Ένωσης και σαφώς απαιτεί χρόνο προκειμένου να ωριμάσουν οι συνθήκες για το επόμενο μεγάλο βήμα.

Μακροπρόθεσμα, ωστόσο, θα χρειαστεί μια κοινή πλατφόρμα για την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Η συλλογική άμυνα ως μέρος του ΝΑΤΟ, από τη μία πλευρά, και η συνεργατική ασφάλεια για ολόκληρη την Ευρώπη, από την άλλη, δεν αποκλείουν η μία την άλλη. Η ήπειρος χρειάζεται μια πανευρωπαϊκή τάξη ασφαλείας, αν και – προς το παρόν – ο στόχος αυτός φαίνεται πολύ μακρινός.

Στο μεταξύ, καθώς οι κρίσεις είναι αμείλικτες ως προς το χρόνο, η ΕΕ μαζί με τις συμμαχικές της δυνάμεις και το ΝΑΤΟ, πρέπει να δώσουν ένα ξεκάθαρο μήνυμα στη Ρωσία. Η Ένωση πέραν της διπλωματικής της υπηρεσίας (ΕΥΕΔ) και της ΚΕΠΠΑ, έχει στη διάθεση της έναν θεσμό για τη διασφάλιση της ειρήνης στην Ευρώπη, τον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ/ OSCE)8, που αποτελεί το μοναδικό φόρουμ πολιτικής ασφάλειας καθώς συγκεντρώνει όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, τα μετα-σοβιετικά κράτη, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά και τη Μογγολία. Άλλωστε, με Δήλωση της ΕΕ στον ΟΑΣΕ, σχετικά με τη “συνεχιζόμενη επιθετικότητα της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και την παράνομη κατοχή της Κριμαίας”9, παραμένει σταθερή στην έκκλησή της προς όλες τις πλευρές να εφαρμόσουν γρήγορα και πλήρως τις συμφωνίες του Μινσκ και να τηρήσουν πλήρως τις δεσμεύσεις τους, προκειμένου να επιτευχθεί μια βιώσιμη πολιτική λύση στη σύγκρουση σύμφωνα με τις αρχές και τις δεσμεύσεις του ΟΑΣΕ. Μία δύσκολη εξίσωση για γερούς παίχτες.

Εν κατακλείδι, η ουκρανική περίπτωση καθιστά για μια ακόμη φορά επίκαιρο το πολλάκις διατυπωθέν πολιτικό ερώτημα: Quo Vadis Europa.

Ελευθερία Π. Φτακλάκη

-Πολιτικός Επιστήμων/ Διεθνολόγος- Διδάκτωρ ευρωπαϊκών σπουδών και Διεθνών σχέσεων/ μετα-Διδακτορική ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου

-Τομεάρχης Νησιωτικής Πολιτικής ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου