Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία φαίνεται ότι ήταν τελικά ο παράγοντας που έλειπε για την… τέλεια καταιγίδα σε ό,τι αφορά τις ανατιμήσεις στα τρόφιμα. Μάλιστα, εκεί που αναμένονται οι μεγαλύτερες αυξήσεις τιμών είναι ακριβώς στα προϊόντα στα οποία το προηγούμενο διάστημα είχαν, για άλλους λόγους, αυξηθεί υπέρογκα οι τιμές, με πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα τα ενεργειακά προϊόντα, τα σιτηρά, το καλαμπόκι, η σόγια και τα φυτικά έλαια. Ο λόγος; «Οσο σιτάρι εξάγει η Ρωσία δεν εξάγουν όλες οι ευρωπαϊκές χώρες μαζί», επισημαίνει χαρακτηριστικά στην «Κ» υψηλόβαθμο στέλεχος πολύ μεγάλης ελληνικής αλευροβιομηχανίας. Ας σημειωθεί ότι ήδη οι καταναλωτές τον Φεβρουάριο, πριν δηλαδή από τις τελευταίες γεωπολιτικές εξελίξεις, είδαν νέες ανατιμήσεις σε σειρά προϊόντων –ζυμαρικά, αναψυκτικά, μπίρες, όσπρια–, οι οποίες δεν είχαν περάσει το προηγούμενο διάστημα.
Η Ρωσία και η Ουκρανία προσφέρουν σχεδόν το 1/3 των εξαγωγών σιταριού παγκοσμίως, το 19% του καλαμποκιού και το 80% του ηλιελαίου. Οι παλιότεροι ίσως θυμούνται το σκάνδαλο το 2008 με το ουκρανικό ηλιέλαιο που είχε εξαχθεί στην Ελλάδα και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και περιείχε… ορυκτέλαιο. Οι μεγάλες αλευροβιομηχανίες της Ελλάδας εισάγουν από αυτές τις χώρες από 20% έως 33% (σε αξία) των συνολικών αγορών σιτηρών, ποσοστό που σε όρους όγκου είναι σαφώς μεγαλύτερο, δεδομένου ότι τα ρωσικά και τα ουκρανικά σιτάρια είναι φθηνότερα από άλλα ευρωπαϊκά, όπως τα γαλλικά και τα γερμανικά. Τα περιθώρια αναζήτησης εναλλακτικών προμηθευτών σε χώρες πέραν αυτών που βρίσκονται στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, είναι εξαιρετικά περιορισμένα στην παρούσα χρονική συγκυρία, επισημαίνουν ειδικοί αναλυτές του κλάδου. Ταυτόχρονα αποτελεί και αρκετά ακριβότερη επιλογή, ειδικά εάν οι προμήθειες γίνουν από χώρες της Δυτικής Ευρώπης: τα γαλλικά σιτάρια είναι ακριβότερα περίπου κατά 40 ευρώ/τόνο σε σχέση με τα ρωσικά και τα υψηλής πρωτεϊνικής αξίας κατά 50 ευρώ φθηνότερα σε σύγκριση με τα γερμανικά.
Εκτίναξη τιμών
Δεν είναι τυχαίο ότι την Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου, πρώτη ημέρα της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, η τιμή του μαλακού σιταριού στο Χρηματιστήριο Εμπορευμάτων στο Παρίσι, τιμή που αποτελεί «βαρόμετρο» για τις διεθνείς τιμές των σιτηρών, έφτασε στα 344 ευρώ/τόνο (συμβόλαια παράδοσης Μαρτίου), ενώ μία ημέρα πριν είχε κλείσει στα 287 ευρώ/τόνο. Μέσα δηλαδή σε μερικές ώρες είχε αυξηθεί κατά 20%. Τελικώς την Πέμπτη έκλεισε στα 316,50 ευρώ/τόνο, τιμή κατά 10,5% υψηλότερη. Την Παρασκευή η τιμή είχε φτάσει μέχρι τα 314,25 ευρώ/τόνο. Το 2020, πριν δηλαδή από την εκδήλωση των πληθωριστικών πιέσεων, η τιμή βρισκόταν στα επίπεδα των 210 ευρώ, για να φτάσει στη συνέχεια τα 300 ευρώ.
Ρωσία και Ουκρανία είναι σημαντικοί εξαγωγείς σίτου, καλαμποκιού, ηλιελαίου, προσφέροντας μάλιστα ιδιαίτερα ανταγωνι- στικές τιμές.
Πριν από την κλιμάκωση της ρωσο-ουκρανικής κρίσης οι τιμές είχαν αρχίσει να υποχωρούν, ωστόσο τώρα είναι εξαιρετικά αμφίβολο τι θα συμβεί. «Υπάρχει μεγάλος προβληματισμός και όλα θα εξαρτηθούν από την ένταση και κυρίως τη διάρκεια των εχθροπραξιών. Το προηγούμενο διάστημα αναγκαστήκαμε να προχωρήσουμε σε ανατιμήσεις λόγω της μεγάλης επιβάρυνσης του ενεργειακού κόστους και των πρώτων υλών, αν και αρχικά τις είχαμε αποφύγει. Μία νέα αύξηση στο ενεργειακό και μεταφορικό κόστος και φυσικά στα άλευρα που αποτελεί τη βασική πρώτη ύλη για τα προϊόντα μας, σημαίνει αναπόφευκτα νέες ανατιμήσεις», προειδοποιεί ανώτερο στέλεχος μεγάλης αρτοβιομηχανίας που μίλησε στην «Καθημερινή» της Κυριακής.
«Την Πέμπτη είχαμε ήδη εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου και προβλέπω αύξηση της τιμής των σιτηρών, κάποιων φυτικών ελαίων, αλλά και της ενέργειας γενικότερα με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το κόστος παραγωγής. Επίσης, θεωρώ ότι θα υπάρξει επίπτωση στο κόστος μεταφορών», επεσήμανε στην «Κ» η κ. Ιωάννα Παπαδοπούλου, πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος της γνωστής βιομηχανίας μπισκότων «Ε.Ι. Παπαδόπουλος Α.Ε.».
Τα φυτικά έλαια
Εντονος προβληματισμός επικρατεί και στις εταιρείες που τυποποιούν σπορέλαια και χρησιμοποιούν γενικώς φυτικά έλαια για την παραγωγή των προϊόντων τους. Πρόκειται για προϊόντα που επίσης για άλλους λόγους είχαν ανατιμηθεί σημαντικά το προηγούμενο διάστημα, ήδη από τα μέσα του καλοκαιριού του 2021. «Τους τελευταίους μήνες έχουμε δει σημαντικές αυξήσεις κόστους για τις πρώτες ύλες σε όλο τον κόσμο. Προσπαθούμε πάντα να αντισταθμίζουμε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος αυτού του κόστους, διασφαλίζοντας ότι οι διαδικασίες παραγωγής και λειτουργίας μας παραμένουν αποτελεσματικές, χωρίς συμβιβασμούς στην ποιότητα, την απόδοση και τη γεύση των προϊόντων μας», τόνισε στην «Κ» ο κ. Νίκος Λαβίδας, γενικός διευθυντής της Upfield Ελλάδος, Κύπρου και Βαλκανίων. Η Upfield, έχοντας αποκτήσει τις δραστηριότητες της «ΕΛΑΪΣ», δραστηριοποιείται, ως γνωστόν, και στην κατηγορία της τυποποίησης ηλιελαίου. Για να αντιληφθεί κάποιος το πρόβλημα που συνεπάγεται για την τσέπη των καταναλωτών ενδεχόμενες νέες αυξήσεις στις τιμές των αλεύρων και των φυτικών ελαίων, αρκεί να υπενθυμίσουμε ότι τον Ιανουάριο του 2022 η τιμή λιανικής του αλευριού είχε αυξηθεί σε ετήσια βάση κατά 6,6%, του ψωμιού κατά 5% και των άλλων βρώσιμων ελαίων (δηλαδή σπορέλαια κατά βάση) κατά 17,3%. Οι τιμές των ζυμαρικών σε πρώτη φάση τουλάχιστον δεν αναμένεται να επηρεαστούν άμεσα, καθώς για την παραγωγή τους χρησιμοποιείται σκληρό σιτάρι και όχι μαλακό στο οποίο εντοπίζεται τώρα το πρόβλημα. Βεβαίως, η τιμή του σκληρού σιταριού λόγω προβλημάτων στην παραγωγή του Καναδά, του μεγαλύτερου προμηθευτή στον κόσμο σε αυτή την κατηγορία, διπλασιάστηκε τους προηγούμενους μήνες.
Πηγή kathimerini.gr