Τον τρόπο που επιχειρεί να εκμεταλλευθεί την ουκρανική κρίση η Αγκυρα για να ελαχιστοποιήσει τις συνέπειες στην εθνική της ασφάλεια και οικονομία περιγράφει σε έκθεσή της για το αμερικανικό Κογκρέσο η Υπηρεσία Ερευνας του σώματος.
Σε έκθεσή της με θέμα την «Τουρκική απάντηση στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τα ζητήματα που ανέκυψαν με την πρόσβαση στη Μαύρη Θάλασσα», η Υπηρεσία Ερευνας του αμερικανικού Κογκρέσου, που ενημερώνει το Σώμα από το 1914, επισημαίνει πως η Αγκυρα επιχειρεί να περιορίσει τις συνέπειες της ουκρανικής κρίσης στην εθνική της ασφάλεια και οικονομία.
Στο πλαίσιο αυτό, κρατά λεπτές ισορροπίες απέναντι στη Μόσχα και στο Κίεβο και γι’ αυτό ανέλαβε διαμεσολαβητικό ρόλο μεταξύ των δύο πλευρών.
«Αν και η Τουρκία αποδοκίμασε την εισβολή και παρείχε drones και ανθρωπιστική βοήθεια στην Ουκρανία, η τουρκική κυβέρνηση είπε ότι δεν πρόκειται να συμμετάσχει στις οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Η σύγκρουση επιδείνωσε άλλωστε τη σοβούσα νομισματική και πληθωριστική κρίση στη χώρα και η οικονομία της θα μπορούσε να αποδειχθεί ιδιαίτερα ευάλωτη στη διακοπή ρωσικών εξαγωγών φυσικού αερίου και σιτηρών ή σε στρατιωτικές δραστηριότητες στη Συρία, που δημιουργούν νέες προσφυγικές ροές», επισημαίνεται χαρακτηριστικά.
Η υπηρεσία υπενθυμίζει πως οι σχέσεις της Τουρκίας με τη Ρωσία, ειδικά η απόκτηση των S-400, προκάλεσαν σοβαρή ένταση στις σχέσεις της χώρας με τις ΗΠΑ, που οδήγησαν σε κυρώσεις και στο «πάγωμα» πωλήσεων όπλων από το Κογκρέσο.
Το κλείσιμο των Στενών
Σχολιάζοντας την απόφαση της Αγκυρας να κλείσει τα Στενά επικαλούμενη τη Συνθήκη του Μοντρέ, η έκθεση εκτιμά ότι όσο παρατείνεται ο πόλεμος τόσο μεγαλύτερη σημασία αποκτά το κλείσιμο. Μια εξαίρεση στην απόφαση προβλέπει πρόσβαση σε ρωσικά πλοία αν επιστρέφουν στις βάσεις τους στη Μαύρη Θάλασσα, αν και ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών διευκρίνισε ότι «τα πλοία αυτά δεν θα πρέπει να έχουν εμπλακεί στον πόλεμο».
Αναλυτές ανησυχούν ότι η αποθάρρυνση άλλων χωρών να διέλθουν τα Στενά, όταν η Ρωσία μπορεί να επιστρέψει τα πλοία της στις βάσεις τους στη Μαύρη Θάλασσα, υπονομεύει τη Συνθήκη και βάζει το ΝΑΤΟ σε μειονεκτική θέση. Ο πόλεμος στην Ουκρανία θα μπορούσε να επηρεάσει το εκκρεμές αίτημα για αναβαθμισμένα και νέα F-16.
Η Τουρκία επιχειρεί να εκσυγχρονίσει την αεροπορία της αφότου έχασε την πρόσβαση στα μαχητικά F-35 λόγω της αγοράς των ρωσικών S-400. Aναλυτές πιστεύουν ότι σε περίπτωση που δεν εκπληρωθεί το αίτημα για τα F-16 θα μπορούσε να πληγεί η σχέση Τουρκίας – ΗΠΑ και να στραφεί η Αγκυρα στη Ρωσία ή σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες για την απόκτηση μαχητικών. Τέλος, είναι ασαφές πώς θα μπορούσε ο πόλεμος να αλλάξει τη στάση της Τουρκίας στο ζήτημα των S-400. Αν εγκαταλείψει τους S-400, θα μπορούσαν οι ΗΠΑ να άρουν τις προαναφερθείσες κυρώσεις και να επιτρέψουν στην Τουρκία να παραλάβει F-35.
Η σύρραξη δοκιμάζει τις συνέπειες της τουρκικής συνεργασίας με την Ουκρανία αλλά και την αντίδραση της Ρωσίας, που επίσης θα μπορούσε να έχει επιπτώσεις στην αμερικανική πολιτική.
Η Τουρκία έχει πουλήσει drones Bayraktar TB2 στην Ουκρανία στο πλαίσιο της ενισχυμένης διμερούς αμυντικής συνεργασίας. Στις επιχειρήσεις στη Συρία, στη Λιβύη και στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ αυτά τα drones είχαν σημαντικές επιδόσεις, αλλά η αποτελεσματικότητά τους μπορεί να αποδειχθεί πιο περιορισμένη σε έναν πόλεμο υψηλής έντασης. Κάποιοι ισχυρισμοί για αποτελεσματικά πλήγματα κατά ρωσικών στόχων εμφανίστηκαν τις τελευταίες μέρες και, σύμφωνα με δημοσιεύματα, στις αρχές Μαρτίου η Ουκρανία παρέλαβε κι άλλα ΤΒ2.
Πηγή kathimerini.gr