Ο πόλεμος στην Ουκρανία απειλεί ευθέως την επάρκεια της Ευρώπης και του υπόλοιπου κόσμου σε τρόφιμα με τις τιμές να παρουσιάζουν αυξήσεις έως και 30% σε μηνιαία βάση λόγω της σύγκρουσης και των κυρώσεων έχουν επιβληθεί εκατέρωθεν από τη Δύση και τη Ρωσία. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχει προειδοποιήσει ανοικτά από την πλευρά του ότι ο πόλεμος μπορεί να οδηγήσει σε χάος την αγορά τροφίμων, με τις επιπτώσεις να γίνονται ήδη αισθητές από την ΕΕ μέχρι τη Νέα Ζηλανδία, την Αργεντινή και τη Βρετανία.
Οι καταναλωτές στην Ευρώπη –και στην Ελλάδα- βλέπουν ήδη τις πρώτες σημαντικές ανατιμήσεις στα ράφια και δεν ξέρουν τι θα κληθούν να πληρώσουν την επόμενη ημέρα, καθώς το κόστος των τροφίμων έρχεται να προστεθεί στο κόστος των υγρών καυσίμων, του ρεύματος και του φυσικού αερίου που επίσης «καίνε». Στις ανατιμήσεις των τροφίμων διαδραματίζουν μεταξύ άλλων σημαντικό ρόλο και οι αυξήσεις στα λιπάσματα, όπου μεγάλο μέρος της αγοράς ελέγχει η Ρωσία.
Στα σιτηρά, όπου το μεγαλύτερο μέρος που τροφοδοτεί την Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο προέρχεται από την Ουκρανία και τη Ρωσία, οι τιμές έχουν κάνει άλμα 31% σε επίπεδα μήνα παραμένοντας πάνω από τα δέκα δολάρια ανά μπουσέλ που είναι η βασική μονάδα μέτρησης για το κλείσιμο συμβολαίων στις αγορές. Ουκρανία και Ρωσία υπολογίζεται ότι καλύπτουν το 30% των παγκόσμιων αναγκών σε άλευρα στον κόσμο, ποσοστό που είναι μεγαλύτερο για την Ευρώπη. Ράλι έχει κάνει και το καλαμπόκι που φτάνει το 13% και το 32% αντίστοιχα. Όπως είναι τώρα η κατάσταση με τις συγκρούσεις άλλωστε, οι αγρότες στην Ουκρανία δεν γνωρίζουν εάν θα μπορούν να μαζέψουν τις σοδειές ή να σπείρουν.
Οι επιπτώσεις στην επάρκεια και τις τιμές των τροφίμων από την εισβολή όμως έχουν αρχίσει να απηχούν δυνατά σε όλο και μεγαλύτερο μέρος του κόσμου. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα του γάλακτος, καθώς το σοκ από τον πόλεμο έχει φτάσει μέχρι τη Νέα Ζηλανδία. Στοιχεία των Φαινάνσιαλ Τάιμς δείχνουν ότι οι τιμές στο γάλα κινούνται έντονα ανοδικά λόγω προσδοκίας ότι η αγορά θα πληγεί από περαιτέρω προβλήματα στον εφοδιασμό λιπασμάτων και ζωοτροφών, αυξάνοντας τις πληθωριστικές πιέσεις που είναι ήδη έντονες λόγω του πολέμου.
Σοκ από τη Νέα Ζηλανδία στη Βρετανία…
Η σύγκρουση ήλθε να αυξήσει τα προβλήματα της αγοράς τροφίμων που ήταν ήδη έντονα από πριν λόγω της πανδημίας και αντίξοοων καιρικών συνθηκών. Όπως αναφέρει η βρετανική εφημερίδα, η συνδυασμένη παραγωγή γάλακτος στη Νέα Ζηλανδία – γνωστή ως «Σαουδική Αραβία του γάλακτος» επειδή ελέγχει το 35 τοις εκατό των παγκόσμιων εξαγωγών – στην ΕΕ, την Αυστραλία, τις ΗΠΑ και την Αργεντινή που είναι οι μεγαλύτεροι παραγωγοί- ήταν ήδη μειωμένη κατά 1,7% τον Ιανουάριο σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος με τη Νέα Ζηλανδία και την Αυστραλία να σημειώνουν πτώση άνω του 6%.
Όμως μετά την έναρξη του πολέμου στις 24 Φεβρουαρίου, οι τιμές των προϊόντων αυτών αυξήθηκαν περαιτέρω. Το άνυδρο γάλα, βασικό γαλακτοκομικό προϊόν, έφτασε την τιμή ρεκόρ των 7.111 δολαρίων ανά τόνο στις 15 Μαρτίου, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο δείκτη Εμπορίου Γαλακτοκομικών, που δείχνει τις τιμές. Το κόστος για πλήρες γάλα σε σκόνη έφτασε σε υψηλό οκτώ ετών αυτόν τον μήνα. Η εταιρεία της Νέας Ζηλανδίας Fonterra, ο μεγαλύτερος εξαγωγέας γαλακτοκομικών προϊόντων στον κόσμο, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι πλήρωνε στους αγρότες 30 τοις εκατό περισσότερα για γάλα από ό,τι πριν από ένα χρόνο και προέβλεψε ότι η τιμή θα αυξηθεί περαιτέρω, αναφέρουν οι ΦΤ.
Κλειδί και τα λιπάσματα
Τα στοιχεία που αφορούν το κόστος παραγωγής των αγροτών στη Βρετανία, όπως τα καταγράφει το Sky News, επίσης σοκάρουν. Παράγοντες της τοπικής αγοράς αναφέρουν ότι πολλοί αγρότες απειλούνται ακόμη και με χρεοκοπία λόγω των τεράστιων αυξήσεων σε κόστη λόγω της κατάστασης στην Ουκρανία. Όπως λένε τον Ιανουάριο οι αγρότες στη Βρετανία πλήρωναν 300 στερλίνες (350 ευρώ) για έναν τόνο λιπασμάτων. Πριν τον πόλεμο το ποσό αυτό είχε αυξηθεί στις 600 στερλίνες (714 ευρώ με τη σημερινή ισοτιμία) και τώρα με τις συγκρούσεις να μαίνονται έχει φτάσει τις 1.000 στερλίνες (1.191 ευρώ). Επίσης αναφέρουν ότι υπάρχει αύξηση κατά 60% στα κόστη ζωοτροφών και μεγάλη αύξηση στο κόστος της ενέργειας όπως είναι το ντίζελ και το φυσικό αέριο.
…Και από την Αργεντινή έως τη Γερμανία
Κανένα μέρος του κόσμου δεν φαίνεται να μένει απρόσβλητο από το ράλι στα τρόφιμα. Την περασμένη εβδομάδα η Αργεντινή ανακοίνωσε ότι ανέστειλε τις εξαγωγές αλεύρων, σόγιας και λαδιού καθώς υπάρχουν φήμες για αυξήσεις σε δασμούς επειδή το κόστος των πρωτογενών υλικών εκτινάσσεται στον απόηχο της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η Αργεντινή είναι από τους μεγαλύτερους προμηθευτές των προϊόντων αυτών στον κόσμο. Σε ανακοίνωση του το υπουργείο Γεωργίας ανέφερε ότι οι εξαγωγές ανεστάλησαν μέχρι νεωτέρας, με το Μπουένος Άιρες εξετάζει το ενδεχόμενο αύξησης των δασμών εξαγωγών κατά 2%, από 31% σε 33%, ανέφερε το Reuters. Πέρυσι, το αλεύρι σόγιας ήταν το μεγαλύτερο εξαγωγικό προϊόν της Αργεντινής και το σογιέλαιο ήταν η τρίτη πιο σημαντική εξαγωγή. Ήδη σε χώρες όπως η Γερμανία καταγράφονται ελλείψεις ηλιελαίου στα σουπερμάρκετ, με τους εμπόρους να συγκρίνουν τις μεγάλες αγορές από τους καταναλωτές λόγω ανησυχίας για επάρκεια, με αυτές του χαρτιού υγείας το πρώτο διάστημα της πανδημίας.
Την ίδια ώρα, λόγω της κατάστασης στην οικονομία που προκύπτουν από τις οικονομικές κυρώσεις της Δύσης μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, το Κρεμλίνο ανακοίνωσε ότι θα περιορίσει τις εξαγωγές κριθαριού, σίκαλης, σιταριού, καλαμποκιού, ανάμεικτων σιτηρών, ζάχαρης και μαύρης ζάχαρης προκειμένου να διασφαλίσει τον εφοδιασμό του εγχώριου πληθυσμού. Οι περιορισμοί στις εξαγωγές θα ισχύσουν προς το παρόν έως τις 30 Ιουνίου. Εξαιρέσεις θα ισχύουν για τις χώρες της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης, καθώς και για τις περιφέρειες Λουχάνσκ και Ντόνετσκ της Ουκρανίας, όπου η Ρωσία έχει μονομερώς ανακηρύξει την ανεξαρτησία εκ μέρους των αντιπροσώπων της.
Πηγή ΟΤ