Ενώπιον του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Ρόδου συζητήθηκαν χθες δύο προσφυγές ιδιοκτήτη εταιρείας διανομής και χονδρικής πώλησης τσιγάρων στο νησί της Ρόδου κατά δύο πράξεων βεβαίωσης ΔΗΦΟΔΩ του Δήμου Ρόδου με την οποίες επιδιώκεται η ακύρωσή τους, λόγω αντισυνταγματικότητας του νόμου.
Το δικαστήριο είχε αναβάλει την υπόθεση το Νοέμβριο του 2013 κρίνοντας τότε ότι δεν μπορεί να λάβει απόφαση επί των δύο αιτήσεων με δεδομένο ότι η συνταγματικότητα του νόμου θα κριθεί από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, όπως απεκάλυψε η “δημοκρατική”. Χθες αποφάσισε ωστόσο να μην αναμένει την απόφαση της Ολομέλειας.
Οι ισχυρισμοί του καπνέμπορου περί της αντισυνταγματικότητας του νόμου σχετικά με την επιβολή Δημοτικού Φόρου στους επιτηδευματίες της Δωδεκάνησου υπέρ των ΟΤΑ, συνοδεύονται με ισχυρισμούς περί άνισης μεταχείρισης του νομοθέτη με τη θέσπιση υπέρογκου συντελεστή φόρου.
Ο καπνέμπορος, ήταν ο πρώτος που εισήγαγε αρχικά στο νησί και στη συνέχεια σ’ ολόκληση την Ελλάδα την δημοφιλή στους καπνιστές μάρκα τσιγάρων “Prince” και υποστηρίζει πως οδηγήθηκε στην απόφαση να εγκαταλείψει την αντιπροσώπευσή της λόγω της αφόρητης οικονομικής κατάστασης που του δημιούργησε η καταβολή υπέρογκων ποσών στο ΔΗΦΟΔΩ.
Αφού κάνει πρώτα αναλυτική μνεία στο καθεστώς επιβολής του ΔΗΦΟΔΩ επισημαίνει ότι ο συγκεκριμένος φόρος αντιβαίνει στην αρχή της φορολογικής ισότητας επισημαίνοντας ότι η φορολογική επιβάρυνση πρέπει να είναι καθολική δηλαδή το βάρος της δημιουργίας των εσόδων προς κάλυψη των δαπανών του κράτους δεν πρέπει να το επωμίζεται μια συγκεκριμένη τάξη πολιτών αλλά πρέπει να πίπτει εφ’ όλων των Ελλήνων.
Τονίζει συγκεκριμένα για τους καπνέμπορους που δραστηριοποιούνται στα Δωδεκάνησα ότι ενώ έχουν συντελεστή καθαρού κέρδους 0,70% η επιβάρυνσή τους με το συντελεστή φόρου 0,2% ανέρχεται στο υπερβολικό ποσοστό 22,58%. Επισημαίνει ακόμη ότι υποχρέωση του Δήμου Ροδίων ήταν από την πρώτη στιγμή να δεχθεί ως νόμιμες και βάσιμες τις διαμαρτυρίες των καπνέμπορων και είτε να τους επιβάλλει και να εισπράττει στο μέτρο του δικαίου τον ανάλογο φόρο, είτε να προτείνει στην πολιτεία την ψήφιση νόμου με τον οποίο θα περιορίζεται στα πλαίσια συνταγματικότητας της διατάξεως ο συντελεστής φόρου στο 0,02% για να παύσει η αντισυνταγματική διάκριση.
Επικαλείται εξάλλου και γνωμοδότηση αναπληρωτή καθηγητή της Νομικής Σχολής των Αθηνών για την αντισυνταγματικότητα του νόμου αλλά και πλήθος σχετικών εγγράφων του Επιμελητηρίου Δωδεκανήσου.
Την υπόθεση χειρίζεται ο δικηγόρος κ. Παντελής Αποστολάς.