Με την υπ΄ αριθμ. 171/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου κηρύχθηκε απαράδεκτη, καθώς δεν προηγήθηκε η διαδικασία της διαμεσολάβησης, η συζήτηση της αγωγής που άσκησε μια 55χρονη μητέρα 4 παιδιών και γιαγιά 2 εγγονών εις βάρος του γυναικολόγου που καταμηνύθηκε από 21 γυναίκες για σεξουαλικά εγκλήματα.
Η ενάγουσα ήταν η πρώτη που κατήγγειλε τον γυναικολόγο και εις βάρος της έχει ασκήσει και ο κατηγορούμενος αγωγή.
Ο 65χρονος γυναικολόγος έχει παραπεμφθεί ήδη σε δίκη ενώπιον Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Περιφέρειας του Εφετείου Δωδεκανήσου για βιασμό κατά συρροή, κατάχρηση σε γενετήσια πράξη προσώπου ανίκανου για αντίσταση κατά συρροή και προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας.
Η 55χρονη με την αγωγή της διεκδικούσε αποζημίωση ύψους 200.000 ευρώ για βλάβες που διατείνεται ότι υπέστη συκοφαντούμενη από ισχυρισμούς του.
Το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου κήρυξε απαράδεκτη την συζήτηση της αγωγής κρίνοντας ότι δεν τηρήθηκε η προβλεπόμενη στην διάταξη του άρθρου 6 του Ν. 4640/2019 προδικασία.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει η ενάγουσα, δεν επικαλείται με τις προτάσεις της ούτε προσκομίζει Πρακτικό, που να πιστοποιεί ότι έλαβε χώρα η υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, όπως επί ποινή απαραδέκτου συζητήσεως της αγωγής απαιτεί το άρθρο 6 παρ. 1 του Ν. 4640/2019, διαδικασία η οποία είναι αναγκαία για το παραδεκτό της συζήτησης της αγωγής, καθώς πρόκειται για αστική υφιστάμενη διαφορά και τα διάδικα μέρη έχουν την εξουσία να διαθέσουν το αντικείμενο αυτής, κατά τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου, δεδομένου ότι η καταγόμενη στην παρούσα δίκη αξίωση χρηματικής ικανοποίησης ηθικής βλάβης τυγχάνει μεταβιβαστή, αφού επεδόθη για αυτήν η (υπό κρίση) αγωγή, και ως εκ τούτου τα μέρη έχουν εξουσία διάθεσης του αντικειμένου της, και η αγωγή κατατέθηκε στην γραμματεία του Δικαστηρίου μετά την 1/7/2020 και συγκεκριμένα την 28/4/2021 και επιδόθηκε την 5/5/2021 στον εναγόμενο, καταλαμβανόμενη, ως εκ τούτου, από το πεδίο εφαρμογής της παραπάνω διάταξης.
Η 55χρονη μητέρα 4 παιδιών και γιαγιά 2 εγγονών, έχει υποστηρίξει ότι την 1η Ιουνίου 2020, περί ώρα 12.00 το μεσημέρι επισκέφθηκε μαζί με την κόρη της και τον εγγονό της, το νοσηλευτικό ίδρυμα προκειμένου να προβεί σε γυναικολογική εξέταση, λόγω κάποιων περίεργων εκκρίσεων που είχε.
Επισημαίνει δε ότι είχε υποβληθεί πριν από 5 χρόνια σε αφαίρεση μήτρας και έχει επισκεφθεί γυναικολόγους ιατρούς πολλάκις και γνωρίζει λόγω της εμπειρίας της αν κάποια εξέταση από γυναικολόγο είναι η συνήθης ιατρική πρακτική ή υποκρύπτει κάτι άλλο ή παραπέμπει κάπου αλλού.
Η γυναίκα περιγράφει στην έγκλησή της ότι η εξέταση περιέργως έγινε με το χέρι και καθόλου δεν χρησιμοποιήθηκε κολπικός υπέρηχος, πράγμα το οποίο την παραξένεψε αρχικά και του απηύθυνε σχετική ερώτηση.
Περιγράφει ότι η εξέταση τής προκάλεσε δυσφορία αλλά και πόνο και διαμαρτυρήθηκε, ότι εκείνος της ζητούσε να κάνει υπομονή κι ότι ενώ είχε το ένα χέρι του στον κόλπο της άρχισε να θωπεύει και τους μαστούς της με πίεση.
Η εξέταση, όπως ισχυρίζεται, δεν παρέπεμπε σε συνηθισμένη ιατρική ψηλάφηση, αλλά άρχισε να παραπέμπει σε ερωτική ψηλάφηση αλλά δεν αντέδρασε καθώς βρισκόταν σε σύγχυση λόγω της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης που έχει ο ασθενής κατά την ιατρική εξέταση, αλλά και γιατί ήταν ακινητοποιημένη σε μία καρέκλα κάτω από τον πλήρη έλεγχο του ιατρού.
Ο ιατρός, διαψεύδει τους ισχυρισμούς της.
Ως συνήγοροι υπεράσπισης του ιατρού παρίστανται οι δικηγόροι κ.κ. Μανώλης Κουτσούκος και Κώστας Αβδελής, και ως συνήγοροι των θυμάτων οι δικηγόροι κ.κ. Ευαγγελία Αρνιθενού, Μύριαμ Τομαρά και Στέλιος Αλεξανδρής.