Τοπικές Ειδήσεις

Υπαγωγή με ευνοϊκούς όρους στο νόμο περί υπερχρεωμένων νοικοκυριών δύο οικογενειών της Ρόδου

Με δύο αποφάσεις που εξέδωσε το Ειρηνοδικείο Ρόδου υπήχθησαν στις ευεργετικές διατάξεις του νόμου περί υπερχρεωμένων νοικοκυριών δύο οικογένειες στις οποίες τα ζευγάρια έχουν διακόψει την έγγαμη συμβίωσή τους.
Η αιτούσα, ηλικίας 55 ετών είναι παντρεμένη με έναν 58χρονο και από το γάμο τους έχουν αποκτήσει τρία τέκνα ηλικίας 36, 33 και 30 ετών.
Από το 2013 που ο σύζυγός της μετοίκησε στην Αυστραλία, η αιτούσα βρίσκεται σε διάσταση και έχουν εκκινήσει τις διαδικασίες για έκδοση συναινετικού διαζυγίου που δεν έχουν ολοκληρωθεί ακόμη.
Η αιτούσα στερούνταν ανέκαθεν δικών της εισοδημάτων καθώς από το 2002 δεν εργαζόταν και ήταν άνεργη, όντας παράλληλα επιφορτισμένη και με την ανάθρεψη των τριών τέκνων της, οι οικογενειακές δε δαπάνες καλύπτονταν από το σύζυγό της που αποκόμιζε υψηλά εισοδήματα.
Τα έσοδα όμως από την επιχείρηση του συζύγου της άρχισαν από το 2007 να μειώνονται σταδιακά και το 2013 μετανάστευσε.
Η αιτούσα παραμένει άνεργη μέχρι σήμερα και τα έξοδα διαβίωσής της καλύπτονται από την κόρη της που διαμένει μαζί με την οικογένειά της.
Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η αιτούσα διαθέτει στην κυριότητά της ένα ισόγειο διαμέρισμα. Πέραν του διαμερίσματος η αιτούσα δεν διαθέτει άλλη κινητή ή ακίνητη περιουσία.
Τον Οκτώβριο του 2000 η αιτούσα έλαβε ως οφειλέτρια με εγγυητή τον εν διαστάσει σύζυγό της για την αγορά του διαμερίσματος, στεγαστικό δάνειο ποσού 88.041,09 ευρώ, για την εξασφάλιση του οποίου εγγράφηκε εμπράγματη ασφάλεια στο ακίνητο.
Η απαίτηση ανέρχεται μέχρι τον Μάιο του 2016 στο ποσό των 192.375,05 ευρώ, εκ των οποίων 78.530,15 ευρώ είναι το κεφάλαιο και το υπόλοιπο ποσό αντιστοιχεί σε τόκους και έξοδα. Κατά το χρόνο λήψης του στεγαστικού δανείου και τα επόμενα έτη ο σύζυγος της αιτούσας διατηρούσε μία ανθηρή επιχείρηση με πολύ υψηλές αποδοχές που ξεπερνούσαν τα 60.000 ευρώ το 2006, από τις οποίες και αποπληρώνονταν οι δόσεις του δανείου, καθώς η αιτούσα ουδέποτε διέθετε δικά της εισοδήματα και όλες οι δαπάνες καλύπτονταν από το σύζυγό της που είχε συμβληθεί και ως εγγυητής στο δάνειο.
Από το 2007 όμως ξεκίνησαν σταδιακά να μειώνονται τα εισοδήματα από την επιχείρηση του συζύγου της αιτούσας και το 2013 επήλθε ρήξη στην έγγαμη συμβίωσή τους και ο εν διαστάσει σύζυγός της μη καταφέρνοντας μέχρι τότε να ανακάμψει οικονομικά, μετοίκησε στην Αυστραλία.
Από την παράθεση των ως άνω δεδομένων προκύπτει ότι η αιτούσα, η οποία παραμένει μέχρι σήμερα άνεργη, από το 2013 με την διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης και τη μετοίκηση του συζύγου της στο εξωτερικό, δεν είναι πλέον σε θέση να ανταποκριθεί στις δανειακές της υποχρεώσεις και έτσι έχει περιέλθει χωρίς υπαιτιότητά της σε μόνιμη και διαρκή αδυναμιία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της.
Το δικαστήριο έτσι ρύθμισε τα χρέη της προς την πιστώτρια επί μία τριετία (36 μήνες) χωρίς την υποχρέωση περαιτέρω καταβολών.
Εξαιρεί από την εκποίηση την κύρια κατοικία της και της επιβάλλει την υποχρέωση να καταβάλλει για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της από τον επόμενο μήνα από τη δημοσίευση της απόφασης και εντός του πρώτου δεκαημέρου εκάστου μηνός, μηνιαία δόση κεφαλαίου ύψους 116,62 ευρώ για 20 έτη.
Στην δεύτερη υπόθεση ο αιτών ηλικίας 50 ετών και η αιτούσα ηλικίας 44 ετών είναι διαζευγμένοι από το 2020 και κατά τη διάρκεια του γάμου τους απέκτησαν δύο γιους ηλικίας σήμερα 15 και 11 χρονών αντίστοιχα.
Από το Δεκέμβριο του 2020 οι αιτούντες είναι διαζευγμένοι και σύμφωνα με πράξη συναινετικής λύσης γάμου ο αιτών είναι υποχρεωμένος να καταβάλλει κάθε μήνα στην αιτούσα 400 ευρώ ως διατροφή για τα δύο ανήλικα τέκνα τους, με τα μηνιαία έσοδα του από την εργασία του να ανέρχονται σήμερα στα 1.470 περίπου ευρώ.
Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι οι αιτούντες διαθέτουν στην κυριότητά τους εξ αδιαιρέτου μια διώροφη κατοικία.
Τα δάνεια τους με τόκους ανέρχονται πλέον στα 113.834,31 ευρώ και 161.225,91 ευρώ αντίστοιχα.
Το δικαστήριο ρυθμίζει τα χρέη του πρώτου αιτούντος προς τους καθ’ων επί μία τετραετία (48 μήνες) χωρίς την υποχρέωση περαιτέρω καταβολών, ρυθμίζει τα χρέη της δεύτερης αιτούσας επί μία τετραετία (48 μήνες), ορίζοντας μηδενικές δόσεις προς τους καθ’ων, εξαιρεί της εκποίησης την κύρια κατοικία τους και τους επιβάλλει την υποχρέωση να καταβάλουν για τη διάσωση της ανωτέρω κατοικίας τους για 240 μήνες, συνολική μηνιαία δόση κεφαλαίου 177,08 ευρώ, ήτοι 88,54 ευρώ ο καθένας τους, εντός του πρώτου δεκαημέρου από τον επόμενο μήνα από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης.
Τις υποθέσεις χειρίστηκαν από κοινού οι δικηγόροι κ.κ. Σάββας Λυριστής και Σπύρος Σαλαμαστράκης.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου