Στον «αέρα» βρίσκονται δεκάδες μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις πώλησης γούνας και δερματίνων ειδών που ξεκίνησαν να λειτουργούν από πέρυσι στη Ρόδο. Οι επιχειρήσεις αυτές στήθηκαν κυρίως επί της εθνικής οδού Ρόδου – Λίνδου, από πρόσωπα που είχαν την προσδοκία να πετύχουν μεγάλο αριθμό πωλήσεων σε Ρώσους τουρίστες. Ωστόσο, η κρίση μεταξύ Ρωσίας – Ουκρανίας και τα όσα ακολούθησαν, προκάλεσε απότομη πτώση των πωλήσεων.
Ειδικότερα, η γούνα ως εμπορικό προϊόν, είχε αρχίσει να κερδίζει ξανά το χαμένο έδαφος των περασμένων ετών. Η «απομυθοποίησή» της είχε ξεκινήσει μέσα από τις οικολογικές οργανώσεις οι οποίες και δούλεψαν συστηματικά προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση.
Αυτό συνέβαινε μέχρι που έγινε το μεγάλο ξέσπασμα του ρωσικού τουρισμού, όπου τα εκατομμύρια των Ρώσων ανακάλυψαν στην ελληνική γούνα μοναδικά ποιοτικά στοιχεία. Μεταξύ αυτών ήταν η μέθοδος ραφής, που απέτρεπε την καταστροφή της, μετά από κάποια χρόνια. Είναι χαρακτηριστικό ότι για κάθε δέκα γούνες, που επωλούντο, οι επτά κατέληγαν σε χέρια Ρώσων.
Η μαζική ζήτηση γούνας, ως εμπορικό προϊόν, άρχισε την τελευταία εξαετία, με αποκορύφωμα την περυσινή τουριστική περίοδο. Πέρυσι στη Ρόδο πουλήθηκαν οι περισσότερες γούνες από κάθε άλλη χρονιά και τούτο αποδόθηκε στη σημαντική αύξηση Ρώσων και Ουκρανών τουριστών. Ο μεγάλος αριθμός των πωλήσεων, που πέτυχαν οι Ροδίτες έμποροι, φάνηκε και στις εκθέσεις που είχαν πραγματοποιηθεί τον περασμένο χειμώνα. Σε αυτές τις εκθέσεις οι παραγγελίες από τη Ρόδο είχαν το ρυθμό καταιγίδας.
Με τον ίδιο ρυθμό ξεκίνησε η ίδρυση νέων καταστημάτων πώλησης γουναρικών στο νησί. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε μια απόσταση 10 χιλιομέτρων (από τη Ρόδο μέχρι το Φαληράκι) έχουν ιδρυθεί καταστήματα πώλησης γούνας συνολικής επιφανείας, που υπερβαίνει τα 15.000 τμ. Το μέγεθος αυτό θεωρείται «μαμούθ», αν συνυπολογιστεί το γεγονός ότι υπάρχουν πάρα πολλά άλλα, αντίστοιχα καταστήματα σε ολόκληρο το νησί.
Η σκέψη των επιχειρηματιών, που επένδυσαν σε αυτό το είδος, στηρίζονταν στην απλή λογική του υψηλού τζίρου, που στα σίγουρα θα είχε περιθώριο κέρδους. Ο τζίρος ήταν δυνατόν να επιτευχθεί μέσα από συμφωνίες με τα τουριστικά πρακτορεία και τους οργανισμούς και με βάση το αμοιβαίο κέρδος. Μάλιστα, η απόφαση για τη μη επιβολή στη γούνα φόρου πολυτελείας, έδωσε ένα ακόμα κίνητρο στους πωλητές που το χρησιμοποίησαν ως επιχείρημα για την αγορά γούνας από την Ελλάδα και ειδικότερα από τη Ρόδο, καθώς το κέρδος για τον καταναλωτή ήταν τουλάχιστον 10%.
Φαινομενικά όλα ήταν δυνατόν να λειτουργήσουν σαν ένα καλοκουρδισμένο ρολόι. Η πολιτική κρίση και οι συρράξεις μεταξύ Ρωσίας – Ουκρανίας είχαν ως αποτέλεσμα την μεγάλη μείωση (άνω του 40% σε σύγκριση με πέρυσι) στις αφίξεις Ουκρανών τουριστών και ένα τουλάχιστον 12% στις αφίξεις των Ρώσων. Τα στοιχεία αυτά αφορούν τις αφίξεις Μαϊου για τη Ρόδο. Επιπρόσθετα, τα τουριστικά πρακτορεία προκειμένου να συμπιέσουν τις απώλειες από τη Ρωσική και την Ουκρανική αγορά, έριξαν τις τιμές των πακέτων, με αποτέλεσμα να καταφθάνουν στο νησί (και σε ολόκληρη τη χώρα) και Ρώσοι τουρίστες που δεν έχουν οικονομική ευχέρεια για τέτοιες δαπάνες. Οι παράγοντες αυτοί, σύμφωνα με πληροφορίες ήδη έχουν προκαλέσει κλυδωνισμούς σε αρκετές από τις επιχειρήσεις πώλησης γουναρικών, των οποίων ο τζίρος βρίσκεται σε αρκετά χαμηλότερα επίπεδα από εκείνα που αρχικώς είχαν υπολογιστεί.
Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι τα προβλήματα για τις επιχειρήσεις αυτής της κατηγορίας θα φανούν αρκετά νωρίς (ίσως και από το τέλος του τρέχοντος μηνός), καθώς η γούνα ως εμπόρευμα αγοράζεται είτε με μετρητά είτε με βραχυχρόνιες (δίμηνες ή τρίμηνες) επιταγές. Ετσι, με τους τζίρους μειωμένους και τον ανταγωνισμό στα ύψη, ήδη δεν είναι λίγοι εκείνοι που έχουν αρχίσει να φοβούνται το λουκέτο, καθώς η σφράγιση απλήρωτων επιταγών, θα έχει αλυσιδωτές επιπτώσεις.