Η κακοποίηση στην παιδική ηλικία αποτελεί ένα -δυστυχώς- πολύ συχνό φαινόμενο σε διάφορες μορφές της όπως είναι η σωματική, η ψυχολογική ή συναισθηματική κακοποίηση, η σεξουαλική ή ακόμα και η παραμέληση ενός παιδιού.
Σύμφωνα με επιστημονικές μελέτες, έχει διαπιστωθεί ότι, το 25% των ενηλίκων έχουν δηλώσει ότι έχουν κακοποιηθεί ως παιδιά, ωστόσο στην Ελλάδα, δεν υπάρχουν στοιχεία που να καταγράφουν με ακρίβεια την έκταση του φαινομένου της παιδικής κακοποίησης το οποίο μάς απασχολεί όλο και περισσότερο, εξαιτίας των περιστατικών που έρχονται στο φως της δημοσιότητας.
Για το φαινόμενο της παιδικής κακοποίησης, μιλά σήμερα στη «δημοκρατική» η γνωστή ψυχολόγος M.Sc. Ελένη Σολταρίδου η οποία δίνει ουσιαστικές συμβουλές για το πώς μπορούν οι γονείς να εκπαιδεύσουν τα παιδιά τους ώστε αυτά να αντιλαμβάνονται την κακοποίηση αλλά και υπό ποιες προϋποθέσεις μπορεί ένας γονέας να βοηθήσει το παιδί του, αφού όπως τονίζει ο γονέας δεν μπορεί να συμβουλεύσει σωστά αν δεν μάθει να διαχειρίζεται τον εαυτό του κι αν δεν ακούει το παιδί του.
• Κυρία Σολταρίδου, υπάρχει τρόπος να εκπαιδευτούν τα παιδιά ώστε να αντιλαμβάνονται την κακοποίηση;
Νομίζω ότι αρχικά ο στόχος μας θα πρέπει να είναι να δείξουμε στα παιδιά μας τι είναι κακοποίηση, να τα βοηθήσουμε να καταλάβουν τι είναι για να μπορέσουν σταδιακά να βάζουν όρια και να λένε όχι.. γιατί η κακοποίηση δεν είναι μόνο σεξουαλική… Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας «Η κακοποίηση ή κακομεταχείριση του παιδιού περιλαμβάνει όλες τις μορφές σωματικής ή συναισθηματικής κακής μεταχείρισης, σεξουαλικής παραβίασης, παραμέλησης ή παραμελημένης θεραπευτικής αντιμετώπισης ή εκμετάλλευσης για εμπορικούς σκοπούς, η οποία καταλήγει σε συγκεκριμένη ή εν δυνάμει βλάβη που αφορά τη ζωή και την ανάπτυξη του παιδιού, στο πλαίσιο μιας σχέσης ευθύνης, εμπιστοσύνης και δύναμης» (W.H.O., 2006). Οπότε με βάση αυτό θα πρέπει τόσο οι γονείς όσο και τα παιδιά να αντιληφθούν το εύρος της έννοιας “κακοποίηση”, για να μπορούν να προστατευθούν. Εξάλλου ποτέ δεν μπορούμε να προστατευθούμε από κάτι, αν δεν γνωρίζουμε τι αντιμετωπίζουμε.
• Τι συμπεριφορές θα μπορούσαμε να δούμε σε ένα παιδί που βιώνει κακοποίηση;
Οι συμπεριφορές είναι σε άμεση σχέση με το είδος της κακοποίησης που βιώνει. Για παράδειγμα σε ένα παιδί που βιώνει ψυχολογική κακοποίηση, μπορούμε να δούμε θλίψη, απομόνωση, δυσπιστία, καχυποψία, ανασφάλεια, διαταραχές στη διάθεσή του. Σε ένα παιδί που βιώνει ενδοοικογενειακή βία θα μπορούσαμε να δούμε αντίστοιχη βίαιη συμπεριφορά, να μετατρέπεται ουσιαστικά σε ένα θύτη στο σχολείο, θυμό, τάσεις εκφοβισμού, χαμηλή απόδοση στα μαθήματα. Σε ένα παιδί που βιώνει παραμέληση θα μπορούσαμε να δούμε χαμηλή συγκέντρωση, διάσπαση προσοχής, διαταραχές διάθεσης, κόπωση, υπνηλία, θλίψη.
• Τι εμποδίζει τα παιδιά από το να μιλήσουν στους γονείς τους γι’ αυτό που τους συμβαίνει;
Ο φόβος, η απειλή, η τιμωρία, το στίγμα, το άγχος ότι θα κατηγορηθούν, είναι οι πρώτες λέξεις που μου έρχονται στο μυαλό. Τα παιδιά μπορούν να απειλούνται από τους κακοποιητές ότι θα βιώσουν και άλλη βία ή ότι θα χάσουν κάτι που αγαπάνε, οπότε ο φόβος και ο φόβος της απώλειας συντηρούν τη σιωπή τους. Συχνά επίσης υπάρχουν μέσα με τα οποία ένα παιδί εκβιάζεται, μπορεί για παράδειγμα να υπάρχουν φωτογραφίες, βίντεο με τα οποία να απειλείται το παιδί ότι θα κοινοποιηθούν στον σχολικό περίγυρο, στο διαδίκτυο, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης… Συνεπώς το παιδί ζει με τον φόβο και εγκλωβίζεται σε ένα περιβάλλον φοβογόνο και ψυχοπιεστικό..
• Οι γονείς ή οι κηδεμόνες, πώς μπορούν να βοηθήσουν το παιδί;
Οι γονείς είναι αυτοί που γνωρίζουν καλύτερα από όλους το παιδί τους… Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να παρατηρούν τις αλλαγές στη διάθεση και στη συμπεριφορά του, να παρατηρούν σημάδια στο σώμα του, ακόμα και αλλαγές στη σχολική του επίδοση. Η παρατήρηση είναι το πρώτο εργαλείο που έχουμε στα χέρια μας… Η αλήθεια επίσης είναι ότι θα πρέπει να εκπαιδεύσουμε τα παιδιά μας να επικοινωνούν ουσιαστικά μαζί μας… Ας τους αγοράσουμε βιβλία, τα οποία θα τα διαβάζουμε μαζί τους και ας χτίσουμε ουσιαστική και ειλικρινή επικοινωνία.
Ας εκπαιδεύσουμε τα παιδιά μας να διαβάζουν βιβλία αυτοεξέλιξης, αυτογνωσίας, επικοινωνίας τα οποία όμως καλό είναι να διαβάσουμε πρώτα εμείς γιατί κανένας γονέας δεν μπορεί να συμβουλεύσει σωστά, αν δεν μάθει να διαχειρίζεται τον εαυτό του και αν δεν μάθει να ακούει ουσιαστικά το παιδί του. Αυτό σημαίνει ότι όταν τα παιδιά μας θα μας πούνε ή θα μας εκμυστηρευθούν κάτι, θα πρέπει η πρώτη διαχείριση που θα κάνουμε να είναι προς τον εαυτό μας. Δηλαδή θα πρέπει να παραμείνουμε ψύχραιμοι, να μην φωνάξουμε, να κινητοποιήσουμε το παιδί μας να μας μιλήσει, να θέτουμε ανοιχτές ερωτήσεις και να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε όσο το δυνατόν περισσότερα πράγματα για το γεγονός που προβληματίζει το παιδί μας. Επίσης, δεν μπορούμε να συζητήσουμε όταν το παιδί μας είναι σε χάος, όταν κλαίει ή όταν είναι θυμωμένο ή φοβισμένο… Άρα θα πρέπει να ηρεμήσουμε το παιδί και στη συνέχεια να επικοινωνήσουμε ουσιαστικά μαζί του.
• Τι γίνεται στην περίπτωση που ο κακοποιητής είναι ένας από τους δύο γονείς ή κάποιος στενός συγγενής; Εκεί πώς μπορεί να προστατευτεί ή πώς μπορεί -και αν μπορεί- να αντιδράσει το παιδί;
Νομίζω ότι αυτό που περιγράφετε είναι από τις πλέον δύσκολες συνθήκες που μπορεί να αντιμετωπίσει ένα παιδί, καθώς το σπίτι μας και η οικογένειά μας πρέπει να είναι ο χώρος που αισθανόμαστε ασφάλεια και ηρεμία. Σκεφτείτε λοιπόν το εύρος του τραύματος που αντιμετωπίζει ένα παιδί όταν η κακοποίηση προέρχεται μέσα από το σπίτι του.
Ας δούμε αρχικά το προφίλ του κακοποιητή γονέα… Συνήθως είναι άτομο το οποίο δυσκολεύεται να συνδεθεί συναισθηματικά με το παιδί του, με έντονα ξεσπάσματα βίας και θυμού, που χρησιμοποιεί τη βία ως τιμωρητικό μέσο και αναζητάει την πειθαρχία και τη σιωπή μέσα στο σπίτι. Συνήθως επίσης είναι άτομο που δεν αφήνει το παιδί του να κοινωνικοποιείται και θέλει να έχει τον έλεγχο στις συναναστροφές του παιδιού και στις κοινωνικές του σχέσεις.
Οι γονείς που είναι κακοποιητές προέρχονται από οικογένειες με χαμηλή ποιότητα δεσμών με τους δικούς τους γονείς, που ένιωθαν ότι πρέπει να παλεύουν ή να παρακαλούν για την αποδοχή τους. Το παιδί όσο είναι μικρό τον φοβάται, αλλά σταδιακά μπορεί να αναπτύξει αντίστοιχες συμπεριφορές βίας ή φυγής, στην προσπάθειά του να αντιδράσει ή να προστατευθεί.
• Ποιος είναι ή θα έπρεπε να είναι ο ρόλος του σχολείου και του εκπαιδευτικού;
Ο ρόλος του σχολείου και του εκπαιδευτικού είναι πολύ σημαντικός και κυρίως θα πρέπει να είναι το χτίσιμο μιας σχέσης εμπιστοσύνης με τους μαθητές. Είναι εξαιρετικό να έχουμε άριστες σχολικές επιδόσεις, ακόμα όμως πιο εξαιρετικό να έχουμε ψυχικά υγιείς ενήλικες στο μέλλον. Οπότε ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να είναι στο σχολείο για να ακούσει τον μαθητή, να τον ενθαρρύνει, να τον ενισχύσει θετικά, να είναι το πρότυπο ουσιαστικά για τα παιδιά, που θα τους διδάξει τα όρια, τον σεβασμό αλλά πάνω από όλα θα είναι αυτός που θα τα κινητοποιεί για να μιλήσουν. Επίσης ο εκπαιδευτικός είναι αυτός που αντικειμενικά βλέπει πολλές ώρες, ίσως περισσότερες από τους υπόλοιπους, ένα παιδί, οπότε θα πρέπει να παρατηρεί σημάδια αλλαγής στη συμπεριφορά ή στην ψυχολογία του.
• Από την εμπειρία σας, οι γονείς είναι σε θέση ή έχουν την πρόθεση να αντιμετωπίσουν τα περιστατικά κακοποίησης των παιδιών τους ή ακόμα και σήμερα τίθεται θέμα κοινωνικού στίγματος;
Δύσκολο ερώτημα, γιατί συχνά ακόμα και σήμερα παρατηρούμε γονείς να είναι σε άρνηση ή να δυσκολεύονται να παραδεχτούν ότι τα παιδιά τους βιώνουν κακοποίηση. Αυτό παρατηρείται πιο έντονα σε μικρές κοινωνίες, όπου μπορεί να παρατηρηθεί μία διαδικασία συγκάλυψης ή άρνησης. Πολλοί γονείς επίσης φοβούνται να συζητήσουν για την κακοποίηση γιατί φοβούνται το στίγμα των παιδιών τους.
• Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά των κακοποιημένων παιδιών που ως ενήλικες πλέον ζητούν τη βοήθεια που δεν έλαβαν κατά την περίοδο της κακοποίησης;
Η κακοποίηση κατά την παιδική ηλικία οδηγεί σε μία γενικευμένη έκπτωση της λειτουργικότητας του ατόμου, ενώ παρατηρούνται ταυτόχρονα και δυσκολίες στην κοινωνικοποίηση του ατόμου. Αυτό προφανέστατα συμβαίνει γιατί το άτομο φοβάται… Φοβάται να εμπιστευτεί, φοβάται να επικοινωνήσει, φοβάται την απόρριψη ή τον εκφοβισμό. Αποτέλεσμα αυτών των συναισθημάτων είναι το άτομο αυτό με τα συγκεκριμένα στοιχεία προσωπικότητας να είναι δύσπιστο στις συναναστροφές του, ανασφαλές στις σχέσεις του και συχνά να εξαρτάται από την αποδοχή των άλλων, την οποία συχνά θεωρεί ότι δεν την αξίζει.
Συχνά παρατηρούνται διαταραχές στη διάθεση, άγχος, διαταραχές όρεξης, διαταραχές ύπνου, μετατραυματικό στρες. Υπάρχουν βέβαια και άτομα, τα οποία μετά από κακοποιητικές συμπεριφορές αναπτύσσουν θυμό ή χτίζουν ένα ψεύτικο προφίλ, προσπαθώντας να εντυπωσιάσουν και να καλύψουν τα κενά που νιώθουν στην αυτοπεποίθηση και στην αυτοεικόνα τους.
Γενικότερα αυτό που πρέπει να θυμόμαστε είναι πως υπάρχουν εναλλασσόμενες συμπεριφορές, συχνά βίαιες, με τάσεις φυγής ή εσωστρέφεια. Η συμπεριφορά του κάθε ατόμου εξάλλου είναι εξατομικευμένη και εξαρτάται από τα στοιχεία της προσωπικότητάς του, από το κοινωνικό του περιβάλλον, από τους συμμάχους του, από τη βοήθεια που έχει δεχτεί, από την ψυχοθεραπεία που έχει κάνει.
• Πώς μπορεί να βοηθήσει τον εαυτό του κάποιος που έχει βιώσει κακοποίηση;
Η πρώτη φράση που μου έρχεται στο μυαλό είναι να αναζητήσει συμμάχους…
Ο θύτης προσπαθεί να αναζητήσει θύματα που είναι μόνα τους, χωρίς συμμάχους. Οπότε να αναζητήσει συμμάχους. Η σιωπή συντηρεί τον φόβο και καλύπτει τη βία και την κακοποίηση.
Ταυτόχρονα να αναζητήσει εξειδικευμένη βοήθεια, να κάνει ψυχοθεραπεία, να μην σκεφτεί ενοχικά ή αυτοτιμωρητικά και να πιστέψει ότι μπορεί να νικήσει τον φόβο του. Ο δρόμος δεν θα είναι εύκολος, όμως μπορεί να γίνει πιο εύκολος αν κατανοήσει ότι δεν είναι μόνος.
Η Ελένη Σολταρίδου είναι ψυχολόγος, υποψήφια διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.
Έχει αποφοιτήσει με άριστα από το τμήμα Ψυχολογίας του Πάντειου Πανεπιστημίου και έχει ολοκληρώσει με επιτυχία το Μεταπτυχιακό πρόγραμμα του Πανεπιστημίου Πειραιά στο γνωστικό αντικείμενο της Διοίκησης Υγείας.
Είναι εξειδικευμένη στη Γνωσιακή και στη Συμπεριφορική Ψυχοθεραπεία.
Είναι επιστημονικός συνεργάτης – lecturer του New York College & του Ανοιχτού Λαϊκού Πανεπιστημίου.
Συνεργάζεται με εταιρίες σε θέματα εκπαίδευσης ανθρώπινου δυναμικού και ενδυνάμωσης του προσωπικού τους.
Είναι επιστημονική συνεργάτης και αρθρογράφος ιστοσελίδων σε θέματα ψυχολογίας, διαχείρισης άγχους, σχέσεων, αυτό-βελτίωσης.
Κυκλοφορούν το παιδικό της παραμύθι με θέμα τη διαχείριση του θυμού «Ο Χιονούλης και ο Γκριζούλης μαθαίνουν για το θυμό» (2019) & ο οδηγός αυτό-βελτίωσης και διεκδίκησης νέων συμπεριφορών, με τίτλο «Αλλάζοντας Εμένα» (2020).
Το Σεπτέμβριο του 2022 κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Κάκτος το νέο της βιβλίο αυτό-εξέλιξης με τίτλο «100 Συμβουλές Αυτοεξέλιξης 100 Μαθήματα Αυτογνωσίας»