«Το ψήφισμα είναι εξαιρετικά σημαντικό από πλευράς συμβολισμού αλλά ταυτόχρονα και πολιτικής κατεύθυνσης και τόνου, καθώς είναι απόρροια μεθοδευμένων προσπαθειών και συστηματικής εργασίας», αναφέρει στη «δημοκρατική» ο Πολύκαρπος Αδαμίδης απαντώντας στην ερώτηση για το ποια είναι η αξία του πρόσφατου ψηφίσματος του ευρωπαικού κοινοβουλίου που, ουσιαστικά, ζητά την ακύρωση του τουρκολυβικού μνημονίου.
Συνέντευξη στον Γιάννη Μπόζιο
Ο αναπληρωτής καθηγητής κοινοτικού δικαίου, διεθνών σχέσεων και προμηθειών στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων αναλύει, μεταξύ άλλων, το περιεχόμενου του πρόσφατου μνημονίου Ελλάδας-Αιγύπτου για την συνεργασία σε έρευνα και διάσωση, αναδεικνύοντας παράλληλα την αξία αυτού για την θέση της χώρας μας στη Μεσόγειο.
Στην ερώτηση για το ποιά θα πρέπει να είναι η στάση της Ελλάδας στην σχετική ενίσχυση της διαπραγματευτικής ισχύος της Τουρκίας και κατά συνέπεια του προέδρου Ερντογάν, που απορρέει απο την στάση που διατηρεί στον ρωσοουκρανικό πόλεμο, ο Κ. Αδαμίδης απαντά: «Το γεγονός ότι χάρη σε μεγάλο βαθμό στις προσωπικές του ικανότητες αλλά και λόγω του γεωπολιτικού αποτυπώματος της χώρας του κατάφερε να ενισχύσει το διεθνές προφίλ της Τουρκίας, του παρέχει κάποια πλεονεκτήματα στην διαπραγματευτική ισχύ στο διεθνές επίπεδο, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποτελέσει αυτό άλλοθι ή επιχείρημα από τη δική μας πλευρά προκειμένου να αποστούμε από οποιεσδήποτε προσπάθειες κριτικής έναντι της Τουρκίας», ενώ σε σχετική ερώτηση εξηγεί την αξία των ευρωπαϊκών συνθηκών σε τοπικό αλλά και διεθνές επίπεδο.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του Πολύκαρπου Αδαμίδη στη «δ».
• Με σχετικό κείμενο που υπερψηφίστηκε με 454 ψήφους, το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο ζητά ουσιαστικά την ακύρωση του τουρκολυβικού μνημονίου. Ποια είναι η αξία αυτού του ψηφίσματος για την Ελλάδα, και πώς επηρεάζει την Τουρκία;
Καταρχάς, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας τη χωρογραφία και τον καταμερισμό δυνάμεων στο ζήτημα των ευρωπαϊκών Θεσμών. Το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο είναι ο θεσμός της άμεσης δημοκρατίας σε ό,τι αφορά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς τα μέλη του εκλέγονται με άμεσες εκλογές από τους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρα, λοιπόν, στο πλαίσιο της στάθμισης της νομιμοποίησης αλλά και στην απήχησή του στο ευρωπαϊκό εκλογικό σώμα είναι το όργανο με την πλέον άμεση και ισχυρή πολιτική νομιμοποίηση. Κατά δεύτερον, το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο με βάση τη συνθήκη της Λισαβόνας, την πλέον πρόσφατη εξέλιξη στο ζήτημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης και αντίστοιχα καταμερισμού των αρμοδιοτήτων μεταξύ των ευρωπαϊκών οργάνων, αποτελεί έναν από τους δύο συνομοθέτες, μαζί με το ευρωπαϊκό συμβούλιο. Βλέπουμε, λοιπόν ότι το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο έχει μία αυξημένη νομοθετική δύναμη. Σε ό,τι αφορά, τώρα, στο κατά πόσον αυτό χαράζει ή όχι την εξωτερική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα πρέπει να εξετάζουμε τα πράγματα ρεαλιστικά και πραγματιστικά. Η εξωτερική ευρωπαϊκή πολιτική είναι ένα ιδεώδες, είναι ένας στόχος, που εύλογα αντιλαμβανόμαστε ότι περνάει μέσα από μύρια κύματα και φυσικά πρέπει να πετύχει τη συναρμογή των ενδιαφερόντων και πολλές φορές των συγκρουόμενων συμφερόντων όλων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεν βρισκόμαστε ακόμα στο σημείο που θα υπάρχει μία κοινή εξωτερική ευρωπαϊκή πολιτική, πλην όμως είναι καλό να προλειάνουμε το έδαφος, ούτως ώστε να διευκολύνουμε την υιοθέτηση διαδικασιών, που θα καταστήσουν εφικτή, κάποια στιγμή, την υιοθέτηση αυτής της κοινής ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής. Αντίστοιχα, λοιπόν, το ψήφισμα του κοινοβουλίου δεν δεσμεύει και δεν υπαγορεύει στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το πώς ακριβώς θα συμπεριφερθούν ή τι ακριβώς θα πράξουν σε θέματα που σχετίζονται με τις διεθνείς σχέσεις, πολλώ δε μάλλον τις διμερείς διεθνείς σχέσεις. Το ψήφισμα, λοιπόν, είναι εξαιρετικά σημαντικό από πλευράς συμβολισμού αλλά ταυτόχρονα και πολιτικής κατεύθυνσης και τόνου, καθώς είναι απόρροια μεθοδευμένων προσπαθειών και συστηματικής εργασίας όλων όσων έθεσαν το ψήφισμα προς ψήφιση. Από την άλλη, δεν έχει άμεσο πρακτικό αποτέλεσμα, υπό την έννοια ότι δεν υπαγορεύει οτιδήποτε από πλευράς διαπραγματευτικής ισχύος από την μεριά της Ευρώπης στην Τουρκία και στη Λιβύη, πλην όμως θέτει ένα πλαίσιο και επιβεβαιώνει την αρχική διακήρυξη των ευρωπαϊκών θεσμών, των ευρωπαϊκών οργάνων και των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που από την πρώτη στιγμή έχουν δηλώσει ότι το σύμφωνο αυτό είναι παράνομο και πρέπει να εγκαταλειφθεί και να ακυρωθεί από τα ίδια τα κράτη που το έχουν συνάψει.
• Πριν λίγες μέρες, Ελλάδα και Αίγυπτος συνυπέγραψαν μνημόνιο για συνεργασία σε έρευνα και διάσωση. Θα μπορούσατε να μας εξηγήσετε τι προβλέπει αυτό το μνημόνιο και ποια είναι η αξία του για τη θέση της Ελλάδας στη Μεσόγειο απέναντι στην Τουρκία; Γιατί προκάλεσε την έντονη αντίδραση της Τουρκίας;
Είναι δύο τα επίπεδα. Το πρώτο έχει να κάνει με το περιεχόμενο, αυτό καθαυτό, των δράσεων, δηλαδή έρευνας και διάσωσης, οι οποίες είναι πολύ σημαντικές, καθώς υποδηλώνουν μία αναγνώριση σε ό,τι αφορά την αρμοδιότητα των συμβεβλημένων κρατών να πραγματοποιούν τις σχετικές δράσεις, έρευνας και διάσωσης, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι τα κράτη, τα οποία νομιμοποιούνται και αναγνωρίζονται ως δικαιούχοι για την πραγματοποίηση των ερευνών αυτών είναι και τα κράτη, τα οποία έχουν υπό τον έλεγχό τους τις περιοχές στις οποίες γίνονται οι δράσεις. Είναι, λοιπόν, μία έμμεση αναγνώριση της αρμοδιότητας που έχουν τα συμβαλλόμενα κράτη, εν προκειμένω, Αίγυπτος και Ελλάδα, όσον αφορά το θαλάσσιο χώρο εντός του οποίου έχουν αρμοδιότητα, για να πραγματοποιούν όλες αυτές τις δράσεις. Αυτό είναι το περιεχόμενο της συνεργασίας.
Σε ότι αφορά, τώρα, τον ευρύτερο συμβολισμό, γίνεται φανερό ότι υπάρχει μία κοινή στάση και θέση της Ελλάδας και Αιγύπτου σε συνέχεια των συμφωνιών που μέχρι σήμερα έχουν συναφθεί μεταξύ των δύο χωρών, για μία κοινή θέση και στάση σε ό,τι αφορά στο κομμάτι της νοτιοανατολικής Μεσογείου. Και τα δύο κράτη αποτελούν σημεία αναφοράς και ορόσημα σταθερότητας, τα οποία επιβεβαιώνουν την καλή συνεργασία, την αμοιβαία κατανόηση και την αλληλοστήριξή τους, καθώς όπως και εμείς έτσι και η Αίγυπτος έχει τις δικές της προτεραιότητες. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Αίγυπτος είναι μία μεγάλη χώρα που και αυτή ταλανίζεται από εσωτερικά προβλήματα και εξωτερικές απειλές. Έτσι, στο πλαίσιο μιας μακρόχρονης σχέσης συνεργασίας με την Ελλάδα αναζητά ένα ορόσημο σταθερότητας. Κατά τούτο, λοιπόν, όποιος απεργάζεται σχέδια κύκλωσης είτε της Αιγύπτου, είτε της Ελλάδας, παράδειγμα αποτελεί το τουρκολιβυκό σύμφωνο, Φυσικό είναι να ανησυχεί, να αντιδρά και να εκφράζει την δυσανεξία και τον θυμό του για μία τέτοιου είδους συμφωνία. Πολλώ δε μάλλον, όταν, αυτή η συμφωνία περί της πραγματοποίησης δράσεων έρευνας και διάσωσης σηματοδοτεί μία αμοιβαία αναγνώριση των θαλάσσιων χώρων αρμοδιότητας που τα δύο κράτη έχουν.
• Θεωρείτε, ότι η συμπεριφορά της Τουρκίας στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο λειτούργησε ενισχυτικά προς την ίδια; Πώς θα μπορούσε να μεταφραστεί αυτή η ενίσχυση πολιτικά; Ποια, θα πρέπει, να είναι η στάση της Ελλάδας;
Καταρχάς, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε, για να μην έχουμε αυταπάτες σχετικά με το γεωπολιτικό μας περιβάλλον, ότι η Τουρκία αποτελούσε και αποτελεί, το μήλο της Έριδος για Ανατολή και Δύση, κυρίως λόγω της γεωγραφικής της θέσης. Βρίσκεται στο σταυροδρόμι πολιτισμών, εμπορικών οδών και πάνω από όλα διέλευσης των αγωγών πετρελαίου και άλλων ορυκτών καυσίμων που τροφοδοτούν τον δυτικό κόσμο, ενώ βρίσκεται και στο μαλακό υπογάστριο της Ρωσίας. Για τον λόγο αυτό, ο δυτικός κόσμος θέλει πάντα την Τουρκία στο πλευρό του, ελεγχόμενη και προσανατολισμένη στη Δύση. Φυσικά, το ίδιο επιδιώκει και η Ρωσία, σήμερα, δεδομένου ότι ο πρόεδρος Πούτιν έχει βρει στο πρόσωπο του Τούρκου προέδρου έναν ισχυρό γεωπολιτικό παίκτη, ο οποίος έχει εδραιώσει πλέον την εξουσία του επί δύο δεκαετίες στην εσωτερική πολιτική σκηνή της Τουρκίας, αλλά και έναν παίκτη που έχει αποδείξει ότι δεν διστάζει να κάνει κάθε είδους συμφωνία ή αλλαγή προσανατολισμού προκειμένου να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της χώρας του, αλλά και τα δικά του, που σχετίζονται με την παραμονή του στην εξουσία. Αυτές, λοιπόν, οι ψηφίδες συνθέτουν το σκηνικό του ρόλου και δράσης της Τουρκίας στον γεωπολιτικό μας χάρτη. Βέβαια, ο ρόλος αυτός έχει εκ των πραγμάτων ενισχυθεί και ενισχύεται, ιδιαίτερα όταν στο τιμόνι της Τουρκίας υπάρχουν άνθρωποι ικανοί σαν τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, που έχει αποδείξει ότι ξέρει να επιβιώνει και μάλιστα απέναντι σε ένα βαθύ κράτος που είναι εχθρικό απέναντί του. Αναφέρομαι, βέβαια, στους κεμαλιστές, τους οποίους κατάφερε να κονιορτοποιήσει, ενώ επίσης κατάφερε να εξοβελίσει από τη δημόσια ζωή τους, μέχρι πρότινος, συμμάχους του, τους Γκιουλενιστές. Το γεγονός ότι κατάφερε ο Ερντογάν να αξιοποιήσει προς όφελος δικό του και της χώρας του την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, αναδεικνύοντας τον εαυτό του ως έντιμο διαμεσολαβητή και αξιόπιστο ουδέτερο διαπραγματευτή είναι κάτι, το οποίο προσμετράται και στα δικά του θετικά και φυσικά στο ρόλο και στην απήχηση που έχει η χώρα του. Βέβαια, εδώ πρέπει να διευκρινίσουμε κάτι. Το γεγονός ότι χάρη σε μεγάλο βαθμό στις προσωπικές του ικανότητες αλλά και λόγω του γεωπολιτικού αποτυπώματος της χώρας του κατάφερε να ενισχύσει το διεθνές προφίλ της Τουρκίας, του παρέχει κάποια πλεονεκτήματα στην διαπραγματευτική ισχύ στο διεθνές επίπεδο, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποτελέσει αυτό άλλοθι ή επιχείρημα από τη δική μας πλευρά προκειμένου να αποστούμε από οποιεσδήποτε προσπάθειες κριτικής έναντι της Τουρκίας και ανάδειξης, βέβαια, των συνεχών παραβιάσεων που αυτή προβαίνει έναντι του διεθνούς δικαίου, των διεθνών συνθηκών και του δικαίου της θάλασσας.
• Το State department των ΗΠΑ προέτρεψε την Τουρκία να επιστρέψει το οπλικό σύστημα των S-400 και να σταματήσει τις εξοπλιστικές συναλλαγές με τη Ρωσία, μετά την δήλωση του Ακάρ, περί πιθανής χρήσης των πυραύλων σε περίπτωση απειλής. Πιστεύετε, ότι αυτή η προτροπή μπορεί να έχει αντίκτυπο στην τουρκική πλευρά;
Καμία δήλωση και ιδιαίτερα, όταν προέρχεται από το αμερικανικό Πεντάγωνο, γίνεται τυχαία ή έχει κάποια συμβολική μόνο αξία. Οι Αμερικανοί έχουν δείξει σε βάθος χρόνου ότι αυτά που λένε τα εννοούν και ότι ανεξάρτητα από τις επιμέρους συμφωνίες, οι οποίες μπορεί να γίνονται για την διευθέτηση ζητημάτων που ανακύπτουν, σε βάθος χρόνου ο προσανατολισμός είναι σταθερός. Οτιδήποτε, λοιπόν, υπονομεύει τη σταθερότητα και το αδιατάρακτο του πλαισίου ασφαλείας και λειτουργίας του ΝΑΤΟ και φυσικά του τρόπου διαλειτουργικότητας των οπλικών συστημάτων και μέσω της συμμαχίας, είναι κάτι το οποίο δεν μπορεί να γίνεται δεκτό και δεν γίνεται δεκτό από τις Ηνωμένες Πολιτείες και από τα θεσμικά όργανα τους. Άρα, λοιπόν, η πίεση θα είναι σταθερή και διαρκής και οι Τούρκοι δεν μπορούν να την παραγνωρίσουν. Το γεγονός, βέβαια, ότι η Τουρκία δείχνει να εμμένει σε κάποιες θέσεις της, όσον αφορά τη χρησιμοποίησή οπλικών συστημάτων που έχει αποκτήσει από τη Ρωσία ή το ενδεχόμενο απόκτησης νέων οπλικών συστημάτων είναι κομμάτι και αυτό της διαπραγματευτικής της στάσης και πολιτικής, η οποία όμως πάντα έχει τα όριά της. Μπορεί στην παρούσα φάση οι συνθήκες να διευκολύνουν την Τουρκία, για να επιμένει σε αυτού του είδους τη διαπραγμάτευση και ρητορική, προκειμένου να εκμαιεύσει τα μέγιστα αποτελέσματα, αλλά στο βάθος του χρόνου υπάρχει ένα σημείο καταλυτικό όπου θα είναι αναγκαία η προσαρμογή της σε αυτά, τα οποία επιτάσσουν τα αρμόδια όργανα της Αμερικής και φυσικά και σε όσα απορρέουν από τις υποχρεώσεις της ως μέλος του ΝΑΤΟ.
• Η καταπάτηση των διεθνών κανόνων και συνθηκών από αναθεωρητικές και αυταρχικές δυνάμεις, έχουν οδηγήσει μέρος της κοινής γνώμης να υποστηρίζει ότι οι διεθνείς κανονισμοί και οι συνθήκες δεν έχουν ουσιαστικό νόημα και υπερτερεί ο πολιτικός ρεαλισμός. Τι απαντά ένας κοινωνικός επιστήμονας των διεθνών σχέσεων σε αυτό;
Το ενωσιακό δίκαιο και όσα αυτό διαλαμβάνει είναι ορισμένα σπουδαία επιτεύγματα και κατακτήσεις που έχουν την επιρροή και την εφαρμογή τους, όχι μόνο στους Ευρωπαίους πολίτες αλλά αποτελούν και ορόσημα αναφοράς και πρότυπα λειτουργίας και άντλησης εμπειριών και έμπνευσης για πολλά κράτη σε όλο τον κόσμο. Το ενωσιακό δίκαιο, όπως και κάθε ιδέα στο θεσμικό οικοδόμημα έχει και τις ατέλειές του, αντίστοιχες ατέλειες έχει και η μήτρα, από την οποία εκπορεύεται το ενωσιακό δίκαιο, αυτή της δημοκρατίας. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι ατέλειες είναι ικανές να απαξιώσουν είτε να απονομιμοποιήσουν ούτε τη δημοκρατία ούτε το δίκαιο, τουναντίον μπορεί να υπάρχουν ατέλειες αλλά είναι το δίκαιο και η δημοκρατία μας ό,τι καλύτερο έχουμε στη διάθεσή μας και με αυτά πρέπει να συνεχίσουμε να πορευόμαστε, διότι όλες οι άλλες εναλλακτικές μόνο εφιάλτες και καταστροφή μπορούν να προκαλέσουν στην Ευρώπη. Άλλωστε, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η Ευρώπη είναι ένας υπερεθνικός οργανισμός, ο οποίος έχει οικοδομηθεί πάνω και μέσα από τα κράτη-μέλη του. Έχει, λοιπόν, οικοδομηθεί πάνω σε ανεξάρτητες και κυρίαρχες χώρες που πρέπει σαφώς να γίνεται σεβαστό το δίκιο τους και τα συμφέροντά τους, όπως αυτά εκφράζονται στο μέτρο πάντως που δεν αντιστρατεύονται τους βασικούς όρους λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διότι όταν μπαίνει ένα κράτος σε έναν τέτοιου είδους ‘’γάμο’’ αναλαμβάνει πέρα από το να διεκδικεί συνεχώς προτερήματα, να εκχωρήσει κάποιες από τις εξουσίες του και να υλοποιεί τις υποχρεώσεις του. Το ζήτημα είναι, λοιπόν, να υπάρχει αυτή η δημιουργική συναρμογή και συνύπαρξη δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Σεβασμός, λοιπόν, στην ιδιαιτερότητα όλων των κρατών και τις προτεραιότητές τους στα μέτρα του εφικτού. Μαζί μπορούμε μέσα από τη διαφορετικότητά μας να αναζητήσουμε όλα αυτά, τα οποία μας ενώνουν και που μέχρι σήμερα έχουν αποδειχθεί ότι είναι η βέλτιστη λύση, η οποία μας έχει επιτρέψει να πετύχουμε την σημαντική ανάπτυξη και πρόοδο του βιοτικού επιπέδου των Ευρωπαίων πολιτών και πάνω από όλα, μας επέτρεψε να διασφαλίσουμε και να εμπεδώσουμε την ειρήνη, τη δημοκρατία, τη σταθερότητα και την ασφάλεια στη χώρα και στην ήπειρό μας.