Ο κ. Κώστας Υφαντής είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Στην συνέντευξη που παραχώρησε στην «δημοκρατική» αναλύει τις εξελίξεις με την προκλητική συμπεριφορά της Τουρκικής κυβέρνησης απέναντι στην χώρα μας και εξηγεί ότι θα πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση και να μην αγνοούμε τέτοιου είδους προκλήσεις.
«Η λογική, λέει ότι μία σύγκρουση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, είναι αδιανόητη. Μία πολεμική αναμέτρηση, μια επιχείρηση με στόχο την κατάληψη εθνικού εδάφους της Ελλάδας, χωρίς να έχει προκαλέσει την γείτονα, είναι πράγματι αδιανόητη. Την ίδια στιγμή όμως, αυτό το οποίο προσπαθούμε όλοι να καταλάβουμε είναι κατά πόσο το καθεστώς Ερντογάν μπορεί να είναι ορθολογικό. Συνεπώς, ΔΕΝ υπάρχει απίθανο σενάριο –όπως είναι σήμερα οι ελληνοτουρκικές σχέσεις….», αναφέρει ο κ. Υφαντής και εξηγεί τους λόγους που ο Τούρκος Πρόεδρος έχει αυξήσει τις προκλήσεις και τις απειλές εναντίον της χώρας μας.
• Κύριε Υφαντή, να ξεκινήσουμε από την συμπεριφορά της γείτονος απέναντι στην Ελλάδα, που συνεχίζει την ίδια τακτική εδώ και χρόνια, ενώ δεν φαίνεται να βελτιώνεται τα τελευταία χρόνια, με τις συνεχείς προκλήσεις και απειλές. Θα ήθελα το σχόλιό σας.
Εδώ και πάνω από τρία χρόνια, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις βρίσκονται σε μια κατάσταση υψηλότατης έντασης, σε μια κατάσταση διπλωματικής κρίσης, η οποία –ευτυχώς- μετά το καλοκαίρι του 2020 δεν έχει κλιμακωθεί σε μια στρατιωτικοποιημένη αντιπαράθεση. Αυτό οφείλεται στο ό,τι το καθεστώς του Τούρκου Προέδρου Ταγίπ Ερντογάν, έχει οικοδομήσει ένα ολόκληρο ‘αφήγημα’ που αφορά κυρίως στην θέση της χώρας του στον κόσμο: ότι δηλαδή, η Τουρκία είναι μια δύναμη μεγάλη, μια δύναμη η οποία κινείται και θα κινείται αυτόνομα, πέρα κι έξω από την κηδεμονία της Δύσης και των ΗΠΑ. Βλέπει τον εαυτό της ως μία από τις μεγάλες δυνάμεις στον κόσμο, και σίγουρα την πιο σημαντική χώρα στην ευρύτερη περιοχή, με την δική της ατζέντα και τα δικά της συμφέροντα. Σε αυτό το αφήγημα, το οποίο κάποιοι Τούρκοι το έχουν ονομάσει νεο-οθωμανικό, η Ελλάδα για εκείνους, είναι εμπόδιο. Κι αυτό, είτε γιατί υπάρχει μια στρεβλή αντίληψη για το πώς συμπεριφέρεται η Ελλάδα, είτε γιατί υπάρχει μια πεποίθηση ότι η Ελλάδα είναι ένα όργανο των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων και των ΗΠΑ, που θέλουν την Τουρκία ως χειραγωγούμενη χώρα. Και βέβαια, σε αυτή την αντίληψη (ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα η οποία δεν υποκύπτει στις τουρκικές προτιμήσεις) έχει υιοθετηθεί μια τακτική απειλών και πολεμικού εκφοβισμού (war scare). Στόχος είναι αφενός η χώρα μας να υποκύψει, αφετέρου η Δύση να συνειδητοποιήσει ότι πρέπει να παρέμβει σεβόμενη τις τουρκικές προτεραιότητες και τα τουρκικά συμφέροντα. Συνεπώς, είναι ένας συνδυασμός ‘αυταπάτης’ μεγάλης δύναμης και ενός συνδρόμου, περικύκλωσης της Τουρκίας από την Δύση –όπως συνέβη τον 19ο αιώνα με την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
• Οι εκτιμήσεις αναφέρουν ότι αυτή η συμπεριφορά, οφείλεται στις επικείμενες εκλογές στην Τουρκία. Τι λέτε γι’ αυτό;
Όπως προανέφερα, το καθεστώς Ερντογάν, έχει διαμορφώσει ένα στρατηγικό όραμα για την θέση της Τουρκίας στην περιοχή και στον κόσμο. Αυτό είναι ανεξάρτητο από τις εσωτερικές πολιτικές σκοπιμότητες. Ωστόσο, επειδή η Τουρκία βαίνει προς μια εκλογική αναμέτρηση –της οποίας το αποτέλεσμα είναι δύσκολο να προβλεφθεί, αφού για πρώτη φορά σε όλες τις δημοσκοπήσεις εδώ και πολύ καιρό, ο κ. Ερντογάν βλέπει την ήττα από όλους τους πιθανούς υποψήφιους. Κι εδώ, υπάρχει κι ένα ζήτημα: εφόσον οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιωθούν, θα υπάρχει θέμα πολιτικής επιβίωσης. Σε αυτό το πλαίσιο, με το φάσμα της αμφιβολίας (αν όχι της ήττας) να πλανάται το καθεστώς Ερντογάν και ο ίδιος ο πρόεδρος, δεν έχει πολλές επιλογές, από το να πολώσει όσο μπορεί, το εσωτερικό κλίμα έτσι ώστε να συσπειρώσει, την αποσυσπειρωμένη εκλογική του βάση. Σε αυτή την στρατηγική του, η προοπτική μιας κρίσης, της ανασφάλειας, της απειλής εναντίον της Τουρκίας, είναι ένα αφήγημα που θεωρεί ότι θα του φέρει ψήφους. Και γι’ αυτό, εδώ και πάρα πολύ καιρό οι απειλές είναι μέρος των ομιλιών του –ανεξάρτητα σε ποιο ακροατήριο απευθύνεται. Γι’ αυτό και θα συνεχίσει με μεγαλύτερη ένταση να πολώνει τα πράγματα στο εσωτερικό.
• Πώς μπορούμε να κρίνουμε τις σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ; Έχουν δηλώσει ότι δεν επιθυμούν εντάσεις, ανάμεσα σε δύο χώρες που ανήκουν στο ΝΑΤΟ.
Υπάρχουν κάποιες παρατηρήσεις που μπορούμε να κάνουμε: κατ’ αρχάς εδώ και πάρα πολύ καιρό, υπάρχει ένα έλλειμμα εμπιστοσύνης απέναντι στην Τουρκία. Αυτό είναι σαφές και δεν αφορά μόνον στο Κογκρέσο, αλλά σε ολόκληρη την αμερικανική κυβέρνηση –ακόμη και στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Όλα αυτά ενώ δηλώνουν ότι η Τουρκία δεν είναι αξιόπιστος εταίρος, αλλά σημαντικός παίκτης στην ευρύτερη σκακιέρα, αφού είναι μια χώρα που έχει γεωπολιτική σημασία. Το δίλημμα στις ΗΠΑ είναι αν αντέχουν να χάσουν εντελώς την Τουρκία. Δηλαδή, έστω κι όπως είναι σήμερα η Τουρκία, ένα μέλος του ΝΑΤΟ, αναξιόπιστο αλλά εντός της Συμμαχίας ή να είναι τελείως αποξενωμένος ένας παράγοντας που θα αναζητεί την συνεργασία με χώρες όπως η Ρωσία και το Ιράν. Γι’ αυτό και οι ΗΠΑ προσπαθούν να βρουν την χρυσή τομή: αφενός, να μην χάσουν την Τουρκία από σύμμαχο, αφετέρου να μην ικανοποιήσουν όλες τις απαιτήσεις της τουρκικής πλευράς.
• Κατά την εκτίμησή σας, θα πρέπει να ανησυχούμε; Ακούμε καθημερινά εδώ και χρόνια τον Τούρκο Πρόεδρο να μας απειλεί, να μας προκαλεί, να λέει ότι θα έρθει ‘νύχτα’ κ.λπ. Και η ανησυχία είναι εντονότερη στα νησιά μας.
Η λογική, λέει ότι μία σύγκρουση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, είναι αδιανόητη. Μία πολεμική αναμέτρηση, μια επιχείρηση με στόχο την κατάληψη εθνικού εδάφους της Ελλάδας, χωρίς να έχει προκαλέσει την γείτονα, είναι πράγματι αδιανόητη. Την ίδια στιγμή όμως, αυτό το οποίο προσπαθούμε όλοι να καταλάβουμε είναι κατά πόσο το καθεστώς Ερντογάν μπορεί να είναι ορθολογικό. Κι επειδή δεν είμαστε καθόλου σίγουροι εάν θα λειτουργεί με ορθολογικό τρόπο ούτε μετά από είκοσι χρόνια, προετοιμαζόμαστε για το χειρότερο –το οποίο δεν το αποκλείουμε. Εάν μπορούσαμε να το αποκλείσουμε, δεν θα υπήρχε κανένας λόγος να ξοδέψει η χώρα μας πολλά δισεκατομμύρια ευρώ για να αναβαθμίσει την αμυντική μας ικανότητα. Συνεπώς, ΔΕΝ υπάρχει απίθανο σενάριο –όπως είναι σήμερα οι ελληνοτουρκικές σχέσεις. Προσπαθούμε ως Ελλάδα να βάλουμε στο μυαλό της άλλης πλευράς, πως οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια θα έχει τεράστιο κόστος γι’ αυτήν. Αλλά και αυτό προϋποθέτει ότι το καθεστώς Ερντογάν θα συμπεριφέρεται ορθολογικά σε μια τέτοια ανάλυση κόστους – οφέλους. Συνεπώς… όλα (τα ενδεχόμενα) είναι ακόμη ανοιχτά.