Κατηγορούμενοι ήταν οι κ.κ. Φ. Χατζηδιάκος, Γ. Μακρυωνίτης, Χαρ, Κόκκινος, Ιωάννης Χριστοφάκης, Χρ. Ευστρατίου και Ιωάννης Φλεβάρης
Να μην γίνει κατηγορία εις βάρος των κ.κ. Φωτίου Χατζηδιάκου του Στέργου, Γεωργίου Μακρυωνίτη του Νικολάου, Χαράλαμπου Κόκκινου του Ανδρέα, Ιωάννη Χριστοφάκη του Κωνσταντίνου, Χρήστου Ευστρατίου του Στέλιου και Ιωάννη Φλεβάρη του Στεργίου, για την πράξη της απιστίας κατ’ εξακολούθηση σε βάρος Ο.Τ.Α. με περιουσιακή ζημία που υπερβαίνει το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120 000.00) ευρώ αποφάσισε με βούλευμα που εξέδωσε το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ρόδου.
Πρόκειται για την πολύκροτη υπόθεση της καταβολής εισφοράς γης σε χρήμα ξενοδόχων και τη μη είσπραξη εισέτι των οφειλομένων αρμοδίως.
Η δικογραφία, όπως είχε αποκαλύψει η «δημοκρατική», είχε περαιωθεί με την έκδοση τυπικών κλήσεων καθώς και ανακριτικού πορίσματος γύρω από τα ευρήματα τής μέχρι τώρα δικαστικής έρευνας.
Είχε κριθεί αρμοδίως από την προηγούμενη Ανακρίτρια ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την προσωποποίηση της διώξεως για το αδίκημα της απιστίας κατ’ εξακολούθηση σε βάρος ΟΤΑ, που το όφελος που πέτυχε ο δράστης ή η ζημία που προκλήθηκε ή οπωσδήποτε απειλήθηκε, υπερβαίνει το ποσό των 150.000 ευρώ και το αντικείμενο της πράξης είναι ιδιαιτέρως μεγάλης αξίας, με τις επιβαρυντικές διατάξεις του νόμου περί καταχραστών δημοσίου χρήματος, κατά παντός υπευθύνου της πρώην Νομαρχίας Δωδεκανήσου της περιόδου 2005 – 2011 εξαιτίας της μη είσπραξης των οφειλομένων.
Πιο συγκεκριμένα, δεν προέκυψε το ύψος της ζημίας που υπέστη το δημόσιο από την μη τήρηση της διαδικασίας καθώς μάλιστα τα χρήματα δεν έχουν απωλεσθεί και δύνανται να αναζητηθούν.
Μεταξύ άλλων προέκυψαν από την δικαστική έρευνα πως δυνάμει του άρθρου 51 παρ. 8 του Ν. 4178/2013 οι ξενοδοχειακές τουριστικές μονάδες εγκατεστημένες σε ορισμένες περιοχές της νήσου Ρόδου εξαιρέθηκαν από την υποχρέωση εισφοράς σε γη και σε χρήμα.
Με αφορμή τον ανωτέρω νόμο ανέκυψε στην επικαιρότητα το ζήτημα της μη εισπράξεως από το Δήμο Ρόδου της προβλεπόμενης από Π.Δ. 6/17-10-1978 εισφοράς σε χρήμα.
Με βάση το εν λόγω Π.Δ. η προβλεπόμενη υποχρέωση παραχώρησης τμήματος γηπέδου δύναται να μετατραπεί σε υποχρεωτική καταβολή προς τον οικείο δήμο ή κοινότητα χρηματικού ποσού. Η τιμή μονάδας στην περίπτωση αυτή ορίζεται από τις διατάξεις της απαλλοτρίωσης. Απαιτείται σχετικά απόφαση του νομάρχη ύστερα από γνωμοδότηση του οικείου Δήμου και εισήγηση των αρμοδίων υπηρεσιών του Υπουργείου Περιβάλλοντος.
Η ανωτέρω υποχρέωση των ξενοδόχων για εισφορά σε γη και κατόπιν αιτήσεώς τους για τη μετατροπή της ανωτέρω εισφοράς σε χρήμα, προβλέφθηκε μεν με το ανωτέρω ΠΔ πλην όμως έτυχε πολλαπλών και διαδοχικών μεταρρυθμίσεων 9 άρθρο 1 του από 12-05-1984 Π.Δ., Π.Δ. 16/12-02-1985, Π.Δ. 5/1986, Π.Δ. 28/1988. ΠΔ 30/1991, ΠΔ 14/1999).
Εξαιτίας δε των ανωτέρω συνεχών τροποποιήσεων του νόμου και της ανάγκης ερμηνείας αυτού, η σχετική διάταξη έτυχε διαφόρων ερμηνειών και παρερμηνειών, γεγονός που οδήγησε σε εφαρμοστική δυσχέρεια.
Ωστόσο, παρά ταύτα, από το έτος 2009 εκδόθηκαν 27 αποφάσεις του τότε νομάρχη για μετατροπή της εισφοράς σε χρήμα.
Η περαιτέρω είσπραξη των χρημάτων αποτέλεσε αρμοδιότητα του οικείου Δήμου και προς τούτο οι αρμόδιοι υπάλληλοι προέβησαν σε σχετικές ενέργειες.
Από το σύνολο της δικογραφίας κατέστη δε ανέφικτος ο προσδιορισμόςσυγκεκριμένης ζημίας του Δημοσίου, αφού η υποχρέωση καταβολής εισφοράς σε χρήμα αντί σε γη, ενεργοποιείται μόνο εφόσον ο ενδιαφερόμενος αιτηθεί σχετικώς προς τον τότε αρμόδιο νομάρχη, σήμερα περιφερειάρχη, ενώ στην προκειμένη περίπτωση εκδόθηκαν άδειες ανοικοδόμησης τουριστικών εγκαταστάσεων, χωρίς ωστόσο να απαιτηθεί από τους ξενοδόχους η κύρια υποχρέωση εισφοράς σε γη.
Επομένως, ελλείπει σαφώς το στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της απιστίας που αφορά την επέλευση βέβαιης ζημίας στην περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου.
Ο προσδιορισμός επακριβούς βλάβης, υπό τη μορφή του διαφυγόντος κέρδους, είναι ανέφικτος, με δεδομένο ως ανωτέρω το ότι η πρωτοβουλία της σχετικής καταβολής εισφοράς σε χρήμα ανήκει στους ξενοδόχους και όχι στις υπηρεσίες του Δήμου ή της τότε Νομαρχίας, νυν Περιφέρειας.
Περαιτέρω δε, εξαιτίας του γεγονότος ότι η πρωτοβουλία μετατροπής της επίμαχης εισφοράς σε χρήμα, σύμφωνα με το νόμο, ανήκε στους ιδιώτες-ξενοδόχους, οι αρμόδιες αρχές, ήτοι Νομαρχία (νυν Περιφέρεια) και Δήμος Ρόδου ουδόλως μπορούσαν να προβούν σε καταλογισμό συγκεκριμένων ποσών. Συνεπώς, ελλείπει σαφώς και το στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης που αφορά στη διαχειριστική ενέργεια των αρμόδιων υπαλλήλων.
Θυμίζουμε ότι ο πρώην Αντεισαγγελέας Πλημμελειοδικών Ρόδου κ. Ι. Μητσιόπουλος, υπέβαλε αρμοδίως την 12η Σεπτεμβρίου 2014, πορισματική έκθεση για την υπόθεση, που οδήγησε στην άσκηση ποινικής διώξεως.
Σύμφωνα με έγγραφο της πολεοδομίας του Δήμου ο συνολικός αριθμός των υπόχρεων ξενοδοχείων είναι 66 με συνολική εισφορά περίπου 600.000 τ.μ.
Για τις εν λόγω 66 ξενοδοχειακές μονάδες έχουν εκδοθεί είκοσι επτά (27) αποφάσεις νομάρχη για μετατροπή της εισφοράς σε χρήμα, τέσσερις (4) αποφάσεις δημοτικού συμβουλίου στο πλαίσιο του νέου Δήμου Ρόδου, καθώς και μία απόφαση αντιδημάρχου.