Πόσο βιώσιμος είναι ο τουρισμός στη νησιωτική Ελλάδα, όταν ο αριθμός των τουριστικών κλινών φθάνει να είναι από ίσος έως και τρεις ή τέσσερις φορές μεγαλύτερος από τον αριθμό των μονίμων κατοίκων; Το πρόβλημα πλέον δεν αφορά μόνο τα «πολύ» τουριστικά νησιά, όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη, αλλά δείχνει να εστιάζεται στις Κυκλάδες, συμπεριλαμβάνοντας και ορισμένα μικρά νησιά που θεωρούνταν «εναλλακτικοί προορισμοί» και στους οποίους το πρόβλημα είναι το ίδιο εκρηκτικό. Κι όλα αυτά, χωρίς να συνυπολογιστούν οι βραχυχρόνιες μισθώσεις τύπου Αirbnb, με τις καταχωρίσεις να είναι σε πολλά νησιά από εκατοντάδες έως αρκετές χιλιάδες.
Η «Κ» συνδύασε τα στοιχεία της απογραφής του 2021, τα οποία δημοσιοποιήθηκαν φέτος, με την τελευταία ετήσια έκθεση του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδας (2022) και τα διαθέσιμα στοιχεία για τα ενοικιαζόμενα δωμάτια (2019, Συνομοσπονδία Επιχειρηματιών Τουριστικών Καταλυμάτων Ελλάδας) και τα κάμπινγκ (ΕΣΥΕ 2021). Για τις Κυκλάδες και τα Δωδεκάνησα χρησιμοποιήθηκαν και στοιχεία για τις καταχωρίσεις Airbnb (από την ιστοσελίδα Inside Airbnb), υπολογίζοντας συμβατικά ότι κάθε καταχώριση αντιστοιχεί σε δύο κλίνες (στην πραγματικότητα μπορεί βέβαια να είναι αρκετά περισσότερες). Για τις ανάγκες του ρεπορτάζ εξετάστηκε το σύνολο των νησιών πλην Κρήτης και Εύβοιας.
Τι προκύπτει από την ανάλυση των στοιχείων; Σε πέντε νησιά οι διαθέσιμες κλίνες είναι τριπλάσιες «συν» από τον μόνιμο πληθυσμό: Στη Μύκονο αντιστοιχούν 3,7 κλίνες ανά μόνιμο κάτοικο, στη Σαντορίνη 3,42, στη Φολέγανδρο 3,16, στην Iο 3,07, στην Αντίπαρο 3,03. Αυτό σημαίνει ότι στην αιχμή της τουριστικής περιόδου ο πληθυσμός στα νησιά αυτά υπερτριπλασιάζεται (καθώς δεν συνυπολογίζονται οι εργαζόμενοι και γενικά οι διαμένοντες στο νησί –πλην τουριστών– που δεν είναι μόνιμοι κάτοικοί του).
Σε ακόμα έξι νησιά αντιστοιχούν περισσότερες από δύο κλίνες σε κάθε μόνιμο κάτοικο: στη Σκιάθο 2,68 κλίνες ανά μόνιμο κάτοικο, στη Σέριφο 2,67, στη Σίφνο 2,62, στην Αμοργό 2,51, στη Θάσο 2,13 και στη Σίκινο 2,1. Τέλος, περισσότερες από μια κλίνη ανά κάτοικο αντιστοιχούν σε Κω (1,74), Κέα (1,73), Αγκίστρι (1,68), Σκόπελο (1,63), Μήλο (1,66), Αστυπάλαια (1,61), Κύθνο (1,56), Τήλο (1,48), Ζάκυνθο (1,41), Κάρπαθο (1,36), Αλόννησο (1,29), Πάτμο (1,27), Νάξο (1,23), Ανάφη (1,18), Τήνο (1,12), Πόρο (1,07) και Ρόδο (1,01).
Οι υποδομές
Στον αντίποδα, τον μικρότερο αριθμό τουριστικών κλινών σε σχέση με τον μόνιμο πληθυσμό τους έχουν η Σαλαμίνα (με μόλις 105 τουριστικές κλίνες σε μόνιμο πληθυσμό 37.220 κατοίκων) και το Βόρειο Αιγαίο: η Χίος (0,11 κλίνες/κάτοικο), τα Ψαρά (0,12), η Λέσβος (0,15), οι Φούρνοι (0,21), η Λήμνος (0,22).
«Δεν μπορούμε βέβαια να κρίνουμε τον βαθμό της πίεσης που δέχεται ένα νησί μόνο από τον αριθμό των τουριστικών κλινών ανά μόνιμο κάτοικο. Πρέπει να ληφθεί υπόψη πόσο το κάθε νησί είναι ανεπτυγμένο τουριστικά, δηλαδή έχει την υποδομή να φιλοξενήσει μεγάλο αριθμό τουριστών, και βέβαια το μέγεθός του. Ωστόσο τα στοιχεία αυτά μάς επιβεβαιώνουν τη συνέχιση της τάσης που βλέπουμε τα τελευταία χρόνια: ότι οι κλίνες στα τουριστικώς ανεπτυγμένα νησιά των Κυκλάδων, των Δωδεκανήσων και του Ιονίου συνεχίζουν να αυξάνονται, ενώ στο Βόρειο Αιγαίο, παρά τις προσπάθειες που έχουν γίνει τις τελευταίες δεκαετίες για ανάπτυξη του τουρισμού, εξακολουθούν να υστερούν. Επιπλέον, βλέπουμε ότι τα μικρά νησιά δέχονται ολοένα μεγαλύτερη πίεση», εκτιμά ο Χάρης Κοκκώσης, ομότιμος καθηγητής χωρικού σχεδιασμού στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
Σύμφωνα με τον κ. Κοκκώση, ο τουρισμός αλλάζει τα τελευταία χρόνια πρόσωπο. «Ο τουρισμός πηγαίνει σε μια πιο corporate μορφή, όπου η διαχείριση του προορισμού γίνεται μέσα από τη διεθνή αγορά, ξεφεύγοντας από τον έλεγχο των τοπικών κοινωνιών. Παράλληλα, ασκείται πολύ μεγάλη πίεση μέσω του real estate και του Airbnb, δημιουργώντας προβλήματα ιδίως στις μικρές τοπικές κοινωνίες. Το θέμα είναι αν εξαιτίας της ανάπτυξης των σύγχρονων μορφών τουρισμού αναπτύσσονται και νέες ευκαιρίες, λ.χ. δραστηριότητες που σχετίζονται με ένα εναλλακτικό προϊόν και επιμηκύνουν τη διάρκεια της σεζόν. Και αν αυτά δημιουργούν ευκαιρίες ενδυνάμωσης στα νησιά που παρουσιάζουν πληθυσμιακή κάμψη».
Σε γεωγραφικό επίπεδο, η δυσκολία πρόσβασης εξακολουθεί να παίζει ρόλο. «Υπάρχει διάχυση της τουριστικής πίεσης από τα πολύ ανεπτυγμένα τουριστικά νησιά στα γειτονικά τους, ενώ τα πιο απομακρυσμένα νησιά παραμένουν προς το παρόν μακριά από τη “φρενίτιδα” των Κυκλάδων».
«Το πρόβλημα του υπερτουρισμού έχει δύο πτυχές. Η μία αφορά το θέμα της φέρουσας ικανότητας, αν επαρκούν οι φυσικοί πόροι. Και το δεύτερο αφορά το πώς βιώνουν οι άνθρωποι αυτό που συμβαίνει. Ενδιαφέρον είναι ότι παρά την τουριστική ανάπτυξη, στα περισσότερα νησιά παρατηρούμε στην τελευταία απογραφή μείωση του πληθυσμού», εκτιμά ο Γιάννης Σπιλάνης, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου και διευθυντής του Παρατηρητηρίου Βιώσιμου Τουρισμού Αιγαίου. «Πλέον ο κίνδυνος να απαξιωθεί ένας μεγάλος αριθμός νησιών και η παράκτια ζώνη είναι ορατός. Εχουμε δει πολλά θέρετρα πολυτελείας, τόσο στην Ελλάδα όσο στο εξωτερικό να υποβαθμίζονται – απλά όλοι νομίζουν ότι θα είναι στην κορυφή για πάντα».
«Στρατηγικό λάθος»
Η «υπερφόρτωση» συγκεκριμένων περιοχών συνεχίζεται, παρόλο που οι σειρήνες πληθαίνουν. «Παρότι οι αναπτυξιακοί νόμοι ήδη από τη δεκαετία του ’90 επιδοτούν περισσότερο τις τουριστικές επενδύσεις στο Βόρειο Αιγαίο, οι επενδύσεις εξακολουθούν να πηγαίνουν στις ήδη κορεσμένες περιοχές», λέει ο κ. Σπιλάνης. «Αυτό είναι ένα στρατηγικό λάθος: θα πρέπει να σταματήσει η επιδότηση τουριστικών επενδύσεων στα κορεσμένα νησιά και να ενισχυθεί η αναβάθμιση των υφιστάμενων παλαιών ξενοδοχειακών εγκαταστάσεών τους».
Για του λόγου το αληθές, στη Μύκονο έχει πρόσφατα εγκριθεί μια στρατηγική επένδυση, ενώ έχει υποβληθεί νέα επενδυτική πρόταση για έτερη στρατηγική επένδυση… σε αδόμητη ζώνη του νησιού. Στη Σαντορίνη το υπουργείο Ανάπτυξης εξετάζει πρόταση για την κατασκευή συγκροτήματος 83 τουριστικών κατοικιών (67 υπέργειες και 16 υπόσκαφες) με 83 πισίνες, που περιλαμβάνει κέντρο αναζωογόνησης 2.500 τ.μ., κτίρια ξενοδοχειακών λειτουργιών, πολιτιστικών εκδηλώσεων σε έκταση 110 στρεμμάτων στην περιοχή Πλατύναμος Βλυχάδας. Επίσης εξετάζει πρόταση για τη δημιουργία ξενοδοχείου με 15 βίλες στην Ερμιονίδα, στην οποία τα τελευταία χρόνια έχει εγκριθεί μεγάλος αριθμός τουριστικών επενδύσεων.
Κατά τον κ. Σπιλάνη, πρέπει να ανοίξει η συζήτηση κατά πόσο είναι βιώσιμη η κατασκευή τόσο πολλών μεγάλης κλίμακας τουριστικών επενδύσεων. «Χρειαζόμαστε τουρισμό υψηλής προστιθέμενης αξίας. Η τουριστική βιομηχανία σήμερα ονομάζει βιώσιμη ανάπτυξη την κατασκευή τεράστιων μονάδων με ξενοδοχεία, κατοικίες, πισίνες και γκολφ επειδή έχουν χαμηλό συντελεστή δόμησης. Το μοντέλο αυτό όχι μόνο δεν είναι βιώσιμο, αλλά μακροπρόθεσμα δεν προσφέρει στη χώρα. Κατά τη γνώμη μου, πρέπει να αλλάξουμε προσέγγιση ιδίως στη νησιωτική Ελλάδα και στην παράκτια ζώνη. Η ανάδειξη της φυσιογνωμίας των τόπων, των τοπίων, της φύσης, της πολιτιστικής δημιουργίας είναι αυτό στο οποίο πρέπει να επενδύσουμε. Η πολυτέλεια δεν είναι βιώσιμη, η αυθεντικότητα όμως είναι».
«Η συζήτηση πρέπει να ανοίξει άμεσα», εκτιμά ο κ. Κοκκώσης. «Θα πρέπει να συζητήσουμε μια διαφορετική διαχείριση, ώστε να λειτουργούν ικανοποιητικά οι τοπικές κοινωνίες. Αυτό στις Κυκλάδες είναι μεγάλο θέμα, καθώς πολλά μέρη δείχνουν να χάνουν την ταυτότητά τους. Η συζήτηση πρέπει να είναι χωρίς προκαταλήψεις. Μπορείς να πεις σε μια κοινωνία ότι πρέπει να μείνει στο παρελθόν, επειδή εσένα σου αρέσει να τη βλέπεις έτσι όταν την επισκέπτεσαι; Μπορείς να παγώσεις τον χρόνο; Οχι. Μπορείς όμως να διαφυλάξεις κάποια στοιχεία της ταυτότητάς σου: την κλίμακα, την αρχιτεκτονική, το τοπίο. Ειδάλλως θα γίνεις όπως όλοι οι άλλοι».
«Χρειαζόμαστε μια συζήτηση σε θετικό πνεύμα, η οποία θα περιλαμβάνει όλα τα ζητήματα», εκτιμά ο κ. Σπιλάνης. «Το νέο αφήγημα του τουρισμού θα πρέπει να στηθεί σε στέρεες βάσεις. Ομως για να γίνει αυτή η συζήτηση, η Πολιτεία να σταματήσει αυτό που συμβαίνει με το real estate, ώστε να μην έχουμε μη αναστρέψιμες καταστάσεις και να μη χάσουν οι τοπικές κοινωνίες τον έλεγχο του νησιού τους. Για παράδειγμα, πρέπει να απαγορεύσει άμεσα την εκτός σχεδίου δόμηση στα νησιά και παράλληλα το υπουργείο Οικονομικών να πάψει να φορολογεί τους βοσκότοπους και τα αγροτεμάχια σαν δομήσιμα οικόπεδα, ώστε να μην ωθούνται οι ιδιοκτήτες τους να τα πουλήσουν».
Πηγή kathimerini.gr
Γιώργος Λιάλιος