Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, τρεις μέρες πριν τις εκλογές, μίλησε στο Live News και τον Νίκο Ευαγγελάτο
Συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης παραχώρησε στο MEGA ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ο κ. Μητσοτάκης, μιλώντας στο Live News και τον Νίκο Ευαγγελάτο, κατέθεσε τις σκέψεις και τους στόχους του για την επόμενη τετραετία, ενόψει των εκλογών της 25ης Ιουνίου, ενώ έστειλε μήνυμα στα στελέχη της ΝΔ να μην προεξοφλούν υπουργικές «καρέκλες».
Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας απαντά στα «καυτά» ερωτήματα για την οικονομία και την αντιμετώπιση της ακρίβειας, ξεκαθαρίζει τι θα κάνει με το νερό και το ΕΣΥ, ενώ προαναγγέλλει αλλαγές στη λειτουργία του ΑΣΕΠ, προκειμένου να ολοκληρώνεται ταχύτερα η διαδικασία των προσλήψεων.
Για την συνάντηση με Ομπάμα και την τεχνητή νοημοσύνη
Είχα μία πολύ ουσιαστική συζήτηση με τον Μπάρακ Ομπάμα, ο οποίος, θέλω να θυμίσω, έπαιξε έναν καθοριστικό ρόλο υπέρ της Ελλάδας κατά τη διάρκεια της κρίσης, καθώς ήταν αυτός που πίεζε τους Ευρωπαίους ηγέτες να μην εγκαταλείψουν την χώρα μας στα δύσκολα χρόνια της κρίσης, και το 2012, αλλά και το 2015.
Είναι ένας πολύ ενεργός πολίτης, όπως συμβαίνει συνήθως με τους τέως προέδρους των ΗΠΑ, και φυσικά ένας άνθρωπος με πάρα πολύ ευρεία γνώση. Είχα την ευκαιρία να έχω μια πολύ ενδιαφέρουσα και δημιουργική συζήτηση μαζί του.
Τον απασχολούν πολύ ζητήματα που έχουν να κάνουν με την τεχνητή νοημοσύνη και τα οποία με ενδιαφέρουν και εμένα πάρα πολύ, και πιστεύω ότι θα πρέπει να είναι το επόμενο αντικείμενο για το οποίο πρέπει να συνβρεθούμε και να σκεφτούμε πολύ έξυπνα για τον τρόπο με τον οποίο η τεχνητή νοημοσύνη θα γίνει ένα εργαλείο προόδου και όχι ένα εργαλείο, τελικά, υπονόμευσης, της ίδιας της ποιότητας της Δημ0κρατίας μας.
Μετά τις εκλογές, εφόσον μας εμπιστευθεί ο ελληνικός λαός, εγώ ετοιμάζω μία υψηλού επιπέδου συμβουλευτική επιτροπή, η οποία θα μπορεί να εισφέρει σκέψεις για τη θέση της Ελλάδας σε αυτό τον καινούργιο κόσμο ο οποίος ανοίγεται και το πώς μπορούμε να αξιοποιήσουμε κι εμείς τις ευκαιρίες της τεχνητής νοημοσύνης.
Έχουμε εξαιρετικούς επιστήμονες, ανθρώπους στο χώρο της τεχνολογίας κυρίως εκτός Ελλάδας αλλά και εντός, που δραστηριοποιούνται πολύ έντονα στο χώρο αυτό. Μιλάμε για μια επανάσταση, η οποία θα αλλάξει τα πάντα. Υπάρχουν μεγάλες προκλήσεις, αλλά και μεγάλες ευθύνες των κυβερνήσεων να μπορέσουν να αξιοποιήσουν και να ελέγξουν αυτό το εργαλείο με ένα τέτοιο τρόπο που θα είναι προς όφελος των πολιτών.
«Κανείς να μην ράβει υπουργικό κοστούμι»
Την Παρασκευή τα μεσάνυχτα «σβήνουν» τα φώτα της προεκλογικής περιόδου και επίσημα, και μετά η ευθύνη της διακυβέρνησης του τόπου περνάει στους πολίτες, όπως αρμόζει σε μία ώριμη Δημοκρατία.
Κατ’ αρχάς, να πούμε πως τίποτα δεν έχει κριθεί και ότι ο μεγάλος αντίπαλος της Νέας Δημοκρατίας στην κάλπη της Κυριακής είναι ο εφησυχασμός και η αίσθηση ότι το αποτέλεσμα έχει προεξοφληθεί.
Τίποτα απολύτως δεν έχει προεξοφληθεί. Το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου μάς δίνει μία πολύ καλή ένδειξη του πώς σκέφτεται η κοινωνία να τοποθετηθεί πολιτικά και στην κάλπη της 25ης Ιουνίου, αλλά προσφανώς οι πολίτες πρέπει να πάνε να ξαναψηφίσουν και θα χαρώ πολύ αν η συμμετοχή είναι αυξημένη σε σχέση με αυτήν της 21ης Μαΐου.
Άρα, κι εγώ προφανώς βλέπω τις δημοσκοπήσεις και οφείλω να ετοιμάζομαι γι’ αυτό το ενδεχόμενο και είμαι πολύ αισιόδοξος, αλλά θα εξακολουθήσω να επιμένω στην ανάγκη να κρατάμε χαμηλά τους τόνους, να μην υπάρχει καμία προεξόφληση εκλογικού αποτελέσματος.
Εσείς οι δημοσιογράφοι έχετε προχωρήσει και στον σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης, αλλά για μένα «κράττει» από αυτούς ή αυτές που προεξοφλούν υπουργική θέση.
Αυτή τη στιγμή, αυτό που προέχει είναι ο σεβασμός στη λαϊκή ετυμηγορία.
Προσωπικά, τα έχω δώσει όλα, έχω γυρίσει όλη την Ελλάδα πολλές φορές και έχω προσπαθήσει να επικοινωνήσω και να απαντήσω ακριβώς στα ερωτήματα που ενδιαφέρουν τους πολίτες.
Για τις αυξήσεις μισθών σε ιδιωτικό και δημόσιο
Για μένα, η αύξηση των μισθών αποτελεί τον κεντρικό πολιτικό στόχο και θα έλεγα και το προσωπικό μέτρο με το οποίο θέλω να κρίνω την επιτυχία μιας δεύτερης θητείας, εφόσον μας εμπιστευθούν οι Έλληνες πολίτες.
Αναγνωρίζω πρώτος ότι οι μισθοί στη χώρα μας είναι ακόμα χαμηλοί, ειδικά για τα νέα παιδιά που μπαίνουν στην αγορά εργασίας. Δεν είναι εύκολο να τα βγάλει κανείς πέρα, ειδικά αν δεν έχει δικό του σπίτι.
Γιατί λέμε εμείς ότι ο μέσος μισθός μπορεί να φτάσει στα 1.500 ευρώ και πώς θα το πετύχουμε αυτό: προφανώς, δεν καθορίζεται με κάποια υπουργική απόφαση ή νόμο. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από πολλές επενδύσεις, μέσα από τη μείωση της ανεργίας, μέσα από την αύξηση της διαπραγματευτικής δύναμης του ίδιου του εργαζόμενου.
Ακούω συχνά επιχειρηματίες που μου παραπονιούνται ότι δεν βρίσκουν εργαζόμενους. Και τους λέω, συμπάσχω μαζί σας, αλλά πληρώστε παραπάνω και θα βρείτε.
Κι αυτό γίνεται ήδη στην αγορά σε πολλούς κλάδους, γι’ αυτό και ο μέσος μισθός έχει αυξηθεί – και αυτά είναι στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ – από τα 1.040 στα 1.200 ευρώ.
Οι επιχειρήσεις έχουν βοηθηθεί πολύ από την κυβέρνηση με μείωση της φορολογίας εισοδήματος, με μείωση της φορολογίας στα μερίσματα, με πολλά καινούργια χρηματοδοτικά εργαλεία, με την επιστρεπτέα προκαταβολή κατά τη διάρκεια της κρίσης.
Ήμουν σήμερα σε μία τελευταία περιοδεία στο Φάληρο, η αγορά ήταν σε καλή διάθεση, θα έλεγα πως όλα αυτά τα μαγαζιά επέζησαν και μπορούν σήμερα να κάνουν τζίρους ακριβώς επειδή στηρίχθηκαν από την κυβέρνηση.
Άρα, θεωρώ ότι ο συνδυασμός της μείωσης της ανεργίας, της αύξησης των επενδύσεων, αλλά θα έλεγα και της επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων με καινούργιους όρους, μπορεί να εξασφαλίσει καλύτερους μισθούς για τους εργαζόμενους.
Για παράδειγμα, στους κλάδους του τουριμού και του επισιτισμού βλέπουμε απολαβές σημαντικά υψηλότερες από τον κατώτατο μισθό.
Για τον κατώτατο μισθό
Για τον κατώτατο μισθό, που αποτελεί αντικείμενο κυβερνητικής ρύθμισης, εκεί, επειδή το κάναμε μία φορά, πήγαμε από τα 650 στα 780 ευρώ, ναι, είμαι απολύτως σίγουρος ότι ο κατώτατος μπορεί να φθάσει στα 950 ευρώ σε ορίζοντα τετραετίας.
Για τις συντάξεις
Κατ’ αρχάς, να θυμίσουμε ότι οι συντάξεις αυξήθηκαν για πρώτη φορά μετά από 12 χρόνια σχεδόν 8%.
Ονομαστική αύξηση, αύξηση στο λογαριασμό είδαν οι συνταξιούχοι οι οποίοι δεν είχαν προσωπική διαφορά.
Οι συντάξεις θα συνεχίσουν να αυξάνονται ανάλογα με την ανάπτυξη της οικονομίας. Όσο μεγαλύτερη η ανάπτυξη, τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η αύξηση που θα πάρουν οι συνταξιούχοι.
Θα δουν νέα αύξηση εντός του 2024 και όχι μόνον αυτό, αλλά θα εξακολουθήσουμε να στηρίζουμε και εκείνους τους συνταξιούχους, ειδικά τους χαμηλοσυνταξιούχους, οι οποίοι έχουν πέσει «θύματα» της προσωπικής διαφοράς. Όπως το κάναμε μια φορά έκτακτα με 200 ως 300 ευρώ.
Η προσωπική διαφορά θα σβήσει, όσο αυξάνονται οι συντάξεις. Αλλά εγώ έχω δεσμευτεί ότι θα εξακολουθούμε να είμαστε κοντά ειδικά στους χαμηλοσυνταξιούχους, που δεν είδαν αύξηση λόγω της προσωπικής διαφοράς.
Και επειδή εκτιμώ ότι η οικονομία θα πάει καλά και φέτος και επειδή έχουμε αποδείξει ότι τελικά προτιμούμε να ξεπερνάμε τους στόχους μας και όχι να υπολειπόμαστε αυτών, εκτιμώ ότι στο τέλος του χρόνου θα έχουμε πάλι μία δυνατότητα, για δεύτερη φορά μέσα στο έτος, να βοηθήσουμε τους πιο αδύναμους συμπολίτες μας, συμπεριλαμβανομένων προφανώς και των συνταξιούχων.
«Καμία αύξηση φόρων» – Πότε θα γίνουν μόνιμες μειώσεις στον ΦΠΑ;
Δεν θα υπάρξει καμία αύξηση φόρων. Αντίθετα, περαιτέρω μειώσεις φόρων θα περιμένουν οι πολίτες.
Έχω δεσμευτεί για τη σταδιακή κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος, καθώς θα βελτιώνεται και η φορολογική συμμόρφωση, γιατί το ζήτημα της φοροδιαφυγής είναι σημαντικό και πρέπει να αντιμετωπίσουμε στη ρίζα του.
Από εκεί και πέρα, έχουμε δεσμευτεί για την αύξηση του αφορολόγητου στα 1.000 ευρώ για κάθε επιπλέον παιδί και οι αυξήσεις στους δημοσίους υπαλλήλους θα ξεκινήσουν από την αύξηση του οικογενειακού επιδόματος για εκείνους που έχουν παιδί.
Δηλαδή, ένας δημόσιος υπάλληλος με δύο παιδιά θα δει από την 1η/1/2024, ανεξαρτήτως του τι άλλο θα κάνουμε στο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων, αύξηση 50 ευρώ.
Άρα, καμία αύξηση φόρων, περαιτέρω μειώσεις φόρων και ναι, στόχος μου είναι, προς το τέλος της τετραετίας, στο δεύτερο μισό, να μπορούμε να εξετάσουμε πια μόνιμες μειώσεις στον ΦΠΑ.
Αυτό το οποίο εισηγείται σήμερα η αντιπολίτευση – την προσωρινή μείωση του ΦΠΑ – δεν την προκρίνω και έχω εξηγήσει γιατί, διότι πιστεύω ότι δεν θα περνούσε καθόλου στην τελική τιμή, αυτό δοκίμασαν και άλλες χώρες και απέτυχαν, δηλαδή θα στηρίζαμε ουσιαστικά την εφοδιαστική αλυσίδα, αλλά όχι τον τελικό καταναλωτή και μετά θα ήμασταν αντιμέτωποι με το πρόβλημα ότι θα έπρεπε κάποια στιγμή αυτή τη μείωση να την καταργήσουμε για να αυξηθούν ξανά οι τιμές.
Άρα, προτιμώ να στοχεύω προς το τέλος της τετραετίας σε πιο μόνιμες μειώσεις του ΦΠΑ και πιστεύω ότι εφόσον η οικονομία θα εξακολουθήσει να αποδίδει όσο καλά περιμένω, αυτός είναι ένας στόχος πια ο οποίος θα είναι εφικτός, αλλά τονίζω ότι μιλάμε για το δεύτερο μισό της επόμενης τετραετίας.
Για τις προσλήψεις στο ΕΣΥ και τη λειτουργία του ΑΣΕΠ
Εμείς έχουμε κάνει έναν προγραμματισμό προσλήψεων και οφείλουμε να τον κάνουμε σε βάθος τριετίας και ο σκοπός μας είναι σταδιακά να αυξάνουμε τον αριθμό των εργαζόμενων στην Υγεία, γιατί και εκεί θα υπάρχουν αποχωρήσεις και άνθρωποι οι οποίοι πρέπει να αντικατασταθούν, και δεν θέλουμε να ξεφύγουμε ουσιαστικά από τον κανόνα «1 προς 1».
Όλοι αναγνωρίζουν, όμως, ότι στην Υγεία πρέπει να γίνουν και παραπάνω μόνιμες προσλήψεις, όπως γίνονται ήδη αυτή τη στιγμή – υπάρχουν προκηρύξεις οι οποίες «τρέχουν», για παράδειγμα, για νοσηλευτές , γιατί έχουμε ελλείψεις ειδικά στο χώρο των νοσηλευτών.
Κάτι που με προβληματίζει πολύ σχετικά με τις προσλήψεις, ωστόσο, έχει να κάνει με την ταχύτητα με την οποία γίνονται. Ναι μεν το ΑΣΕΠ είναι ένας αξιοκρατικός και αντικειμενικός μηχανισμός προσλήψεων, όμως οι καθυστερήσεις είναι πολύ μεγάλες.
Για μένα, λοιπόν, μία βασική διορθωτική μεταρρύθμιση και μία αποστολή για τον επόμενο ή την επόμενη υπουργό Δημόσιας Διοίκησης και Εσωτερικών θα είναι ο τρόπος με τον οποίο θα μπορούμε να επιταχύνουμε τη διαδικασία των προσλήψεων.
Μιλάμε για αλλαγή λειτουργίας του ΑΣΕΠ. Δεν μιλάμε για προσλήψεις εκτός ΑΣΕΠ.
Μιλάμε για μεγαλύτερη ταχύτητα, από τη στιγμή που θα ξεκινήσουμε τη διαδικασία πρόσληψης, μέχρι τη στιγμή που κάποιος θα πιάσει δουλειά. Έχουμε ήδη κάνει μία δουλειά για να «χαρτογραφήσουμε» τη διαδικασία.
Έχουμε επίσης – κάτι πολύ σημαντικό – για πρώτη φορά οριζόντιους διαγωνισμούς, έγινε ήδη ο πρώτος από τον ΑΣΕΠ τον Μάρτιο, που μας δημιουργεί μια δεξαμενή υποψηφίων και μιλάμε τώρα για τις γενικές προσλήψεις που θα γίνουν, όταν μιλάμε για πιο εξειδικευμένο προσωπικό, αυτό δεν εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία.
Για παράδειγμα, για διοικητικούς υπαλλήλους θα μπορούμε να προτρέξουμε στη δεξαμενή του ΑΣΕΠ και με αυτό τον τρόπο να επιταχύνουμε και τους χρόνους των προσλήψεων.
Αλλά βέβαια τονίζω, είναι πολύ σημαντικές οι προσλήψεις για την Υγεία, δεν είναι όμως η μόνη πολιτική την οποία έχουμε.
Αυτό το οποίο θέλουμε είναι και να δώσουμε εργασιακή ασφάλεια σε ανθρώπους, οι οποίοι παρείχαν τις υπηρεσίες τους χωρίς να είναι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι, αλλά και να είμαστε σίγουροι ότι προσλαμβάνουμε τον σωστό άνθρωπο στη σωστή θέση.
«Προσωπικό στοίχημα το ΕΣΥ – Fake news ΣΥΡΙΖΑ τα περί ιδιωτικοποίησης»
Από εκεί και πέρα όμως, για την Υγεία, επειδή το θέμα είναι πάρα πολύ σημαντικό και μου το θέτουν συνέχεια οι πολίτες, όπως έχω πει, είναι για μένα ένα μεγάλο, ένα προσωπικό στοίχημα το νέο ΕΣΥ.
Έχω κουραστεί να απαντάω σε fake news περί ιδιωτικοποίησης του ΕΣΥ κι έχω εξηγήσει γιατί η συνεργασία του ΕΣΥ με τον ιδιωτικό τομέα, από τη στιγμή που είναι δωρεάν για τον ασθενή, είναι τελικά προς όφελος του πολίτη.
Παραδείγματος χάρη, αν πάει να κάνει μαστογραφία μία γυναίκα σε ένα ιδιωτικό κέντρο, δωρεάν θα την κάνει. Αλλά θα την κάνει σε ένα ιδιωτικό κέντρο. Ή έχετε δει ίσως ότι έχουμε καταφέρει, σε έναν βαθμό, να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα των ράντζων στην Αττική τους τελευταίους μήνες. Πώς το πετύχαμε αυτό; Πάλι με συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα.
Ο πολίτης ο οποίος θα πάει στο νοσοκομείο και δεν θέλει να βρεθεί σε ένα ράντζο, αν βρεθεί εκείνη τη στιγμή σε ένα ιδιωτικό θεραπευτήριο χωρίς να πληρώσει, πιστεύω ότι θα είναι ικανοποιημένος. Αυτό σίγουρα δεν συνιστά, σε καμία περίπτωση, ιδιωτικοποίηση της υγείας.
Για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια
Κατ’ αρχάς, για να ανοίξει αυτή η συζήτηση, πρέπει να αλλάξει το άρθρο 16 του Συντάγματος. Αυτό χρειάζεται δύο Βουλές. Άρα, δεν είναι κάτι το οποίο πρόκειται να γίνει άμεσα, μέσα στα επόμενα χρόνια.
Πρόθεσή μου, όμως, είναι στη διαδικασία της Συνταγματικής Αναθεώρησης, η οποία θα ξεκινήσει το 2025, να θέσω και ζήτημα της αλλαγής του άρθρου 16 και κατάργησης πια του μονοπωλίου τού κράτους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Τα πανεπιστήμια μπορούν να είναι και ιδιωτικά, υπό την προϋπόθεση όμως ότι θα υπάρχει αυστηρός έλεγχος του κράτους. Δεν θέλω πανεπιστήμια τα οποία να είναι κατ’ όνομα πανεπιστήμια και να μην έχουν αυστηρές προδιαγραφές.
Άρα, σε αυτό θα επιμείνω πολύ. Αν πρόκειται να αποκτήσουμε ιδιωτικά πανεπιστήμια στη χώρα μας, όπως έχουν όλες οι χώρες, αυτά τα πανεπιστήμια θα έχουν υψηλές προδιαγραφές.
Μέχρι να φτάσουμε εκεί όμως, όλη μου η έμφαση είναι στο δημόσιο πανεπιστήμιο, το οποίο στηρίχθηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση. Και όταν εννοώ στηρίχθηκε, μέσα από έναν νόμο – πλαίσιο απελευθερώθηκαν τα πανεπιστήμια να συνεργάζονται περισσότερο με τον ιδιωτικό τομέα, να μπορούν να έχουν μεγαλύτερη ευελιξία στην κατάρτιση των προγραμμάτων τους, το εσωτερικό ERASMUS. Ένας φοιτητής να μπορεί να φεύγει από το τμήμα του και να πηγαίνει σε ένα άλλο τμήμα για ένα εξάμηνο για να έχει περισσότερες προσλαμβάνουσες παραστάσεις.
Το γεγονός ότι καταφέραμε και βγάλαμε, ουσιαστικά, τους μπαχαλάκηδες από τα πανεπιστήμια, γιατί το πρόβλημα της βίας δεν είναι πια αυτό το οποίο ήταν πριν από τέσσερα χρόνια. Το γεγονός ότι στηρίζουμε τα πανεπιστήμια και δημιουργούμε καινούργιες φοιτητικές εστίες μέσα από συμπράξεις Δημοσίου και ιδιωτικού τομέα.
Τα πανεπιστήμια σήμερα, τα δημόσια πανεπιστήμια, και ξέρετε πολλά πανεπιστήμια της περιφέρειας που κάνουν μια εξαιρετική δουλειά, πρωταγωνιστούν στις σχέσεις που έχουν αναπτύξει με ξένα ιδρύματα. Ξενόγλωσσα προγράμματα, η Ιατρική Θεσσαλονίκης έχει ξενόγλωσσο πρόγραμμα Ιατρικής το οποίο το χρεώνει, προφανώς για φοιτητές από το εξωτερικό, διότι ο Έλληνας έχει δωρεάν πρόσβαση στην παιδεία. Και γίνεται η Ελλάδα, αρχίζει να γίνεται, κέντρο εκπαίδευσης. Από το να εξάγουμε φοιτητές, δηλαδή, έχει έρθει η ώρα να μπορούμε εμείς να προσφέρουμε αυτές τις υπηρεσίες – κάτι που γίνεται ήδη από τα δημόσια πανεπιστήμια.
Άρα, μέχρι να φτάσουμε να συζητήσουμε για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια -θα έρθει και η ώρα του- ας δώσουμε την έμφαση στο καλό δημόσιο πανεπιστήμιο, αλλά και σε κάτι ακόμα που θα μας απασχολήσει πολύ την επόμενη τετραετία: στην καλή τεχνική εκπαίδευση. Από τα Επαγγελματικά μας Λύκεια μέχρι την τεχνική εκπαίδευση, μέχρι τα Δημόσια ΙΕΚ.
Δεν θα πάνε όλα τα παιδιά στο πανεπιστήμιο. Η αγορά αναζητά σήμερα αγωνιωδώς καλούς τεχνίτες με πολύ καλές απολαβές. Και υπάρχουν πολλά νέα παιδιά τα οποία, εφόσον ακολουθήσουν αυτή την επαγγελματική διαδρομή, πρέπει να γνωρίζουν ότι θα έχουν πρόσβαση σε καλές τεχνικές σπουδές, με καλή πιστοποίηση και με πολύ καλή προοπτική εργασίας την επόμενη μέρα.
Θα ιδιωτικοποιηθεί το νερό;
Καμία τέτοια περίπτωση. Εξάλλου, γιατί δεν το έκανα τέσσερα χρόνια; Θέλω να θυμίσω ότι η ΕΥΔΑΠ και η ΕΥΑΘ περιήλθαν στο Υπερταμείο με σκοπό ακριβώς την ιδιωτικοποίηση τους από τον κ. Τσίπρα, το 2017. Άρα, είναι ο τελευταίος ο οποίος μπορεί να κατηγορεί εμάς για μια τέτοια πρόθεση, όταν αυτός ουσιαστικά έβαλε τις δύο αυτές εταιρείες στο Υπερταμείο.
Επειδή όμως υπάρχει και μια απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας με την οποία πρέπει να ευθυγραμμιστούμε, αλλά και επειδή πιστεύω ακράδαντα ότι το νερό είναι ένα αγαθό το οποίο δεν πρέπει να περιέλθει στα χέρια τού ιδιωτικού τομέα, μια από τις πρώτες κινήσεις της κυβέρνησης θα είναι να αποσπάσει, ουσιαστικά, τις εταιρείες αυτές και να τις επιστρέψει στον έλεγχο του κράτους, εν προκειμένω στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, το οποίο έχει πια και την εποπτεία του νερού.
Όταν θα γίνει αυτό φαντάζομαι θα κλείσει και ουσιαστικά αυτή η συζήτηση. Δεν περιμένω ο κ. Τσίπρας να μας ζητήσει συγγνώμη για όλα αυτά τα οποία λέει, αλλά, εν πάση περιπτώσει, οι πολίτες νομίζω ξέρουν και ζυγίζουν την αξιοπιστία τη δική μου και του κ. Τσίπρα όταν πρόκειται για ένα τόσο σημαντικό ζήτημα.
Οι αλλαγές στη νέα κυβέρνηση
Έχω μιλήσει για την ανάγκη δημιουργίας ενός καινούργιου Υπουργείου Οικογένειας και Κοινωνικής Συνοχής, ουσιαστικά αποσπώντας ένα κομμάτι του Υπουργείου Εργασίας, έτσι ώστε το πολύ σημαντικό αυτό αντικείμενο πολιτικής να έχει έναν ιδιοκτήτη, σε επίπεδο υπουργού.
Είναι ήδη σχεδιασμένο και έτοιμο το υπουργείο, γιατί όπως ξέρετε – σε περίπτωση που μας εμπιστευθεί ο ελληνικός λαός – αυτά τα Προεδρικά Διατάγματα πρέπει να εκδοθούν άμεσα γιατί η κυβέρνηση ορκίζεται πολύ γρήγορα.
Εμείς, ξέρετε, στην Ελλάδα, σε αντίθεση με τα προεδρικά συστήματα, τα οποία συνήθως δίνουν κάποιους μήνες προετοιμασίας στον νέο Πρόεδρο, στην Ελλάδα το κοινοβουλευτικό σύστημα επιτάσσει η κυβέρνηση να ορκίζεται αμέσως, Τρίτη, Τετάρτη, δηλαδή, δεν είναι ζήτημα. Από τη στιγμή που υπάρχει η δεδηλωμένη και η κοινοβουλευτική πλειοψηφία, οι κυβερνήσεις ορκίζονται αμέσως. Και σας λέω: για εμένα δεν είναι ένδειξη αλαζονείας αλλά καλής προετοιμασίας, να είμαι έτοιμος για αυτό το ενδεχόμενο.
Αλλά πρέπει να σας πω ότι έχουμε πάρει τα μαθήματα από τη λειτουργία του επιτελικού κράτους. Ξέρουμε τι θέλουμε να βελτιώσουμε. Ξέρουμε πόσο σημαντικός είναι ο συντονισμός σε επίπεδο πρωθυπουργικού γραφείου, κυρίως για τις οριζόντιες αυτές πολιτικές.
Το Υπουργείο Αθλητισμού θα μεταφερθεί στο Υπουργείο Παιδείας και πιστεύω ότι πρέπει να είναι σε επίπεδο Αναπληρωτή Υπουργού, διότι είναι ένα τελείως αυτοτελές αντικείμενο και ο αθλητισμός έχει πολύ μεγάλη σημασία.
Το Υπουργείο Μεταφορών – Υποδομών θα μείνει ως έχει, απλά με ένα αυτοτελές χαρτοφυλάκιο Μεταφορών. Είναι πολύ συμβατές αυτές οι έννοιες και δεν θέλω να δημιουργήσω, ξέρετε, και έναν πληθωρισμό καινούργιων Υπουργείων, διότι και αυτό έχει μια δυσκολία.
Εμείς φτιάξαμε κάποια καινούργια Υπουργεία, τα οποία πιστεύω ότι απέδωσαν. Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, δημιουργήθηκε -σας θυμίζω- αμέσως όταν αναλάβαμε τα πράγματα το 2019. Πιστεύω ότι απέδειξε ότι είναι ένα Υπουργείο το οποίο έχει τεράστια χρησιμότητα. Το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου, βλέπετε πόσο κρίσιμο είναι, ειδικά τώρα που τα ζητήματα της μετανάστευσης έχουν έρθει ξανά στο προσκήνιο. Το Υπουργείο Πολιτικής Προστασίας.
Όλα αυτά είναι Υπουργεία τα οποία στήθηκαν ουσιαστικά από το μηδέν -μικρά Υπουργεία- αλλά επειδή μπορέσαμε και τα στήσαμε από το μηδέν, δημιουργήσαμε δομές οι οποίες να μην είναι δέσμιες, θα έλεγα, παλιών γραφειοκρατικών αγκυλώσεων.
Από εκεί και πέρα, τα υπόλοιπα, καλώς εχόντων των πραγμάτων, από Δευτέρα.
«Θα θέσω το θέμα του τουρκικού προξενείου στην Κομοτηνή στον Ερντογάν»
Το θέμα θα τεθεί στο ανώτατο δυνατό επίπεδο, εφόσον με εμπιστευτεί ο ελληνικός λαός στις εκλογές της Κυριακής, θα μιλήσω για το θέμα αυτό με τον πρόεδρο Ερντογάν.
Η παρέμβαση στα εσωτερικά μιας άλλης χώρας είναι κάτι αδιανόητο, ειδικά με την έκταση και με την ένταση που έγινε σε αυτές τις εκλογές. Και επειδή το θέμα ήρθε στην επικαιρότητα, θέλω να σας θυμίσω -και το είχατε αναδείξει και εσείς- όχι με δική μας πρωτοβουλία. Θέλω να το τονίσω αυτό, ήρθε με πρωτοβουλία των στελεχών τού ΣΥΡΙΖΑ, τα οποία πρώτα μίλησαν για τον τρόπο με τον οποίον κινήθηκαν τα στελέχη τού ΣΥΡΙΖΑ και για τις στενές σχέσεις με το τουρκικό Προξενείο.
Λυπάμαι που το ζήτημα αυτό δεν έκλεισε με τον πιο αυτονόητο τρόπο, που δεν θα ήταν άλλος από το να κάνουν μία πολύ απλή δήλωση ότι σέβονται τη Συνθήκη της Λωζάνης και ότι εκπροσωπούν ουσιαστικά τη μουσουλμανική μειονότητα.
Επέλεξαν να μην το κάνουν, είναι κίνδυνος αυτός την επόμενη μέρα. Ελπίζω να διαψευστώ, το εύχομαι πραγματικά. Αλλά το δικό μου μήνυμα δεν ήταν τόσο προς τον κ. Τσίπρα, ο κ. Τσίπρας ας κάνει ό,τι νομίζει, ό,τι τον φωτίσει ο Θεός.
Το δικό μου μήνυμα, και ο λόγος για τον οποίον μίλησα δημόσια για το θέμα αυτό, ήταν ακριβώς προς την Τουρκία: ότι εδώ διαπιστώθηκε μια παρέμβαση αρκετά έντονη στα εσωτερικά μιας άλλης χώρας και αυτό πρέπει να σταματήσει.
Για τα δεξιά κόμματα… δεξιότερα της ΝΔ
Απέχουμε πολύ από το να έχουμε μία ακροδεξιά στην Ελλάδα, η οποία να έχει συγκροτημένη πολιτική έκφραση. Ούτε τώρα εκτιμώ ότι θα συμβεί αυτό.
Και δεν είμαι σίγουρος όλα αυτά τα κόμματα και τα κομματίδια, τα οποία έχουν εμφανιστεί στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας, τελικά τι διαδρομή θα έχουν και πόσο θα αντέξουν στο χρόνο, ανεξαρτήτως αποτελέσματος.
Πιστεύω ότι οι πολίτες εκείνοι, οι οποίοι έχουν ίσως πιο πατριωτικές ανησυχίες, θα πρέπει να είναι καλυμμένοι από την πολιτική την οποία άσκησε η Νέα Δημοκρατία αυτά τα τέσσερα χρόνια.
Στο επίπεδο της εξωτερικής πολιτικής χτίσαμε πολλές συμμαχίες, ενισχύσαμε τη θέση της χώρας γεωπολιτικά. Στο επίπεδο της αμυντικής πολιτικής εξοπλίσαμε τις Ένοπλες Δυνάμεις μας με πολύ -θα έλεγα- στοχευμένες και γρήγορες παρεμβάσεις, που στην κυριολεξία άλλαξαν την ισορροπία με την Τουρκία, ειδικά στον αέρα.
Στο επίπεδο της μεταναστευτικής πολιτικής, ναι, από την πρώτη στιγμή είπαμε ότι θέλουμε να φυλάξουμε τα σύνορά μας και το πετύχαμε αυτό, γιατί μειώσαμε σημαντικά τις ροές. Ενώ ταυτόχρονα δείξαμε και όλη την ευαισθησία που χρειάζεται να σώσουμε ζωές στη θάλασσα, να ασχοληθούμε με τα μεγάλα θύματα του προσφυγικού, τα ασυνόδευτα παιδιά. Εμείς λύσαμε το θέμα αυτό, δεν το έλυσε ο δήθεν ευαίσθητος και προοδευτικός ΣΥΡΙΖΑ.
Άρα, πιστεύω ότι οι συμπολίτες μας οι οποίοι έχουν πολύ αυξημένες πατριωτικές ευαισθησίες – γιατί όλοι πιστεύω ότι είμαστε πατριώτες, θέλω να το τονίσω αυτό, κανείς δεν είναι περισσότερο ή λιγότερο πατριώτης από τον άλλον – πιστεύω ότι από την πολιτική τής Νέας Δημοκρατίας πρέπει να καλύπτονται.
Από εκεί και πέρα, υπήρξε νομίζω και μία συνειδητή προσπάθεια καπηλείας τού θρησκευτικού συναισθήματος, πολύ υπόγεια έγινε αυτό. Νομίζω ότι αντελήφθησαν και οι πολίτες ότι εδώ δεν μπορεί να υπάρχουν κόμματα τα οποία να λένε ότι μόνο αυτά εκφράζουν την Ορθοδοξία και ότι όποιος δεν τα ψηφίζει είναι λιγότερο πιστός ή λιγότερο Ορθόδοξος από κάποιον άλλον. Αυτό μπορεί να έγινε στις προηγούμενες εκλογές, αλλά τώρα έχουμε καταλάβει ακριβώς τι συμβαίνει.
Άρα, δεν εκτιμώ ότι, ειδικά και μετά την καταδίκη της Χρυσής Αυγής, υπάρχει περιθώριο αυτή τη στιγμή για μια άνοδο της ακροδεξιάς στη χώρα μας.
«Δεν υπάρχουν ταμπέλες στην κοινωνική πολιτική»
Από εκεί και πέρα, για τη «μετακίνηση στο κέντρο», εμένα δεν μου αρέσουν οι ταμπέλες, με την έννοια ότι θεωρώ τον εαυτό μου έναν προοδευτικό μεταρρυθμιστή, φιλελεύθερο πολιτικό με έντονες θα έλεγα πατριωτικές ευαισθησίες – όπως πρέπει να έχει οποιοσδήποτε, το τονίζω αυτό.
Αλλά μία πολιτική η οποία λύνει – ας πούμε – το πρόβλημα το οποίο το είχατε αναδείξει τόσες φορές εσείς, το να απονέμονται οι συντάξεις στην ώρα τους, είναι κάτι κεντρώο, δεξιό ή αριστερό; Είναι κεντρώο, δεξιό ή αριστερό να μην ταλαιπωρείται ο πολίτης στην ουρά στα ΚΕΠ και να μπορεί να έχει ένα ψηφιακό εργαλείο, για να μπορέσει να επικοινωνεί με το κράτος και να γλιτώνει ώρες ταλαιπωρίας; Είναι κεντρώο, δεξιό ή αριστερό το να μπορούμε να τρέχουμε, ας πούμε, προγράμματα πρόληψης για τις γυναίκες για τον καρκίνο του μαστού;
Και πάρα πολλά ακόμα, αλλά έχουν τελικά να κάνουν με την αποτελεσματικότητα της εξουσίας, και αυτό είναι το μέτρο. Ναι, πιστεύω σε ένα κράτος το οποίο πρέπει να είναι ισχυρό και το οποίο πρέπει να παρεμβαίνει, να διορθώνει τις ατέλειες και τις αδυναμίες της αγοράς, αλλά και το οποίο πρέπει να δίνει και χώρο στην ιδιωτική οικονομία να αναπτύσσεται.
Αυτή είναι η αντίληψή μου για τον ρόλο τού κράτους, το οποίο απέχει πάρα πολύ, ξέρετε, από τις νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις της δεκαετίας τού ’80, που ήθελαν το κράτος ουσιαστικά απόν και την αγορά να τα ρυθμίζει όλα.
Και απέδειξε η πρόσφατη κρίση ότι η αγορά δεν μπορεί να τα ρυθμίσει όλα. Όταν εκτινάχθηκαν οι τιμές τού φυσικού αερίου ήμουν ο πρώτος στην Ευρώπη που μίλησα για την ανάγκη επιβολής πλαφόν. Και αργήσαμε οκτώ μήνες. Και μας στοίχισε 7 δισ. αυτή η ιστορία στην Ελλάδα. Στην Ελλάδα το πετύχαμε τελικά και οι τιμές αποκλιμακώθηκαν, αλλά με μεγάλη καθυστέρηση.
Για την ακρίβεια
Ο πληθωρισμός είναι επίμονος, ειδικά στα τρόφιμα, και είναι πρόβλημα. Είμαι ο πρώτος που θα το αναγνωρίσω.
Θεωρώ ότι έχουμε δει τα χειρότερα, αλλά το πρόβλημα δεν το έχουμε λύσει ακόμα.
Το πρόβλημα του πληθωρισμού, οι αυξήσεις των επιτοκίων όπως ξέρετε δεν καθορίζονται από εμάς, καθορίζονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, έχουν επιπτώσεις στους καταναλωτές, στους δανειολήπτες.
Πάντα όταν υπάρχουν πληθωριστικές πιέσεις οι τράπεζες αυξάνουν τα επιτόκια. Εκτιμώ ότι το ίδιο θα κάνει και η Τουρκία σήμερα, η οποία ακολούθησε μια τελείως διαφορετική πολιτική, θα έλεγα με καταστροφικά αποτελέσματα για την τουρκική κοινωνία.
Όταν εμείς κάναμε μια παρέμβαση και δώσαμε ένα εργαλείο σε ευάλωτα νοικοκυριά, να μπορέσουν να επιδοτήσουν ένα μέρος της αύξησης του επιτοκίου, δεν ανταποκρίθηκαν τόσοι δανειολήπτες, διάβαζα σήμερα σε μια εφημερίδα, γιατί κάποιοι ενδεχομένως να μην ήθελαν να αποκαλύψουν τις πραγματικές τους καταθέσεις.
Δεν υπάρχουν ατελείωτες δυνατότητες. Όμως, η αντιμετώπιση της ακρίβειας δεν μπορεί να έρθει μέσα από ένα Market Pass. Τo Market Pass δεν είναι αμελητέο, 600 εκατομμύρια μας στοίχισε το προηγούμενο και οι πολίτες το πήραν και καλά έκαναν και το πήραν. Μπορεί να υπάρξει και δεύτερο.
Όμως η λύση δεν είναι ένα επίδομα. Ούτε οι πολίτες θέλουν να ζουν με επιδόματα. Η λύση είναι η σταδιακή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού ως αποτέλεσμα της πολιτικής αύξησης των επιτοκίων.
Εκτιμώ ότι φτάνουμε στο τέλος αυτού του κύκλου και εκτιμώ ότι δεν θα χρειαστεί τελικά, βλέποντας την πορεία και του πληθωρισμού στην Ελλάδα, είναι καλύτερη, επιμένει αλλά είναι καλύτερη από τον πληθωρισμό στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η λύση όμως τελικά μπορεί να είναι μόνο από τη μία η στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος μέσα από αυξήσεις μισθών και μειώσεις φόρων, και βέβαια η καλύτερη λειτουργία της αγοράς.
Πιστεύω ότι και εκεί η ίδια η αγορά πολλές φορές μπορεί να μας δώσει καινοτομίες, παραδείγματος χάρη να πουλάει απευθείας ένας παραγωγός σε έναν τελικό έμπορο λιανικής και να παρακάμπτονται οι μεσάζοντες. Υπάρχουν εταιρείες και η τεχνολογία η οποία μας επιτρέπει να αρχίσουν αυτά να γίνονται.
Μαγική λύση δεν υπάρχει. Και, όπως σας είπα, τελικά η μόνιμη λύση στο πρόβλημα είναι η βελτίωση των μισθών, η μείωση των φόρων και η στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος.
Για την αντιπολίτευση
Είναι πάντα καλό να υπάρχει μια τεκμηριωμένη και θα έλεγα δίκαιη ως προς την κριτική της, αντιπολίτευση. Έτσι λειτουργούν οι δημοκρατίες.
Πιστεύω ό,τι έλεγα προεκλογικά, πριν από τις εκλογές της 21ης Μαΐου, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν μια κακή κυβέρνηση και μια χειρότερη αντιπολίτευση. Γιατί το έλεγα αυτό; Γιατί τα παρουσίαζε όλα «μαύρα», διότι θεωρούσε ότι για τα πάντα «φταίει ο Μητσοτάκης».
Δεν υπήρχε πρόβλημα στον κόσμο. Απορώ πώς δεν είπαν ότι φταίω και για το βαθυσκάφος, το οποίο χάθηκε στον Ατλαντικό. Για τα πάντα «έφταιγε ο Μητσοτάκης» και παρουσίαζαν την εικόνα μιας χώρας, η οποία δεν είχε σχέση με την πραγματικότητα των πολιτών.
Προσθέστε στο μείγμα τοξικότητα, χυδαιότητα, fake news, προσωπικές επιθέσεις σε εμένα, στην οικογένειά μου. Το κοκτέιλ αυτό οδήγησε τον ΣΥΡΙΖΑ στο 20%.
Θέλω να πιστεύω ότι κάποια μαθήματα θα πάρουν. Δεν φαίνεται να τα έχουν πάρει στην ενδιάμεση προεκλογική περίοδο. Από εκεί και πέρα, το τι θα γίνει στην αντιπολίτευση, αφορά την αντιπολίτευση.
Νομίζω ότι θα χρειαστεί χρόνος για να ανασυγκροτηθεί. Αυτό όμως, μιας και με ρωτάτε, μας υποχρεώνει εμείς να είμαστε και η αντιπολίτευση του εαυτού μας. Τι σημαίνει αυτό;
Ευτυχώς, έχουμε ένα τοπίο μέσων, που η δουλειά σας είναι να κρατάτε την κυβέρνηση πάντα σε εγρήγορση και να ασκείτε κριτική. Αλλά το δικό μας χρέος είναι κυρίως να μην κλειστούμε σε ένα γυάλινο πύργο εφησυχασμού και αυταρέσκειας.
Δεν υπάρχει περίπτωση, κ. Ευαγγελάτο, να το επιτρέψω αυτό. Ούτε στο εαυτό μου, ούτε στους στενούς μου συνεργάτες στο Μαξίμου, ούτε στους υπουργούς.
Όσο μεγαλύτερη είναι η εντολή που θα πάρουμε, εφόσον τα πράγματα έρθουν όπως εκτιμώ ότι μπορούν να έρθουν, τόσο μεγαλύτερη η ευθύνη, τόσο πιο στέρεα πρέπει να πατάμε στο έδαφος, τόσο πιο πολύ πρέπει να ακούμε την κοινωνία, τόσο πιο πολύ πρέπει να είμαστε εμείς οι ίδιοι αυστηροί με τις πολιτικές που εφαρμόζουμε.
Γιατί δεν θα τα κάνουμε όλα τέλεια. Και λάθη θα γίνουν και πολιτικές μπορεί να εφαρμόσουμε που δεν θα δουλεύουν. Δεν πρέπει να είμαστε ποτέ πεισματάρηδες στην πολιτική. Πρέπει να βλέπουμε εάν αυτά τα οποία κάνουμε πραγματικά αποδίδουν.
Αλλά από εκεί και πέρα εγώ δεν μπορώ να μιλήσω για λογαριασμό της αντιπολίτευσης. Να ευχηθώ μόνο γρήγορα να βρει το δρόμο της, γιατί πράγματι σε μία δημοκρατία χρειάζεται μία αξιόπιστη αντιπολίτευση, όχι σαν την αντιπολίτευση – τονίζω – που είχαμε τα τελευταία τέσσερα χρόνια.