Συνεντεύξεις

Δρ. Μιχ. Τοανόγλου: «Η στροφή στην υιοθέτηση πρακτικών βιώσιμης ανάπτυξης αποτελεί την νέα μεγάλη πρόκληση για τον κλάδο της τουριστικής βιομηχανίας»

Η στροφή στην αειφορία, στην υιοθέτηση πρακτικών βιώσιμης ανάπτυξης, αποτελεί την νέα μεγάλη πρόκληση για τον κλάδο της τουριστικής βιομηχανίας. Την πρόκληση αυτή αναλύει σε συνέντευξη του προς τη “δ”, ο Δρ. Μιχάλης Τοανόγλου, ιδρυτικό μέλος της Επιστημονικής Ομάδας Τουρισμού – ΕΠΟΤ και καθηγητής Τουριστικών & Ξενοδοχειακών Σπουδών του Jeonju University στη Νότια Κορέα.
“Χρειάζεται να παρθούν κάποιες σοβαρές και στρατηγικές αποφάσεις για το πώς θα μετεξελιχθεί το τουριστικό οικοσύστημα σε μία πιο υπεύθυνη, αειφόρο και αυθεντική κατεύθυνση. Εάν δεν πάρουμε έγκαιρα σωστές αποφάσεις και δεν λάβουμε τα μέτρα μας, δεν θα μπορέσουμε εύκολα να διαχειριστούμε όλες τις προκλήσεις που διαφαίνονται στον ορίζοντα. Προφανώς σύγχρονες στρατηγικές αποφάσεις οδηγούν και σε απαιτούμενες αλλαγές”, δηλώνει ο κ. Τοανόγλου χαρακτηριστικά, και συμπληρώνει ότι πρέπει να υπάρξει στρατηγική διαχείρισης του κάθε προορισμού, ένα μακρόπνοο σχέδιο πάνω σε ενιαίο όραμα και αξίες που θα ενώνουν όλους τους εμπλεκόμενους φορείς αλλά και τις τοπικές κοινωνίες και ότι πρέπει να απασχολεί πολύ περισσότερο πλέον το αποτύπωμα που έχει ο τουρισμός στην κάθε τόπο σε όλο το φάσμα των δραστηριοτήτων.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του Δρ. Μ. Τοανόγλου:

• Κύριε Τοανόγλου ποιες νέες τάσεις επικρατούν στον Τουρισμό; Τι έχει αλλάξει στα τελευταία χρόνια;
Η πανδημική κρίση, αυτή η μεγάλη παγκόσμια ανατρεπτική κατάσταση, δημιούργησε προφανώς νέα δεδομένα και στον τουρισμό. Είναι πλέον αισθητά εντονότερη η ανάγκη των πελατών για ποιοτικές εμπειρίες οι οποίες εμπεριέχουν και υπευθυνότητα προς τον τόπο επίσκεψης αλλά και τις τοπικές κοινωνίες που διαβιούν εκεί. Υπάρχει επίσης μεγαλύτερη ευαισθησία σε θέματα ασφάλειας και υγιεινής αλλά και κυρίως σε θέματα περιβαλλοντικής προστασίας και κοινωνικής ευθύνης που συνδέονται ευθέως με την διεθνώς επιδιωκόμενη αειφορία.
Διαπιστώθηκε επίσης ότι στην διάρκεια της πανδημικής κρίσης τέθηκαν σε υψηλό κίνδυνο η ασφάλεια και η υγεία των ταξιδιωτών, οι εφοδιαστικές αλυσίδες αλλά και ευρύτερα το τουριστικό οικοσύστημα. Κάτι που σημαίνει ότι η τουριστική βιομηχανία παρουσίασε έλλειψη ανθεκτικότητας (resilience) και έγκαιρης προετοιμασίας για την αντιμετώπιση τέτοιας εμβέλειας απροσδόκητων φαινομένων.
Στην μετά Covid εποχή παρατηρείται ότι από τη μία οι επισκέπτες να έχουν νέες προσδοκίες και απαιτήσεις από τους προορισμούς των διακοπών τους, και από την άλλη οι προορισμοί και οι επιχειρήσεις να νοιώθουν την ανάγκη να ανακάμψουν γρήγορα, και να φτάσουν στα οικονομικά και αριθμητικά μεγέθη του 2019, χωρίς όμως στις περισσότερες περιπτώσεις να δίνουν την απαραίτητη προσοχή στην αλλαγή των ποιοτικών χαρακτηριστικών. Αυτό θα έλεγα ότι φαίνεται να συμβαίνει προς το παρόν και στην Ελλάδα ενώ στο εξωτερικό αρκετοί προορισμοί και επιχειρήσεις εντείνουν τις αειφορικές πολιτικές τους κάτι που βρίσκει ανταπόκριση στις νέες προτεραιότητες των ταξιδιωτών.
Στην Ελλάδα όντως υπάρχουν προορισμοί που ανέκαμψαν γρήγορα, σημειώνοντας σημαντικές επιδόσεις σε αφίξεις και διανυκτερεύσεις. Ωστόσο λίγα και μάλλον επιφανειακά πράγματα φαίνεται να γίνονται στον τομέα της αειφορίας κάτι που αν δεν αλλάξει δραστικά και γρήγορα θα έχει δυσάρεστες επιπτώσεις. Φωτεινή εξαίρεση φαίνεται να είναι η πρωτοβουλία της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου και του Δήμου Ρόδου σε συνεργασία με την TUI για την δημιουργία του Rhodes Co-Lab που οφείλει να αγγίξει ευαίσθητους τομείς για την βιωσιμότητα του προορισμού.
Παγκοσμίως πλέον δίνεται μεγάλη έμφαση στην ποιότητα της εμπειρίας του επισκέπτη μέσα από την ενσωμάτωση του στην τοπική καθημερινότητα η οποία πρέπει να αντανακλά την αυθεντικότητα της παράδοσης, του πολιτισμού και της ιστορίας του τόπου. Εδώ στην Ελλάδα συνεχίζουμε λίγο-πολύ στο ίδιο μοντέλο των προηγούμενων δεκαετιών το οποίο έχει ή τείνει να ξεπεραστεί από συνεχώς αυξανόμενη μερίδα των τουριστών και ειδικότερα των νεότερων γενεών. Οι προορισμοί και οι επιχειρήσεις που δεν θα αναβαθμίσουν την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών με βάση το νέο πλέγμα αξιών και προτεραιοτήτων που αναδύονται παγκοσμίως, σύντομα θα αντιληφθούν ότι μένουν πίσω στον ανταγωνιστικό στίβο της διεθνούς τουριστικής αγοράς.
• Ποια μέτρα θα πρέπει να πάρουν οι προορισμοί για να κάνουν την απαραίτητη στροφή στη βιωσιμότητα;
Πρέπει να υπάρξει στρατηγική διαχείρισης του κάθε προορισμού, ένα μακρόπνοο σχέδιο πάνω σε ενιαίο όραμα και αξίες που θα ενώνουν όλους τους εμπλεκόμενους φορείς αλλά και τις τοπικές κοινωνίες. Θα πρέπει να απασχολεί πολύ περισσότερο πλέον το αποτύπωμα που έχει ο τουρισμός στην κάθε τόπο σε όλο το φάσμα των δραστηριοτήτων. Πολύ συχνά δεν υπάρχουν ικανοποιητικά δεδομένα που να αποτυπώνουν τεκμηριωμένα το ζήτημα της αειφορίας και της φέρουσας ικανότητας του κάθε προορισμού.
Και φυσικά εάν δεν υπάρχει στρατηγικός σχεδιασμός και μηχανισμοί παρακολούθησης και μέτρησης (monitoring) όλων των κρίσιμων παραμέτρων που έχουν αντίκτυπο στην καθημερινότητα του πολίτη και του επισκέπτη του προορισμού, δεν μπορεί να ανοίξει καμία σοβαρή συζήτηση περί βιωσιμότητας.
• Η ίδρυση παρατηρητηρίου βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης, όπως έχει προτείνει η ΕΠΟΤ, θα καθιστούσε ευκολότερη την υιοθέτηση βιώσιμων πρακτικών;
Σε διεθνές επίπεδο, όλοι οι μεγάλοι τουριστικοί προορισμοί, (βλέπε Κανάρια Νησιά, Αζόρες, Μαγιόρκα, Κροατία κλπ) δημιούργησαν παρατηρητήρια βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης που έχουν συγκεκριμένη και άκρως επιστημονική αποστολή.

Κάνουν συστηματικές μετρήσεις σε κρίσιμους τομείς και δραστηριότητες όπως για παράδειγμα η ενέργεια, τα στερεά και υγρά απόβλητα, η διαχείριση υδάτινων πόρων, η απασχόληση, η οικονομική συνδρομή του τουρισμού στο κατά κεφαλή εισόδημα, ο βαθμός ικανοποίησης των πελατών αλλά και των ντόπιων κατοίκων.
Τα δεδομένα αυτά, κυρίως με την μορφή δεικτών, μετά από επεξεργασία και ανάλυση αποτελούν έγκυρες και μετρήσιμες πληροφορίες οι οποίες διοχετεύονται προς τους φορείς και τις αρχές (σε πολλές περιπτώσεις σε συγκροτημένους DMOs – Οργανισμούς Διαχείρισης Προορισμών) που θεσμικά έχουν και την ευθύνη σχεδιασμού-στρατηγικής, λήψης αποφάσεων και υλοποίησης πολιτικών.
Από το 2022 η ΕΠΟΤ σε συνεργασία με το Επιμελητήριο Δωδεκανήσου και το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών έχει θέσει τις βάσεις για την ίδρυση Παρατηρητηρίου Τουριστικής Αειφορίας στα Δωδεκάνησα.
Στο εγχείρημα αυτό η ΕΠΟΤ θα έχει σημαντικό ρόλο με μέλη της που θα συνδράμουν ενεργά στον επιστημονικό κορμό του Παρατηρητηρίου.
Η ΕΠΟΤ- Tourism Think Tank έχει ιστορία μεγαλύτερη των 20 ετών. Το εγχείρημα ξεκίνησε από την πρωτοβουλία του Επιμελητηρίου Δωδεκανήσου να παράγει επιστημονικά έγκυρο έργο προς αξιοποίηση στην κατεύθυνση της αναβάθμισης του τουριστικού μας προϊόντος.
Έγινε ιδιαίτερα αποτελεσματικό έργο με συστηματικές και πρωτοποριακές για την εποχή έρευνες και μελέτες. Διοργανώθηκαν επίσης διεθνή συνέδρια όπου παρουσιάστηκαν τα πορίσματα των ερευνών αυτών.
Βασικός στόχος της επιστημονικής ομάδας, ήταν και είναι, να αποτυπώνει με καθαρά επιστημονικό και ρεαλιστικό τρόπο φλέγοντα ζητήματα σε όλο το φάσμα της τουριστικής δραστηριότητας, να τα αναλύει και να προσπαθεί να συνδράμει τους φορείς του τόπου να αξιοποιήσουν την τεκμηριωμένη γνώση, προκειμένου να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα του προορισμού.
Πλέον από το 2021 η ΕΠΟΤ λειτουργεί ανεξάρτητα, αλλά στρατηγικά εξακολουθεί να έχει πολύ στενή συνεργασία με το Επιμελητήριο Δωδεκανήσου με το οποίο ήδη έχει αναλάβει σημαντικές πρωτοβουλίες και έχει υλοποιήσει αποτελεσματικές δράσεις με θετικό αποτύπωμα για τον τόπο. Σήμερα, η ΕΠΟΤ Tourism Think Tank είναι ένας ανεξάρτητος, εθελοντικός, μη κερδοσκοπικός, κοινωφελής οργανισμός που απαρτίζεται από επαγγελματίες, εμπειρογνώμονες και επιστήμονες-ακαδημαϊκούς και έχει ως αποστολή την διάχυση ιδεών και επιστημονικά τεκμηριωμένων θέσεων προτείνοντας ρεαλιστικές λύσεις σε θέματα που αφορούν την τουριστική οικονομία με την ευρύτερη έννοια της.
Το ανθρώπινο δυναμικό της ΕΠΟΤ εμπλουτίζεται διαρκώς με νέους επιστήμονες από τα Δωδεκάνησα αλλά και την υπόλοιπη Ελλάδα που συμπλέουν με τις αξίες, τους σκοπούς αλλά και το όραμα της ομάδας.
Επίσης υπάρχουν ήδη γόνιμες συνεργασίες με φημισμένα πανεπιστήμια στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (ΟΠΑ, Surrey) που αποδίδουν μετρήσιμα αποτελέσματα για την Ρόδο μέσα από έρευνες και μελέτες που καθοδηγούνται από μέλη της ΕΠΟΤ. Τέλος έχουν διοργανωθεί πρόσφατα αρκετές έκδηλώσεις με θέματα βιώσιμης ανάπτυξης, όπως για την “κυκλική οικονομία” την “καινοτομία” ενώ προγραμματίζονται δράσεις για μια σειρά επίκαιρων θεμάτων τους επόμενους μήνες.

• Έχετε μακρά και σημαντική πορεία στο χώρο της τουριστικής εκπαίδευσης. Πώς θα χαρακτηρίζατε την τουριστική εκπαίδευση σήμερα στην Ελλάδα;
Αυτό που βλέπω στην παρούσα φάση είναι ότι πλέον το σημαντικό δεν είναι πόσους απόφοιτους θα βγάλει η κάθε σχολή μέσης, ανώτερης ή ανώτατης εκπαίδευσης. Το ζητούμενο είναι ποιες σύγχρονες δεξιότητες και γνώσεις θα αποκτήσουν οι φοιτητές ή οι σπουδαστές, έτσι ώστε να συμβάλουν στη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών και γενικότερα στην αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος.
Ιστορικά στην Ελλάδα οι τουριστικές σχολές μέσης και ανώτερης εκπαίδευσης τις δεκαετίες ΄60, ΄70 και ΄80 λειτούργησαν αποτελεσματικά. Λόγω της τεχνογνωσίας και της εξειδικευμένης γνώσης που παρείχαν οι καθηγητές με μεταπτυχιακά από την Ελβετία και την Αμερική (που ηγούνταν την εποχή εκείνη στην τουριστική εκπαίδευση), οι απόφοιτοι των σχολών αυτών εντάχθηκαν άμεσα στην αγορά εργασίας και σε διευθυντικές θέσεις προσφέροντας έμπρακτα στον ξενοδοχειακό κλάδο και ευρύτερα στον τουρισμό.
Η τεχνογνωσία που προσέφεραν οι σχολές την εποχή εκείνη, συνέβαλε στο τουριστικό θαύμα της χώρας αλλά και των προορισμών όπως η Ρόδος. Από κάποια στιγμή και μετά δόθηκε περισσότερη έμφαση στην ποσοτική παραγωγή αποφοίτων χωρίς να εκσυγχρονιστούν τα προγράμματα σπουδών και αγνοώντας τις τάσεις και την εξέλιξη του κλάδου αλλά και της τουριστικής-ξενοδοχειακής εκπαίδευσης στο διεθνές περιβάλλον.
Στο εξωτερικό τα πράγματα προχώρησαν και προχωρούν παρέχοντας την αιχμή της γνώσης και των δεξιοτήτων στον κλάδο, εμείς όμως δεν ακολουθήσαμε τις εξελίξεις.
Επίσης τώρα οι απόφοιτοι των τουριστικών σχολών, μπορεί να έχουν κάποιες τυπικές θεωρητικές γνώσεις, δεν διαθέτουν όμως την αντίληψη για το πως θα εφαρμόσουν τη θεωρία με πρακτικό και μετρήσιμο αποτέλεσμα στο χώρο της εργασίας.
• Πώς σχολιάζετε τις μεγάλες ελλείψεις προσωπικού στον κλάδο της φιλοξενίας; Που κατά τη γνώμη σας οφείλεται το φαινόμενο;
Το κενό αυτό, δεν είναι τυχαίο που εμφανίστηκε ταυτόχρονά σε όλο τον κόσμο. Κάποια στιγμή θα γινόταν. Η πανδημία επιτάχυνε απλά το φαινόμενο γιατί εμφάνισε σε μεγάλο βαθμό το πόσο ευάλωτος είναι ο τουριστικός κλάδος σε τέτοιες κρίσεις. Αυτό δημιούργησε ανασφάλεια και αρκετοί εργαζόμενοι στον τουρισμό αναζήτησαν διαφορετικά επαγγέλματα. Είναι επίσης γεγονός ότι το τουριστικό-ξενοδοχειακό επάγγελμα έχει χάσει την αναγνώριση και την αξία που είχε στο παρελθόν. Το επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών έμεινε σε πολλές περιπτώσεις μη ανταγωνιστικό, αλλά και οι αμοιβές παρέμειναν στάσιμες. Η έλλειψη ικανών στελεχών στον κλάδο της φιλοξενίας είναι ένα πρόβλημα που στην χώρα μας πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα και αποτελεσματικά.
• Έχετε αναφερθεί συχνά και στην ανάγκη ίδρυσης και λειτουργίας οργανισμών διαχείρισης προορισμού. Ποιος είναι ο ρόλος των οργανισμών αυτών;
H ΕΠΟΤ έχει επισημάνει την ανάγκη ύπαρξης DMO, εδώ και 17 χρόνια, έχοντας εκπονήσει σχετικές έρευνες και μελέτες. Στο εξωτερικό θεωρείται και είναι αυτονόητη η λειτουργία τέτοιων οργανισμών.
Οι τουριστικοί προορισμοί διεθνώς έχουν το δικό τους DMO, που δεν είναι τίποτε άλλο από μία πολυσυμμετοχική πλατφόρμα συνεννόησης αρκετών φορέων που έχουν λόγο στον τουρισμό (ενώσεις ξενοδόχων, δήμοι, πολιτιστικοί, περιβαλλοντικοί, κοινωνικοί φορείς, επαγγελματικές επισιτιστικές ενώσεις κλπ). Όλοι έχουν να προσφέρουν κάτι στο κομμάτι που τους αφορά. Πάντα όμως με τρόπο παραγωγικό και όχι ανταγωνιστικό. Αν δημιουργηθεί μια τέτοια πλατφόρμα και υπάρξει η απαραίτητη συναίνεση πάνω σε καίριους τομείς αλλά και ενιαίο όραμα, τότε μπορεί να επιτευχθεί με μεγαλύτερη ευκολία η στροφή στην ισόρροπη και βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη. Είναι αναγκαίος ο συντονισμός προς αυτή την κατεύθυνση και οι τοπικοί ή περιφερειακοί DMO θα μπορούσαν να συμβάλουν στην επιτυχή έκβαση μίας τέτοιας προσπάθειας.
• Κλείνοντας κύριε Τοανόγλου, που θα πρέπει να εστιάσει η Ρόδος για μία καλύτερη προοπτική στον τουρισμό;
Είμαστε σε ένα κρίσιμο σημείο, παρόλο που φτάσαμε σε υψηλά επίπεδα τουριστικής δραστηριότητας. Δεν αρκούν όμως μόνο τα αριθμητικά δεδομένα, χρειαζόμαστε και ποιοτικά χαρακτηριστικά που θα ενισχύσουν την βιωσιμότητα του προορισμού και θα τον κάνουν ανθεκτικότερο σε τρέχουσες αλλά και μελλοντικές προκλήσεις-κρίσεις.
Χρειάζεται να παρθούν κάποιες σοβαρές και στρατηγικές αποφάσεις για το πώς θα μετεξελιχθεί το τουριστικό οικοσύστημα του νησιού σε μία πιο υπεύθυνη, αειφόρο και αυθεντική κατεύθυνση. Υπάρχουν διεθνείς προκλήσεις, η κλιματική κρίση, η ενεργειακή κρίση, οι δυσλειτουργίες στις εφοδιαστικές αλυσίδες που επιβαρύνουν το κόστος των πρώτων υλών, οι γεωπολιτικές και γεωοικονομικές ανακατατάξεις, και πολλά άλλα προβλήματα. Η στροφή στην ενίσχυση του πρωτογενούς τομέα και η εφαρμογή πρακτικών κυκλικής οικονομίας θα παίξει επίσης κομβικό ρόλο στην ισχυροποίηση της αυτάρκειας του προορισμού. Εάν δεν πάρουμε έγκαιρα σωστές αποφάσεις και δεν λάβουμε τα μέτρα μας, δεν θα μπορέσουμε εύκολα να διαχειριστούμε όλες αυτές τις προκλήσεις που διαφαίνονται στον ορίζοντα.

Προφανώς σύγχρονες στρατηγικές αποφάσεις οδηγούν και σε απαιτούμενες αλλαγές. Τέτοιες αλλαγές μπορεί να προκαλούν ανησυχία για την διατήρηση μιας κακώς εννοούμενης «κανονικότητας» που μας διακατέχει τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά είναι και η μόνη προοπτική αν θέλουμε να ελπίζουμε σε κάτι πραγματικά αποτελεσματικό για το μέλλον της οικονομίας, της κοινωνικής συνοχής και ευημερίας μέσα από την υπεύθυνη και ολιστική προσέγγιση του τουρισμού στον τόπο μας.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου