Κατέθεσε συμπληρωματικά την 1η Αυγούστου 2023 και κατονόμασε ως δράστη συγγενικό του πρόσωπο
Την παραπομπή σε δίκη ενώπιον Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της περιφέρειας του Εφετείου Δωδεκανήσου του Ευάγγελου Κουλιανού του Σπύρου, 40 ετών κατηγορούμενου για την δολοφονία του 75χρονου πατέρα του Γιώργου Καριώτη τον περασμένο Ιούνιο στη Μεσαιωνική Πόλη εισηγήθηκε χθες στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών η Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών Ρόδου.
Η Εισαγγελέας προτείνει εξάλλου στο δικαστικό συμβούλιο να απορριφθούν οι αυτοτελείς ισχυρισμοί περί απολύτου ακυρότητας της προδικασίας που υπέβαλε ο κατηγορούμενος.
Στο κατηγορητήριο που εισηγείται η Εισαγγελέας ο κατηγορούμενος φέρεται να αιφνιδίασε τον πατέρα του εκ των όπισθεν, φράζοντάς του την μύτη και το στόμα με μία πετσέτα, τον έριξε εν συνεχεία πρηνηδόν στο πάτωμα της οικίας του και αφού ανέβηκε πάνω του, πιέζοντας τον κορμό του στο έδαφος με το βάρος του σώματός του για να τον ακινητοποιήσει, χτύπησε με δύναμη επανειλημμένα το πρόσωπό του στο πάτωμα, επιφέροντάς του κακώσεις σε αυτό και κάμπτοντας έτι περαιτέρω την αντίστασή του, του έδεσε πισθάγκωνα τα χέρια και περιέσφιξε σχοινί γύρω από το λαιμό του τραβώντας και πιέζοντάς το από πίσω, έως ότου επέφερε διά στραγγαλισμού τον ασφυκτικό του θάνατο.
Εισηγείται εξάλλου να διαταχθεί η εξακολούθηση της προσωρινής του κράτησης μέχρι την 3η Μαρτίου 2024.
Οπως έγραψε η «δημοκρατική», ο 40χρονος που μετήχθη από τις φυλακές όπου κρατείται προσωρινά την 1η Αυγούστου 2023 κλήθηκε σε συμπληρωματική ανάκριση σε εκτέλεση σχετικής παραγγελίας που έδωσε το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ρόδου.
Το δικαστικό συμβούλιο, έκρινε ότι θα πρέπει να διενεργηθούν κι άλλες ανακριτικές πράξεις και συγκεκριμένα έλεγχος γενετικού υλικού (DNA).
Απολογούμενος παρουσία του συνηγόρου του κ. Δήμου Μουτάφη επεσήμανε πως η έκθεση πραγματογνωμοσύνης, επιβεβαιώνει πλήρως τους ισχυρισμούς του ότι δεν έχει οποιαδήποτε σχέση με την δολοφονία του πατέρα του.
Η Εισαγγελέας ωστόσο τονίζει ότι η τσάντα του κατηγορουμένου (κίτρινου χρώματος, μάρκας POLO) βρέθηκε πάνω στον καταψύκτη και δίπλα της μία πετσέτα νοτισμένη με το αίμα του θύματος, ίχνη του οποίου βρέθηκαν και στην τσάντα του κατηγορουμένου. Ένα πουκάμισο με ίχνη αίματος του θύματος βρέθηκε μπροστά από τον καταψύκτη, ενώ ο γιακάς του πουκαμίσου είχε σχιστεί και βρισκόταν σφηνωμένος στο σημείο που έκλεινε ο καταψύκτης στην πάνω επιφάνεια του οποίου βρέθηκαν επίσης ερυθρά ίχνη.
Επισημαίνει εξάλλου πως ο κατηγορούμενος ρωτήθηκε στην προανακριτική του απολογία γιατί στην τηλεοπτική εκπομπή “Φως στο τούνελ” είχε δηλώσει ότι είχε αναγνωρίσει το σχοινί που βρέθηκε στον λαιμό του θύματος, ότι ο πατέρας του το χρησιμοποιούσε και το είχε τοποθετημένο στην αποθήκη της οικίας του.
Η απάντηση του κατηγορουμένου έρχεται σε αντίφαση με τον προηγούμενο ισχυρισμό του, καθώς είχε ως εξής: “Δεν ξέρω από πού μπορεί να προέρχεται το σχοινί. Απλά ο πατέρας μου είχε ένα σχοινί στο τρίκυκλο και μπορεί να είχε και άλλα σχοινιά στην αποθήκη. Σίγουρα είναι διαφορετικό από αυτό που ήταν πάνω στο τρίκυκλο”.
Επισημαίνει επίσης πως ο κατηγορούμενος υπέπεσε σε πολλές ανακρίβειες ή και αντιφάσεις, όπως παραδέχθηκε και ο ίδιος στις απολογίες του, προσπαθώντας να τις αποδώσει σε προβλήματα μνήμης του και αφού κάνει ειδική μνεία σ’ αυτές τονίζει ότι η παρουσία του στην Μεσαιωνική Πόλη, προκύπτει αδιάσειστα από ανάλυση του υλικού των κεραιών κινητής τηλεφωνίας.
Τονίζει επίσης πως οι αιτιολογίες που προβάλλει για τις αντιφάσεις και αναλήθειες στις οποίες υπέπεσε, μεταξύ δε αυτών και κενά μνήμης λόγω παλιότερου τραυματισμού του σε τροχαίο ατύχημα, αντικρούονται από το γεγονός ότι ταυτόχρονα υποδεικνύει στις αρχές λεπτομέρειες που υπέπεσαν στην αντίληψή του για να στρέψει τις υποψίες αλλού, οι οποίες όμως είναι ασαφείς και αόριστες και δεν βοηθούν στην εξιχνίαση του εγκλήματος.
Σε ό,τι αφορά στις υποψίες του έναντι συγγενικού του προσώπου τονίζει μεταξύ άλλων ότι ο κατηγορούμενος προσπάθησε να τον χειραγωγήσει να αλλάξει τα όσα ισχυρίσθηκε ενώπιον τρίτου ατόμου, μάρτυρα, όπως έπραξε και με τους άλλους μάρτυρες ενώ δεν εισέφερε εξ’αρχής τα ενοχοποιητικά στοιχεία που είχε σε βάρος του για να βοηθήσει στην εξιχνίαση της υπόθεσης, από την Υ.Α. Ρόδου.
Σε ό,τι αφορά στο συγγενικό του πρόσωπο αυτό η Εισαγγελέας τονίζει πως δεν επιβεβαιώνεται η παρουσία του κατά τον χρόνο θανάτου στην οικία του θύματος αντιθέτως επιβεβαιωμένα βρέθηκε στην εν λόγω οικία και για πολλές ώρες μάλιστα ο κατηγορούμενος και η Εισαγγελέας θεωρεί πως προέβη και σε πολλές προσπάθειες συγκάλυψης τόσο της παρουσίας του τις ώρες αυτές στην οικία του πατρός του, όσο και άλλων στοιχείων που τον ενοχοποιούσαν.
Επισημαίνει ακόμη ότι δεν προκύπτει οικονομικό κίνητρο για τον συγγενή του τον οποίο θεωρεί ο κατηγορούμενος δράστη ενώ σε ό,τι αφορά στις καταθέσεις μαρτύρων η Εισαγγελέας τονίζει ότι χειραγωγούνται από τον κατηγορούμενο, ο οποίος όμως προ της κλήσης του σε απολογία στην αστυνομική προανάκριση, είχε εμφανιστεί σε τηλεοπτική εκπομπή και είχε πει ψευδώς ότι το συγγενικό του αυτό πρόσωπο είχε πέσει θύμα επίθεσης από τρίτους στην οικία του πατρός του, κάτι που ο συγγενής του διέψευσε, σε συμπληρωματική ένορκη εξέτασή του στην Υ.Α. Ρόδου, εκθέτοντας έτσι τον αδελφό του ως “ψευδομάρτυρα”.
Ανέφερε μάλιστα ότι όταν είχε ρωτήσει τον αδελφό του – κατηγορούμενο για ποιο λόγο είπε αυτά, ο κατηγορούμενος του απάντησε ότι το έκανε για να δώσουν περισσότερη σημασία στην υπόθεση του πατέρα τους.
Η Εισαγγελέας τονίζει εξάλλου ότι την παρουσία του κατηγορουμένου, ως τελευταίου ατόμου που επισκέφθηκε την οικία του θανόντος, επιβεβαιώνουν εκτός από μάρτυρα και κεραίες κινητής τηλεφωνίας και οι εξής επιπλέον ενδείξεις:
-Δύο τμήματα δακτυλικών αποτυπωμάτων που βρέθηκαν στην επιφάνεια γυάλινου ποτηριού με την ένδειξη “HAVANA CLUB”, που βρισκόταν πάνω σε ξύλινο τραπεζάκι εντός της οικίας του θανόντος που ανήκουν στον δεξιό δείκτη και τον δεξιό μεσαίο του κατηγορουμένου,
-Αποτύπωμα του αριστερού παράμεσου του κατηγορουμένου στο ποδαρικό του κρεβατιού δίπλα στο οποίο ανευρέθη νεκρό το θύμα, ήτοι σε σημείο που δεν δικαιολογείται από μία συνήθη επίσκεψη του κατηγορουμένου στην οικία του πατρός του και που ο ίδιος αναξιόπιστα αιτιολόγησε άλλοτε σε παλιότερη προσπάθειά του να καθαρίσει, άλλοτε να μετακινήσει το κρεβάτι.
Επισημαίνει μάλιστα πως κανείς από τους μάρτυρες δεν κατέθεσε ότι ο κατηγορούμενος βοηθούσε τον πατέρα του στην καθαριότητα, ενώ ο τόπος του εγκλήματος βρέθηκε ακάθαρτος.
Σε ό,τι αφορά στην απάντηση του κατηγορουμένου για το πώς βρέθηκε το αίμα στην τσάντα του η Εισαγγελέας επισημαίνει πως αρχικώς απέδωσε το αίμα σε παλιότερο τραυματισμό του και για να γίνει πιο πειστικός αναφέρεται στα τσιρότα που είχε μέσα στο σακίδιό του.
Στην νεότερη όμως συμπληρωματική απολογία του, το αποδίδει στο ό,τι είχε ακουμπήσει το σακίδιό του, δίπλα σε μία πετσέτα ποτισμένη με το αίμα του θύματος.
Η Εισαγγελέας τονίζει πως πιο λογικό θα ήταν η τσάντα να είχε λερωθεί από το αίμα την ημέρα της ανθρωποκτονίας παρά την επομένη, καθώς το αίμα στην πετσέτα θα είχε στεγνώσει μετά την παρέλευση τόσων ωρών και δεδομένων των καιρικών συνθηκών του καλοκαιριού.