Εχουν περάσει 13 χρόνια από τότε που οι πολίτες πήγαν στις κάλπες για να ψηφίσουν αποκλειστικά για τις αυτοδιοικητικές εκλογές. Και οι σημερινές κάλπες ανοίγουν σε ένα κλίμα που διαμορφώνουν 3 παράμετροι:
1. Μένει να αποδειχτεί ότι οι πολίτες αντιμετωπίζουν πολιτικά αυτές τις εκλογές και θα προσέλθουν σε ικανοποιητικά ποσοστά συμμετοχής, αφού είναι “ορφανές”, δεν συνδυάζονται δηλαδή με εθνικές εκλογές ή ευρωεκλογές. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης τις πολιτικοποίησε, θέτοντας ψηλά τον πήχυ και επιδιώκοντας την επανάληψη του αποτελέσματος του 2019 που η ΝΔ κέρδισε τις 12 από τις 13 Περιφέρειες. Αυτό το στοίχημα επιβεβαίωσης της κυριαρχίας του κυβερνώντος κόμματος οδήγησε και τα άλλα κόμματα στη δοκιμασία της πολιτικής αναμέτρησης.
2. Αποτελούν την πρώτη πραγματική εκτίμηση των πολιτών για τις 100 πρώτες μέρες της δεύτερης διακυβέρνησης Μητσοτάκη (που ο ίδιος είπε ότι του φάνηκαν …σαν 1.000).
Η κυβέρνηση βρέθηκε εκτεθειμένη σε μια σειρά από πρωτόγνωρες καταστροφές και μένει να φανεί αν στην κρίση των πολιτών θα βαρύνει η ετοιμότητα για την αντιμετώπισή τους και οι αστοχίες της διαχείρησής τους ή τα θετικά αποτελέσματα από την οικονομική και κοινωνική πολιτική της.
3. Αποτελούν επίσης κρίσιμο πολιτικό βαρόμετρο για τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ. Σε ό,τι αφορά στον ΣΥΡΙΖΑ, ο νέος αρχηγός του Στέφανος Κασσελάκης πήρε το ρίσκο πολιτικής επιβεβαίωσης της εκλογής του σε ευρύτερο εκλογικό σώμα. Μία επιτυχία του θα του δώσει πόντους. Ενδεχόμενη αποτυχία του θα οξύνει τις εσωτερικές αντιθέσεις. Σε ό,τι αφορά στο ΠΑΣΟΚ, είναι γνωστό ότι οι αυτοδιοικητικές εκλογές αποτελούν ένα στοιχειωδώς προνομιακό τερέν και μένει να αποδειχτεί ότι μπορεί να επιβεβαιώσει την παλαιότερη αυτοδιοικητική δυναμική του. Ενδεχόμενη αποτυχία του θα σημάνει πολλά για την απήχηση του κ. Ανδρουλάκη στο παραδοσιακό κοινό του ΠΑΣΟΚ.
Σε… τεχνικό επίπεδο σε αυτές τις αυτοδιοικητικές εκλογές το 2% των συμπολιτών μας (151.766 υποψήφιοι) θα διεκδικήσει την ψήφο μας σε 1.222 δημοτικούς και 78 περιφερειακούς συνδυασμούς.
Μεταξύ αυτών, 63.906 είναι οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι, 80.465 είναι οι υποψήφιοι στις δημοτικές κοινότητες και 7.395 είναι υποψήφιοι περιφερειακοί σύμβουλοι. Καλή επιτυχία και καλή δύναμη σε όσους εκλεγούν.
«Βουβές» οι σημερινές εκλογές στην Αυτοδιοίκηση
Οι επικείμενες δημοτικές και περιφερειακές εκλογές είναι βουβές: το ενδιαφέρον του κοινού είναι εξαιρετικά μειωμένο, ενώ η δημόσια σφαίρα ελάχιστα ασχολείται με την ατζέντα των εκλογών αυτών. Ωστόσο, ολοένα περισσότερα ζητήματα κρίνονται ή θα έπρεπε να κρίνονται στο τοπικό και στο περιφερειακό επίπεδο, καθώς τα σύγχρονα προβλήματα που σχετίζονται με τις φυσικές καταστροφές, την κλιματική κρίση, τη διόγκωση της τουριστικής ανάπτυξης αγγίζουν πρώτιστα το τοπικό επίπεδο. Η αρχική διαχείριση τους γίνεται εκεί. Αλλά και πάγια ζητήματα που αφορούν στον δημόσιο χώρο, από την καθαριότητα, τις υποδομές και τον φωτισμό, μέχρι την αισθητική και πολιτιστική ταυτότητα των δήμων, κρίνονται στο τοπικό επίπεδο. Πώς εξηγείται λοιπόν το παράδοξο ότι το ενδιαφέρον για τις επικείμενες τοπικές εκλογές είναι αντίστροφα ανάλογο της σημασίας τους;
Καταρχάς υπάρχουν συγκυριακοί παράγοντες. Οι διπλές κοινοβουλευτικές εκλογές είναι πολύ πρόσφατες και η κόπωση από την παρατεταμένη προεκλογική περίοδο απωθεί τους πολίτες από την πολιτική ενημέρωση, την ενεργή δραστηριοποίησή τους. Αντίθετα, στις εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου το πολιτικό ενδιαφέρον ήταν αυξημένο – και μερικώς, στις πρώτες εκλογές και η συμμετοχή – ακριβώς επειδή είχε περάσει διάστημα τεσσάρων χρόνων χωρίς προσφυγή στην κάλπη. Το δεδομένο αυτό τώρα δεν υπάρχει. Επίσης, η καταστροφική επικαιρότητα του καλοκαιριού με τις φωτιές και τις πυρκαγιές κράτησαν προσηλωμένους τους πολίτες στη θερινή ειδησεογραφία – κάτι εν γένει ασυνήθιστο – ενώ η μακρά διάρκεια των φυσικών καταστροφών και οι συνέπειες τους επέτειναν την κόπωση των πολιτών. Συχνά, δε, και την αποστροφή για τις τοπικές πολιτικές αρχές. Με το εκλογικό αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών νωπό και την ασύμμετρη διαφορά μεταξύ των κυβερνητικών και των αντιπολιτευόμενων δυνάμεων, το εκλογικό παιχνίδι είναι σαν να έχει ήδη κριθεί, άσχετα με το πόσο ορθή είναι μια τέτοια εκτίμηση. Η αντιπολίτευση μοιάζει συνολικά αδύναμη, ενώ ακόμη και η εσωκομματική εκλογή στον ΣΥΡΙΖΑ πριν την εμφάνιση Κασσελάκη ήταν αδιάφορη πέρα από τις κομματικές ελίτ.
Πέρα όμως από τους συγκυριακούς λόγους, υπάρχουν πιο μόνιμα χαρακτηριστικά του εκλογικού σώματος που επιτείνουν το μειωμένο ενδιαφέρον για αυτές τις εκλογές. Σε αντίθεση με πολλές χώρες, στην Ελλάδα η επαφή με τα κοινά σε χαμηλό επίπεδο δεν είναι εμπεδωμένη από τους πολίτες υπάρχει μια διάχυτη αίσθηση ότι οι κρίσιμες αποφάσεις παίρνονται στην κεντρική πολιτική σκηνή, ενώ οι περιφερειακές διοικήσεις είναι ακόμα πιο απόμακρες και οι αρμοδιότητες τους ακατανόητες. Συχνά, δε, η υπαρκτή ασάφεια γύρω από τις αρμοδιότητες, επιτείνει την αποστασιοποίηση από την τοπική πολιτική.
Ωστόσο, το κριτήριο που επικρατεί στις δημοτικές εκλογές σε ατομικό επίπεδο είναι η προσωπική εγγύτητα με τους υποψηφίους, κάτι το οποίο προϋπάρχει και δεν χτίζεται στην τελική ευθεία των εκλογών, ώστε να αυξήσει το ενδιαφέρον γι’ αυτές. Οι δημότες εκτιμούν τις καλές θητείες εν ενεργεία δημάρχων, αλλά συχνά αποφασίζουν με γνώμονα τις προσωπικές, γνωριμίες, που δυνητικά ενεργοποιούνται όταν υπάρχουν ατομικά αιτήματα. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που οι λίστες των υποψηφίων συμβούλων στις δημοτικές εκλογές είναι μακρές. Ο τοπικός πελατειασμός είναι αρκετός για να δημιουργηθεί πολιτική συμμετοχή, όχι όμως και ενδιαφέρον για την τοπική πολιτική και τα διακυβεύματά της.