Την 25η θέση ανάμεσα στις 38 χώρες του ΟΟΣΑ καταλαμβάνει η Ελλάδα στον φετινό Δείκτη Διεθνούς Φορολογικής Ανταγωνιστικότητας που δημοσιεύει το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦίΜ) στη χώρα μας σε συνεργασία με το Tax Foundation. Η κατάταξη της Ελλάδας παραμένει αμετάβλητη ως προς το 2022.
Συγκεκριμένα, για το 2023 η Ελλάδα συγκεντρώνει συνολική βαθμολογία 61,4 στον Δείκτη, σημειώνοντας πτώση κατά 1,5 μονάδες. Ως προς τις επιμέρους κατηγορίες του Δείκτη, η Ελλάδα κατατάσσεται:
στη 19η θέση στην εταιρική φορολόγηση
στην 8η θέση στη φορολόγηση φυσικών προσώπων
στην 33η θέση στη φορολόγηση της κατανάλωσης
στην 28η θέση στους φόρους επί της ιδιοκτησίας
στην 23η θέση ως προς τη φορολόγηση των κερδών στο εξωτερικό
Οι συγγραφείς του φετινού δείκτη υπογραμμίζουν τις παρακάτω αδυναμίες του φορολογικού συστήματος της Ελλάδας:
Οι εταιρείες στην Ελλάδα αντιμετωπίζουν αυστηρούς περιορισμούς ως προς τα ποσά των καθαρών ζημιών χρήσης με τα οποία μπορούν να αντισταθμίσουν μελλοντικά κέρδη. Επίσης, δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν ζημιές για να μειώσουν προηγούμενο φορολογητέο εισόδημα.
Η Ελλάδα έχει ένα σχετικά περιορισμένο δείκτη φορολογικών συμβάσεων (57 συμβάσεις έναντι 74 του μέσου όρου του ΟΟΣΑ).
Η Ελλάδα έχει έναν από τους υψηλότερους συντελεστές ΦΠΑ στον ΟΟΣΑ (24%) με μία από τις πιο περιορισμένες φορολογικές βάσεις.
Μεταξύ των θετικών σημείων του ελληνικού φορολογικού συστήματος που επισημαίνονται στην έρευνα είναι τα εξής:
Ο καθαρός φορολογικός συντελεστής φυσικών προσώπων επί μερισμάτων, στο 5%, είναι σημαντικά κάτω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (24,2%).
Ο συντελεστής φορολόγησης εταιρικού εισοδήματος στο 22% είναι κάτω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (23,6%).
Οι κανονισμοί Ελεγχόμενων Αλλοδαπών Εταιρειών στην Ελλάδα είναι μετριοπαθείς και εφαρμόζονται μόνο στο παθητικό εισόδημα.
Για δέκατη συνεχόμενη χρονιά, η Εσθονία αναδείχθηκε ως η χώρα με τον πλέον ανταγωνιστικό φορολογικό κώδικα, ενώ την τελευταία θέση (38η) κατέλαβε η Κολομβία. Η Ελλάδα κατατάσσεται φέτος μεταξύ της Ιαπωνίας (24η) και του Μεξικού (26η θέση).
Ο Εκτελεστικός Διευθυντής του ΚΕΦίΜ Νίκος Ρώμπαπας δήλωσε σχετικά: «Μετά τη σημαντική βελτίωση της κατάταξης της χώρας μας ως προς τη φορολογική της ανταγωνιστικότητα τα τελευταία δύο χρόνια (4 θέσεις βελτίωση πέρσι, 1 θέση βελτίωση το 2021), φέτος δεν καταγράφηκε σχετική μεταβολή, ενώ η συνολική βαθμολογία της Ελλάδας στον Δείκτη οριακά επιδεινώθηκε, γεγονός που δημιουργεί εύλογες ανησυχίες για μεταρρυθμιστική κόπωση ή και πιθανή μελλοντική οπισθοδρόμηση. Είναι σαφές ότι η Ελλάδα χρειάζεται ένα ανταγωνιστικό φορολογικό σύστημα για την προσέλκυση νέων επενδύσεων στη χώρα που θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και ευημερία. Η μεγάλη χρησιμότητα του Δείκτη Διεθνούς Φορολογικής Ανταγωνιστικότητας είναι ότι όχι μόνο καταγράφει τη θέση της Ελλάδας ως προς συγκρίσιμες χώρες, αλλά επισημαίνει τα πεδία που μπορούμε να πετύχουμε σημαντικές βελτιώσεις».
O εκτελεστικός Αντιπρόεδρος του Tax Foundation και βασικός συγγραφέας της μελέτης Daniel Bunn επεσήμανε: “Ο διεθνής φορολογικός ανταγωνισμός εντείνεται με ραγδαίο ρυθμό και είναι σημαντικό οι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής να δίνουν προσοχή στην κατάταξη της χώρας τους αν θέλουν να διατηρήσουν σ’ αυτήν τους ταλαντούχους ανθρώπους και να επενδύσουν στο μέλλον της εθνικής τους οικονομίας”.
Ο Δείκτης Διεθνούς Φορολογικής Ανταγωνιστικότητας μετρά τον βαθμό που το φορολογικό σύστημα μιας χώρας προάγει τη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη και τις επενδύσεις, χρησιμοποιώντας πάνω από 40 μεταβλητές σε πέντε κατηγορίες: φόρος εισοδήματος εταιρειών, φόροι φυσικών προσώπων, φόροι κατανάλωσης, φόροι ιδιοκτησίας και κανόνες διεθνούς φορολόγησης.
Πηγή newpost.gr