Για τα καυτά θέματα της επικαιρότητας με κυρίαρχο την ακρίβεια, μιλάει στην ‘δ’ η γραμματέας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής και βουλευτής Λάρισας, Ευαγγελία Λιακούλη.
Επίσης, σχολιάζει τις δημοσκοπήσεις που φέρνουν σταθερά δεύτερο κόμμα το ΠΑΣΟΚ με τρίτο τον ΣΥΡΙΖΑ ενώ μιλάει και για το επόμενο στοίχημα που θα είναι οι Ευρωεκλογές.
• Να ξεκινήσουμε από τις δημοσκοπήσεις που φέρνουν το ΠΑΣΟΚ, πλέον ως το δεύτερο κόμμα ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση που είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, έρχεται τρίτος. Πρόσφατα ο πρόεδρος κ. Νίκος Ανδρουλάκης, μίλησε για έναν νέο πολιτικό κύκλο.
Η σκληρή δουλειά, μέσα και έξω από τη Βουλή, με πυξίδα μας την υποστήριξη των συμφερόντων των πολλών και όχι των λίγων, η πίστη στις αρχές και τις αξίες μας που διαμόρφωσαν τη σύγχρονη, ευρωπαϊκή Ελλάδα επιβραβεύονται από τους πολίτες και αυτό δεν είναι μια διαδικασία που ξεκίνησε τώρα. Το ΠΑΣΟΚ θυμίζω ότι ήταν το μόνο κόμμα που πλήρωσε τόσο σκληρά την δεκαετή κρίση και τα Μνημόνια. Πολλοί δε μίλησαν τότε, για ένα ‘’brandname’’ που ‘’έκλεισε τον κύκλο του’’ και έπαψε να εμπνέει. Θυμίζω τα ποσοστά μας όλη αυτήν την περίοδο: εκλογές 2009 -> 44%, 2012 (Ι) -> 13,18%, 2012 (ΙΙ) ->12,28%, 2015 (Ι)->4,68%, 2015 (ΙΙ) ->6,28%, 2019->8,1% και στις πρόσφατες διπλές εθνικές εκλογές Μαΐου και Ιουνίου, 11,46% και 11,84%, αντίστοιχα. Από την παράθεση των παραπάνω ποσοστών είναι εμφανές ότι οι δεύτερες εκλογές του 2015 σηματοδότησαν το σταμάτημα της εκλογικής μας φθοράς, με τα χρόνια μετά το 2019 να σηματοδοτούν και μια σημαντική αύξηση της εκλογικής μας δύναμης. Οι δε τωρινές δημοσκοπήσεις, με εμάς στη δεύτερη θέση πέριξ του 15% και τον ΣΥΡΙΖΑ –παρότι αξιωματική αντιπολίτευση στη Βουλή- στην τρίτη, επιβεβαιώνουν ακόμη περισσότερο ότι σταδιακά ‘’επιστρέφουμε’’. Επιστρέφουμε στη συνείδηση των πολιτών, ως η κύρια πολιτική δύναμη που μπορεί να διεκδικήσει κάτι περισσότερο για τους ίδιους, μέσα στα χρόνια της πολιτικής ‘’παντοκρατορίας’’ του κ. Μητσοτάκη και της ΝΔ, καθώς και των πολιτικών τους ‘’φίλων’’, δηλαδή των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων, των τραπεζών, των funds και των servicers. Ο νέος πολιτικός κύκλος, όπως σωστά τόνισε ο πρόεδρός μας, ο Νίκος Ανδρουλάκης, άνοιξε και με γοργούς ρυθμούς πλέον το ΠΑΣΟΚ επανέρχεται ως κύρια πολιτική δύναμη και στον ρόλο που πραγματικά του αξίζει: αυτόν του πρωταγωνιστή.
• Πολλά στελέχη του ΠΑΣΟΚ μιλούν για το επόμενο στοίχημα που θα είναι οι Ευρωεκλογές. Είστε αισιόδοξοι και πόσο ψηλά είναι ο πήχης;
Προφανώς με βάση τα παραπάνω είμαστε αισιόδοξοι. Και ορθά τα στελέχη μας ετοιμάζονται για την νέα εκλογική αναμέτρηση των Ευρωεκλογών, έχοντας ως στόχο να καταστούμε εκ νέου ηγεμονική δύναμη στην Κεντροαριστερά, στόχο τον οποίο εύλογα πλέον πιστεύω πως θα πετύχουμε. Ο δε ‘’πήχης’’ για μας είναι όσο ψηλά σκοπεύουν να τον βάλουν οι πολίτες. Γιατί αυτοί διαπιστώνουν καθημερινά πως και σύγχρονες ιδέες διαθέτουμε και φορείς των ιδεών αυτών είναι νέα πολιτικά πρόσωπα και με αξιοπρέπεια και χαμηλούς τόνους πολιτευόμαστε, χωρίς λαϊκισμούς και συμπεριφορές που πληγώνουν τη Δημοκρατία μας και στις οποίες πολλά κόμματα είχαν τα τελευταία 14 χρόνια επενδύσει. Βέβαια, για να δούμε το ύψος του ‘’πήχη’’, θα πρέπει να καταλήξουμε επιτέλους και για τον τρόπο, με τον οποίο θα διεξαχθούν οι Ευρωεκλογές, αφού ο κ. Μητσοτάκης άλλα δήλωνε παλαιότερα και άλλα πράττει τώρα. Θυμίζω πως για το ζήτημα της επιστολικής ψήφου –την οποία και εμείς προκρίνουμε, αλλά με καθαρούς όρους και διαδικασίες- έλεγε στη Βουλή πως ‘’δεν θα είμαστε σίγουρα έτοιμοι πριν από τις Ευρωεκλογές για ένα τέτοιο βήμα, αλλά πριν από τις επόμενες εθνικές εκλογές (του 2027)’’. Διαψεύδοντας τον εαυτό του και χωρίς καμία προηγούμενη συζήτηση με τα κόμματα στο τελευταίο υπουργικό συμβούλιο έδειξε ακόμη και τους εκλογικούς φακέλους και τα ψηφοδέλτια, που θα χρησιμοποιηθούν, επιστολικά, στις επόμενες ευρωεκλογές. Η κυβέρνηση, επιπλέον, διέρρεε στα ΜΜΕ μέχρι πρόσφατα πως οι νέες ευρωεκλογές θα διεξαχθούν με σύστημα αρκετών εκλογικών περιφερειών και όχι με ολόκληρη τη χώρα ως μία, ενιαία περιφέρεια. Τώρα, ωστόσο, λέει ότι οι ευρωεκλογές θα γίνουν με το σύστημα της ενιαίας περιφέρειας. Οι παλινωδίες, όμως, και οι αιφνιδιασμοί σε ένα τόσο ευαίσθητο ζήτημα αποδεικνύουν ότι η κυβέρνηση δεν έχει καμία διάθεση συναίνεσης και καμία αίσθηση αξιοπιστίας, αλλά και πως ό,τι κάνει, το κάνει, εκκινώντας από το τι βολεύει την ίδια. Και αυτό συμβαίνει σε μία πολύ σπουδαία δημοκρατική διαδικασία, δηλαδή την επιλογή προσώπων που θα μας εκπροσωπήσουν στο Ευρωκοινοβούλιο, ψηφίζοντας ή καταψηφίζοντας πολιτικές της Ε.Ε., οι οποίες είναι εξαιρετικά σημαντικές για το παρόν και το μέλλον των πολιτών της χώρας μας.
• Το ΠΑΣΟΚ θα ήθελε τον διάλογο για συνεργασίες με τη σημερινή ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ή με κάποια από τα στελέχη που αποχώρησαν;
Καταρχάς, κανείς δεν ξέρει πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση στον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος μετά τις συντριπτικές ήττες στις εθνικές και τις αυτοδιοικητικές εκλογές, την εκλογή του νέου του αρχηγού και την αποχώρηση των «6+6», με τη δημιουργία μιας νέας κοινοβουλευτικής ομάδας, βιώνει μια πρωτόγνωρη κατάσταση. Όταν ‘’κατακαθίσει ο κουρνιαχτός’’, ίσως να μπορούμε να δούμε ποιος είναι ποιος και τί ακριβώς πρεσβεύει… Από την άλλη πλευρά, εμείς έχουμε στους κόλπους μας, εδώ και καιρό, προοδευτικές κινήσεις πολιτών που πρόσκεινται στην Ανανεωτική Αριστερά και την πολιτική οικολογία, οι οποίες από τη φύση τους στέκονται ενάντια στις συντηρητικές αντιλήψεις της κυβερνώσας παράταξης, συμπλέοντας μαζί μας. Και στέκομαι στον όρο ‘’κινήσεις πολιτών’’, γιατί στο ΠΑΣΟΚ ουδέποτε πιστέψαμε πως οι συνεργασίες σε επίπεδο κορυφής, αλλά εκτός των αναζητήσεων της κοινωνίας, μπορούν να τελεσφορήσουν. Το μόνο που μπορεί να κάνει μια τέτοια συζήτηση, πίσω από ‘’κλειστές πόρτες’’, είναι να οδηγήσει ακόμη περισσότερους προοδευτικούς πολίτες στην αποχή και την εγκατάλειψη της πολιτικής. Δεν έχουμε, ωστόσο, την πολυτέλεια να αφήσουμε κανέναν και καμία ‘’πίσω’’ και εκτός εκλογικής συμμετοχής, αν θέλουμε να ηττηθεί ο κ. Μητσοτάκης και οι πολιτικές του, αν όχι στις επικείμενες ευρωεκλογές, τουλάχιστον, στις επόμενες εθνικές εκλογές.
• Αυτή την στιγμή, ακρίβεια και αισχροκέρδεια γονατίζουν τις αντοχές των πολιτών, των νοικοκυριών και των ευαίσθητων κοινωνικά στρωμάτων. Η κυβέρνηση ανακοινώνει ενισχύσεις αλλά επί της ουσίας, δεν γίνεται τίποτε.
Και οψίμως είχαμε και βουλευτή της ΝΔ, ο οποίος μέσα στην αφόρητη αλαζονεία του ‘’ανακάλυψε’’ ξαφνικά, πως ‘’η ακρίβεια αφορά πολύ μικρό μέρος της κοινωνίας μας’’, αφού τα μαγαζιά είναι γεμάτα από νέους που διασκεδάζουν. Λες και μπορούν να κάνουν οτιδήποτε άλλο, εκτός από το να διασκεδάζουν με τα πενιχρά τους εισοδήματα, όταν δεν μπορούν να ανοίξουν ένα σπίτι με τον σύντροφό τους, να κάνουν μια οικογένεια, να δημιουργήσουν μια επιχείρηση ή τέλος πάντων να πραγματώσουν τα όποια όνειρά τους, με όποιον τρόπο κρίνουν οι ίδιοι πρόσφορο. Αλλά ο βουλευτής ΝΔ της Θεσσαλονίκης δεν είναι το μόνο κυβερνητικό στέλεχος που πιστεύει ότι όλα ‘’βαίνουν καλώς’’ στο μέτωπο της οικονομίας και του ‘’πορτοφολιού’’ των νοικοκυριών. Είναι μια γενικότερη αντίληψη στη ΝΔ, η οποία διαχέεται από πάνω προς τα κάτω. Για αυτό η κυβέρνηση δεν έχει στελεχώσει ακόμη τη ΔΙΜΕΑ που είναι η αρμόδια υπηρεσία του υπουργείου Ανάπτυξης για την άσκηση ελέγχων κατά της αισχροκέρδειας στην αγορά, ούτε βέβαια και την Επιτροπή Ανταγωνισμού. Τα δε πρόστιμα που επέβαλλε ο κ. Σκρέκας ύψους 10 περίπου εκ. ευρώ σε ορισμένους κολοσσούς της αγοράς καταναλωτικών προϊόντων, δεν είναι παρά μια ‘’σταγόνα στον ωκεανό’’. Ιδίως, αν κανείς αναλογιστεί τα δισεκατομμύρια ευρώ που συνολικά οι Έλληνες και οι Ελληνίδες καταναλωτές δαπάνησαν τα τελευταία 2 χρόνια για να αγοράσουν με ‘’φουσκωμένες’’ τιμές τρόφιμα, ενέργεια, τηλεπικοινωνίες κ.α., χωρίς να συμπεριλαμβάνουμε μέσα τα υψηλότατα ενοίκια και τα δυσθεώρητα επιτόκια των τραπεζών. Λύσεις, όμως, υπάρχουν και το ΠΑΣΟΚ τις έχει καταθέσει εδώ και δύο χρόνια. Αυστηροί έλεγχοι σε όλα τα στάδια της αγοράς, η μείωση του ΦΠΑ σε βασικά είδη ευρείας κατανάλωσης για όσο διαρκεί η κρίση, η επιβολή κανόνων στην αγορά κατοικίας και έκτακτου φόρου στα υπερκέρδη των τραπεζών και των εταιρειών ενέργειας.
Και αυτά που προτείνουμε καμία σχέση δεν έχουν με την ‘’ασπιρίνη’’ του κυβερνητικού ‘’καλαθιού του νοικοκυριού’’ ή τα κάθε είδους ‘’pass’’, με τα οποία η κυβέρνηση, όσο δεν ελέγχει την αγορά, απλώς επιχορηγεί τα επιπλέον υπερκέρδη των επιχειρηματικών συμφερόντων.