Με όραμα της εξωστρέφεια της ελληνικής ξενοδοχίας και την πεποίθηση ότι θα δώσει μάχες για τον κλάδο ανέλαβε λίαν προσφάτως τα ηνία της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων ενώ διατελεί και Α’ Αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων.
Ο Γιάννης Χατζής με παρακαταθήκη τις σπουδές του και τη γνώση του για το χώρο, δεδομένου ότι προέρχεται από παλιά γενιά ξενοδόχων σε ένα κορυφαίο τουριστικό προορισμό, είναι έτοιμος να συγκρουστεί για τη στήριξη του Έλληνα ξενοδόχου.
Στη συνέντευξή του στον ΕΤ της Κυριακής επιδαψιλεύει τις σκέψεις του για την πορεία του ελληνικού τουρισμού, για την επόμενη ημέρα της ξενοδοχίας στην Ελλάδα και τα προβλήματα που την ταλανίζουν.
Απειλείται, κύριε Χατζή, η Ελλάδα από το φαινόμενο του υπερτουρισμού; Υπάρχουν κάποια σημεία που οφείλουμε να προσέχουμε;
Ο «υπερτουρισμός» είναι μια έννοια που επινοήθηκε προκειμένου να λειτουργήσει ως «μανδύας» και να κρύψει τις πραγματικές αδυναμίες μας στις υποδομές των προορισμών μας. Η αλήθεια είναι πως ενώ ο ιδιωτικός τομέας στον τουρισμό βγήκε δυναμικά μπροστά, οι δημόσιες υποδομές μας δεν ακολούθησαν κι έχουν μείνει πίσω. Είναι ανορθολογικό να έχουμε ζήτηση και αντί να προσαρμόζουμε τη συνολική προσφορά του προϊόντος μας στα επίπεδα της ζήτησης, να θεωρούμε ως δήθεν λύση τον περιορισμό της. Είναι η ώρα που πρέπει να καθίσουμε όλοι σε ένα τραπέζι και να συνθέσουμε ένα εθνικό σχέδιο υποδομών, το οποίο θα εξειδικεύεται στις 13 Περιφέρειες της χώρας. Αφενός οι τουριστικά ώριμες περιοχές να μπορούν να διαχειριστούν με επάρκεια τις τουριστικές ροές τους, αφετέρου οι λιγότερο ανεπτυγμένες τουριστικά να αποκτήσουν πλεονεκτήματα για να κάνουν ελκυστικότερο το προϊόν τους.
Πώς αντιμετωπίζει η ελληνική ξενοδοχία την απουσία προσωπικού ;
Στόχος μας είναι να προσελκύσουμε νέους ανθρώπους, εργαζόμενους από άλλους κλάδους όπως και να συμβάλλουμε στο να επιστρέψουν στην Ελλάδα, νέοι μας που αναζήτησαν μια καλύτερη τύχη στο εξωτερικό.
Ο ξενοδοχειακός κλάδος είναι από τους μεγαλύτερους εργοδότες της χώρας και έχει αποδείξει την πίστη του στο διάλογο, τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και τις ρυθμισμένες εργασιακές σχέσεις. Τα δύσκολα χρόνια των μνημονίων ο ξενοδοχειακός κλάδος κατάφερε, σε αντίθεση με τους περισσότερους κλάδους της οικονομίας, να διατηρήσει ζωντανή τη συλλογική σύμβαση εργασίας. Η συγκεκριμένη Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, που από το έτος 2018 μέχρι και σήμερα κηρύσσεται γενικώς υποχρεωτική, διασφαλίζει συγκεκριμένους όρους αμοιβής και εργασίας για τους εργαζόμενους στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις. Με βάση τη τελευταία σύμβαση που υπογράψαμε προβλέπεται από τις αρχές του έτους 2024 αύξηση στις αποδοχές των εργαζόμενων μας κατά 5,5%, η οποία έρχεται να προστεθεί στο 5% που προβλέψαμε για το έτος 2023 και να αποτελέσει προπομπό για την αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού που θα ισχύσει από την 1η Απριλίου 2024.
Από κει κι έπειτα, βέβαια, δεν είναι όλα στο χέρι μας. Κενά υπάρχουν. Και στον τουρισμό και σε άλλους κλάδους. Γίνεται μια προσπάθεια κάλυψής τους από μετακλητούς εργαζόμενους από τρίτες χώρες, όμως οι γραφειοκρατικές καθυστερήσεις καθιστούν την διαδικασία εξαιρετικά προβληματική.
Ποια τα μεγαλύτερα αγκάθια στον κλάδο; Τα ξενοδοχεία 1, 2, και 3 αστέρων κινδυνεύουν με αφανισμό αφού αποκλείονται από χρηματοδοτήσεις;
Η ποιότητα είναι προτεραιότητα, για το σύνολο του κλάδου. Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό να μην εξαιρούνται τα ξενοδοχεία έως 3 αστέρων, από την πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία για την αναβάθμιση της ποιότητάς τους και τον εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεών τους. Η προδημοσίευση του προγράμματος ενεργειακής αναβάθμισης «Εξοικονομώ», είναι μια θετική αρχή που δικαιώνει τις συνεχείς παρεμβάσεις της ΠΟΞ για την ποιοτική αναβάθμιση της ελληνικής φιλοξενίας, χωρίς να μένει κανένας πίσω.
Ταυτόχρονα, ως Ομοσπονδία, αναλάβαμε δυο σημαντικές πρωτοβουλίες. Πρώτον, να «γεφυρώσουμε» τον τραπεζικό τομέα με τις ανάγκες των μικρών ξενοδοχειακών καταλυμάτων, με δυναμικότητα άνω των 200.000 δωματίων. Δεύτερον, η ΠΟΞ σε συνεργασία με κορυφαία συμβουλευτική εταιρεία, σχεδιάζει σειρά από δωρεάν σεμινάρια – εργαστήρια συμβουλευτικής υποστήριξης, τα οποία θα βοηθήσουν όσα μέλη της το επιθυμούν να αναβαθμίσουν το ξενοδοχειακό προϊόν τους.
Πώς κρίνετε την προωθούμενη ρύθμιση του υπουργείου Πολιτισμού περί εφαρμογής ποσόστωσης στο δημόσια εκτελούμενο μουσικό ρεπερτόριο στα ξενοδοχεία;
Είναι μια ωμή κρατική παρέμβαση στην ελεύθερη αγορά. Κάνει ζημιά στον ελληνικό τουρισμό και προσβάλει τις αρχές μιας σύγχρονης φιλελεύθερης ευρωπαϊκής δημοκρατίας. Οι Έλληνες ξενοδόχοι στηρίζουμε όσο κανείς άλλος κλάδος την ελληνική πολιτιστική κληρονομιά ως ουσιαστικό μέρος του τουριστικού προϊόντος μας. Αλλά ο τρόπος που το πράττει κάθε ξενοδόχος πρέπει να αποτελεί δική του επιχειρηματική επιλογή και όχι να επιβάλλεται από το κράτος, με αυταρχικό τρόπο και προς εξυπηρέτηση συντεχνιακών σκοπιμοτήτων. Πιστεύαμε πως τέτοιες παθογένειες τις είχαμε αφήσει πίσω αλλά δυστυχώς ξαναβρίσκονται μπροστά μας. Γι’ αυτό θα εξαντλήσουμε κάθε δυνατότητα που μας παρέχει η ελληνική και η ευρωπαϊκή νομοθεσία ώστε να ανατρέψουμε δικαστικά τη συγκεκριμένη ρύθμιση.
Αυτή τη στιγμή ποια είναι τα μηνύματα που έχετε για την πορεία της σεζόν ;
Η Ελλάδα είναι πλέον στο κέντρο του ευρωπαϊκού τουριστικού ενδιαφέροντος, με ισχυρό brand και εξαιρετικό value for money. Οι πωλήσεις στους περισσότερους προορισμούς έχουν αυξητική τάση. Σε κάποιες περιοχές πλησιάζουν ή και ξεπερνάνε το 10%. Ωστόσο είναι σημαντικό να υπογραμμίσουμε ότι οι προκρατήσεις συνήθως πραγματοποιούνται με έκπτωση early booking, πράγμα που μπορεί να προμηνύει πολύ ήπια μεταβολή εσόδων φέτος.
Σταχυολογώντας ποια τα 3 κορυφαία προβλήματα των ελληνικών προορισμών;
Η ετήσια αποτίμηση σε αφίξεις και έσοδα είναι η πλευρά που συγκεντρώνει συνήθως το επικοινωνιακό ενδιαφέρον, αφού ο τουρισμός τα τελευταία χρόνια είναι πηγή καλών ειδήσεων. Όμως υπάρχει και μια άλλη πλευρά στην οποία πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας. Αφορά τόσο σε ποσοτικά χαρακτηριστικά, όπως η κατά κεφαλή δαπάνη, όσο και σε ποιοτικά, όπως η επιμήκυνση της σεζόν και η ισόρροπη κατανομή των τουριστικών ροών ανάμεσα στις περιοχές της χώρας. Ζητήματα που σχετίζονται άμεσα με τις υποδομές στις οποίες αναφέρθηκα. Η πρόκληση είναι μεγάλη. Θέλουμε βιώσιμους προορισμούς για κατοίκους και επισκέπτες όπως και βιώσιμες ξενοδοχειακές επιχειρήσεις. Και υπογραμμίζω με έμφαση το τελευταίο, διότι μπορεί οι αφίξεις και τα έσοδα να κινούνται ανοδικά αλλά ο προβληματισμός είναι μεγάλος αναφορικά με το τι μένει τελικά στο ταμείο για να επενδυθεί στην πράσινη μετάβαση. Τα λειτουργικά έξοδα έχουν εκτοξευθεί, την ίδια στιγμή μάλιστα που ο υπερυθμισμένος ξενοδοχειακός κλάδος υφίσταται τον αθέμιτο ανταγωνισμό των βραχυχρόνιων μισθώσεων που παραμένουν αρρύθμιστες.
Πηγή tourismtoday.gr