Το τελευταίο διάστημα είδαμε αρκετά δημοσιεύματα σε διεθνή μέσα όπως τα Fortune, Bloomberg, CNN και Business Insider που κάνουν λόγο για φαινόμενα υπερτουρισμού στην Ελλάδα. Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα η χώρα μας αναφέρεται δίπλα σε άλλους προορισμούς, όπως η Βενετία, η Βαρκελώνη, η Μαγιόρκα, το Άμστερνταμ, όπου η πίεση είναι πολύ πιο μεγάλη και μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις, όπως στη Βαρκελώνη, εκδηλώνονται δυναμικές κινητοποιήσεις των ντόπιων κατά των επισκεπτών. Ωστόσο, όπως παρατηρεί ο Economist σε σχετική του ανάλυση, τα επιχειρήματα που στηρίζουν αυτές τις διαμαρτυρίες είναι λανθασμένα, καθώς ο τουρισμός είναι μία χρήσιμη πηγή εσόδων. Το έγκριτο περιοδικό επισημαίνει ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής καλούνται να βρουν τρόπους ώστε το τουριστικό προϊόν να καταστεί πιο προσοδοφόρο χωρίς όμως να καθίστανται οι προορισμοί λιγότερο ελκυστικοί.
Οι πρώτες αντιδράσεις στη φιλολογία περί υπερτουρισμού από Έλληνες καθηγητές Πανεπιστημίων, παράγοντες του κλάδου της φιλοξενίας και οικονομολόγους ήταν ουσιώδεις και τεκμηριωμένες: επισημαίνουν ότι με βάση τα στοιχεία και την εμπειρία, ο τουρισμός στην Ελλάδα έχει κυρίως θέμα με τη διαχείριση των τουριστικών προορισμών και τα ελλείμματα στις υποδομές, ενώ τα φαινόμενα υπερπληθυσμού είναι περιορισμένα και με παροδική διάρκεια.
Μπορεί κάποιες εικόνες από τα Φηρά ή τη Χώρα της Μυκόνου να δείχνουν συνωστισμό και να συγκεντρώνουν τα απαραίτητα Like στα κοινωνικά δίκτυα, όπως όμως τονίζουν όσοι δεν μένουν στην επιφάνεια, πρόκειται για στιγμιότυπα και όπως όλα τα στιγμιότυπα δεν απεικονίζουν πλήρως την πραγματικότητα. Ουσιαστικά, λένε, είναι κάποιες στιγμές όπου όντως υπάρχει υπερβολική συγκέντρωση επισκεπτών, όμως αυτό δεν αρκεί για να περιγράψει την πραγματική κατάσταση που επικρατεί στον ελληνικό τουρισμό. Το κυριότερο όμως είναι ότι η απόδοση όλων των μη επιθυμητών συμπτωμάτων στην έννοια-λάστιχο «υπερτουρισμός», δημιουργεί το μεγάλο κίνδυνο να γίνει λάθος διάγνωση και να γίνουν σπασμωδικές κινήσεις για ευκαιριακά και χαμηλής αποτελεσματικότητας μέτρα αντίδρασης. Ή, το χειρότερο, να αφεθούμε στη συνήθη ελληνική πρακτική της αδράνειας, που με μαθηματική ακρίβεια θα επιδεινώσει τα όποια αρνητικά συμπτώματα. Κάτι που θα χαροποιήσει τους ανταγωνιστές της Ελλάδας στον τουριστικό τομέα και εκείνους, που εντός της χώρας για διάφορους λόγους, δαιμονοποιούν τον τουρισμό.
Σε κάθε περίπτωση και οποιαδήποτε ανάγνωση υιοθετήσει κανείς, είναι σαφές ότι το τσουβάλισμα των αδυναμιών της χώρας στην αόριστη έννοια του υπερτουρισμού, αποπροσανατολίζει. Οι αριθμοί άλλωστε το αποδεικνύουν όπως παρατηρούν ανεξάρτητοι παράγοντες. Ο συγγραφέας Χρήστος Αρμάντο Γκέζος παρατήρησε σε ανάρτησή του στο Χ (στο πρώην Twitter) ότι η Ελλάδα είχε το 2023 περίπου 34 εκατ. τουρίστες, ενώ μόνο η Ρώμη είχε το ίδιο έτος 35 εκατ. επισκέπτες. Η γειτονική Αλβανία που μόλις πρόσφατα απέκτησε παρουσία στον παγκόσμιο τουριστικό χάρτη και είναι 4-5 φορές μικρότερη από την Ελλάδα, έχει περίπου 9-10 εκατ. επισκέπτες ετησίως. Σαφώς οι συγκρίσεις αυτές δείχνουν ότι δεν υπάρχει θέμα υπερτουρισμού στην Ελλάδα.
Την ίδια στιγμή, στέλεχος εταιρείας με επενδυτική δραστηριότητα στον χώρο της φιλοξενίας υπογραμμίζει ότι όλα τα διαθέσιμα στοιχεία δεν υποστηρίζουν τα όσα λέγονται περί υπερτουρισμού στην Ελλάδα. Τονίζει, όμως, ότι η σχετική παραφιλολογία έχει μία εξαιρετικά ανεπιθύμητη παρενέργεια, αφού χρησιμοποιείται ως άλλοθι και «όπλο» για να διατηρούνται τα τουριστικά οικονομικά συστήματα κλειστά και πλήρως ελεγχόμενα από συμφέροντα με συμπεριφορές που συντηρούν τον φαύλο κύκλο.
Είναι γεγονός, λένε αρμόδιοι παράγοντες, ότι υπάρχει ένα περιορισμένης έντασης πρόβλημα και αυτό ξεκινά από την έμφαση που εξακολουθεί να δίνεται στη θερινή περίοδο. Ορισμένες περιοχές της χώρας που έχουν κατορθώσει να επιμηκύνουν την τουριστική τους περίοδο σε μεγαλύτερο μέρος της χρονιάς δεν διαπιστώνουν υπέρμετρη πίεση. Όμως περιοχές που εμφανίζονται στον χάρτη των προορισμών από τα τέλη Απριλίου έως τις αρχές Σεπτεμβρίου είναι αναμενόμενο να εμφανίζουν συμπτώματα υπερπληθυσμού. Αυτό που χρειάζεται, προσθέτουν, δεν είναι μια νέα νομοθετική πρωτοβουλία αλλά καλύτερος συντονισμός με όλα τα μέλη της αλυσίδας. Όταν για παράδειγμα, ένα νησί δέχεται σε μία ημέρα τρία ή τέσσερα κρουαζιερόπλοια σε χρονικό διάστημα λίγων ωρών είναι αναμενόμενο να δημιουργούνται προβλήματα. Είναι, φυσικά, παράλογο από κάθε πλευρά να κατασκευαστούν υποδομές που θα λειτουργούν λίγα 24ωρα τον χρόνο εξαιτίας της απουσίας συνεννόησης μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων. Η λύση, φυσικά, είναι άλλη: άμεση ενίσχυση των ελλειμματικών υποδομών, η προβληματική κατάσταση των οποίων δεν φαίνεται μόνο στην περίοδο της αιχμής του τουρισμού.
Σε πολλά νησιά, αλλά και στην Αθήνα, τα ελλείμματα σε ύδρευση, αποχέτευση, συγκοινωνίες, διαχείριση απορριμμάτων είναι εμφανή σε όλη τη διάρκεια του έτους.
Αιτίες για το κενό
Η υστέρηση στις υποδομές οφείλεται κατά βάση σε δύο παράγοντες: πρώτον από το επενδυτικό κενό κατά την περίοδο των μνημονίων και δεύτερον από το ισχυρό οργανωτικό έλλειμμα των δήμων και των περιφερειών. Είναι χαρακτηριστικό ότι δήμοι με έντονο πρόβλημα λειψυδρίας το καλοκαίρι που πέρασε, δεν εμφάνισαν κάποιο πλάνο, αλλά ζητούσαν έκτακτους πόρους για να καταφύγουν σε προσωρινές λύσεις.
Είναι γνωστό το ζήτημα της καθυστέρησης της υλοποίησης έργων του Ταμείου Ανάκαμψης, όπως και ένα καθαρά ελληνικό σύμπτωμα: ο χρόνος που μεσολαβεί από την ένταξη ενός έργου υποδομής σε χρηματοδότηση, μέχρι την παράδοσή του είναι περίπου διπλάσιος σε σχέση με αντίστοιχα έργα σε χώρες της ΕΕ.
Από εκεί και πέρα ρόλο παίζουν και συμπτώματα που παρατηρούνται σε αρκετούς κρίκους της τοπικής αυτοδιοίκησης: σε ένα δήμο που είναι γνωστός τουριστικός προορισμός, εμφανίστηκε τον περασμένο χειμώνα ένα ειδικό πρόβλημα στην ύδρευση. Η νεοεκλεγείσα δημοτική αρχή το θεώρησε ως ευκαιρία να αποσπάσει έγκριση από την κυβέρνηση για πρόσληψη 100 εποχιακών υπαλλήλων. Από αυτούς οι 30 περίπου ασχολήθηκαν με τη συλλογή απορριμάτων, όπου είχε χρόνιο πρόβλημα η περιοχή, ενώ οι υπόλοιποι ήταν «εξυπηρετήσεις» που βολεύτηκαν σε γραφεία ή δεν εμφανίστηκαν ποτέ στην υπηρεσία. Να σημειωθεί ότι το πρόβλημα της λειψυδρίας ήταν πολύ πιο έντονο στο συγκεκριμένο δήμο την καλοκαιρινή περίοδο. Εκτός μάλιστα από το ζήτημα της ποσότητας, η περιοχή αυτή εμφανίζει έντονο πρόβλημα και στην ποιότητα του νερού, με αποτέλεσμα ορισμένοι επισκέπτες να αντιμετωπίσουν θέματα υγείας, γεγονός που με τη σειρά του προκάλεσε δημοσιεύματα στις χώρες προέλευσης των επισκεπτών. Στο θέμα της διαχείρισης των υδάτων αναφέρθηκαν πρόσφατα και οι Financial Times σημειώνοντας για την περίπτωση της Σίφνου ότι στο πρόβλημα έχει συνεισφέρει η έλλειψη πολεοδομικών ελέγχων, καθώς οι μεγάλες κατοικίες με κήπους και πισίνες αγνοούν τη διαθεσιμότητα των φυσικών πόρων.
Τα προβλήματα λειψυδρίας που εκδηλώθηκαν φέτος σε νησιά όπως η Νάξος ή η Σίφνος δεν είναι αποτέλεσμα υπερτουρισμού, άλλωστε οι συγκεκριμένοι προορισμοί κινήθηκαν και αυτό το καλοκαίρι με επιδόσεις αντίστοιχες των προηγούμενων ετών. Τη σχετική επιχειρηματολογία απέρριψε και ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΥΔΑΠ Χάρης Σαχίνης, που δήλωσε στους Financial Times ότι οι ανάγκες ενός νησιού σε ύδρευση και αποχέτευση είναι αυξημένες για τρεις μόλις μήνες. Το ζήτημα, τόνισε, είναι τι κατασκευάζεις, πώς το κατασκευάζεις και ποιος θα πληρώσει το κόστος, υπογράμμισε.
Διαχρονικές ελλείψεις σε συνδυασμό με την κλιματική κρίση δείχνουν ότι απαιτούνται νέες προσεγγίσεις για την προστασία των υδάτινων πόρων. «Βεβαίως είναι οξύμωρο από τη μία να μιλάμε για το απέραντο γαλάζιο των ελληνικών θαλασσών και από την άλλη να ‘πουλάμε’ πισίνες», σχολιάζουν ειδήμονες και επανέρχονται στο μείζον όπως το αποκαλούν θέμα της ανάγκης για μια νέα στρατηγική. Προσθέτουν με έμφαση την ανάγκη εκπόνησης ενός στιβαρού πλάνου, του οποίου οι δράσεις θα πρέπει να ξεκινήσουν σύντομα. ‘Οπως είπε σε πρόσφατη δημόσια τοποθέτησή του ο πρώην Πρόεδρος του Συνδέσμου Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) Γ. Ρέτσος «ο τουρισμός είναι πλέον πολύ σημαντικός για να αγνοείται και να αφήνεται στην τύχη του. Είναι πολύ απαραίτητος για το οικονομικό μέλλον της χώρας και την ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών, για να μπορούν “επιχειρηματίες της αρπαχτής” να υποθηκεύουν το μέλλον του με τις πρακτικές τους. Κυβέρνηση και τοπική αυτοδιοίκηση πρέπει να στοιχηθούν πίσω από ενιαία στρατηγική, που θα καθορίζει τους στόχους και θα εκπονεί και εφαρμόζει πολιτικές. Και ο ιδιωτικός τομέας, υπεύθυνα και με συνεχή αυτοκριτική, θα δημιουργεί, θα εξελίσσει το προϊόν και θα περιθωριοποιεί όλους εκείνους που επιχειρούν να το σαμποτάρουν».
Επενδύσεις για φυγή προς τα εμπρός
Μια από τις δράσεις που έχουν υψηλή προτεραιότητα είναι η προώθηση των επενδύσεων εκείνων που στοχεύουν στους επισκέπτες υψηλής αξίας, που είναι η κύρια απάντηση στον εγκλωβισμό της χώρας στον μαζικό τουρισμό, που όχι μόνο αποδίδει ολοένα και μικρότερα έσοδα, αλλά επιπλέον καταπονεί παραπάνω τις ήδη προβληματικές υποδομές. Ξενοδοχειακές μονάδες που απευθύνονται σε κοινό μεγάλου εισοδήματος και επιπλέον κατασκευάζουν δικές τους εγκαταστάσεις για τη διαμονή προσωπικού, αφαλάτωσης και βιολογικού καθαρισμού, αποτελούν μια απο τις υψηλότερες προτεραιότητες.
Αν η Ελλάδα εγκλωβιστεί στο μαζικό τουρισμό τότε έχει να αντιμετωπίσει τα ζητήματα των εγχωρίων προορισμών (έλλειμμα υποδομών), αλλά και ανταγωνισμό από νέες αγορές που προσφέρουν χαμηλότερες τιμές.
Ήδη η Αλβανία κινείται με ταχύτητα για την εκμετάλλευση της δικής της ακτογραμμής και βλέπει τον μαζικό τουρισμό ως μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας της. Δεν είναι τυχαίο ότι η γειτονική χώρα έχει αύξηση των επισκεπτών στα θέρετρά της κατά τουλάχιστον 100%.
Η Ελλάδα όμως, με τις πολλές δεκαετίες εμπειρίας στην φιλοξενία, είναι καιρός να ανεβεί επίπεδο και να εστιάσει στις αγορές υψηλής αξίας. Αν επιμείνει στο σημερινό μοντέλο είναι βέβαιο ότι κάποια στιγμή θα έρθει και ο πραγματικός υπερτουρισμός και το κόστος που θα επιφέρει σε περιβαλλοντικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο θα είναι πολλαπλάσιο των όποιων δημοσιονομικών κερδών.
Πηγή: powergame.gr