Σε ποινή φυλάκισης 3 ετών, μειώνοντας την πρωτόδικη καταδίκη του κατά 4 έτη, καταδικάστηκε από το Τριμελές Εφετείο Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων έµπορος έτοιµων ενδυµάτων, που δραστηριοποιείται στη Μεσαιωνική Πόλη.
Αθώα είχε κριθεί πρωτοδίκως η εκδότρια των τιμολογίων, που ενεπλάκη σε μια απίθανη υπόθεση διακίνησης εικονικών τιμολογίων άνω των 650.000 ευρώ σε επιχειρήσεις στη Ρόδο από επιχείρηση, που φέρεται να λειτουργούσε στην Παστίδα.
Η νεαρή που είχε μπλέξει στα γρανάζια των ναρκωτικών, αποφυλακίστηκε μάλιστα πρόσφατα λόγω εμπλοκής της σε υπόθεση πορνείας και κλοπής χρημάτων από άτομα που αναζητούσαν ερωτική ικανοποίηση.
Η φερόμενη ως πρωταγωνίστρια της φοροαπάτης, κόρη γνωστού αντικέρ, φέρεται στην υπόθεση των εικονικών τιμολογίων να έχει πέσει θύμα του πατέρα της, αφού, όπως έχει προκύψει γραφολογικά, εκδότης των εικονικών τιμολογίων, εν αγνοία της, ήταν εκείνος!
Εν πάση περιπτώσει ο έµπορος, που δικάστηκε σε δεύτερο βαθμό, βρέθηκε συγκεκριµένα, µετά από έλεγχο του ΣΔΟΕ Νοτίου Αιγαίου, να έχει καταχωρίσει στα λογιστικά του βιβλία τιµολόγια αξίας 665.194 ευρώ, που αφορούν αγορές εµπορευµάτων, από επιχείρηση που είχε διακόψει στον χρόνο της έκδοσής τους, τη λειτουργία της, στην Παστίδα και η οποία ανήκε στην κόρη του αντικέρ.
Κατά τον έλεγχο του ΣΔΟΕ, εµπορεύµατα, ρούχα, δερµάτινα και χρυσά αλλά και εξοπλισµός καταστήµατος υγειονοµικού ενδιαφέροντος, βρέθηκαν στην επιχείρηση του κατηγορούµενου.
Από την έρευνα προέκυψε ότι η επιχείρηση, που φέρεται να πώλησε τα εµπορεύµατα, δεν διαθέτει οργανωµένη επαγγελµατική εγκατάσταση µε εκθεσιακό χώρο και πρόσβαση στο κοινό.
Ως έδρα της είχε δηλωθεί η οικία της, η οποία βρέθηκε κλειδωµένη από την οµάδα ελέγχου. Η επιχείρηση δεν είχε αγορές, ικανές να δικαιολογήσουν τις πωλήσεις, που φαίνεται να πραγµατοποίησε στον έµπορο, αφού ούτε η ίδια δήλωσε αγορές, ούτε δηλώθηκε από προµηθευτές της, πλην ελαχίστων.
Από το έτος 2005 και µετά δεν ανταποκρίθηκε σε καµία φορολογική της υποχρέωση, ενώ αρνήθηκε να προσκοµίσει στον έλεγχο τα φορολογικά βιβλία και στοιχεία της.
Ο λήπτης των στοιχείων, δεν απέδειξε τις συναλλαγές, αφού, όχι µόνο δεν εξόφλησε τα κρινόµενα τιµολόγια µε τραπεζικές καταθέσεις ή δίγραµµες επιταγές, όπως ορίζει ο νόµος, ή έστω µε απλές επιταγές δικές του ή τρίτων αλλά µε µετρητά συνολικού ποσού 665.194 ευρώ.
Η φερόμενη ως εκδότρια των τιμολογίων έχει καταθέσει ότι ξεκίνησε νόµιµα το έτος 2003 επιχείρηση εµπορίας κοσµηµάτων και αντικών µε έδρα την Παστίδα και ότι θεώρησε όλα τα απαιτούµενα βιβλία και στοιχεία. Ακολούθως έµπλεξε µε τα ναρκωτικά, σταµάτησε να λειτουργεί την επιχείρηση και σήµερα είναι άρρωστη, τοξικοµανής και συµµετέχει σε πρόγραµµα υποκατάστασης.
Υποστήριξε ότι τα βιβλία και τα στοιχεία της έχουν χαθεί και αρνείται ότι υπέγραψε κάποιο από τα 15 τιµολόγια που βρέθηκαν στο κατάστηµα του εµπόρου. Ισχυρίστηκε επιπλέον ότι δεν γνωρίζει ποιος πλαστογράφησε την υπογραφή της και ποιος κυκλοφόρησε τα τιµολόγια και ζήτησε τη διενέργεια πραγµατογνωµοσύνης.
Η γραφολογική πραγµατογνωµοσύνη πράγµατι έδειξε ότι τα τιµολόγια δεν είχαν υπογραφεί από την ίδια, ενώ προέκυψε ότι η τεθείσα επί των 15 φερόµενων ως εικονικών φορολογικών στοιχείων υπογραφή ανήκει στον πατέρα της.
Ο πατέρας της φέρεται συγκεκριµένα να κατάρτισε εικονικά τιµολόγια εκδόσεως της κόρης του, συνολικής αξίας 588.670 ευρώ προς τον έµπορο για να τα χρησιµοποιήσει στις φορολογικές αρχές.
Ως συνήγοροι υπεράσπισης του κατηγορουμένου παρέστησαν οι δικηγόροι κ.κ. Μ. Κουτσούκος και Δημ. Καραγιώργης.
Στο μεταξύ χθες το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Ρόδου έκρινε αθώα λόγω αμφιβολιών μια επιτηδευματία που ενεπλάκη στην ίδια υπόθεση.
Πρόκειται για μια κάτοικο της Ρόδου, που λειτουργεί παλαιοπωλείο – ενεχυροδανειστήριο.
Η κατηγορούμενη εφέρετο να καταχώρησε τον Φεβρουάριο του 2007 στα φορολογικά της βιβλία τιμολόγιο δελτίο αποστολής με φερόμενη ως εκδότρια την κάτοικο Παστίδας, αξίας 7.360 ευρώ. Τρεις μέρες μετά φέρεται να έλαβε και δεύτερο εικονικό τιμολόγιο αξίας 5.425 ευρώ.
Κατά τον έλεγχο που πραγματοποιήθηκε από ελεγκτές του Σ.Δ.Ο.Ε. στην ατομική επιχείρηση της εκδότριας των ανωτέρω φορολογικών στοιχείων, διαπιστώθηκε ότι δεν διέθετε οργανωμένη επαγγελματική εγκατάσταση με εκθεσιακό χώρο και πρόσβαση στο κοινό και εστερείτο σοβαρών αγορών εμπορευμάτων για τα έτη από το 2003 έως και το 2007, ώστε να δικαιολογήσει πωλήσεις κατά το έτος 2007, καθώς οι αγορές εμπορευμάτων για τη χρονική περίοδο από το 2005 έως το 2007 ανέρχονταν για την επιχείρησή της μόλις στο ποσό των 3.240,52 ευρώ.
Η ίδια ισχυρίστηκε, κληθείσα από τους ελεγκτές του Σ.Δ.Ο.Ε. ότι δεν πραγματοποίησε εκείνη τις πωλήσεις αυτές και δεν γνωρίζει ποιος υπέγραψε τα ανωτέρω δύο τιμολόγια καθώς η υπογραφή της και στα δύο παραστατικά έχει πλαστογραφηθεί.