• Εισηγήτρια η κ. Σοφία Παπακωνσταντίνου και βοηθός η κ. Ελένη Μήτσιου
Την 10η Οκτωβρίου 2024 θα εκδικαστεί ενώπιον της 7μελούς συνθέσεως του Γ’ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας η από 19 Απριλίου 2024 προσφυγή του κ. Βάιου Καλοπήτα, για την ακύρωση της απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Ρόδου, με την οποία ακυρώθηκε η εκλογή του ως δημοτικός σύμβουλος.
Εισηγήτρια στην υπόθεση έχει διοριστεί η δικαστής κ. Σοφία Παπακωνσταντίνου και βοηθός η κ. Ελένη Μήτσιου.
Ο κ. Βάιος Καλοπήτας, παραθέτοντας μια σειρά από επιχειρήματα, ζήτησε την ακύρωση της υπ’ αρίθμ. 147/2024 απόφασης που εξέδωσε το 2ο Τμήμα του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Ρόδου με την οποία έγινε δεκτή η ένσταση που υπέβαλε μια κάτοικος της Ιαλυσού, εκλογέας και υποψήφια στις δημοτικές εκλογές με τον συνδυασμό «Με Δύναμη για τη Ρόδο» του κ. Αντώνη Καμπουράκη, για να αναγνωριστεί, ότι συντρέχει στο πρόσωπο του κ. Τσαμπίκου – Βάιου Καλοπήτα το κώλυμα εκλογιμότητας και το ασυμβίβαστο του άρθρου 10 του ν. 4804/21, να ακυρωθεί η εκλογή του ως δημοτικού συμβούλου Ρόδου με το συνδυασμό «ΕΝΑ – Ενωμένοι Αλλάζουμε – Μαζί για τη Ρόδο» και να μεταρρυθμιστεί η με αριθμό 22/2023 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου (διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας).
Δεδομένης της μη ύπαρξης νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας επί του θέματος ερμηνείας και εφαρμογής του άρθρου του νέου νόμου για τα κωλύματα εκλογιμότητας σε σχέση με τον κρίσιμο χρόνο συνδρομής του και συγκεκριμένα επί του ισχυρισμού ότι ισχύει για συμβάσεις που συνήφθησαν με τον δήμο από 1.1.2023 και εντεύθεν, ο κ. Καλοπήτας επικαλείται πως το Διοικητικό Πρωτοδικείο ερμήνευσε και εφάρμοσε λανθασμένα τις διατάξεις της νομοθεσίας. Διατείνεται ειδικότερα ότι το Διοικητικό Πρωτοδικείο Ρόδου, προέβη σε διασταλτική ερμηνεία των διατάξεων του νόμου, η οποία ωστόσο απαγορεύεται σε σχέση με τα κωλύματα και γενικά τους περιορισμούς των εκλογικών δικαιωμάτων αφού τα κωλύματα εκλογιμότητας και τα ασυμβίβαστα της εκλογικής νομοθεσίας, όπως ισχύουν, αναφέρονται ρητά και περιοριστικά και αποτελούν μορφή εξαιρετικού δικαίου, εφόσον αποτελούν περιορισμό του δικαιώματος του εκλέγεσθαι.
Λόγω του εξαιρετικού χαρακτήρα που αναγνωρίζεται στα κωλύματα εκλογιμότητας ως περιορισμούς του παθητικού εκλογικού δικαιώματος, αυτά πρέπει να ερμηνεύονται στενά και όχι διασταλτικά, ερμηνεία στην οποία προέβη το Διοικητικό Πρωτοδικείο Ρόδου, όπως τονίζει ο κ. Καλοπήτας.
Ειδικότερα προβάλλεται πως με την απόφασή του το Διοικητικό Πρωτοδικείο Ρόδου ερμηνεύει διασταλτικά κωλύματα άλλης περίπτωσης του νόμου για να εφαρμοστούν και στην περίπτωση του κ. Καλοπήτα, με αποτέλεσμα η ερμηνεία αυτή να περιορίζει υπέρμετρα και άρα κατά τρόπο αντίθετο προς το Σύνταγμα και μη ανεκτό από την έννομη τάξη το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα του εκλέγεσθαι στις δημοτικές εκλογές.
Και τούτο γιατί πρόκειται για μια ανεπίτρεπτη χρονική επέκταση του κωλύματος εκλογιμότητας, από την αρχή του έτους των εκλογών και όχι από την ημέρα ανακήρυξης των υποψηφίων, η οποία συνεπάγεται σοβαρούς περιορισμούς στο δικαίωμα του εκλέγεσθαι, που εγείρουν σοβαρά ζητήματα ως προς τη συνταγματικότητά τους.
Oπως τονίζει μεταξύ άλλων ο κ. Καλοπήτας, από την γραμματική διατύπωση της περίπτωσης ζ’ της παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 4804/2021, σε αντίθεση με την περίπτωση στ’ της παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 4804/2021, ουδόλως προβλέπεται ρητά και συγκεκριμένα ως κατ’ εξαίρεση κρίσιμος χρόνος συνδρομής του κωλύματος εκλογιμότητας η τυχόν ύπαρξη σύμβασης με τον οικείο Δήμο σε ισχύ «μετά από την 1η Ιανουαρίου του έτους διεξαγωγής των εκλογών» ή ο καθορισμός συγκεκριμένου χρονικού σημείου πριν από το οποίο θα έπρεπε τα άνω πρόσωπα να μην έχουν τις προαναφερθείσες θέσεις ή ιδιότητες.
Αντιθέτως, από την καθόλα εναργή και απολύτως σαφή διατύπωση της περίπτωσης ζ’ της παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 4804/2021 και υπό το πρίσμα της στενής ερμηνείας των περιορισμών του πολιτικού δικαιώματος του εκλέγεσθαι, ως κρίσιμος χρόνος συνδρομής ή μη του κωλύματος εκλογιμότητας της περίπτωσης ζ’ της παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 4804/2021 ορίζεται αποκλειστικά και μόνον η ημερομηνία ανακηρύξεως των υποψηφίων για τις δημοτικές εκλογές, όπως εξάλλου ίσχυε παγίως και επί δεκαετίες μέχρι την θέσπιση της επίμαχης διάταξης.
Με την αίτηση αναίρεσης προβάλλεται ακόμη ως λόγος για την ακύρωση της απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου και η μη λήψη υπόψιν ουσιωδών ισχυρισμών του κ. Καλοπήτα από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αλλά και η εσφαλμένη εκτίμηση των ισχυρισμών του τόσο επί του παραδεκτού της ασκηθείσας ένστασης όσο και επί της ουσίας αυτής αναφορικά με την συνδρομή κωλύματος εκλογιμότητας και ασυμβίβαστου, ισχυρισμοί που αν λαμβάνονταν υπόψιν από το Διοικητικό Πρωτοδικείο Ρόδου θα απορριπτόταν η ένσταση.
Στο Συμβούλιο της Επικρατείας ο κ. Καλοπήτας θα εκπροσωπείται από τον καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και δικηγόρου στα ανώτατα δικαστήρια κ. Ευάγγελο Βενιζέλο.