Με αυξήσεις των τιμών πώλησης κατοικιών έως 36%, επίδοση που καταγράφηκε στο κέντρο του Πειραιά, ολοκληρώθηκε το τρίτο τρίμηνο του έτους. Μεγάλες αυξήσεις καταγράφουν κι άλλες κοντινές περιοχές, όπως η περιοχή Ταμπούρια – Αγία Σοφία με αύξηση 33,8%, η ∆ραπετσώνα με 31,6% και ο Αγιος Ιωάννης Ρέντης με 27,9%. Μεγάλη αύξηση κατά 29,7% σημείωσαν και οι τιμές πώλησης στην Ανθούσα.
Πάντως, όπως σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής, συνολικά, έχει αρχίσει να καταγράφεται μια τάση ήπιας επιβράδυνσης του ανοδικού ρυθμού τιμών των κατοικιών, καθώς σε πανελλαδικό επίπεδο η αύξηση διαμορφώνεται σε 6,8%, σε ετήσια βάση.
Αντιστοίχως, οι μέσες ζητούμενες τιμές ενοικίασης αυξήθηκαν κατά 7,6%. Στελέχη της αγοράς ακινήτων εκτιμούν ότι κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών η αγορά κινήθηκε στους ρυθμούς της προσδοκίας για τον δεύτερο κύκλο του προγράμματος «Σπίτι μου», με αποτέλεσμα να παρατηρηθεί μια γενικότερη στασιμότητα, ιδίως όσον αφορά τον όγκο των συναλλαγών και την ολοκλήρωση νέων συμφωνιών αγοραπωλησίας. Ωστόσο, από τις αρχές Σεπτεμβρίου και μετά, όταν έγιναν γνωστοί και οι όροι του νέου προγράμματος, παρατηρείται εκ νέου κινητικότητα, η οποία αναμένεται να αποτυπωθεί και στις τιμές τους επόμενους μήνες.
Oσον αφορά την ενοικίαση, οι μεγαλύτερες αυξήσεις μέσης ζητούμενης τιμής ενοικίασης το τρίτο τρίμηνο σημειώθηκαν στο Νέο Φάληρο (31,4%), στον Αγιο Στέφανο (24,9%), στην περιοχή Πειραϊκή – Χατζηκυριάκειο (23,3%), στη Βάρη – Βάρκιζα (23,0%) και στον Μαραθώνα (22,2%). Οσον αφορά τις ακριβότερες περιοχές, αυτές είναι τα νότια προάστια της Αττικής, οι Κυκλάδες, τα βόρεια προάστια, το κέντρο της Αθήνας και ο Πειραιάς. Παράλληλα, η ανάλυση του Spitogatos.gr επισημαίνει ότι ανάμεσα στις ακριβότερες περιοχές για ενοικίαση κατοικίας βρίσκεται και η Χαλκιδική, όπου οι τιμές της βραχυχρόνιας μίσθωσης συνεχίζουν να ασκούν ανοδικές πιέσεις στις τιμές ενοικίων. Για παράδειγμα στη Βουλιαγμένη, που είναι η ακριβότερη περιοχή, η μέση ζητούμενη τιμή ενοικίασης αγγίζει τα 20 ευρώ/τ.μ., ενώ ακολουθούν κατά σειρά το Κολωνάκι με 16,7 ευρώ/τ.μ., η Γλυφάδα με 16,5 ευρώ/τ.μ., το Παλαιό Ψυχικό με 16 ευρώ/τ.μ. και η Βούλα με 15,7 ευρώ/τ.μ. Στον αντίποδα, η φθηνότερη περιοχή είναι το Πέραμα με 6,7 ευρώ/τ.μ., ενώ ακολουθούν οι Αχαρνές με 7,1 ευρώ/τ.μ., το Καματερό και οι Αγιοι Ανάργυροι με 7,1 ευρώ/τ.μ. και το Κρυονέρι με 7,3 ευρώ/τ.μ.
Εν τω μεταξύ, υπερτιμημένες θεωρεί τις τιμές πώλησης κατοικιών, αλλά και των καταλυμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης, σχετική ανάλυση του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου για το πρώτο εξάμηνο του έτους. Αντιθέτως, κατηγορίες όπως οι εξοχικές κατοικίες, τα ξενοδοχεία και τα γραφεία εμφανίζουν σημαντικές προοπτικές μελλοντικής ανάπτυξης. Τα παραπάνω αποκτούν ιδιαίτερη σημασία καθώς η σχετική ανάλυση επιχειρεί να καταγράψει τις τάσεις της εγχώριας αγοράς ακινήτων και τις επενδυτικές ευκαιρίες που παρουσιάζονται, με στόχο να διευκολυνθεί η λήψη αποφάσεων από όσους ενδιαφέρονται να τοποθετηθούν στην ελληνική αγορά ακινήτων.
Σύμφωνα με τη σχετική έκδοση, «η ελληνική αγορά ακινήτων ανακάμπτει μετά μια μακρά περίοδο ύφεσης. Η Ελλάδα έχει θετική δυναμική, αν και προβλέπεται ένας πιο αργός ρυθμός από το δεύτερο εξάμηνο του 2024. Η προσιτή στέγαση είναι ένα πιεστικό κοινωνικό ζήτημα και τα κυβερνητικά κίνητρα ενδέχεται να δημιουργήσουν μια νέα υποκατηγορία περιουσιακών στοιχείων». Παράλληλα, επισημαίνεται ότι κατά το πρώτο εξάμηνο η αγορά ακινήτων παρουσίασε ισχυρές επιδόσεις σε αποθηκευτικούς χώρους, γραφεία και ξενοδοχεία, ενώ τα ακίνητα κατοικιών καθώς και οι χώροι βραχυχρόνιας μίσθωσης εμφανίστηκαν υπερτιμημένα. Οι θετικές επιπτώσεις περιλάμβαναν την οικονομική ανάκαμψη, την πολιτική σταθερότητα και την αύξηση του τουρισμού, αν και οι γεωπολιτικές αβεβαιότητες, ο πληθωρισμός και το υψηλό κόστος κατασκευής έθεσαν προκλήσεις. Οσον αφορά τους επόμενους έξι μήνες, ο τομέας των ξενοδοχείων, τα γραφεία, οι αποθηκευτικοί χώροι και οι εξοχικές κατοικίες αναμένεται να έχουν καλή απόδοση. Βασικοί μοχλοί για αυτή τη θετική προοπτική είναι η οικονομική σταθερότητα, ο ποιοτικός τουρισμός και οι βελτιώσεις σε επίπεδο επενδύσεων, αν και τα υψηλά επιτόκια, ο πληθωρισμός και οι γεωπολιτικές εντάσεις παραμένουν πιθανά εμπόδια.
Πηγή: moneyreview.gr