Ως ένα περίπλοκο και δύσκολο καλοκαίρι για τον τομέα των αερομεταφορών στην Ευρώπη χαρακτήρισε το φετινό ο οργανισμός Eurocontrol σε πρόσφατη έκθεση. Κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα Ιουνίου-Αυγούστου, η κίνηση στους ευρωπαϊκούς αιθέρες αυξήθηκε κατά 4,8% σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα με τον μέσο αριθμό πτήσεων να υπολογίζεται σε 34.042 σε ημερήσια βάση έναντι 32.495 το 2023. Ωστόσο, η αεροπορική κίνηση συνέχισε να είναι χαμηλότερη κατά 2,6% συγκρινόμενη με το καλοκαίρι του 2019, δηλαδή πριν το ξέσπασμα της παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης, η οποία έφερε νέα δεδομένα στον κόσμο των αερομεταφορών.
Βέβαια, ορισμένες περιοχές, μεταξύ των οποίων και η χώρα μας, κατέγραψαν αρκετά υψηλότερη κίνηση σε σχέση με πέρυσι λόγω της δυναμικής που εμφανίζουν και της μεγάλης ζήτησης που σημειώνουν από τους ταξιδιώτες. Ο ανταγωνισμός, όμως, από τις γειτονικές αγορές είναι ιδιαίτερα έντονος, κάτι που αντικατοπτρίζεται και στην εκρηκτική αύξηση που εμφάνισαν νεοεισερχόμενοι προορισμοί, όπως τα Τίρανα (+20%) και η Τυφλίδα (+26%) αλλά και διαχρονικές τουριστικές ατραξιόν, όπως η Ρώμη (+18%) και η Καζζαμπλάνκα. Η Αθήνα συγκαταλέγεται μεταξύ των 14 ευρωπαϊκών αεροδρομίων, τα οποία κατά το εξεταζόμενο διάστημα παρουσίασαν άνοδο στην αεροπορική κίνηση άνω του 10%.
Η αυξημένη κινητικότητα, ωστόσο, σηματοδότησε και μια σειρά από προκλήσεις σε επιχειρησιακό και λειτουργικό επίπεδο σε ολόκληρη την Ευρώπη, με τις καθυστερήσεις στις πτήσεις να συνιστούν το μεγαλύτερο πρόβλημα. Ύστερα από τις αδύναμες επιδόσεις κατά τα έτη 2022 και 2023, όπου οι αερομεταφορές επέστρεψαν στην κανονικότητα μετά την πανδημία του κορονοϊού και τα εμπλεκόμενα μέρη έδωσαν το δικό τους αγώνα και να ανταποκριθούν στην ζήτηση, η ακρίβεια στις πτήσεις κατά το φετινό καλοκαίρι συνέχισε να κινείται κοντά στις χειρότερες επιδόσεις των τελευταίων 20 ετών.
Ο πονοκέφαλος των καθυστερήσεων
Κατά μέσο όρο, μόνο το 65% των πτήσεων αφίχθηκαν εντός των 15 λεπτών της προγραμματισμένης ώρας άφιξης, ήτοι κατά 1 ποσοστιαία μονάδα χειρότερο από το 2023 αλλά ακόμη πιο σημαντικό είναι κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες χειρότερο από τα επίπεδα του 2019. Κατά το καλοκαίρι του 2024, ο χρόνος καθυστέρησης των αναχωρήσεων διαμορφώθηκε σε 21,4 λεπτά ανά πτήση, κάτι που μεταφράζεται σε κατά 1,3 λεπτά περισσότερα σε σύγκριση με πέρυσι και κατά 4,5 λεπτά πάνω από το 2019. Οι μεγαλύτερες καθυστερήσεις προκλήθηκαν από το φαινόμενο ντόμινο καθώς η καθυστερημένη άφιξη ενός αεροσκάφους συμπαρασέρνει τις υπόλοιπες προγραμματισμένες πτήσεις της εκάστοτε αεροπορικής εταιρείας. Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, η βασική αιτία των καθυστερήσεων οφείλεται στο γεγονός ότι τα συστήματα ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας έχουν φτάσει στα όριά τους και δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στον αυξημένο αριθμό πτήσεων. Οι αρμόδιοι φορείς ουκ ολίγες φορές έχουν αναφέρει ότι απαιτείται αναβάθμιση αυτών των συστημάτων, καθώς και ενίσχυση του προσωπικού με νέες προσλήψεις και εκπαίδευση.
Σύμφωνα με την έκθεση του Eurocontrol, καθυστερήσεις πτήσεων καταγράφηκαν σχεδόν καθημερινά τον Ιούλιο και τον Αύγουστο στο αεροδρόμιο της Αθήνας, κυρίως λόγω του αυξημένου φόρτου εργασίας στον πύργο ελέγχου. Τον Ιούλιο, η ακρίβεια στις αφίξεις ήταν στο 50,4% στο Ελ. Βενιζέλος, έναντι 62% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, ενώ η ακρίβεια στις αναχωρήσεις ήταν μόλις 37,7%, έναντι 51% στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Ο μέσος χρόνος καθυστέρησης για αφίξεις έφτασε τα 25,3 λεπτά και για αναχωρήσεις τα 30,9 λεπτά. Ακόμη μεγαλύτερες καθυστερήσεις σημείωσαν τα αεροδρόμια της Ρώμης, του Λονδίνου (Heathrow), του Μιλάνου, της Βουδαπέστης και της Πράγας.
Πηγή: capitall.gr