Εάν νοσήσουν, έχουν μικρότερη άδεια από τους μονίμους. Επίσης, εάν αποβιώσει ένας στενός συγγενής τους. Το ίδιο συμβαίνει με την κανονική άδεια. Και δεν καταγράφονται μόνο στο πλαίσιο των αδειών οι διαφορές των μονίμων και των αναπληρωτών εκπαιδευτικών στην Ελλάδα. Τελικά, η σχεδόν δεκαετία σε θέση αναπληρωτή, που περνούν μέχρι να λάβουν τον πολυπόθητο διορισμό, μοιάζει με… καψώνι που εισάγει διακρίσεις σε βάρος εργαζομένων. Γι’ αυτό η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εγκαλεί από το 2016 την Ελλάδα, έχοντας πλέον στείλει το δεύτερο προειδοποιητικό μήνυμα πριν από το πρόστιμο.
Ειδικότερα, κάθε χρόνο προσλαμβάνονται από το υπουργείο Παιδείας σε θέση αναπληρωτή περί τους 40.000-50.000 εκπαιδευτικούς στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ενώ οι μόνιμοι είναι περί τους 140.000. Αρα οι αναπληρωτές καλύπτουν σχεδόν το 25% των συνολικών αναγκών για εκπαιδευτικούς στα δημόσια σχολεία. Ωστόσο προσλαμβάνονται με σύμβαση ορισμένου χρόνου, άρα απολύονται κατά τις καλοκαιρινές διακοπές, ενώ μεγάλος αριθμός τους φθάνει στο σχολείο πολύ μετά την έναρξη του σχολικού έτους.
Αναπληρωτές: 400 προσλήψεις σε δημοτικά, γυμνάσια και λύκεια
Ευλόγως η διαφορά στη διάρκεια των συμβάσεων επιτρέπει στον κρατικό προϋπολογισμό να δώσει λιγότερα κονδύλια, ενώ συχνά χρησιμοποιούνται και κονδύλια ΕΣΠΑ για την πρόσληψη συμβασιούχων εκπαιδευτικών. Ο μισθός των μονίμων είναι από τον τακτικό προϋπολογισμό και όχι από συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπως συμβαίνει με συμβασιούχους.
Τα στοιχεία
Τα προνόμια που έχουν οι δύο κατηγορίες εκπαιδευτικών καθιστούν τους αναπληρωτές, εκπαιδευτικούς ενός κατώτερου υπουργείου. Ενδεικτικά, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΟΛΜΕ και της ΔΟΕ:
• Για την ανατροφή του παιδιού ο μόνιμος εκπαιδευτικός έχει μειωμένο διδακτικό ωράριο κατά δύο ώρες εβδομαδιαίως αν τα παιδιά του είναι ηλικίας μέχρι δύο ετών. Εναλλακτικά, ο εκπαιδευτικός που είναι γονέας εάν δεν κάνει χρήση του μειωμένου ωραρίου δικαιούται άδεια εννέα μηνών για την ανατροφή τέκνου. Ο αναπληρωτής –είτε πλήρους είτε μειωμένου ωραρίου– που έχει παιδί έως 2 ετών έχει δικαίωμα χρήσης μειωμένου διδακτικού ωραρίου κατά δύο ώρες την εβδομάδα από το διδακτικό ωράριο που αναφέρεται στη σύμβασή του. Εάν δεν κάνει χρήση του μειωμένου ωραρίου δικαιούται άδεια με αποδοχές διάρκειας έως τριών μηνών και δεκαπέντε ημερών.
• Ο μόνιμος δικαιούται κανονική άδεια δέκα εργάσιμων ημερών μέσα στο έτος. Ο αναπληρωτής θα πάρει έως επτά ημέρες κανονική άδεια κατά τη διάρκεια της σύμβασής του.
• Ο μόνιμος εκπαιδευτικός μπορεί να πάρει αναρρωτική άδεια τόσους μήνες όσα και τα έτη υπηρεσίας του. Επίσης δικαιούται βραχυχρόνιες άδειες έως οκτώ ημέρες το έτος. Ο αναπληρωτής δικαιούται 15 ημερολογιακές ημέρες (και άλλες επιπλέον 15 ημέρες για δυσίατα νοσήματα).
• Ο μόνιμος δικαιούται άδεια τριών ημερών (προφανώς αμέσως μετά το γεγονός) λόγω θανάτου συζύγου ή συγγενούς έως και τρίτου βαθμού (παππούς, γιαγιά, εγγόνι εξ αγχιστείας, γαμπρός, νύφη, κουνιάδος/α). Αντίθετα, ο αναπληρωτής δικαιούται άδεια δύο ημερών λόγω θανάτου συζύγου, παιδιού, γονέα ή αδελφού.
Λόγω της διαφορετικής αντιμετώπισης ακόμη και για ζητήματα έκτακτης ανάγκης (π.χ. ιατρικές εξετάσεις) υπάρχουν συχνές καταγγελίες από τη ΔΟΕ και την ΟΛΜΕ.
• Ως προς τις απολαβές, οι προσωρινοί αναπληρωτές έχουν σταθερές αποδοχές κάθε μήνα ως συμβασιούχοι ορισμένου χρόνου, ενώ οι μόνιμοι εκπαιδευτικοί έχουν μισθό που διαμορφώνεται ανά διετία με βάση τα μισθολογικά τους κλιμάκια.
• Για την πραγματοποίηση ιατρικών εξετάσεων ο μόνιμος δικαιούται 14 εργάσιμες ημέρες. Δεκατέσσερις ημέρες είναι και ο μεγαλύτερος χρόνος άδειας που μπορεί να πάρει ο αναπληρωτής, αλλά πόσες θα πάρει τελικά είναι σε αναλογία με τη διάρκεια της σύμβασής του. Παράλληλα, σε σειρά άλλων θεμάτων η πρόβλεψη για τους αναπληρωτές εξαρτάται από τη διάρκεια της σύμβασής τους.
Εκπαιδευτικοί: «Άνοιξε» η πόρτα του δημόσιου σχολείου
Λόγω της διαφορετικής αντιμετώπισης μονίμων και αναπληρωτών ακόμη και για ζητήματα έκτακτης ανάγκης (π.χ. ιατρικές εξετάσεις λόγω ασθένειας) υπάρχουν συχνές καταγγελίες από τη ΔΟΕ και την ΟΛΜΕ που βασίζονται σε περιπτώσεις εκπαιδευτικών. Δύο τέτοιες –αφορούσαν το διαφορετικό καθεστώς για την άδεια μητρότητας και την αναρρωτική άδεια– έγιναν το 2016. Η Επιτροπή έστειλε προειδοποιητική επιστολή και τότε η ηγεσία του υπουργείου απάντησε παραδεχόμενη το διαφορετικό καθεστώς, αλλά προέβαλε τη δικαιολογία της έλλειψης κρατικών κονδυλίων για την εξίσωση των πλαισίων απασχόλησης μονίμων και αναπληρωτών.
Νέες καταγγελίες έγιναν το 2021, και η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει διαδικασία «επί παραβάσει με την αποστολή προειδοποιητικής επιστολής στην Ελλάδα λόγω μη ορθής μεταφοράς στο εθνικό της δίκαιο της οδηγίας 1999/70/Ε.Κ. του Συμβουλίου, και συγκεκριμένα στον χώρο των σχολείων, η οποία απαγορεύει την εισαγωγή διακρίσεων σε βάρος των εργαζομένων με συμβάσεις ορισμένου χρόνου».
Το θέμα έφερε στη Βουλή με επίκαιρη ερώτηση προ ημερών η βουλευτής της Νέας Αριστεράς Θεανώ Φωτίου. Υψηλόβαθμα στελέχη του υπουργείου Παιδείας, μιλώντας στην «Κ», δήλωσαν ότι είναι παγιωμένη επί δεκαετίες η διαφοροποίηση των μονίμων με τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς, υπενθυμίζοντας ότι και επί ΣΥΡΙΖΑ (η κ. Φωτίου διετέλεσε αναπληρωτής υπουργός στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ) υπήρξαν σχετικές καταγγελίες στην Ε.Ε.
Για το θέμα, η αρμόδια υφυπουργός Παιδείας Ζέττα Μακρή ανέφερε ότι «οι μόνιμοι και οι αναπληρωτές διαφέρουν ουσιωδώς ως προς το αντικείμενο, τη διάρκεια απασχόλησης, τις καλυπτόμενες ανάγκες, τις απολαβές, την πηγή χρηματοδότησης, τις μεταβολές της υπηρεσιακής κατάστασης. Aρα, κατά την άποψη του υπουργείου Παιδείας, δεν τίθεται θέμα και ζήτημα παραβίασης της αρχής της διάκρισης και πάντοτε λαμβάνουμε υπ’ όψιν τη θεμελιώδη αρχή της αναλογικότητας, που στην υφιστάμενη νομοθεσία υιοθετείται.
Η επίσημη θέση
Η θέση του υπουργείου Παιδείας σε ό,τι αφορά το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Eνωσης είναι ότι απαγορεύει τη διάκριση σε βάρος των εργαζομένων ορισμένου χρόνου σε σχέση με τους αντίστοιχους εργαζομένους αορίστου χρόνου, αλλά ουδόλως επιτάσσει την ίση μεταχείριση μεταξύ εργαζομένων ορισμένου χρόνου και εργαζομένων αορίστου χρόνου, οι οποίοι δεν βρίσκονται σε συγκρίσιμη κατάσταση. Και, πράγματι, οι αναπληρωτές και οι μόνιμοι εκπαιδευτικοί δεν βρίσκονται σε συγκρίσιμη κατάσταση».
Η Επιτροπή εάν θεωρήσει ότι δεν έχει λάβει ικανοποιητική απάντηση μπορεί να αποφασίσει την επιβολή προστίμου στη χώρα μας.
Πηγή: Kathimerini.gr