Business as usual χαρακτηρίζει η επιστημονική κοινότητα το νέο χωροταξικό πλαίσιο για τον τουρισμό, το οποίο έχει παρουσιάσει το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας χτυπώντας ηχηρό καμπανάκι για την τύχη των μικρών νησιών που κινδυνεύουν να μετατραπούν σε Μύκονο ή Σαντορίνη χάνοντας τελικώς την ταυτότητά τους με ορατό τον κίνδυνο να μετατραπούν σε μεγάλα πάρκα τουρισμού.
Η αλλαγή των χρήσεων γης, η υπερδόμηση και ο υπερτουρισμός προβάλλουν ως οι μεγαλύτερες απειλές με τους ειδικούς να επισημαίνουν ότι ο πολεοδομικός και χωροταξικός σχεδιασμός σε αυτούς τους τόπους δεν μπορεί να γίνει με εναίους κανόνες, αλλά πρέπει να λάβει υπόψη τις ιδιαιτερότητές τους. Παράλληλα ακόμα και καθηγητές Οικονομικών μιλούν για την απόλυτη εξάρτηση της Ελλάδας από τον τουρισμό τονίζοντας ότι είναι μια δραστηριότητα χαμηλής παραγωγικότητας.
Η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί σήμερα, πάντως, στα νησιά δεν ήταν αιφνιδιαστική. Αντίθετα η πολιτεία είχε προειδοποιηθεί εγκαίρως γι΄αυτήν. Ακόμα και η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), το οποίο πληροφορούσε ήδη από τη δεκαετία του ΄90 γι΄αυτό που ερχόταν, έχει παραβιαστεί κατάφωρα. Αυτό επεσήμανε η πρόεδρος του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητας και Αντιπρόεδρος του ΣτΕ ε.τ. Μαρία Καραμανώφ ανοίγοντας τις εργασίες επιστημονικής ημερίδας για τον σχεδιασμό στα μικρά νησιά τονίζοντας ότι η πορεία ορισμένων εξ αυτών ήταν το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου.
«Το γνωρίζαμε αλλά δεν κάναμε τίποτα γι΄αυτό. Υπήρχε η νομολογία του ΣτΕ, η οποία πυροδότησε αντιδράσεις στο περιβαλλοντικό κίνημα της εποχής, αλλά έκτοτε καταστρατηγήθηκε και διαστρεβλώθηκε». Οπως επεσήμανε, η Μύκονος ήδη από το ΄96 είχε κριθεί κορεσμένη από πλευράς τουριστικής ανάπτυξης: «Ολα αυτά έχουν κατάφωρα και προκλητικά παραβιαστεί», ανέφερε προσθέτοντας ότι είναι τεράστιες οι διαχρονικές ευθύνες της πολιτείας, η οποία ακόμα και σήμερα επιλέγει να τις απεμπολήσει και να τις μεταθέσει αλλού «όχι μόνο θεσμικά με τα νομοθετήματα αλλά και με τις λάθος αξίες που προωθεί δίνοντας τον τόνο και το μήνυμα στους πολίτες για το πώς θα πρέπει να μεταχειρίζονται τα ελληνικά νησιά. Κι αυτό είναι ασυγχώρητο όταν ξέραμε εδώ και πάρα πολλά χρόνια τι πρέπει να γίνει».
Σύμφωνα με την ίδια, μοναδική λύση είναι η ήπια ανάπτυξη και ο έλεγχος των εισροών: «Τα νησιά δεν είναι μουσεία για να τα βάλουμε στη γυάλα, αλλά ούτε και σκηνικό για τις διακοπές ολόκληρου του πλανήτη», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Προσέθεσε ότι οι επιλογές των πολιτικών σε έργα, όπως είναι π.χ. τα λιμενικά δε θα πρέπει να γίνονται με βάση τη ζήτηση, αλλά με βάση τη φέρουσα ικανότητα ενός νησιού, ενώ τόνισε ότι οι επεκτάσεις των οικισμών θα πρέπει να ακολουθούν τη δημογραφική εξέλιξη και όχι να υπαγορεύονται από άλλα κριτήρια.
Ωστόσο τόνισε ότι «ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζει το θέμα η πρόσφατη νομοθεσία είναι εντελώς αδόκιμος επιστημονικά, συγχέει παραμέτρους και καταλήγει να θεωρεί τη φέρουσα ικανότητα μια πολιτική απόφαση του υπουργού».
Απόλυτη εξάρτηση από τον τουρισμό
Την ίδια στιγμή το γεγονός ότι ο τουρισμός θεωρείται η ατμομηχανή της ελληνικής οικονομίας, δημιουργεί μια επικίνδυνη εξάρτηση, όπως σημειώνουν οι οικονομολόγοι. Η απασχόληση στον τουρισμό ως ποσοστό της συνολικής απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα στην Ελλάδα που φτάνει το 25%, είναι υπερδιπλάσια συγκριτικά με άλλες χώρες με ισχυρό τουρισμό, όπως η Ισπανία, η Ιταλία ή η Γαλλία, σύμφωνα με τα στοιχεια που παρουσίασε, ο Δημήτρης Βαγιανός, καθηγητής στο London School of Economics. Το γεγονός αυτό – όπως είπε – καθοδηγεί τη χώρα μας σε μια εξάρτηση από τον τουρισμό με προβληματικά σημεία τόσο από περιβαλλοντική όσο και από οικονομική σκοπιά: «Η τουριστική ανάπτυξη “επιδοτείται” με διάφορους τρόπους από τη χαλαρότητα της νομοθεσίας για παράδειγμα στη δόμηση σε παρακτιες περιοχές που διευκολύνεται όλο και περισσότερο, από την ανυπαρξία πλαισίου προστασίας για τις περιοχές Natura, από τους χαλαρούς και παραμελημένους μηχανισμούς συμμόρφωσης. Η “κατανάλωση” περιβαλλοντικών πόρων πρέπει να φορολογείται και όχι να επιδοτείται», εξήγησε.
Όμως και από την οικονομική οπτική, η «μονοκαλλιέργεια» του τουρισμού, έχει σοβαρά μεονεκτήματα, καθώς σύμφωνα με τον κ. Βαγιανό, ο τουριστικός κλαδος έχει χαμηλή παραγωγικότητα, χαμηλή μέση εξειδίκευση εργαζομένων και μεγάλη εποχικότητα: «Με την έμφαση στον τουρισμό διαιωνίζεται και διογκώνεται ένα οικονομικό μοντέλο χαμηλής παραγωγικότητας», κατέληξε.
Όμως η δική του ερμηνεία στην έννοια της φέρουσας ικανότητας ενός τόπου έδωσε και ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αιγαίου και εμπειρογνώμονας του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού, Γιάννης Σπιλάνης σημειώνοντας ότι δεν είναι σωστό ο σχεδιασμός να ακολουθεί αυτή τη λογική αφού «πρόκειται για το άκρο, το όριο μιας περιοχής. Μετά απ΄αυτό το σημείο είναι ο γκρεμός. Για να επιτευχθεί η πραγματική βιωσιμότητα θα πρέπει να έχουμε σταματήσει πριν», τόνισε.
Ξεκαθάρισε ότι οι πολιτικές που ακολουθήθηκαν δεν ήταν λάθη, αλλά σκόπιμες επιλογές προσθέτοντας πως ακόμα και σήμερα δε λαμβάνονται μέτρα. Υπενθύμισε ότι τον Σεπτέμβριο η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου ζήτησε από τους κατά τόπους εισαγγελείς να ερευνήσουν ζητήματα σπατάλης και κακής χρήσης νερού, χωρίς να έχει γίνει κάτι μέχρι τώρα: «Οπως δεν έχει γίνει τίποτα για να κλείσουν οι πισίνες. Ταυτόχρονα η συνεχιζόμενη εκτος σχεδίου δόμηση αυξάνει σημαντικά το κόστος λειτουργίας των δήμων, οι οποίοι πρέπει να υποστηρίξουν τις κατασκευές με δίκτυα». Αναφέρθηκε επίσης στις αφαλατώσεις και τις γεωτρήσεις σε εκατοντάδες μέτρα προκειμένου να ικανοποιηθούν οι αυξημένες ανάγκες, τονίζοντας ότι «εμείς θα βρούμε νερό στα 300 μ. αλλά οι ρίζες των δέντρων όχι».
Διευκρίνισε ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η αλλαγή χρήσεων γης δεδομένου ότι δεν είναι αναστρέψιμη: «Το νέο χωροταξικό πλαίσιο για τον τουρισμό είναι business as usual. Συνεχίζει την αύξηση προσφοράς κλινών με ανεπαίσθητους περιορισμούς. Οριακα εμποδίζονται λίγοι, ενώ ξεφυτρώνουν στρατηγικές επενδύσεις».
Ο σχεδιασμός στα νησιά, όπως εξήγησαν ο χωροτάκτης – πολεοδόμος Στρατής Μπαμπαλίκης και η αρχιτέκτονας Λήδα Ντρίβα, είναι κρίσιμος παράγοντας και στις απαραίτητες ρυθμίσεις θα πρέπει να συμπεριληφθούν:
Η μείωση της εκτός σχεδίου δόμησης σε σημείο πιο συμβατό για το τοπίο και τις περιορισμένες εκτάσεις των μικρών νησιών.
Η διατήρηση των μονοπατιών και των πεζοπορικών διαδρομών.
Η απαγόρευση της δόμησης στην ακτογραμμή.
Ο περιορισμός των υπόσκαφων κτιρίων.
Η απαγόρευση των πισινών.
Η διατήρησητων ελιών, τελμάτων και υδροβοτόπων.
Η προστασια των λιθόστρωτωνκαλντεριμιών, ξερολιθιών και θημωνιών.
Η προστασία της τοπικής βλάστησης, της βιοποικιλότητας και των αιωνόβιων δέντρων.
Η επανάχρηση των παλαιών κτισμάτων.
Η προστασία των περιοχών Natura.
Θυσία και η υποτιμημένη γεωργική γη των νησιών
Στον βωμό της τουριστικής ανάπτυξης της νησιωτικής χώρας θυσιάστηκε πολλές φορές και γεωργική γη, παράγοντας ο οποίος έχει συζητηθεί λιγότερο τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με τους καθηγητές του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Γιωργο Βλάχο και Βαγγέλη Παυλή, στα κριτήρια χαρακτηρισμού της γης υψηλής παραγωγικότητας είχαν αρχικώς συμπεριληφθεί και έννοιες όπως η νησιωτικότητα και οι φυσικές ενότητες. Ωστόσο ακολούθησαν πολλές εξαιρέσεις με αποτέλεσμα οποιαδήποτε διευκρίνηση ή εξειδίκευση να αφορά στο τέλος αποκλειστικά την παραγωγικότητα, η οποία είναι και η μοναδική που προστατεύεται.
Οι ομιλητές επεσήμαναν ότι ακόμα και για καλλιέργειες που εγκρίνονται γενναιόδωρες επιδοτήσεις, αυτές σπανίως μπορούν να ανταγωνιστούν τον τουρισμό και τα έσοδά του: «Δίνονται ενισχύσεις για τη μαστίχα στη Χίο, τις ελιές, τα αμπέλια, τα δαμάσκηνα, το ντοματάκι της Σαντορίνης, την αγκινάρα της Τήνου, κλπ, αλλά και κίνητρα για το τοπίο, όπως τον αμπελώνα της Θήρας. Ομως όσο γενναιόδωρα κι αν είναι τα κίνητρα, δύσκολα είναι ανταγωνιστικά στον τουρισμό και δεδομένου ότι οι πόροι είναι συγκεκριμένοι, θα πρέπει η Πολιτεία να σκεφτεί πέραν της παροχής κινήτρων και μέτρα ρυθμιστικού χαρακτήρα, μέτρα επιβολής», ανέφερε ο κ. Βλάχος.
Για όσους ακόμα αμφισβητούν τη γενετικη βιοποικιλότητα των νησιών, ο ίδιος παρέθεσε και συγκεκριμένα στοιχεία για τις νησιωτικές τοπικές ποικιλίες, οι οποίες είναι:
Κηπευτικά: 43
Δενδρώδη, θάμνοι, μικρά καρποφόρα: 32
Αμπέλια: 29
Φαρμακευτικά, αρωματικά, κλωστικά φυτά, κλπ: 7
Σιτηρά: 4
Ψυχανθή: 4
Πηγή: ethnos.gr